Συμβάσεις εργασίας στο ημεδαπό και αλλοδαπό δίκαιο Του Παναγιώτη Μάμμου Επίτιμου Δ/ντή Υπ. Εργασίας και τ. Διαιτητή ΟΜΕΔ 1. Επιχειρήσεις που προκρίνουν τις επενδύσεις στην αλλοδαπή. 2. Συμβάσεις ορισμένου ή αορίστου χρόνου ή παροχής ανεξαρτήτων Υπηρεσιών και Έργου. 3. Περιστασιακή απασχόληση εργαζομένων σε παραρτήματα και υποκαταστήματα Επιχειρήσεων στο εξωτερικό. Τυπικές και ουσιαστικές προϋποθέσεις. 4. Απασχόληση σύμφωνα με τις διατάξεις των Π.Δ. 219/2000, 106/2007, και του ν. 3386/2005. 1. Επενδύσεις στο εξωτερικό Από οικονομικής και εργασιακής άποψης τα συστήματα ανάπτυξης και επενδύσεων έπαψαν από αρκετά χρόνια να είναι κλειστά. Οι τάσεις που επικρατούν είναι διεθνιστικές τόσο στον οικονομικό όσο και στον εργασιακό τομέα. Βασικοί τομείς δραστηριότητος (εμπορικός, τουριστικός, βιομηχανικός, βιοτεχνικός, αγροτικός, εκπαιδευτικός, υγείας) έχουν κάνει σημαντικά ανοίγματα σε τρίτες χώρες και σε χώρες της Ε.Ε. με ίδρυση μονάδων, εξαγορά μονάδων ή συμμετοχές από τις οποίες αναμένονται σημαντικά οικονομικά οφέλη. Στην προσπάθεια οικονομικής εξάπλωσης αρωγοί είναι τα στελέχη των επιχειρήσεων και το υπαλληλικό δυναμικό οι οποίοι αναλαμβάνουν να μεταφέρουν την τεχνογνωσία (now how) και τις μεθόδους οργάνωσης και διοίκησης που έχουν επιλεγεί από την κεντρική διοίκηση της μητρικής εταιρείας ή επηρεάζουν την οικονομική, εμπορική, βιομηχανική και εργασιακή πολιτική του φορέα συμμετοχής στην αλλοδαπή με προοπτική να καταλάβουν μέρος της ξένης αγοράς ή να αναβαθμίσουν τα ντόπια πράγματα ποιοτικά και ποσοτικά. 2. Συμβάσεις εργασίας Αναγκαίο είναι να καταρτίζονται συμβάσεις και στο αλλοδαπό δίκαιο, αφού η παρουσία των εργαζομένων είναι συνεχής και αδιάληπτη στην αλλοδαπή παρότι υπάρχουν ρυθμίσεις στο αλλοδαπό δίκαιο οι οποίες διαφέρουν από το δίκαιο της ημεδαπής τόσο όσον αφορά τα χρονικά όρια εργασίας, όσο και σε ό,τι αφορά τους γενικότερους όρους αμοιβής και εργασίας. Είναι γεγονός ότι χώρες ειδικά του τρίτου κόσμου υπολείπονται σε προστατευτικές ρυθμίσεις για την αμοιβή και ασφάλιση των εργαζομένων (χώρες της Αφρικής ή της Ασίας) και ως εκ τούτου οι συμβάσεις που καταρτίζονται μεταξύ Ελλήνων εργαζομένων και εταιρειών που λειτουργούν σε χώρες όπου είτε δεν υπάρχουν διατάξεις Δημόσιας τάξης και αναγκαστικού δικαίου, είτε η αμοιβή σε πολλές περιπτώσεις δήθεν καλύπτει τις ανάγκες ασφάλισης, νοσηλείας ή συνταξιοδότησης και συνεπώς μέρος της απευθύνεται στην ιδιωτική ασφάλιση η οποία εντέλει με κόστος ιδιαίτερο του εργαζομένου καλύπτει τη θεσμοθετημένη ασφάλιση που υφίσταται στη χώρα μας ή και τα παρεπόμενα δικαιώματα για υγιεινή και ασφάλεια στην εργασία. Οι ατομικές ρυθμίσεις οι οποίες καθορίζουν και την κάλυψη αναγκών από τους ίδιους εργαζόμενους με την αυξημένη αμοιβή ή αναλαμβάνεται η υποχρέωση πέραν του ισχύοντος δικαίου να καλύπτονται ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά εκ μέρους του φορέα επιχειρηματικότητος ο οποίος δραστηριοποιείται στην αλλοδαπή, αποτελούν επιλογή των εργαζομένων, και η αποτίμηση της εργασίας μπορεί ν' ανταποκρίνεται στην αμοιβή αλλά όχι στο status που υφίσταται στην Ευρώπη ή Αμερική ή Αυστραλία και ιδιαίτερα εις βάρος των κοινωνικών θεσμών που επικρατούν στην Ε.Ε. Το αστικό δίκαιο κατ' άρθρο 25 του Α.Κ. καταλείπει στα συμφωνηθέντα μέρη (εργοδότη - εργαζόμενο) τη διακριτική ευχέρεια εφαρμογής του δικαίου επιλογής τους (ημεδαπό ή αλλοδαπό) στις μεταξύ τους υποχρεώσεις και στα δικαιώματα. Θα υποστηρίζαμε ότι δεν αποκλείεται να υπάρξουν ενδεχομένως στοιχεία αμοιβής και εργασίας από τα δύο δίκαια αν το σύνολο των όρων υπερκαλύπτει την έννομη τάξη των δύο χωρών εξόδου και υποδοχής και εργαζομένων. Η ελευθερία των συμβάσεων που προκύπτει ευθέως από το άρθρο 361 του Α.Κ. και η τυπική κάλυψη που μπορεί να τηρηθεί με βάση τόσο τις λοιπές διατάξεις του Α.Κ. όσο και με τις διατάξεις του Π.Δ. 156/94 οι οποίες εκπορεύονται από το Ευρωπαϊκό δίκαιο, αποτελεί και τις συντεταγμένες υποχρέωσεις και τον κατευθυντήριο παράγοντα για τις καταρτιζόμενες συμβάσεις του ιδιωτικού και διεθνούς δικαίου. 3. Περιστασιακή απασχόληση εργαζομένων στο εξωτερικό Η γνωστοποίηση των όρων της ατομικής συμβάσεως κατά το Π.Δ. 156/94 (άρθρο 4) τηρείται απαρέκλητα σε περιπτώσεις που περιστασιακά μεταβαίνει ο εργαζόμενος για εργασία στο εξωτερικό είτε σε υποκατάστημα της εταιρείας είτε σε νεοσυσταθείσα εταιρεία ή ακόμα και σε συνεργαζόμενη εταιρεία (σχετική είναι η υπ' αρ. 3134/22.9.94 Εγκύκλιος του Υπ. Εργασίας). Είναι σαφής η πρόθεση του νομοθέτη να λαμβάνονται μέτρα ειδικής προστασίας και πρόνοιας και να γίνεται ενημέρωση των εργαζομένων για τα προβλήματα που θα αντιμετωπίζουν όσοι πρόκειται ν' απασχοληθούν στο εξωτερικό. Η επίκληση του ν. 1429/84 για την ανάγκη παρέμβασης της πολιτείας είναι θέσφατο λόγω συνήθως των σκληρών συνθηκών εργασίας που συνδέονται με τις ιδιαίτερες καταστάσεις που δημιουργεί η μετακίνησή τους σε άλλες χώρες και με στόχο να γνωρίζουν τα βασικά στοιχεία εργασίας και αμοιβής. Συμπληρωματική και τροποποιητική σύμβαση εργασίας ή με γνωστοποίηση των όρων εργασίας σε σχέση με τη σύμβαση εργασίας που καταρτίσθηκε στην Ελλάδα πρέπει να υπογραφεί ή να παραδοθεί πριν την αναχώρηση του εργαζόμενου και να περιέχονται πρόσθετα στοιχεία όπως η διάρκεια εργασίας στο εξωτερικό, το νόμισμα στο οποίο θα καταβάλλονται οι αποδοχές του, τα τυχόν πλεονεκτήματα σε χρήμα ή είδος, που συνδέονται με τον εκπατρισμό και οι τυχόν όροι επαναπατρισμού. Με την νεώτερη διάταξη του άρθρου 26 του ν. 3996/11 προβλέπονται αυστηρές ποινές για τους υπόχρεους που παραβιάζουν τις διατάξεις του Π.Δ. 156/94. 4. Απασχόληση σύμφωνα με τις διατάξεις του Π.Δ. 219/2000, 106/2007 και του ν. 3386/2005 (εργαζομένων εξωτερικού στη χώρα μας) α. Εφαρμογή Π.Δ. 219/2000 (ΦΕΚ 190/Α/2000) Σκοπός του Π.Δ. 219/2000 (ΦΕΚ 190/Α/2000) είναι η προστασία των εργαζομένων που αποσπώνται στην Ελλάδα από επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες σε κράτη μέλη της Ε.Ε. ή κράτους που έχει υπογράψει συμφωνία για τον οικονομικό Ευρωπαϊκό χώρο (ν. 2155/93 - ΦΕΚ 104/Α/93) και δεν είναι μέλος της Ε.Ε., οι οποίες στο πλαίσιο διεθνιστικής παροχής υπηρεσιών προβαίνουν σε απόσπαση εργαζομένων στην Ελλάδα αλλά σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 4 του ανωτέρω Π.Δ. δεν θίγονται στην εφαρμογή όροι εργασίας ευνοϊκότεροι από την εσωτερική έννομη τάξη. Η απόσπαση των εργαζομένων στη χώρα μας (παρ. 4) υπολογίζεται με βάση περίοδο αναφοράς 1 (ενός) έτους ή περισσότερο με ανανέωση, ενώ για τους απόλυτα ειδικευμένους εργαζόμενους, εκτέλεσης εργασιών συναρμολόγησης της πρώτης εγκατάστασης ενός αγαθού στη χώρα μας, αν η παραμονή τους δεν υπερβαίνει τις 8 ημέρες, οι διατάξεις για ελάχιστο μισθό και άδεια δεν εφαρμόζονται (παρ. 3). β. Εφαρμογή Π.Δ. 106/2007 (ΦΕΚ 135/Α/2007) Το Ευρωπαϊκό δίκαιο υπερισχύει ακόμα και του Εθνικού δικαίου σε ζητήματα οικονομικής, εθνικής και κοινωνικής πολιτικής, όπως και σε θέματα περιοδικής ή μονίμου εγκατάστασης επιχειρήσεων και εργαζομένων σε κάθε χώρα που ανήκει στην Ε.Ε. Η ελεύθερη διακίνηση, δραστηριότητα και εγκατάσταση εργαζομένων δεν υπόκειται σε ιδιαίτερες δεσμεύσεις σύμφωνα με το ανωτέρω διάταγμα το οποίο εξεδόθη με βάση την 2004/38/Ε.Κ. οδηγία, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στα κράτη-μέλη (τροποποίηση με τη διορθωτική παρέμβαση της directive (Ε.Ε. - L299/29.6.2004). Ο περιορισμός εγκατάστασης αφορά μόνο λόγους δημόσιας τάξης, δημόσιας υγείας και δημόσιας ασφάλειας, τα οποία εκτιμώνται κατά την είσοδο των εργαζομένων στη χώρα μας και μέσα σε διάστημα 8 ημερών. γ. Εφαρμογή του ν. 3386/2005 (ΦΕΚ 212/Α/23-8/2005) Το νομοθέτημα προβλέπει την είσοδο, διαμονή και κοινωνική ένταξη υπηκόων τρίτων χωρών στην Ελληνική επικράτεια. Η Ε.Ε. καθιέρωσε άδεια διαμονής ενιαίου τύπου για τους υπηκόους τρίτων χωρών (Ε.Ε. L157/15.6.2002) για χρονικά διαστήματα που ζήτησε ο εργαζόμενος υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει το άρθρο 9 του ανωτέρω νόμου. Το άρθρο 14 του νόμου προβλέπει τη διαδικασία μετάκλησης υπηκόου τρίτης χώρας για εργασία σε συγκεκριμένο εργοδότη και για ορισμένο είδος απασχόλησης. Οι διατάξεις του ημεδαπού δικαίου αν παρέχουν μεγαλύτερη προστασία θεωρούνται δεδομένες ως προς την εφαρμογή τους. Η εποχιακή απασχόληση ορίζεται με το άρθρο 16 του νόμου και αφορά ρητά το είδος απασχόλησης και για διάστημα όχι μεγαλύτερο των 6 (εξ) μηνών. 5. Νομική προστασία και δικανική διαδικασία Προκειμένου για έννομες σχέσεις από παροχή εξαρτημένης εργασίας, η εφαρμογή του αλλοδαπού δικαίου σε Έλληνες, ή ξένους εργαζόμενους στη χώρα μας είναι περιορισμένη, γιατί ανεξάρτητα από την ιθαγένεια ή υπηκοότητα και τον τόπο κατάρτισης των συμβάσεων εργασίας, εφαρμόζεται το ημεδαπό δίκαιο και αν ακόμα με τη σύμβαση εργασίας οι συμβαλλόμενοι έχουν υπαχθεί στο αλλοδαπό δίκαιο, εκτός βεβαίως αν το αλλοδαπό δίκαιο είναι ευνοϊκότερο για τον εργαζόμενο. Η επισήμανση συμπερισματικά αφορά τις διατάξεις της Εργατικής νομοθεσίας κατά το μέρος της ελάχιστης προστασίας των δικαιωμάτων δημόσιας τάξης έστω και αν η συμφωνία εμπεριέχει όρους αντιθέτους και δυσμενέστερους από το δίκαιο της χώρας μας (σχετικές είναι οι διατάξεις του άρθρου 33 του Α.Κ.). Αν όντως είναι ευνοϊκότερο το αλλοδαπό δίκαιο στο οποίο καταρτίσθηκε η σύμβαση (π.χ. εργαζομένων σε πολυεθνικές εταιρείες, ναυτικών Α.Ν. 89/67 κ.α.) ο δικαστής ο οποίος θα κληθεί να εφαρμόσει το δίκαιο ξένης πολιτείας πρέπει να είναι επαρκώς πληροφορημένος γι' αυτό. Ειδικότερα με τον ισχύοντα Κ.Π.Δ. (άρθρο 337) υποχρεώνεται ο δικαστής να λάβει αυτεπάγγελτα υπόψη και να εφαρμόσει το ισχύον στην αλλοδαπή δίκαιο καθώς και τα έθιμα και συναλλακτικά ήθη σε αντίθεση με την προϊσχύουσα πολιτική δικονομία σύμφωνα με την οποία δεν λαμβανόταν αυτεπάγγελτα υπόψη αλλά αποτελούσε αντικείμενο αποδείξεως. Ειδικότερα είναι αυτονόητο ότι ο Έλληνας δικαστής λαμβάνει υπόψει για την κρίση του τους πρωτότυπους και παράγωγους κανόνες του Ευρωπαϊκού δικαίου όσο και τις κρίσεις του δικαστηρίου Ε.Ε. 6. Επίλογος Μικρά ή μεγάλα προβλήματα μπορεί να υπάρξουν για τους Έλληνες εργαζομένους στις χώρες της Βαλκανικής. Επειδή υπάρχουν διαφορέες στο συγκριτικό δίκαιο, οι συμφωνίες που καταρτίζονται χρήσιμο είναι να είναι προσαρμοσμένες στους όρους εργασίας και στις ιδιαίτερες ρυθμίσεις του αλλοδαπού δικαίου, τόσο από απόψεως εργατικής όσο και ασφαλιστικής νομοθεσίας αν επιθυμούν τα δύο (2) μέρη την εφαρμογή του δικαίου της χώρας υποδοχής, άλλως μπορούν να συνδυαστούν τα δύο δίκαια ή το δίκαιο της χώρας μας, αν το δίκαιο της χώρας υποδοχής δεν παρεκλείνει από τα χρονικά όρια εργασίας τους όρους αμοιβής και τις θεσμικές κατακτήσεις των εργαζομένων που μεταβαίνουν για εργασία στο εξωτερικό, δεδομένου ότι πάντα στις διμερείς και ατομικές συμφωνίες επιδιώκεται μεγαλύτερη προστασία και μάλιστα στους εργαζόμενους που απομακρύνονται από τις μόνιμες κατοικίες τους.