Πρόσθετη εργασία μη συναφής και άσχετη Όπως δέχεται η νομολογία των δικαστηρίων (Εφετ. Πειρ. 1904/88 - Α.Π. 1406/88 - Α.Π. 144/88 - Α.Π. 862/84 - Α.Π. 911/87 - Α.Π. 495/87 - Α.Π. 1014/81 - Α.Π. 1223/13 - Α.Π. 1580/12 κ.λπ.) η εντός του ωραρίου παροχή πρόσθετης εργασίας διαρκούς φύσεως που δεν είναι συναφής προς την συμπεφωνημένη εργασία συνεπάγεται την καταβολή προσθέτου αμοιβής ίσης με τον ειθισμένο μισθό. Ο Άρειος Πάγος με την αριθ. 930/80 απόφασή του έκρινε ότι όταν ο εργαζόμενος παρέχει στον εργοδότη δύο είδη εργασίας που είναι σχεδόν άσχετα μεταξύ τους, πρόκειται για ένωση δύο συμβάσεων εργασίας, εκάστη των οποίων λειτουργεί αυτοτελώς (χωριστά) και διέπεται από τους κανόνες δικαίου που αφορούν στο είδος της, γι' αυτό ο μισθωτός δικαιούται χωριστά μισθό για εκάστη των δύο εργασιών του. Η πρόσθετη αμοιβή αποτελεί τακτικές αποδοχές και συνυπολογίζεται στην αποζημίωση καταγγελίας. Εάν ο εργοδότης λόγω έκτακτων αναγκών της επιχειρήσεώς του ζητήσει από τον μισθωτό να παρέχει πρόσθετο είδος εργασίας προσκαίρως (εκτάκτως) ο μισθωτός υποχρεούται να υπακούσει, εκτός αν κωλύεται να παρέχει την πρόσθετη εργασία, πράγμα που συμβαίνει και όταν η παροχή της συνεπάγεται ηθική μείωσή του. Εάν ο μισθωτός αρνηθεί αδικαιολογήτως να υπακούσει, για τον λόγο δε αυτόν απολυθεί, η απόλυσή του δεν είναι καταχρηστική (Α.Π. 467/70). Για την έκτακτη εργασία αυτή ο μισθωτός δικαιούται πρόσθετη αμοιβή.