Σύντομη επισκόπηση των άρθρων της Οδηγίας 2022/2041 E.E. περί κατώτατου μισθού Χρήστου Δ. Νικολαΐδη, Δικηγόρου 1. Ο μισθός(1) σαν κύριο σκοπό έχει την εξασφάλιση στον εργαζόμενο της σωματικής και πνευματικής διαβίωσής του.(2) Ο μισθός ο καταβαλλόμενος προς τον ολοκληρωτικώς απασχολούμενο σε εργοδότη για την κανονική παροχή της εργασίας του πρέπει να είναι τόσος ώστε να εξασφαλίζει την διατροφή, όχι μόνον του εργαζομένου αλλά και των στενωτέρων μελών της οικογενείας του. Αλλιώς δεν εξηγείται και η διάταξη του άρθρου 664 ΑΚ η οποία απαγορεύει τον συμψηφισμό και την κατάσχεση, άρα και την εκχώρηση (άρθρο 464 ΑΚ) του μισθού, εφόσον αυτή είναι απολύτως αναγκαία για τη διατροφή αυτού και της οικογενείας του. Ακριβώς στον σκοπό αυτόν αποβλέπουν και οι περί προστασίας του μισθού διατάξεις των ειδικών εργατικών νόμων.(3) Η σπουδαιότητα του "δικαίου" μισθού είναι αναντίλεκτη.(4) Επί μέρους έκφραση της ευελιξίας της εργασίας (πλην της ευελιξίας της απασχόλησης) είναι και η ευελιξία των αποδοχών, η οποία έγκειται στη δυνατότητα διαμόρφωσης τους σε πλαίσια διαφορετικά από τα ισχύοντα με επαναξιολόγηση του ρόλου των κατωτάτων αμοιβών.(5) Κατά τα άρθρα 648, 649 και 653 Α.Κ. αναγκαίος όρος για τη σύναψη της σύμβασης εργασίας είναι ή ρητή ή σιωπηρή συμφωνία περί καταβολής μισθού στον παρέχοντα εργασία και μισθό αποτελεί η οφειλομένη αντιπαροχή για την οφειλομένη εργασία. Ο μισθός διακρίνεται σε συμβατικό, καθοριζόμενο από τον εργοδότη και τον μισθωτό είτε αρχικώς είτε μετεγενεστέρως και σε νόμιμο, καθοριζόμενο από το νόμο, Σ.Σ.Ε., διαιτητική απόφαση ή Υ.Α. και αποτελεί το ελάχιστον όριον μισθού το οποίον υποχρεούται ο εργοδότης να καταβάλει στο μισθωτό Με το νόμιμο μισθό (εννοείται και ημερομίσθιο) επιτυγχάνεται έστω και μερικώς. Η σκέψη ότι η διαπραγματευτική θέση των μεμονωμένων μισθωτών έναντι των εργοδοτών είναι αδύναμη και η φροντίδα να εξασφαλισθεί στους μισθωτούς ένα ελάχιστο βασικό εισόδημα από την εργασία τους οδήγησαν στην καθιέρωση θεσμών και διαδικασιών που ορίζουν κατώτατα όρια μισθωτών και ημερομισθίων (μισθοί και ημερομίσθια ασφαλείας, νόμιμος μισθός). Τα κατώτατα αυτά όρια αποδοχών ορίζονται κυρίως με ΣΣΕ(6) άλλως με ΔΑ που λύνουν τις συλλογικές διαφορές εργασίας. Εάν δεν υπάρχει εργοδοτική επαγγελματική οργάνωση για να συνάψει ΣΣΕ με την αντίστοιχη εργατική οργάνωση(7) ήταν δυνατόν τα ελάχιστα όρια μισθού αυτής της κατηγορίας να τα καθορίσει κοινή υπουργική απόφαση.(8) Σήμερα με δεδομένο ότι οι μισθολογικοί όροι της Ε.Γ.ΣΣ.Σ.Ε. ισχύουν μόνον για τους εργαζομένους που απασχολούνται από εργοδότες των συμβαλλομένων συνδικαλιστικών οργανώσεων (άρθρο Υποπ. ΙΑ ΙΙ.2Ν.4093/2012) οι δε όροι των μη κηρυχθεισών γενικά υποχρεωτικών κλαδικών και ομοιοεπαγγελματικών ΣΣΕ δεσμεύουν μόνον τα μέλη των συμβαλλομένων οργανώσεων, οπότε για σημαντικό αριθμό εργαζομένων δεν θα υπάρχει ένα ελάχιστο όριο αποδοχών μέσω ΣΣΕ, ανακύπτει, για μεγάλο αριθμό εργαζομένων που δεν καλύπτονται, άμεση ανάγκη παρέμβασης του κρατικού νομοθέτη, θεσπίζοντος για όλους τους εργαζομένου ένα γενικό κατώτατο όριο μισθού ώστε να διασφαλίζεται ένα ελάχιστο επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης και να αποφεύγεται ο αθέμιτος ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων. Έτσι σήμερα ο νομοθέτης (άρθρο 134 Κώδικας Ατομ. Εργατικού Δικαίου πρώην άρθρο 103 Ν.4172/2013) θέσπισε νέα διαδικασία διαμόρφωσης του "νομοθετημένου κατώτατου μισθού και κατώτατου ημερομισθίου", σύμφωνα με την οποία ο κατώτατος μισθός και το κατώτατο ημερομίσθιο θα καθορίζονται με υπουργική απόφαση, η οποία θα εκδίδεται κατόπιν διαβουλεύσεως από Τριμελή Επιτροπή Συντονισμού προεδρευομένης από τον Πρόεδρο του ΟΜΕΔ, μη επιτρεπομένης της υστέρησης των συμφωνουμένων αποδοχών με ατομικές συμβάσεις εργασίας ή Σ.Σ.Σ.Ε. κάθε είδους. Το ύψος του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου, επί το απλοϊκώτερο, αλλά εσφαλμένως, "νομοθετημένο κατώτατο μισθό και ημερομίσθιο" καθορίζεται λαμβανομένων υπόψη τουλάχιστον των ακόλουθων κριτηρίων: α) την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, β) τις προοπτικές της για ανάπτυξη από την άποψη της παραγωγικότητας, των τιμών της ανταγωνιστικότητας, στην απασχόληση, των ποσοστών της ανεργίας και των εισοδημάτων και μισθών.(9) Από νομοτεχνικής πλευράς η διατύπωση της διάταξης είναι κακόζηλος. Πράγματι η αναφορά στην κατάσταση της Ελληνικής οικονομίας περιλαμβάνει κάθε έκφανση οικονομικής δραστηριότητας και των προοπτικών αυτής(10) οπότε περιττή είναι, ως επανάληψη, η μνεία οιουδήποτε άλλου παράγοντα διαμορφωτικού των ορίων των αποδοχών. 2.1. Το πρόβλημα των κατωτάτων ορίων μισθών και ημερομισθίων που είναι πανευρωπαϊκό(11) και απασχολεί όλα τα κράτη Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανάγκασε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης(12) να εγκύψουν στο πρόβλημα(13) να εκδώσουν στις 19.10.2022 την υπ' αριθ. 2022/2041 Οδηγία "για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση".(14) Η έκδοση Οδηγίας ήταν επιβεβλημένη λόγω της πολυσύνθετης εμφάνισης του ρυθμιστέου θέματος. Οι διατάξεις της έχουν χαρακτήρα κατευθυντήριων υποδείξεων προς τον εθνικό νομοθέτη, χαράσσοντας για αυτόν πλαίσια προγράμματος, το οποίο θα πραγματοποιήσει όταν κρίνει σκόπιμο και πάντως προ της τασσομένης προθεσμίας η οποία εν προκειμένου είναι η 25 Νοεμβρίου 2024, ημέρα λήξης της προθεσμίας συμμόρφωσης προς τις διατάξεις της Οδηγίας. Γι' αυτό και η νομολογία του ΔΕΚ χαρακτηρίζει τις Οδηγίες ως μορφή έμμεσης νομοθετικής ή κανονιστικής ρυθμίσεως.(15) Δεν θα ήταν ορθό, πάντως να υποστηριχθεί ότι οι διατάξεις των Οδηγιών αποτελούν απλούν ευχολόγιον, στερούμενο νομικής αξίας. Γεγονός είναι ότι περιορίζουν την διακριτική ευχέρεια του εθνικού νομοθέτη και αποκλείουν την απ’ αυτόν λήψη μέτρων αντιθέτων προς τις κατευθύνσεις που χαράσσουν αυτές. Από την άποψη αυτή, συνεπώς έστω και αρνητική, οι διατάξεις των Οδηγιών δεν στερούνται νομικού κύρους και δεν υποπίπτουν σε απλούν ευχολόγιο.(16) Όπως αναφέρεται στο προοίμιο της Οδηγίας: "Η προστασία με τη μορφή κατώτατου μισθού η οποία προβλέπεται από συλλογικές συμβάσεις σε χαμηλά αμειβόμενα επαγγέλματα είναι επαρκείς και, επομένως, παρέχει αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης στις περισσότερες περιπτώσεις και έχει αποδειχθεί ότι συνιστά αποτελεσματικό μέσο για τη μείωση της φτώχειας των εργαζομένων. Σε πολλά κράτη μέλη, οι νόμιμοι κατώτατοι μισθοί είναι συνήθως χαμηλοί σε σύγκριση με τους άλλους μισθούς στην οικονομία. Το 2018, σε εννιά κράτη μέλη ο νόμιμος κατώτατος μισθός δεν εξασφάλιζε σε εργαζόμενο που ζούσε μόνος και αμειβόταν με τον κατώτατο μισθό εισόδημα επαρκές για να φτάσει το όριο του κινδύνου φτώχειας", στην 13η παράγραφο του προοιμίου της Οδηγίας ελλείπει η λέξη "μη"). Δεν προστατεύονται αποτελεσματικά, συνεχίζει η Οδηγία στην σκέψη 14 και επέκεινα "όλοι οι εργαζόμενοι στην Ένωση από κατώτατους μισθούς, καθώς σε ορισμένα κράτη μέλη ορισμένοι εργαζόμενοι παρόλο που καλύπτονται, λαμβάνουν στην πράξη αμοιβή χαμηλότερη από τον νόμιμο κατώτατο μισθό λόγω μη συμμόρφωσης με τους υφιστάμενους κανόνες. Η εν λόγω μη συμμόρφωση έχει διαπιστωθεί ότι πλήττει κυρίως τις γυναίκες, τους εργαζομένους χαμηλής ειδίκευσης, τους διακινούμενους εργαζόμενους τους μόνους γονείς, τα άτομα με αναπηρία, τους εργαζομένους με άτυπες μορφές απασχόλησης, όπως οι προσωρινά απασχολούμενοι και οι εργαζόμενοι μερικής απασχόλησης και τους εργαζόμενους στη γεωργία και στη φιλοξενία γεγονός που οδηγεί κατά συνέπεια στη μείωση των μισθών. Στα κράτη μέλη όπου η προστασία με τη μορφή κατώτατου μισθού παρέχεται από συλλογικές συμβάσεις μόνο, το ποσοστό των εργαζομένων που δεν καλύπτονται εκτιμάται ότι κυμαίνεται από το 2% έως το 55% του συνόλου των εργαζομένων: 15. Η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία απαιτεί οι εργαζόμενοι με αναπηρία συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων σε προστατευόμενη απασχόληση, να λαμβάνουν ίση αμοιβή για εργασία ίσης αξίας. Η αρχή αυτή είναι επίσης σημαντική όσον αφορά την προστασία με τη μορφή κατωτάτου μισθού". Γι' αυτό στη συνέχεια αναφέρεται: Με σκοπό τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας, καθώς και την ανοδική κοινωνική σύγκλιση στην Ένωση η παρούσα οδηγία θεσπίζει ελάχιστες προδιαγραφές σε ενωσιακό επίπεδο και ορίζει διαδικαστικές υποχρεώσεις για την επάρκεια των νόμιμων κατώτατων μισθών και ενισχύει την αποτελεσματική πρόσβαση των εργαζομένων σε προστασία με τη μορφή κατώτατου μισθού, έχοντος χαρακτήρα νόμιμου κατώτατου μισθού, όπου υφίσταται, ή μισθού που προβλέπεται με βάση συλλογικές συμβάσεις όπως ορίζονται για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. Η παρούσα οδηγία προωθεί επίσης τις συλλογικές διαπραγματεύσεις για τον καθορισμό των μισθών... 27. Τα κράτη μέλη που χρησιμοποιούν αυτόματο μηχανισμό τιμαριθμικής αναπροσαρμογής, συμπεριλαμβανομένων ημιαυτόματων μηχανισμών στους οποίους διασφαλίζεται τουλάχιστον η ελάχιστη υποχρεωτική αύξηση του νόμιμου κατώτατου μισθού, θα πρέπει επίσης να διενεργούν διαδικασίες επικαιροποίησης των νόμιμων κατώτατων μισθών, τουλάχιστον ανά τετραετία. Αυτές οι τακτικές επικαιροποιήσεις θα πρέπει να συνίστανται σε αξιολόγηση του κατώτατου μισθού που θα λαμβάνει υπόψη τα κατευθυντήρια κριτήρια και θα ακολουθείται, εφόσον απαιτείται, από τροποποίηση του ποσού. Η συχνότητα των προσαρμογών στο πλαίσιο της αυτόματης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής, αφενός, και οι επικαιροποιήσεις των νόμιμων κατώτατων μισθών, αφετέρου, ενδέχεται να διαφέρουν. Τα κράτη μέλη στα οποία δεν υπάρχουν αυτόματοι ή ημιαυτόματοι μηχανισμοί τιμαριθμικής αναπροσαρμογής θα πρέπει να επικαιροποιούν τον νόμιμο κατώτατο μισθό τους τουλάχιστον ανά διετία. 28. Οι κατώτατοι μισθοί θεωρούνται επαρκείς αν είναι δίκαιοι σε σχέση με την κατανομή των μισθών στο σχετικό κράτος μέλος και αν διασφαλίζουν αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης για τους εργαζομένους βάσει σχέσης εργασίας πλήρους απασχόλησης. Η επάρκεια των νόμιμων κατώτατων μισθών κρίνεται και αξιολογείται από κάθε κράτος μέλος λαμβανομένων υπόψη των οικείων εθνικών κοινωνικοοικονομικών συνθηκών, συμπεριλαμβανομένων της αύξησης της απασχόλησης, της ανταγωνιστικότητας και των περιφερειακών και κλαδικών εξελίξεων. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την αγοραστική δύναμη, τα μακροπρόθεσμα εθνικά επίπεδα παραγωγικότητας και την εξέλιξη της παραγωγικότητας, καθώς και τα επίπεδα των μισθών, την κατανομή των μισθών και την αύξηση των μισθών. 29. Μεταξύ άλλων μέσων, ένα καλάθι αγαθών και υπηρεσιών σε πραγματικές τιμές που καθορίζεται σε εθνικό επίπεδο μπορεί να είναι καθοριστικής σημασίας για τον προσδιορισμό του κόστους διαβίωσης με στόχο την επίτευξη αξιοπρεπούς βιοτικού επιπέδου. Εκτός από τις υλικές ανάγκες, όπως η διατροφή, η ένδυση και η στέγαση, θα μπορούσε επίσης να ληφθεί υπόψη η ανάγκη συμμετοχής σε πολιτιστικές, εκπαιδευτικές και κοινωνικές δραστηριότητες. Είναι σκόπιμο να εξεταστεί ο καθορισμός και η επικαιροποίηση των νόμιμων κατώτατων μισθών χωριστά από τους μηχανισμούς εισοδηματικής στήριξης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόζουν δείκτες και συναφείς τιμές αναφοράς για την καθοδήγηση της εκτίμησης τους ως προς την επάρκεια του νόμιμου κατώτατου μισθού. Τα κράτη μέλη ενδέχεται να επιλέγουν μεταξύ δεικτών που χρησιμοποιούνται ευρέως σε διεθνές επίπεδο και/ή δεικτών που χρησιμοποιούνται σε εθνικό επίπεδο. Η αξιολόγηση μπορεί να βασίζεται σε τιμές αναφοράς που χρησιμοποιούνται ευρέως σε διεθνές επίπεδο, όπως ο λόγος του ακαθάριστου κατώτατου μισθού προς το 60% του ακαθάριστου διάμεσου μισθού και ο λόγος του ακαθάριστου κατώτατου μισθού προς το 50% του ακαθάριστου μέσου μισθού, που επί του παρόντος δεν πληρούνται από όλα τα κράτη μέλη, ή ο λόγος του καθαρού κατώτατου μισθού προς το 50% ή 60% του καθαρού μέσου μισθού. Η αξιολόγηση μπορεί επίσης να βασίζεται σε τιμές αναφοράς που συνδέονται με δείκτες που χρησιμοποιούνται σε εθνικό επίπεδο, όπως η σύγκριση του καθαρού κατώτατου μισθού με το όριο της φτώχειας και την αγοραστική δύναμη των κατώτατων μισθών. 29. Χωρίς να θίγεται η αρμοδιότητα των κρατών μελών να καθορίζουν τον νόμιμο κατώτατο μισθό και να επιτρέπουν διαφοροποιήσεις και κρατήσεις, είναι σημαντικό να αποφευχθεί η εκτεταμένη χρήση διαφοροποιήσεων και κρατήσεων, καθώς υπάρχει κίνδυνος να επηρεάσουν αρνητικά την επάρκεια των κατώτατων μισθών. Θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι οι διαφοροποιήσεις και οι κρατήσεις τηρούν τις αρχές της απαγόρευσης των διακρίσεων και της αναλογικότητας. Ως εκ τούτου, οι διαφοροποιήσεις και οι κρατήσεις θα πρέπει να επιδιώκουν θεμιτό στόχο. Παραδείγματα τέτοιων κρατήσεων μπορεί να είναι η περίπτωση ανάκτησης καταβολής ποσών που υπερεκτιμήθηκαν ή κρατήσεων που διατάχθηκαν από δικαστική ή διοικητική αρχή. Αλλες κρατήσεις, όπως αυτές που σχετίζονται με τον εξοπλισμό που απαιτείται για την εκτέλεση της εργασίας ή οι κρατήσεις για παροχές σε είδος, όπως η στέγαση, ενέχουν υψηλό κίνδυνο να είναι δυσανάλογες. Επιπλέον, καμία διάταξη της παρούσας οδηγίας δεν θα πρέπει να νοείται ως επιβάλλουσα στα κράτη μέλη την υποχρέωση να εισάγουν διαφοροποιήσεις ή κρατήσεις από τους κατώτατους μισθούς. 30. Ένα αποτελεσματικό σύστημα επιβολής των κανόνων, το οποίο θα συμπεριλαμβάνει αξιόπιστη εποπτεία, ελέγχους και επιτόπιες επιθεωρήσεις, είναι απαραίτητο για τη διασφάλιση της λειτουργίας των εθνικών πλαισίων για τους νόμιμους κατώτατους μισθούς και της συμμόρφωσης με αυτά. Για να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα των αρχών επιβολής, απαιτείται επίσης στενή συνεργασία με τους κοινωνικούς εταίρους, μεταξύ άλλων για την αντιμετώπιση κρίσιμων προκλήσεων, όπως αυτές που σχετίζονται με την καταχρηστική υπεργολαβία, την ψευδοαυτοαπασχόληση, τις μη καταγεγραμμένες υπερωρίες ή τους κινδύνους για την υγεία και την ασφάλεια που συνδέονται με την αυξημένη ένταση εργασίας, θα πρέπει, επίσης, να αναπτυχθούν οι ικανότητες των αρχών επιβολής του νόμου, ιδίως μέσω της κατάρτισης και της έκδοσης κατευθυντηρίων γραμμών. Οι τακτικές και οι απροειδοποίητες επισκέψεις, οι δικαστικές και διοικητικές διαδικασίες και οι κυρώσεις σε περίπτωση παραβάσεων αποτελούν σημαντικά μέσα για την αποτροπή των παραβάσεων από τους εργοδότες". 2.2. Η Οδηγία αφήνει τον εθνικό νομοθέτη ελεύθερο(17) να θεσπίζει το κατώτατο μισθό είτε με ΣΣΕ, είτε με νόμο(18) και επιβάλλει κατ' άρθρο 5 "διαδικασία καθορισμού επαρκών νόμιμων κατώτατων μισθών", ως κριτήρια από τον καθορισμό των επαρκώς κατώτατου μισθού περιλαμβάνουσα "τουλάχιστον τα στοιχεία: α) την αγοραστική δύναμη των νόμιμων κατώτατων μισθών λαμβανομένων υπόψη του κόστους διαβίωσης, β) το γενικό επίπεδο των μισθών και την κατανομή τους, γ) τον ρυθμό αύξησης των μισθών, δ) τα εθνικά επίπεδα και την εξέλιξη, μακροπρόθεσμα, στην παραγωγικότητα" (παραγρ. 2)(19) που περαιτέρω προβλέπει: "1. Τα κράτη μέλη με νόμιμους κατώτατους μισθούς θεσπίζουν τις αναγκαίες διαδικασίες για τον καθορισμό και την επικαιροποίηση των νόμιμων κατώτατων μισθών. Ο εν λόγω καθορισμός και η επικαιροποίηση διέπονται από κριτήρια που καθορίζονται ώστε να συμβάλλουν στην επάρκεια τους με στόχο την επίτευξη αξιοπρεπούς βιοτικού επιπέδου, τη μείωση της φτώχειας των εργαζομένων, καθώς και την προώθηση της κοινωνικής συνοχής και της κοινωνικής σύγκλισης προς τα πάνω, και τη μείωση του μισθολογικού χάσματος μεταξύ των φύλων. Τα κράτη μέλη καθορίζουν τα εν λόγω κριτήρια σύμφωνα με τις εθνικές πρακτικές τους με σχετικό εθνικό δίκαιο, με αποφάσεις των αρμόδιων φορέων τους ή με τριμερείς συμφωνίες. Τα κριτήρια καθορίζονται κατά τρόπο σαφή. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν ως προς τη σχετική βαρύτητα των κριτηρίων αυτών, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 2, λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές κοινωνικοοικονομικές συνθήκες τους".(20) Περαιτέρω στις παραγράφους 3 και 5 του αυτού άρθρου: "3.-Με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που ορίζονται στο παρόν άρθρο, τα κράτη μέλη μπορούν επιπλέον να χρησιμοποιούν αυτόματο μηχανισμό τιμαριθμικής αναπροσαρμογής των νόμιμων κατώτατων μισθών, με βάση οποιαδήποτε κατάλληλα κριτήρια και σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες και πρακτικές, με την προϋπόθεση ότι η εφαρμογή του εν λόγω μηχανισμού δεν οδηγεί σε μείωση του νόμιμου κατώτατου μισθού. 4. Τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν ενδεικτικές τιμές αναφοράς για την καθοδήγηση της εκτίμησης τους ως προς την επάρκεια των νόμιμων κατώτατων μισθών. Για τον σκοπό αυτό, μπορούν να χρησιμοποιούν ενδεικτικές τιμές αναφοράς που χρησιμοποιούνται συνήθως σε διεθνές επίπεδο, όπως το 60% του ακαθάριστου διάμεσου μισθού και το 50% του ακαθάριστου μέσου μισθού, και/ή ενδεικτικές τιμές αναφοράς που χρησιμοποιούνται σε εθνικό επίπεδο.(21) 5. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η τακτική και έγκαιρη επικαιροποίηση των νόμιμων κατώτατων μισθών πραγματοποιείται τουλάχιστον ανά διετία ή, για τα κράτη μέλη που χρησιμοποιούν αυτόματο μηχανισμό τιμαριθμικής αναπροσαρμογής, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 3, τουλάχιστον ανά τετραετία". Τέλος στην παράγραφο 6 ορίζονται τα εξής: "6.Κάθε κράτος μέλος ορίζει ή συγκροτεί ένα ή περισσότερα συμβουλευτικά όργανα για να συμβουλεύουν τις αρμόδιες αρχές στα ζητήματα που σχετίζονται με τους νόμιμους κατώτατους μισθούς και καθιστά δυνατή την επιχειρησιακή λειτουργία των εν λόγω οργάνων". 2.3. Συναφώς στο επόμενο άρθρο 6 με το παράτιτλο "Διαφοροποιήσεις και κρατήσεις", ορίζονται τα εξής: "1.Όταν τα κράτη μέλη προβλέπουν διαφορετικά επίπεδα κατώτατου μισθού για συγκεκριμένες ομάδες εργαζομένων ή κρατήσεις οι οποίες μειώνουν την καταβαλλόμενη αμοιβή σε επίπεδο χαμηλότερο εκείνου του σχετικού νόμιμου κατώτατου μισθού, διασφαλίζουν ότι οι εν λόγω διαφοροποιήσεις και κρατήσεις τηρούν τις αρχές της απαγόρευσης των διακρίσεων και της αναλογικότητας, η οποία περιλαμβάνει την επιδίωξη θεμιτού στόχου. 2. Καμία διάταξη της παρούσας οδηγίας δεν ερμηνεύεται ως επιβάλλουσα στα κράτη μέλη την υποχρέωση να εισάγουν διαφοροποιήσεις στους νόμιμους κατώτατους μισθούς ή κρατήσεις από τους νόμιμους κατώτατους μισθούς". Για να μην είναι όμως αμέτοχοι και οι προσφάτως αποκαλούμενοι "το κομφώτερον" στο άρθρο 7 της ορίζονται τα εξής: "Συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στον καθορισμό και την επικαιροποίηση των νόμιμων κατώτατων μισθών'· Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε οι κοινωνικοί εταίροι να συμμετέχουν στον καθορισμό και την επικαιροποίηση των νόμιμων κατώτατων μισθών με έγκαιρο και αποτελεσματικό τρόπο που προβλέπει την προαιρετική συμμετοχή τους στις συζητήσεις καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας λήψης αποφάσεων, μεταξύ άλλων μέσω συμμετοχής τους στα συμβουλευτικά όργανα του άρθρου 5 παράγραφος 6 και ιδίως όσον αφορά: α) την επιλογή και την εφαρμογή των κριτηρίων για τον καθορισμό του επιπέδου του νόμιμου κατώτατου μισθού και τη θέσπιση τύπου αυτόματης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής και την τροποποίηση του, όταν υπάρχει τέτοιος τύπος, που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφοι 1, 2 και 3. β) την επιλογή και την εφαρμογή των ενδεικτικών τιμών αναφοράς που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 4 για την αξιολόγηση της επάρκειας των νόμιμων κατώτατων μισθών, γ) την επικαιροποίηση των νόμιμων κατώτατων μισθών που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 5. δ) τη θέσπιση των διαφοροποιήσεων στους νόμιμους κατώτατους μισθούς και των κρατήσεων από τους νόμιμους κατώτατους μισθούς που αναφέρονται στο άρθρο 6. ε) τις αποφάσεις που αφορούν τη συλλογή δεδομένων και την εκπόνηση μελετών και αναλύσεων για την παροχή πληροφοριών στις αρχές και σε άλλα ενδιαφερόμενο μέρη που συμμετέχουν στον καθορισμό των νόμιμων κατώτατων μισθών". 2.4. Περαιτέρω η Οδηγία επιδιώκει με το άρθρο 4 την προώθηση των συλλογικών διαπραγματευτών για τον καθορισμό των μισθών και στην παράγραφο 2 τούτου ορίζεται ότι: "Επιπροσθέτως, κάθε κράτος μέλος στο οποίο το ποσοστό της κάλυψης από συλλογικές διαπραγματεύσεις υπολείπεται του ανώτατου ορίου του 80% θεσπίζει πλαίσιο με τους αναγκαίους πρόσφορους όρους για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, είτε με όρους κατόπιν διαβούλευσης με τους κοινωνικούς εταίρους είτε με συμφωνία με αυτούς. Το εν λόγω κράτος μέλος εκπονεί, επίσης, σχέδιο δράσης για την προώθηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων: Το κράτος μέλος εκπονεί αυτό το σχέδιο δράσης κατόπιν διαβούλευσης με τους κοινωνικούς εταίρους ή σε συμφωνία με αυτούς ή, κατόπιν κοινού αιτήματος των κοινωνικών εταίρων, ως προϊόν συμφωνίας μεταξύ των κοινωνικών εταίρων. Το σχέδιο δράσης ορίζει σαφές χρονοδιάγραμμα και συγκεκριμένα μέτρα για τη σταδιακή αύξηση του ποσοστού κάλυψης από συλλογικές διαπραγματεύσεις, με πλήρη σεβασμό της αυτονομίας των κοινωνικών εταίρων. Το κράτος μέλος θα πρέπει να επανεξετάζει τακτικά το σχέδιο δράσης του και να το επικαιροποιεί, εάν είναι απαραίτητο. Όταν ένα κράτος μέλος επικαιροποιεί το σχέδιο δράσης του, το κάνει κατόπιν διαβούλευσης με τους κοινωνικούς εταίρους ή σε συμφωνία με αυτούς ή, κατόπιν κοινού αιτήματος των κοινωνικού εταίρων; ως προϊόν συμφωνίας μεταξύ τους. Σε κάθε περίπτωση, το εν λόγω σχέδιο δράσης επανεξετάζεται τουλάχιστον ανά πενταετία. Το σχέδιο δράσης και τυχόν επικαιροποιήσεις του δημοσιοποιούνται και κοινοποιούνται στην Επιτροπή"(22). 3. Στο άρθρο 17 με το παράτιτλο "Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογή" της Οδηγίας(23) επιβάλλεται στα κράτη μέλη η συμμόρφωση τους προς τις διατάξεις της Οδηγία μέχρι της 15.11.2024. "…Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευση τους. Ο τρόπος της παραπομπής αυτής καθορίζεται από τα κράτη μέλη. 2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εθνικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που βιέπει η παρούσα οδηγία. 3. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο και την εθνική πρακτική, τα δέοντα μέτρα για να εξασφαλίσουν την αποτελεσματική συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων με στόχο την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Προς τούτο, μπορούν να αναθέσουν στους κοινωνικούς εταίρους την ανωτέρω εφαρμογή, εν όλω ή εν μέρει, μεταξύ άλλων όσον αφορά την κατάρτιση σχεδίου δράσης σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2, εφόσον οι κοινωνικοί εταίροι το ζητήσουν από κοινού. Στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν ότι οι υποχρεώσεις που καθορίζει η παρούσα οδηγία τηρούνται ανά πάσα στιγμή. 4. Η ανακοίνωση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 περιλαμβάνει περιγραφή της συμμετοχής των κοινωνικών εταίρων στην εφαρμογή της παρούσας οδηγίας". 4. Η Ε.Ε. δεν απευθύνει απλές υποδείξεις γι' αυτό και λαμβάνει στοιχειώδη πρόνοια για την παρακολούθηση της εφαρμογής της Οδηγίας. Έτσι ορίζεται: "Άρθρο 11: Πληροφορίες σχετικά με την προστασία με τη μορφή κατωτάτου μισθού. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες σχετικά με τους νόμιμους κατώτατους μισθούς, καθώς και την προστασία με τη μορφή κατώτατου μισθού που παρέχεται από καθολικά εφαρμοστέες συλλογικές συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με τους μηχανισμούς έννομης προστασίας, είναι διαθέσιμες στο κοινό, όπου είναι αναγκαίο, στην πλέον σχετική γλώσσα, όπως καθορίζεται από το κράτος μέλος, με τρόπο ολοκληρωμένο και εύκολα προσβάσιμο, μεταξύ άλλων στα άτομα με αναπηρία. Άρθρο 12. Δικαίωμα σε επανόρθωση και προστασία από δυσμενή μεταχείριση ή συνέπειες. 1.- Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, χωρίς να θίγονται οι ειδικές μορφές επανόρθωσης και επίλυσης διαφορών που τυχόν προβλέπονται σε συλλογικές σύμβασης, οι εργαζόμενοι, συμπεριλαμβανομένων εκείνων των οποίων η σχέση εργασίας έχει λήξει, έχουν πρόσβαση σε αποτελεσματικό, έγκαιρο και αμερόληπτο μηχανισμό επίλυσης διαφορών και δικαίωμα σε επανόρθωση, σε περίπτωση προσβολής των δικαιωμάτων που σχετίζονται με τον νόμιμο κατώτατο μισθό ή με την προστασία με τη μορφή κατώτατου μισθού, όταν τα δικαιώματα αυτά προβλέπονται στο εθνικό δίκαιο ή σε συλλογικές συμβάσεις. 2. -Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την προστασία των εργαζομένων και των εκπροσώπων εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων που είναι μέλη ή εκπρόσωποι συνδικαλιστικών οργανώσεων, από κάθε δυσμενή μεταχείριση από τον εργοδότη και από οποιεσδήποτε δυσμενείς συνέπειες που έχουν ως αιτία την υποβολή καταγγελίας στον εργοδότη ή την κίνηση οποιοσδήποτε διαδικασίας με σκοπό την επιβολή της συμμόρφωσης σε περίπτωση προσβολής δικαιωμάτων που σχετίζονται με την προστασία με τη μορφή κατώτατου μισθού τα οποία προβλέπονται στο εθνικό δίκαιο ή σε συλλογικές συμβάσεις. Άρθρο 13 - Κυρώσεις. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που επιβάλλονται στις περιπτώσεις παραβίασης των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, εφόσον τα εν λόγω δικαιώματα και υποχρεώσεις προ βλέπονται από το εθνικό δίκαιο ή από συλλογικές συμβάσεις. Σε κράτη μέλη όπου δεν υφίστανται νόμιμοι κατώτατοι μισθοί, οι εν λόγω κανόνες ενδέχεται να περιλαμβάνουν ή να περιορίζονται σε μνεία σε αποζημίωση και/ή συμβατικές κυρώσεις που προβλέπονται, κατά περίπτωση, σε κανόνες για την εφαρμογή συλλογικών συμβάσεων. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές... Άρθρο 15 - Αξιολόγηση και επανεξέταση. Έως τις 15 Νοεμβρίου 2029, η Επιτροπή, έπειτα από διαβούλευση με τα κράτη μέλη και τους κοινωνικούς εταίρους σε επίπεδο Ένωσης, διεξάγει αξιολόγηση της παρούσας οδηγίας. Ακολούθως, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση εξέτασης της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας και προτείνει, στο μέτρο που ενδείκνυται, νομοθετικές τροποποιήσεις". 5. Τέλος στο άρθρο 18, "έναρξη ισχύος" ορίζεται ότι η Οδηγία αρχίζει να ισχύει την 20η ημέρα από την δημοσίευση της στην επόμενη εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ήτοι από της 8ης Νοεμβρίου 2022 και ότι η ανακοίνωση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 17 περιλαμβάνει περιγραφή της συμμετοχής των κοινωνικών εταίρων στην εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. (1) Η εργασία η οποία είναι ένας από τους συντελεστές της παραγωγής διακρίνεται σε α) διευθύνουσα εργασία, β) σε εργασία επινόησης και γ) σε εργασία εκτελούσα, διαμορφούμενη περαιτέρω αφενός σε πνευματική και σωματική και αφ' ετέρου ειδικευμένη και ανειδίκευτη, η οποία δεν προϋποθέτει ειδικές γνώσεις ή εμπειρία επί ενός έργου - Δρος Πέτρου X. Κιόχου: Ιδιωτική Οικονομία, Αθήνα, 1996, σελ. 388 - 389. Το ζωτικό ζήτημα της αμοιβής των εργαζομένων αποτελεί τον πλέον ισχυρό παράγοντα κοινωνικής και επαγγελματικής προσαρμοστικότητας των εργαζομένων στο χώρο της δουλειάς και άπτεται της διατήρησης του προσωπικού και της προσπάθειας αύξησης της παραγωγικότητας κάθε επιχείρησης- Βλ. Περικλή Ν.Λύτρα: Εργασιακές Σχέσεις, Αθήνα, 1992, σελ. 60 - 62 και 134 - 136. (2) Στην εργατική νομοθεσία ο τομέας της υγιεινής και της ασφάλειας της εργασίας πρέπει να έχει τον πρώτο λόγο- βλ. Γιάννη Κουζή: Εργασιακές Σχέσεις και Ευρωπαϊκή Ένωση, Αθήνα, 2001, σελ. 275. (3) Ιωάννου Καποδίστρια: Στοιχεία Εργατικού Δικαίου (παν/καί παραδόσεις), τεύχος II, Αθήναι, 1967/68, παραγρ. ΙΙ-119, ΙΙ-161 επομ. σελ. 77 και 98 αντίστοιχα. (4) Η οικονομική ανάπτυξη μιας χώρας προέρχεται από αυξήσεις στην ποιότητα και στην ποσότητα των δύο σπουδαιοτέρων συντελεστών, της εργασίας και του κεφαλαίου- βλ. Heilbroner Robert L. Heilbroner - Lester C, Thurow: Για την κατανόηση της μακροοικονομικής, 6η Αμερικανική έκδοση, εκδόσεις Παπαζήση, σελ. 157 επομ., ιδίως σελ. 159. Η εργασία είναι το βασικό μέσο πρόσβασης στην ευημερία Αγγέλου Στεργίου: Δίκαιο Κοινωνικής Ασφάλισης, 4η έκδοση, Αθήνα - Θεσσαλονίκη, 2022, σελ. 1060. Την άποψη αυτή ασπάζεται ρητά η Οδηγία στην 7η σκέψη του προοιμίου της. (5) Κούζης ο.π., σελ. 44, επομ. ιδίως σελ. 54. (6) Για τα είδη των Σ.Σ.Ε. βλ. και Γεώργιο Λεβέντη: Συλλογικό Εργατικό Δίκαιο, έκδοση 3η, Αθήνα - Θεσσαλονίκη, 2023, σελ. 374 επομ. (7) Την κορυφή των διαφόρων ομοσπονδιών εργαζομένων αποτελεί η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος (ΓΓΣΕΕ) κατέχουσα και το μονοπώλειο του συνδικαλισμού- βλ. Γρηγορίου Π.Κασιμάτη: Γενικαί Αρχαί, Αθήναι, 1967, σελ. 372 επομ. (8) Αλεξ. Καρακατσάνη - Στ.Γαρδίκα: Αστικό Εργατ. Δικ. Έκδοση 5η, Αθήνα - Κομοτινή, 1995 413 επομ., σελ. 257 επομ. (9) Βλ. αναλυτικά Δημήτρη Ζερδελή: Εργατ.Δικ., Ατομ. Εργασιακές Σχέσεις, έκδοση Ε', Αθήνα - Θεσσαλονίκη, 2022, παραγρ. 19, αριθμ. 25, εττομ., σελ. 899 επομ. (10) Βλ. πιο πάνω σημείωση 4. (11) Στην Αγγλία σύμφωνα με την National Minimum Wages Act 1998 ο Υπουργός Εσωτερικών μπορεί να καθορίσει το ωρομίσθιο (hourly rate) με το οποίο ένα πρόσωπο αμείβεται από τον εργοδότη του σε σχέση προς την εργασία του· βλ. Deborah Lockton: Employment Law, έκδοση 3η, 2000/2001, Λονδίνο Εδιμβούργο - Δουβλίνο, 2000, σελ. 619 επομ. Το ωρομίσθιο των ενηλίκων από 01.10.2003 ήταν 24,50 και από 01.10.2004 ευρώ 24,85, ενώ για τους 18 ετών - 21 ετών ήταν ευρώ 23,80 από 01.10.2023, και ευρώ 24,10 από 01.10.2004 βλ. Smith and Keenan's υπό Denis Keenan- English Law, 14η έκδοση, σελ. 417. (12) Τα τελευταία έτη παρατηρείται ξαφνική διέγερση της προσοχής της Ε.Ε. για τους εργαζομένους όπως π.χ. με την Οδηγία 2019/1152 /ΕΕ για διαφανείς και προβλέψιμους όρους εργασίας στην Ε.Ε., αλλά και με την διοργανική διακήρυξη όπως π.χ. Ευρωπαϊκός Πυλώνας Κοινωνικών Δικαιωμάτων- βλ. Αγγελικής Πολυχρονιάδου: Η Οδηγία 2019/ 1152/ ΕΕ κλπ. σε Ε.Ευρ.Δικ. 2022, σελ. 21 επομ. (13) Το προ 46 ετών σύνθημα "ναι στην Ευρώπη των εργαζομένων" του αείμνηστου Λεωνίδα Κύρκου δεν έχασε την αξία του· βλ. Λ.Κύρκου κλπ.: Η ένταξη μας στην Ε.Ο.Κ., έκδοση Θεμέλιο, 1978, σελ. 31 επομ. (14) Ευθύς εξ αρχής η δράση της Ε.Ο.Κ., περιελάμβανε την προσέγγιση των εθνικών νομοθεσιών κατά το αναγκαίο για τη λειτουργία της Κοινής Αγοράς μέτρο προς τον σκοπό βελτίωσης των δυνατοτήτων απασχολήσεως των εργαζομένων και συμβολής στην ανύψωση των βιοτικών τους επιπέδου (βλ. αναλυτικά Ιωάννη Καποδίστρια. Το Εργατικό Δίκαιο της Κοινής Αγοράς σε Διαλέξεις Δ.Σ.Α, περίπου 1962 - 1963, Σειρά Δευτέρα, Αθήναι, 1964, σελ. 9 επομ. Η προϊούσα διείσδυση του ευρωπαϊκού κοινοτικού δικαίου στις έννομες τάξεις των κρατών μελών ακόμη και σε τομείς, οι οποίοι παραδοσιακά ανήκαν στον χώρο της κυριαρχικής ρύθμισης των κρατών μελών θέτει εκ νέου επί τάπητος το θέμα μιας πιθανόν σιωπηρής οιονεί αναθεώρησης του Συντάγματος η οποία καθίσταται δυνατή μέσω του άρθρου 28 Συντάγματος· βλ. σχετικά Τζούλιας Ηλιοπούλου - Στράγγα: Ελλην. Συνταγματικό Δίκαιο και Ευρωπαϊκή Ενοποίηση, Αθήνα - Κομοτηνή, 1996, σελ. 36 επομ. (15) Οι Οδηγίες ανήκουν στο παράγωγο ή δευτερογενές κοινοτικό δίκαιο· για τις διαδικασίες θέσπισης του παράγωγου δικαίου, βλ. Ευγενίας Ρ. Σαχπεκίδου: Ευρωπαϊκό Δίκαιο, έκδοση Γ, Ανατύπωση, Σεπτέμβριος 2022, σελ. 479 επομ. Δεσμευτικό στις Οδηγίες είναι μόνον το επιδιωκόμενο από το κείμενο του αποτέλεσμα. Τα κράτη μέλη οφείλουν να υλοποιήσουν το συγκεκριμένο αποτέλεσμα μετατρέποντας το σε εσωτερικό δίκαιο τους άλλως η "συμμόρφωση" των κρατών μελών προς την Οδηγία μέσα σε ορισμένη προθεσμία έχει δεσμευτικότητα η οποία είναι απόλυτη. Με τις οδηγίες διώκεται οι παρεμβάσεις στις εθνικές έννομες τάξεις να μην είναι περισσότερο μεγαλύτερη από ότι είναι αναγκαίο· βλ. Σταμάτης Γιακουμέλος: Ευρωπαϊκό Δίκαιο, Αθήνα, 2004, σελ. 144. (16) Η επιλογή έκδοσης Οδηγίας δεν είναι τυχαία, γιατί με την Οδηγία επιδιώκεται να συνδυασθεί ο απαραίτητος ενιαίος χαρακτήρας του Κοινοτικού Δικαίου αφ' ενός και αφετέρου η διατήρηση της ποικιλομορφίας των εθνικών ιδιαιτεροτήτων. Ο βασικός στόχος των Οδηγιών δεν είναι η θέσπιση ενιαίων κανόνων δικαίου (όπως οι κανονισμοί), αλλά η προσέγγιση των εθνικών νομοθεσιών. Με τη προσέγγιση αυτή επιδιώκεται να περιορισθούν οι αντιθέσεις και οι διαφορές των εθνικών διατάξεων να ισχύσουν στα κράτη μέλη όσο το δυνατόν οι ίδιες συνθήκες και να διευκολυνθεί η ενιαία λειτουργία της εσωτερικής αγοράς· Γιακουμέλος ο.π. σελ. 146. (17) Για τη δυνατότητα άμεσου αποτελέσματος των Οδηγιών- βλ. Ρ.Ε. Παπαδοπούλου σε Β. Χριστιανού - Μ. Κουκουνά - Ρ.Ε. Παπαδοπούλου - Μ. Περάκη: Το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσα από τη νομολογία, Αθήνα - Θεσσαλονίκη, 2011, σελ. 54, επομ. (18) Με το άρθρο 4 με τον παράτιτλο "Προώθηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τον καθορισμό των μισθών" εντόνως υποδεικνύεται η ανάγκη κάλυψης ποσοστού 80% των εργαζομένων από Σ.Σ.Ε. (19) Για την επάρκεια μισθού του προς το 60% του εθνικού μέσου μισθού χωρίς εισφορές κοινωνικής ασφάλισης και τους φόρους βλ. Νικολάου Α. Παπαδόπουλου: Ο κατώτατος μισθός στο διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο, Ε.Εργ. Δικ. 2024, σελ. 39 επομ. ιδ.. σελ. 51 επομ. (20) Στα εθνικά κριτήρια της παραγρ. 1 θα πρέπει να περιληφθούν τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία: α) την αγοραστική δύναμη των νόμιμων κατωτάτων μισθών, λαμβανομένου υπόψη του κόστους διαβίωσης, β) το γενικό επίπεδο των μισθών και την κατανομή τους, γ) το ρυθμό αύξησης των μισθών, δ) τα εθνικά επίπεδα και τις εξελίξεις, μακροπρόθεσμα, στην παραγωγικότητα. Τα εν λόγω κριτήρια είναι δεσμευτικά και πρέπει να οριστούν ρητά στην Ελληνική νομοθεσία ώστε να τα συμπεριλάβει, ενώ πρέπει να εξεταστεί και η βαρύτητα του σε σχέση με τα εθνικής προέλευσης υποκριτήρια που έχουν ήδη περιληφθεί στο κείμενο του νόμου σε συνεργασία με την κοινωνικούς εταίρους- βλ. Μαρίνα Γιαννακούρου: Η Οδηγία 2022 /2041 για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην Ε.Ε. και η επίδραση της στο Ελληνικό Δίκαιο, Ε.Ε.Δ. 2024 σελ. 1, επομ. και σελ. 23). (21) Για την επάρκεια μισθού του προς το 60% του εθνικού μέσου μισθού χωρίς εισφορές κοινοτικής ασφάλισης και τους φόρους βλ. Νικολάου Α. Παπαδόπουλο: Ο κατώτατος μισθός στο διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο, Ε.Εργ. Δικ. 2014, σελ. 39 επομ. ιδ.. σελ. 51 επομ. (22) Ως προς την εκ νέου ισχυροποίηση του συστήματος μεσολάβησης - διαιτησίας επί συλλογικών διαφορών και την προστασία του δικαιώματος της απεργίας- βλ. Σωτήρη Γούλα: Μια συλλογή για τη μεταφορά της Οδηγίας 2022/2041 στο Ελληνικό Δίκαιο: Το σχέδιο δράσης για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, Ε.Εργ.Δ. 2024, σελ. 67 επομ. (23) Κατά την έκδοση της Οδηγίας προβλέπεται και περίοδος συμμορφώσεως αντιμετώπισης τους στο εσωτερικό των κρατών μελών η οποία διαμορφώνεται ανάλογα με το μέγεθος των αλλαγών που απαντώνται στο εσωτερικά των εθνικών εννόμων τάξεων. Κανονικά οι έννομες συνέπειες της οδηγίας αρχίζουν μετά τη λήξη της προθεσμίας ενσωμάτωσης- βλ. σχετικά Αστέρη Δ. Πλιάκο: Το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Θεσμικό και Ουσιαστικό Δίκαιο, σελ. 157. Βλ. και πιο πάνω από 2.1.