Ν. 5172/28.1.2025 Αντιμετώπιση νέων μορφών βίας κατά των γυναικών - Ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2024/1385 - Πρόσθετες ρυθμίσεις στον νόμο περί ενδοοικογενειακής βίας - Αναδιοργάνωση των ιατροδικαστικών υπηρεσιών - Ενίσχυση της λειτουργίας της Eurojust - Μέτρα για την προστασία των ανηλίκων και την καταπολέμηση της εγκληματικότητας - Δικονομικές διατάξεις αρμοδιότητας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και άλλες ρυθμίσεις. ΦΕΚ 10/Α/29.1.2025 ΜΕΡΟΣ Α' Αντιμετώπιση νέων μορφών βίας κατά γυναικών - Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2024/1385 - Πρόσθετες ρυθμίσεις για την ενδοοικογενειακή βία ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' Σκοπός - Αντικείμενο Άρθρο 1 Σκοπός Σκοπός του παρόντος Μέρους είναι η θέσπιση διατάξεων που συμβάλλουν στην αποτελεσματική πρόληψη και καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας, αδικημάτων που αφορούν τη γενετήσια εκμετάλλευση γυναικών, παιδιών και ευάλωτων ατόμων, καθώς και της τέλεσης των ανωτέρω εγκλημάτων στον χώρο της πληροφορικής. Άρθρο 2 Αντικείμενο Αντικείμενο του παρόντος Μέρους είναι: α) η τροποποίηση της νομοθεσίας για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας μέσω της ενσωμάτωσης στην ελληνική έννομη τάξη της Οδηγίας (ΕΕ) 2024/1385 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Μαΐου 2024, για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας, β) η πρόληψη αδικημάτων προσβολής γενετήσιας ελευθερίας και γενετήσιας αξιοπρέπειας και η ικανοποίηση θυμάτων γυναικών, παιδιών και ευάλωτων ατόμων, και γ) η ικανοποίηση θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β' Πεδίο εφαρμογής - Ορισμοί Οδηγίας (ΕΕ) 2024/1385 Άρθρο 3 Πεδίο εφαρμογής (άρθρο 1 της Οδηγίας (ΕΕ) 2024/1385) 1. Το πεδίο εφαρμογής του παρόντος Μέρους καταλαμβάνει ποινικά αδικήματα στους τομείς της γενετήσιας ελευθερίας, της οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, της βίας κατά γυναικών και παιδιών και της γενετήσιας ελευθερίας στον χώρο της πληροφορικής, όπως προβλέπονται στο παρόν Μέρος, στον ν. 3500/2006 (Α' 232) περί της αντιμετώπισης της ενδοοικογενειακής βίας και τις σχετικές διατάξεις του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α' 95) που αφορούν τη γενετήσια εκμετάλλευση γυναικών, παιδιών και ευάλωτων ατόμων, καθώς και την τέλεση των ανωτέρω εγκλημάτων στον χώρο της πληροφορικής και ειδικότερα τα αδικήματα της παρ. 2 A του άρθρου 184, περί διέγερσης σε διάπραξη εγκλημάτων, βιαιοπραγίες ή διχόνοια, του άρθρου 315, περί ακρωτηριασμού γεννητικών οργάνων, της παρ. 3 του άρθρου 330, περί παράνομης βίας - καταναγκασμού σε γάμο, του δευτέρου εδαφίου της παρ. 1 και της παρ. 2 του άρθρου 333 περί παρενοχλητικής κυβερνοπαρακολούθησης, της παρ. 5 του άρθρου 337 περί κυβερνοπαρενόχλησης και του άρθρου 346 του Ποινικού Κώδικα, περί εκδικητικής πορνογραφίας, καθώς και της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 927/1979 (Α' 139) όταν αφορά εκ προθέσεως υποκίνηση βίας ή μίσους κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων που προσδιορίζεται με βάση το φύλο. 2. Οι διατάξεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρ. 1 τίθενται για την προστασία όλων των θυμάτων αδικημάτων βίας κατά των γυναικών και εξ οικείων βίας, ανεξαρτήτως φύλου. Άρθρο 4 Ορισμοί (άρθρο 2 της Οδηγίας 2024/1385) Για τις ανάγκες του παρόντος χρησιμοποιούνται οι ακόλουθοι ορισμοί: 1. "Βία κατά των γυναικών": όλες οι πράξεις έμφυλης βίας, οι οποίες στρέφονται κατά γυναίκας ανεξαρτήτως ηλικίας, επειδή είναι γυναίκα, ή που πλήττουν δυσανάλογα γυναίκες, που έχουν ως αποτέλεσμα ή ενδέχεται να προκαλέσουν σωματική, σεξουαλική, ψυχολογική ή οικονομική βλάβη ή ταλαιπωρία, συμπεριλαμβανομένων των απειλών διάπραξης τέτοιων πράξεων, του καταναγκασμού ή της αυθαίρετης στέρησης της ελευθερίας, είτε στη δημόσια είτε στην ιδιωτική ζωή. 2. "Εξ οικείων βία": όλες οι πράξεις σωματικής, σεξουαλικής, ψυχολογικής ή οικονομικής βίας, οι οποίες λαμβάνουν χώρα εντός της οικογένειας ή της οικιακής μονάδας ή του φορέα παροχής κοινωνικής μέριμνας, ανεξάρτητα από βιολογικούς ή νομικούς οικογενειακούς δεσμούς, ή μεταξύ πρώην ή νυν συζύγων ή συντρόφων, ανεξάρτητα από το αν ο δράστης μοιράζεται ή έχει μοιραστεί την ίδια κατοικία με το θύμα. 3. "Σύντροφος": το πρόσωπο που τελεί σε σταθερή σχέση προσωπικής δέσμευσης, ανεξαρτήτως συγκατοίκησης ή μη, ο πρώην σύζυγος, τα μέρη συμφώνου συμβίωσης που έχει λυθεί, καθώς και ο πρώην σύντροφος ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ' Αδικήματα που αφορούν στη γενετήσια εκμετάλλευση γυναικών και παιδιών και την εγκληματικότητα στο χώρο της πληροφορικής ................... Άρθρο 7 Παρενοχλητική κυβερνοπαρακολούθηση - Τροποποίηση άρθρου 333 Ποινικού Κώδικα (άρθρο 6 της Οδηγίας 2024/1385) Στο άρθρο 333 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α' 95), περί απειλής, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 αντικαθίσταται, β) προστίθεται νέα παρ. 1Α, γ) στην παρ. 2, γα) οι λέξεις "αν η πράξη της παρ. 1 τελείται" αντικαθίστανται από τις λέξεις "αν οι πράξεις των παρ. 1 και 1Α τελούνται", γβ) οι λέξεις "ή χρηματική ποινή" διαγράφονται, δ) στην παρ. 3, δα) οι λέξεις "της πράξης της παραγράφου 1" αντικαθίστανται από τις λέξεις "των πράξεων των παρ. 1 και 1Α" και μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις το άρθρο 333 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 333 Απειλή 1. Όποιος προκαλεί σε άλλον τρόμο ή ανησυχία, απειλώντας αυτόν με βία ή άλλη παράνομη πράξη ή παράλειψη, τιμωρείται με φυλάκιση έως ένα (1) έτος ή χρηματική ποινή. Όποιος προκαλεί σε άλλον τρόμο ή ανησυχία με συνεχή συμπεριφορά του πρώτου εδαφίου ή με την επίμονη καταδίωξη ή παρακολούθηση των κινήσεων και των δραστηριοτήτων του, όπως ιδίως με επανειλημμένες επισκέψεις στο οικογενειακό, κοινωνικό ή εργασιακό περιβάλλον αυτού, παρά την εκφρασμένη αντίθετη βούλησή του τιμωρείται με ποινή φυλάκισης έως δύο (2) έτη. 1Α. Όποιος θέτει άλλον υπό παρακολούθηση, συνεχή ή κατ'επανάληψη, με τη χρήση της τεχνολογίας των πληροφοριών και επικοινωνιών, με σκοπό την ιχνηλάτηση ή την επιτήρηση των κινήσεων και των δραστηριοτήτων του, προκαλώντας σε αυτόν τρόμο ή ανησυχία, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης έως δύο (2) έτη. 2. Με την επιφύλαξη διατάξεων ειδικών ποινικών νόμων, αν οι πράξεις των παρ. 1 και 1Α τελούνται σε βάρος ανηλίκου ή προσώπου που δεν μπορεί να υπερασπίσει τον εαυτό του επιβάλλεται φυλάκιση έως τρία (3) έτη. 3. Για την ποινική δίωξη των πράξεων των παρ. 1 και 1Α απαιτείται έγκληση." Άρθρο 8 Κυβερνοπαρενόχληση - Προσθήκη παρ. 5 στο άρθρο 337 Ποινικού Κώδικα (περ. γ' άρθρου 7 της Οδηγίας 2024/1385) Στο άρθρο 337 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α' 95), περί προσβολής της γενετήσιας αξιοπρέπειας, προστίθεται παρ. 5 και το άρθρο 337 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 337 Προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας 1. Όποιος με χειρονομίες γενετήσιου χαρακτήρα, με προτάσεις που αφορούν γενετήσιες πράξεις, με γενετήσιες πράξεις που τελούνται ενώπιον άλλου ή με επίδειξη των γεννητικών του οργάνων, προσβάλλει βάναυσα την τιμή άλλου, τιμωρείται με φυλάκιση έως ένα (1) έτος ή χρηματική ποινή. Για την ποινική δίωξη απαιτείται έγκληση, εκτός αν ο παθών είναι ανήλικος. 2. Με φυλάκιση έως δύο (2) έτη ή χρηματική ποινή τιμωρείται η πράξη της προηγουμένης παραγράφου, αν ο παθών είναι νεότερος των δώδεκα (12) ετών. 3. Ενήλικος, ο οποίος μέσω διαδικτύου ή άλλων μέσων ή τεχνολογιών πληροφορικής αποκτά επαφή με πρόσωπο που δεν συμπλήρωσε τα δεκαπέντε (15) έτη και με χειρονομίες ή προτάσεις, προσβάλλει την τιμή του ανηλίκου στο πεδίο της γενετήσιας ζωής του, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών. Αν επακολούθησε συνάντηση ο ενήλικος τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) ετών. 4. Όποιος προβαίνει σε χειρονομίες γενετήσιου χαρακτήρα ή διατυπώνει προτάσεις για τέλεση γενετήσιων πράξεων σε πρόσωπο που εξαρτάται εργασιακά από αυτόν ή εκμεταλλευόμενος τη θέση προσώπου που έχει ενταχθεί σε διαδικασία αναζήτησης θέσης εργασίας, τιμωρείται με φυλάκιση έως τρία (3) έτη. 5. Όποιος κοινοποιεί ή αποστέλλει σε άλλον, χωρίς τη συναίνεσή του, με οποιονδήποτε τρόπο ή με τη χρήση της τεχνολογίας των πληροφοριών και επικοινωνιών, πραγματική ή σχεδιασμένη εικόνα ή οπτικό ή οπτικοακουστικό υλικό αποτυπωμένο σε ηλεκτρονικό ή άλλο υλικό φορέα, που απεικονίζει γεννητικά όργανα, κατά τρόπο που δύναται να προκαλέσει φόβο, ανησυχία ή σοβαρή ψυχολογική βλάβη στο πρόσωπο που λαμβάνει το υλικό αυτό, τιμωρείται με φυλάκιση έως τρία (3) έτη. Αν το αδίκημα του προηγούμενου εδαφίου διαπράχθηκε κατά ανηλίκου ή προσώπου που φέρει την ιδιότητα δημόσιου εκπροσώπου, δημοσιογράφου ή υπερασπιστή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή ο δράστης τελεί σε ιεραρχική σχέση ή σχέση εξάρτησης με το θύμα, συντρέχει ιδιαίτερα επιβαρυντική περίσταση." Άρθρο 9 Διέγερση σε διάπραξη εγκλημάτων, βιαιοπραγίες ή διχόνοια - Προσθήκη παρ. 2Α στο άρθρο 184 Ποινικού Κώδικα (περ. δ άρθρου 7 της Οδηγίας 2024/1385) Στο άρθρο 184 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019 Α' 95), περί διέγερσης σε διάπραξη εγκλημάτων, βιαιοπραγίες ή διχόνοια, μετά την παρ. 2, προστίθεται παρ. 2Α ως εξής: "2Α. Όποιος με τη χρήση της τεχνολογίας των πληροφοριών και επικοινωνιών διαθέτει στο κοινό υλικό που περιέχει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα άλλου προσώπου, χωρίς τη συγκατάθεσή του, με σκοπό την υποκίνηση άλλων ατόμων να του προκαλέσουν σωματική ή ψυχολογική βλάβη τιμωρείται με ποινή φυλάκισης έως τριών (3) ετών, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη." ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ' Διδαδικασία καταγγελίας, πλαίσιο προστασίας, ικανοποίησης, περίθαλψης και αποζημίωσης των θυμάτων Άρθρο 10 Διαδικασία υποβολής καταγγελίας βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας (άρθρο 14 της Οδηγίας 2024/1385) 1. Η καταγγελία για τα εγκλήματα του άρθρου 3 μπορεί να υποβάλλεται πέρα από τα οριζόμενα στις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, προφορικά μέσω τηλεφώνου ή άλλων συστημάτων φωνητικών μηνυμάτων ή μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας, προσβάσιμης και σε άτομα με αναπηρία, στην αρμόδια υπηρεσία της Ελληνικής Αστυνομίας (ΕΛ.ΑΣ.). Σε κάθε περίπτωση, ο καταγγέλλων έχει δικαίωμα να λάβει αντίγραφο της καταγγελίας του, παροχή βοήθειας πρόσφορης και ανάλογης με την ηλικία του, συμπεριλαμβανομένης και της αναγκαίας γλωσσικής βοήθειας, η οποία περιλαμβάνει τη δωρεάν μετάφραση του έγγραφου αποδεικτικού της καταγγελίας του και κάθε πρόσφορο μέσο υποβολής αποδεικτικών στοιχείων. 2. Η αρμόδια υπηρεσία της ΕΛ.ΑΣ. προβαίνει: α) στην άμεση διερεύνηση του περιεχομένου της αναφοράς, ενεργώντας σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 245 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019, A'96) και λαμβάνοντας τα προβλεπόμενα στον νόμο μέτρα για την προστασία του θύματος και την πρόσβασή του σε νομική συνδρομή με την τήρηση των υποχρεώσεων εχεμύθειας του άρθρου 20 του ν. 3500/2006 (Α' 232), β) στην ενημέρωση και υποβολή του προανακριτικού υλικού στον αρμόδιο εισαγγελέα μετά την ολοκλήρωση της αυτεπάγγελτης προανάκρισης. 3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Προστασίας του Πολίτη και Ψηφιακής Διακυβέρνησης, προσδιορίζονται οι όροι σύστασης και λειτουργίας της τηλεφωνικής γραμμής και της ηλεκτρονικής πλατφόρμας υποβολής καταγγελιών της παρ. 1 και ειδικότερα θέματα σχετικά με τη λειτουργία και τη διαδικασία υποβολής των καταγγελιών, το περιεχόμενο και τα στοιχεία που καταχωρίζονται, η διαδικασία υποβολής των καταγγελιών, οι απαραίτητες δια- λειτουργικότητες της πλατφόρμας με άλλα πληροφοριακά συστήματα του δημοσίου τομέα, τα προσωπικά δεδομένα που καταχωρίζει ο χρήστης της πλατφόρμας, ο υπεύθυνος επεξεργασίας, ο εκτελών την επεξεργασία, το είδος των καταχωριζόμενων δεδομένων και η χρονική διάρκεια τήρησής τους, καθώς και κάθε τεχνικό ή άλλο αναγκαίο ζήτημα για την εφαρμογή του παρόντος. Άρθρο 11 Κοινωνική συμπαράσταση - υποχρεώσεις επαγγελματιών, ατομική αξιολόγηση θυμάτων και διαχείριση της δευτερογενούς θυματοποίησης (άρθρα 14, 16, 17, 18, 25, 26, 27 και 30 της Οδηγίας 2024/1385) Τα άρθρα 21, 23 και 23Α του ν. 3500/2006 (Α' 232), περί της υποχρέωσης κοινωνικής συμπαράστασης στα θύματα, της υποχρέωσης και της ενθάρρυνσης καταγγελίας των επαγγελματιών, της ατομικής αξιολόγησης των θυμάτων και της διαχείρισης του κινδύνου επανάληψης της βίας και δευτερογενούς θυματοποίησής τους, και ο ν. 3811/2009 (Α'231), περί της διαδικασίας αποζημίωσης του θύματος από την Ελληνική Αρχή Αποζημίωσης, εφαρμόζονται αναλόγως για κάθε αδίκημα βίας κατά των γυναικών ή εξ οικείων βίας σύμφωνα με το άρθρο 3 του παρόντος. Άρθρο 12 Μέτρα για την αφαίρεση ορισμένου διαδικτυακού υλικού (άρθρο 23 της Οδηγίας 2024/1385) 1. Με πλήρως και ειδικώς αιτιολογημένη διάταξη του αρμόδιου εισαγγελέα πρωτοδικών, μπορεί να διατάσσεται, με βάση την αρχή της αναλογικότητας και σύμφωνα με το άρθρο 12 του ν. 5099/2024 (Α' 48) περί εντολών ανάληψης δράσης κατά παράνομου περιεχομένου, η αφαίρεση από τον διαχειριστή ιστοσελίδας ή τον πάροχο φιλοξενίας περιεχομένου το οποίο εμπίπτει στις αξιόποινες πράξεις της παρ. 2A του άρθρου 184, του δεύτερου εδαφίου της παρ. 1 και της παρ. 1Α του άρθρου 333, της παρ. 5 του άρθρου 337 και του άρθρου 346 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α' 95), καθώς και της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 927/1979 (Α' 139), όταν αφορά εκ προθέσεως υποκίνηση βίας ή μίσους κατά ομάδας προσώπων ή μέλους τέτοιας ομάδας που προσδιορίζεται με βάση το φύλο, εφόσον μπορούν να εντοπισθούν τα στοιχεία του διαχειριστή ή του παρόχου φιλοξενίας. Η διάταξη κοινοποιείται από τον αρμόδιο εισαγγελέα στον διαχειριστή ή τον πάροχο φιλοξενίας, οι οποίοι οφείλουν να συμμορφωθούν εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών και να αποστείλουν σχετική δήλωση συμμόρφωσης προς τη διάταξη. Με την κοινοποίηση της διάταξης, ο αρμόδιος εισαγγελέας ενημερώνει τον διαχειριστή της ιστοσελίδας ή τον πάροχο φιλοξενίας του περιεχομένου ιστοσελίδας, ότι σε περίπτωση μη συμμόρφωσής τους εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών, θα ζητηθεί η διακοπή πρόσβασης στη διεύθυνση διαδικτυακού πρωτοκόλλου (IP address) ή/και στο όνομα χώρου (domain name) από τους παρόχους υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο (ISPs). Αν ο διαχειριστής ή ο πάροχος φιλοξενίας της ιστοσελίδας είναι άγνωστοι ή δεν συμμορφώνονται με την ανωτέρω διάταξη, ο αρμόδιος εισαγγελέας εκδίδει νέα διάταξη για τη διακοπή της πρόσβασης στο όνομα χώρου ή/και στη διεύθυνση διαδικτυακού πρωτοκόλλου από τους παρόχους υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο. Στη διάταξη αναφέρονται ρητά τα ονόματα χώρου ή/και οι διευθύνσεις διαδικτυακού πρωτοκόλλου, στις οποίες πρέπει να διακοπεί η πρόσβαση και καθορίζεται ο χρόνος ισχύος της. Η διάταξη κοινοποιείται από τον αρμόδιο εισαγγελέα στην Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (Ε.Ε.Τ.Τ.), σύμφωνα με την υπ' αρ. 1114/2/3.6.2024 απόφαση "Κανονισμός για την καθιέρωση συστήματος επιφυλακής για το προσωπικό που απασχολείται στη Διεύθυνση Τηλεπικοινωνιών και στη Διεύθυνση Ψηφιακής Διακυβέρνησης της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (Ε.Ε.Τ.Τ.)" (Β' 3518), όπως εκάστοτε ισχύει. Η Ε.Ε.Τ.Τ. κοινοποιεί τη διάταξη στους παρόχους υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και ζητά την άμεση εφαρμογή της. Εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών από την παραλαβή της διάταξης, οι πάροχοι υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο (ISPs) αποστέλλουν στην Ε.Ε.Τ.Τ. δηλώσεις συμμόρφωσης προς τη διάταξη, αναφέροντας την εκτέλεση του μέτρου και την ώρα διακοπής πρόσβασης. Ως πάροχοι υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο νοούνται όλοι οι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Παρόχων Δικτύων και Υπηρεσιών Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών, που τηρεί η Ε.Ε.Τ.Τ., σύμφωνα με το άρθρο 120 του ν. 4727/2020 (Α' 184). 2. Ο αρμόδιος εισαγγελέας για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου δύναται να ζητά τη συνδρομή της Ε.Ε.Τ.Τ., της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας (Δ.Α.Ε.Ε.Β.) της Ελληνικής Αστυνομίας, της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της Ελληνικής Αστυνομίας και άλλων κατά περίπτωση αρμόδιων αρχών. 3. Σε κάθε περίπτωση ο διαχειριστής της ιστοσελίδας μπορεί να ασκήσει προσφυγή ενώπιον του αρμόδιου δικαστικού συμβουλίου, εντός προθεσμίας ενός (1) μήνα από την κοινοποίηση της διάταξης του εισαγγελέα. Το δικαστικό συμβούλιο αποφαίνεται εντός τριών (3) ημερών. 4. Η Ε.Ε.Τ.Τ., με απόφασή της, ορίζει τις αρμόδιες υπηρεσίες της, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια αρμοδιότητάς της για την υλοποίηση του παρόντος. ................... Άρθρο 20 Ένταξη των φαρμακοποιών και των φυσιοθεραπευτών στους επαγγελματίες που έχουν υποχρέωση αναφοράς εγκλημάτων ενδοοικογενειακής βίας - Τύπος και διαδικασία αναφοράς - Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 23 ν. 3500/2006 Στην παρ. 1 του άρθρου 23 του ν. 3500/2006 (Α'232), περί των υποχρεώσεων των επαγγελματιών, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στο πρώτο εδάφιο, αα) μετά τη λέξη "προπονητής" προστίθεται η λέξη ", φυσικοθεραπευτής, φαρμακοποιός", αβ) οι λέξεις ", ότι έχει διαπραχθεί σε βάρος ανηλίκου έγκλημα" αντικαθίστανται από τις λέξεις "ενδείξεις διάπραξης σε βάρος ανηλίκου εγκλήματος", β) το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται, γ) προστίθενται εδάφια, τρίτο, τέταρτο και πέμπτο και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής: "1. Παιδαγωγός, εκπαιδευτικός, μέλος του ειδικού εκπαιδευτικού προσωπικού ή του ειδικού βοηθητικού προσωπικού της πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, κοινωνικός λειτουργός, ψυχολόγος, επιμελητής, προπονητής, φυσικοθεραπευτής, φαρμακοποιός ή ιατρός που παρέχει τις υπηρεσίες του σε ανήλικο, ο οποίος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του πληροφορείται ή διαπιστώνει με οποιονδήποτε τρόπο ενδείξεις διάπραξης σε βάρος ανηλίκου εγκλήματος ενδοοικογενειακής βίας, υποχρεούται να το αναφέρει αμελλητί στις αρμόδιες διωκτικές αρχές. Την ίδια υποχρέωση έχει ο φαρμακοποιός ή ο φυσικοθεραπευτής που, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, διαπιστώνει ενδείξεις διάπραξης σε βάρος ενηλίκου εγκλήματος ενδοοικογενειακής βίας, καθώς, επίσης, και ο ιατρός που διαπιστώνει τέτοιες ενδείξεις, με βάση σοβαρά αντικειμενικά ευρήματα της ιατρικής εξέτασης του ενηλίκου. Η υποχρέωση ισχύει ανεξαρτήτως ύπαρξης επαγγελματικού απορρήτου. Η αναφορά υποβάλλεται εγγράφως ή ηλεκτρονικά ή προφορικά και συντάσσεται σχετική έκθεση. Σε κατεπείγουσες περιπτώσεις, μπορεί να υποβληθεί αναφορά τηλεφωνικά, η οποία καταχωρείται σε σχετικό αρχείο της Ελληνικής Αστυνομίας, και ακολούθως υποβάλλεται και κατά το προηγούμενο εδάφιο." ................... ΜΕΡΟΣ Ε' Αλλαγές στην καθ' ύλην και κατά τόπον αρμοδιότητα των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' Σκοπός - Αντικείμενο Άρθρο 53 Σκοπός Σκοπός του παρόντος Μέρους είναι η σύμμετρη κατανομή της δικαστικής ύλης μεταξύ των διοικητικών δικαστηρίων με τροποποιήσεις της καθ' ύλην και κατά τόπον αρμοδιότητας αυτών, με στόχο την αποτελεσματικότερη παροχή δικαστικής προστασίας, καθώς και την επιτάχυνση της έκδοσης των δικαστικών αποφάσεων. Άρθρο 54 Αντικείμενο Αντικείμενο του παρόντος Μέρους αποτελούν η τροποποίηση: α) της παρ. 2 του άρθρου 6 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α' 97), περί της καθ' ύλην αρμοδιότητας των διοικητικών δικαστηρίων, β) του άρθρου 205Α του ν. 4412/2016 (Α' 147), περί της δικαστικής επίλυσης των διαφορών που αναφύονται από συμβάσεις προμήθειας ή παροχής υπηρεσιών, γ) της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 702/1977 (Α' 268), περί των ακυρωτικών διαφορών που υπάγονται στην αρμοδιότητα του τριμελούς διοικητικού εφετείου, δ) της περ. ε) της παρ. 2 και της παρ. 4 του άρθρου 7 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, περί της κατά τόπον αρμοδιότητας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, ε) της παρ. 1 του άρθρου 126Β του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, στ) της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 217 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, περί της ανακοπής κατά των πράξεων που εκδίδονται στο πλαίσιο της διαδικασίας διοικητικής εκτέλεσης, ζ) του άρθρου 218 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, περί του δικαστηρίου που είναι αρμόδιο για την εκδίκαση των διαφορών που αναφύονται κατά την είσπραξη των δημόσιων εσόδων, η) των περ. α) και β) της παρ. 2 του άρθρου 219 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, περί της ενεργητικής και παθητικής νομιμοποίησης στο πλαίσιο της διαδικασίας διοικητικής εκτέλεσης, και θ) της παρ. 1 του άρθρου 220 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, περί της προθεσμίας άσκησης ανακοπής στο πλαίσιο της διοικητικής εκτέλεσης. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β' Αλλαγές στην καθ' ύλην αρμοδιότητα των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων Άρθρο 55 Εξαίρεση των διαφορών από δημόσιες συμβάσεις προμηθειών ή παροχής υπηρεσιών από την καθ' ύλην αρμοδιότητα του Εφετείου - Επέκταση καθ' ύλην αρμοδιότητας Τριμελούς Πρωτοδικείου σε φορολογικές και τελωνειακές διαφορές - Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 6 και παρ. 1 άρθρου 126Β Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας 1. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 6 και παρ. 1 του άρθρου 126Β του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α' 97), περί της καθ' ύλην αρμοδιότητας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην περ. α), προστίθενται οι λέξεις "με εξαίρεση τις διαφορές από δημόσιες συμβάσεις προμηθειών ή παροχής υπηρεσιών, για τις οποίες αρμόδιο είναι σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, το τριμελές πρωτοδικείο,", β) στο δεύτερο και τρίτο εδάφιο της περ. β), οι λέξεις "εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000)" αντικαθίστανται από τις λέξεις "διακοσίων πενήντα χιλιάδων (250.000)", γ) στην περ. δ), οι λέξεις "του άρθρου 46 του ν. 4174/2013 (Α' 170)" αντικαθίστανται από τις λέξεις "του άρθρου 45 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 5104/2024, Α' 58)" και, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής: "2. Η εκδίκαση: α) των διαφορών από δημόσιες συμβάσεις ανήκει, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, στο εφετείο, με εξαίρεση τις διαφορές από δημόσιες συμβάσεις προμηθειών ή παροχής υπηρεσιών, για τις οποίες αρμόδιο είναι σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, το τριμελές πρωτοδικείο, β) των φορολογικών και τελωνειακών εν γένει διαφορών, των οποίων το αντικείμενο δεν υπερβαίνει τις σαράντα χιλιάδες (40.000) ευρώ, ανήκει σε πρώτο βαθμό στο μονομελές πρωτοδικείο. Εάν το αντικείμενο υπερβαίνει το ποσό των σαράντα χιλιάδων (40.000) ευρώ και μέχρι του ποσού των διακοσίων πενήντα χιλιάδων (250.000) ευρώ, ανήκει σε πρώτο βαθμό στο τριμελές πρωτοδικείο. Εάν το αντικείμενο υπερβαίνει το ποσό των διακοσίων πενήντα χιλιάδων (250.000) ευρώ, ανήκει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό στο τριμελές εφετείο, γ) των χρηματικών διαφορών, των οποίων το αντικείμενο δεν υπερβαίνει το ποσό των σαράντα χιλιάδων (40.000) ευρώ, ανήκει στο μονομελές πρωτοδικείο, δ) των διαφορών που προκύπτουν από την εφαρμογή των άρθρων 13 και 14 του ν. 2523/1997 (Α' 179), των παρ. 5 και 6 του άρθρου 45 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 5104/2024, Α' 58), του άρθρου 153 του ν. 2960/2001 (Α' 265) και των περ. γ, δ' και ε' της παρ. 4 του άρθρου 1 του ν. 1406/1983 (Α'182), η οποία προστέθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 51 του ν. 3659/2008 (Α' 77), ανήκει στον πρόεδρο πρωτοδικών του διοικητικού πρωτοδικείου, ο οποίος αποφαίνεται ανεκκλήτως. Η παρ. 9 του άρθρου 13 του ν. 2523/1997 (Α' 179), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 51 του ν. 3900/2010 (Α' 213), εφαρμόζεται για την εκδίκαση των προσφυγών αυτών. Αν πρόκειται για φορολογική ή τελωνειακή εν γένει διαφορά, για την εφαρμογή των παραπάνω περ. β' και γ, η αρμοδιότητα προσδιορίζεται με βάση το ποσό του κύριου φόρου, δασμού, τέλους ή προστίμου." 3. Στην παρ. 1 του εσωτερικού άρθρου 126Β του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, περί της ενδοδικαστικής συμβιβαστικής επίλυσης σε συμβούλιο των διαφορών από αγωγές για απαιτήσεις από δημόσιες συμβάσεις, οι λέξεις "αρμοδιότητας των διοικητικών εφετείων" διαγράφονται και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής: "1. Οι διαφορές από αγωγές για απαιτήσεις από την εκτέλεση δημοσίων συμβάσεων υπόκεινται στη διαδικασία ενδοδικαστικής συμβιβαστικής επίλυσης σε συμβούλιο, σύμφωνα με τους όρους των επόμενων παραγράφων." Άρθρο 56 Αλλαγή της καθ' ύλην αρμοδιότητας επί διοικητικών διαφορών των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων για διαφορές από συμβάσεις προμήθειας ή παροχής υπηρεσιών - Τροποποίηση άρθρου 205Α ν. 4412/2016 Στο άρθρο 205Α του ν. 4412/2016 (Α' 147), περί της δικαστικής επίλυσης των διαφορών που αναφύονται από συμβάσεις προμήθειας ή παροχής υπηρεσιών, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην παρ. 1, αα) στο πρώτο εδάφιο, i) η λέξη "Εφετείο" αντικαθίσταται από τη λέξη "Πρωτοδικείο" και ii) προστίθενται οι λέξεις ", το οποίο κρίνει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό" και αβ) στο τρίτο εδάφιο, η λέξη "Εφετείων" αντικαθίσταται από τη λέξη "Πρωτοδικείων", β) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2 και στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 3, η λέξη "Εφετείο" αντικαθίσταται από τη λέξη "Πρωτοδικείο", γ) στο τέταρτο εδάφιο της παρ. 4, η λέξη "Εφετείου" αντικαθίσταται από τη λέξη "Πρωτοδικείου", δ) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 5, η λέξη "Εφετείων" αντικαθίσταται από τη λέξη "Πρωτοδικείων" και το άρθρο 205Α διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 205Α Δικαστική Επίλυση Διαφορών 1. Κάθε διαφορά μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών που προκύπτει από τη σύμβαση προμήθειας ή παροχής υπηρεσιών, ανεξάρτητα από τον χαρακτήρα της σύμβασης ως διοικητικής ή ως ιδιωτικού δικαίου, επιλύεται με την άσκηση προσφυγής ή αγωγής στο Διοικητικό Πρωτοδικείο της Περιφέρειας, στην οποία εκτελείται η σύμβαση, το οποίο κρίνει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό. Παρέκταση αρμοδιότητας δεν επιτρέπεται. Αν η σύμβαση εκτελείται στην Περιφέρεια δύο ή περισσότερων Διοικητικών Πρωτοδικείων, αρμόδιο καθίσταται αυτό που θα επιλέξει ο προσφεύγων ή ο ενάγων. 2. Πριν από την άσκηση της προσφυγής στο Διοικητικό Πρωτοδικείο προηγείται υποχρεωτικά η τήρηση της προβλεπόμενης στο άρθρο 205 ενδικοφανούς διαδικασίας, διαφορετικά η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Δεν απαιτείται η τήρηση ενδικοφανούς διαδικασίας αν ασκείται από τον ενδιαφερόμενο αγωγή, στο δικόγραφο της οποίας δεν σωρεύεται αίτημα ακύρωσης ή τροποποίησης διοικητικής πράξης ή παράλειψης. 3. Η υπόθεση συζητείται σε δικάσιμο που ορίζεται όσο το δυνατόν συντομότερα. Αν ο φάκελος της υπόθεσης δεν αποσταλεί στο Διοικητικό Πρωτοδικείο από τη Διοίκηση, η συζήτηση αναβάλλεται σε νέα δικάσιμο, κατά την οποία η υπόθεση συζητείται με βάση τα στοιχεία που προσκομίζει ο προσφεύγων ή ο ενάγων, αν το ζητήσει ο ίδιος. 4. Η συζήτηση και η διεξαγωγή της απόδειξης ολοκληρώνονται σε μία (1) δικάσιμο. Ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον συμβολαιογράφου ή προξένου λαμβάνονται υπόψη, μόνο αν έχουν δοθεί ύστερα από κλήτευση του αντιδίκου τρεις (3) τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από τη βεβαίωση και, αν πρόκειται να δοθούν στην αλλοδαπή, οκτώ (8) τουλάχιστον ημέρες πριν από αυτή. Η απόφαση εκδίδεται το ταχύτερο. Οι αποφάσεις του Διοικητικού Πρωτοδικείου είναι αμέσως εκτελεστές. 5. Κατά των αποφάσεων των Διοικητικών Πρωτοδικείων που εκδίδονται σύμφωνα με την παρ. 1 μπορεί να ασκηθεί αίτηση αναιρέσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατά τις ισχύουσες διατάξεις. Αν από την εκτέλεση της απόφασης πιθανολογείται κίνδυνος βλάβης δυσχερώς επανορθώσιμης, μπορεί να διαταχθεί με αίτηση κάποιου από τους διαδίκους η ολική ή η εν μέρει αναστολή της εκτέλεσης της προσβαλλόμενης απόφασης, με τον όρο παροχής ανάλογης εγγύησης ή και χωρίς εγγύηση ή να εξαρτηθεί η εκτέλεση της απόφασης από την παροχή εγγύησης από τον διάδικο που έχει νικήσει. Για την αίτηση αποφαίνεται, συνεδριάζοντας ως συμβούλιο, χωρίς υποχρεωτική κλήτευση των διαδίκων, το αρμόδιο τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας, το οποίο συγκροτείται από τρία (3) μέλη, στα οποία περιλαμβάνεται υποχρεωτικά ο εισηγητής της υπόθεσης. Η απόφαση της αναστολής μπορεί κατά τον ίδιο τρόπο να ανακληθεί, με αίτηση κάποιου από τους διαδίκους έως και κατά την πρώτη συζήτηση της αναίρεσης. 6. Αν ο ανάδοχος της σύμβασης είναι κοινοπραξία, η προσφυγή ασκείται είτε από την ίδια είτε από όλα τα μέλη της, που μεταξύ τους στην περίπτωση αυτή υπάρχει αναγκαστική ομοδικία." Άρθρο 57 Μεταφορά ακυρωτικών διαφορών από το τριμελές διοικητικό εφετείο στο τριμελές διοικητικό πρωτοδικείο - Τροποποίηση παρ. 1 και 1Α άρθρου 1 ν. 702/1977 1. Στην παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 702/1977 (Α' 268), περί των ακυρωτικών διαφορών που υπάγονται στην αρμοδιότητα του τριμελούς διοικητικού εφετείου, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην περ. α), αα) διαγράφεται η λέξη ", στρατιωτικών", αβ) προστίθενται οι λέξεις ", καθώς και την εν γένει υπηρεσιακή κατάσταση των ανώτατων στρατιωτικών", β) διαγράφονται οι περ. ι) και ιγ) και μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις η περ. α) διαμορφώνεται ως εξής: "α) τον διορισμό και την εν γένει υπηρεσιακή κατάσταση των λειτουργών και υπαλλήλων (πολιτικών και δικαστικών) του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτης και δεύτερης βαθμίδας και των λοιπών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, καθώς και την εν γένει υπηρεσιακή κατάσταση των ανωτάτων στρατιωτικών,". 2. Στην παρ. 1Α του άρθρου 1 του ν. 702/1977, προστίθενται περ. γ), δ) και ε) και η παρ. 1Α διαμορφώνεται ως εξής: "1Α. Στην αρμοδιότητα του τριμελούς διοικητικού πρωτοδικείου υπάγεται η εκδίκαση αιτήσεων ακύρωσης ατομικών πράξεων διοικητικών αρχών που αφορούν: α) την εφαρμογή της νομοθεσίας περί όπλων και εκρηκτικών εν γένει, β) την αποκατάσταση βλαβών επί των πάσης φύσεως ή κατηγορίας δημοσίων έργων και ιδίως επί του οδικού δικτύου εν γένει, καθώς και την επιβολή της σχετικής δαπάνης σε βάρος των υπόχρεων προσώπων, γ) την έκδοση αδειών υπαίθριων διαφημίσεων και επιγραφών, καθώς και την αφαίρεση παράνομων υπαίθριων διαφημίσεων και επιγραφών και την επιβολή σχετικών προστίμων, δ) την εφαρμογή της αθλητικής νομοθεσίας, ε) τον διορισμό και την εν γένει υπηρεσιακή κατάσταση των στρατιωτικών, ανεξάρτητα από τη φύση της σχέσης που τους συνδέει με τον φορέα τους, με την επιφύλαξη της περ. α) της παρ. 1." ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ' Αλλαγές στην κατά τόπον αρμοδιότητα εκδίκασης φορολογικών διαφορών - Ανακοπές κατά πράξεων της διοικητικής εκτέλεσης Άρθρο 58 Κατά τόπον αρμοδιότητα επί φορολογικών διαφορών - Τροποποίηση περ. ε) παρ. 2 και παρ. 4 άρθρου 7 Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας 1. Η περ. ε) της παρ. 2 του άρθρου 7 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α' 97), περί της κατά τόπον αρμοδιότητας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, αντικαθίσταται ως εξής: "ε) αν πρόκειται για φορολογικές διαφορές, εκείνο στην περιφέρεια του οποίου κατοικεί ή εδρεύει το φορολογούμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα και σε περίπτωση φορολογικών διαφορών που αφορούν αλληλέγγυα ή εις ολόκληρον ευθύνη, εκείνο στην περιφέρεια του οποίου κατοικεί ή εδρεύει το αρχικώς υπόχρεο φορολογούμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα,". 2. Στην παρ. 4 του άρθρου 7 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθενται οι λέξεις "ή εδρεύει", β) προστίθεται παραπομπή στην περ. ε' και η παρ. 4 διαμορφώνεται ως εξής: "4. Όταν η αρχή εδρεύει στην αλλοδαπή ή όταν στην αλλοδαπή κατοικεί ή εδρεύει ο διάδικος, στις περ. β; ε' και στ' της παρ. 2, αρμόδια είναι τα δικαστήρια της Πρωτεύουσας." Άρθρο 59 Προσβαλλόμενες με την ανακοπή πράξεις - Τροποποίηση περ. α) παρ. 1 άρθρου 217 Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας Στην περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 217 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α' 97), περί της ανακοπής κατά των πράξεων που εκδίδονται στο πλαίσιο της διαδικασίας διοικητικής εκτέλεσης, προστίθενται οι λέξεις "ή της ατομικής ειδοποίησης" και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής: "1. Ανακοπή χωρεί κατά κάθε πράξης που εκδίδεται στα πλαίσια της διαδικασίας της διοικητικής εκτέλεσης και, ιδίως, κατά: α) της πράξης της ταμειακής βεβαίωσης του εσόδου ή της ατομικής ειδοποίησης, β) της κατασχετήριας έκθεσης, γ) του προγράμματος πλειστηριασμού, δ) της έκθεσης πλειστηριασμού και ε) του πίνακα κατάταξης." Άρθρο 60 Καθ' ύλην και κατά τόπον αρμοδιότητα για την εκδίκαση ανακοπής κατά πράξεων διοικητικής εκτέλεσης - Αντικατάσταση άρθρου 218 Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας Το άρθρο 218 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α' 97), περί του δικαστηρίου που είναι αρμόδιο για την εκδίκαση των διαφορών που αναφύονται κατά την είσπραξη των δημόσιων εσόδων, αντικαθίσταται ως εξής: "Άρθρο 218 Αρμόδιο δικαστήριο 1. Καθ' ύλην αρμόδιο δικαστήριο προς εκδίκαση των κατά το άρθρο 216 διαφορών είναι, στον πρώτο βαθμό, το μονομελές πρωτοδικείο, εφόσον η απαίτηση, για την οποία χωρεί η εκτέλεση, δεν υπερβαίνει το ποσό των σαράντα χιλιάδων (40.000) ευρώ και το τριμελές πρωτοδικείο, εφόσον η εν λόγω απαίτηση υπερβαίνει το ποσό αυτό. Καθ' ύλην αρμόδιο δικαστήριο προς εκδίκαση των ανωτέρω διαφορών στον δεύτερο βαθμό είναι το μονομελές εφετείο, εφόσον η απαίτηση για την οποία χωρεί η εκτέλεση δεν υπερβαίνει το ποσό των σαράντα χιλιάδων (40.000) ευρώ και το τριμελές εφετείο, εφόσον η εν λόγω απαίτηση υπερβαίνει το ποσό αυτό. 2. Κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο σε πρώτο βαθμό είναι, σε περίπτωση ανακοπής κατά πράξης ταμειακής βεβαίωσης, ατομικής ειδοποίησης ή έκθεσης κατάσχεσης εις χείρας πιστωτικών ιδρυμάτων, το δικαστήριο του τόπου κατοικίας του οφειλέτη, ενώ σε κάθε άλλη περίπτωση ανακοπής, το δικαστήριο του τόπου της εκτέλεσης." Άρθρο 61 Εκπροσώπηση του Δημοσίου κατά την εκδίκαση ανακοπής κατά πράξεων διοικητικής εκτέλεσης - Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 219 Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας Στο πρώτο εδάφιο των περ. α) και β) της παρ. 2 του άρθρου 219 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α' 97), περί της ενεργητικής και παθητικής νομιμοποίησης στο πλαίσιο της διαδικασίας διοικητικής εκτέλεσης, οι λέξεις "της Δ.Ο.Υ. ή του τελωνείου" αντικαθίστανται από τις λέξεις "της φορολογικής ή της τελωνειακής αρχής" και μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις το άρθρο 219 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 219 Ενεργητική και παθητική νομιμοποίηση 1. Προς άσκηση ανακοπής νομιμοποιείται εκείνος που έχει άμεσο, προσωπικό και ενεστώς έννομο συμφέρον ή στον οποίο αναγνωρίζεται τέτοιο δικαίωμα από ειδική διάταξη νόμου. 2. Η ανακοπή στρέφεται: α) Στις περ. α', β, γ' και δ'της παρ. 1, καθώς και στην περ. β' της παρ. 2 του άρθρου 217: κατά του Δημοσίου, το οποίο εκπροσωπείται από τον προϊστάμενο της φορολογικής ή της τελωνειακής αρχής που επισπεύδει την εκτέλεση, στον οποίο και επιδίδεται η ανακοπή. Ειδικώς, στην περ. δ' της παρ. 1 του άρθρου 217, η ανακοπή κοινοποιείται, με ποινή απαραδέκτου, και στον αρμόδιο για τον πλειστηριασμό υπάλληλο, καθώς και στον υπερθεματιστή. β) Στην περ. ε' της παρ. 1 του άρθρου 217: κατά του επισπεύδοντος την εκτέλεση Δημοσίου, το οποίο εκπροσωπείται από τον προϊστάμενο της φορολογικής ή της τελωνειακής αρχής που επισπεύδει την εκτέλεση. Στην περίπτωση αυτή, η ανακοπή κοινοποιείται, με ποινή απαραδέκτου, στον δανειστή του οποίου προσβάλλεται η κατάταξη και στον αρμόδιο υπάλληλο του πλειστηριασμού, ενώ, γ) Στην περ. Α' της παρ. 2 του άρθρου 217: κατά του τρίτου, στα χέρια του οποίου επιβάλλεται η κατάσχεση." Άρθρο 62 Προσβαλλόμενες πράξεις των οποίων η κοινοποίηση εκκινεί την προθεσμία άσκησης ανακοπής - Εκπροσώπηση του Δημοσίου - Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 220 Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας Στην παρ. 1 του άρθρου 220 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α' 97), περί της προθεσμίας άσκησης ανακοπής στο πλαίσιο της διοικητικής εκτέλεσης, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην περ. α), προστίθενται οι λέξεις "ή της ατομικής ειδοποίησης", β) στην περ. γ), οι λέξεις "της Δ.Ο.Υ. ή του τελωνείου" αντικαθίστανται από τις λέξεις "της φορολογικής ή της τελωνειακής αρχής" και η παρ. 1 μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις διαμορφώνεται ως εξής: "1. Με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παρ. 2, η κατά το άρθρο 217 ανακοπή ασκείται μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών, η οποία αρχίζει: α) στις περ. α', β' και δ' της παρ. 1, από την επίδοση, αλλιώς από την πλήρη γνώση της πράξης ταμειακής βεβαίωσης ή της ατομικής ειδοποίησης, της κατασχετήριας έκθεσης και της έκθεσης πλειστηριασμού, αντιστοίχως, β) στην περ. ε' της παρ. 1, από την επίδοση της γραπτής πρόσκλησης του αρμόδιου για τον πλειστηριασμό υπαλλήλου προς τους δανειστές, για να λάβουν γνώση του πίνακα κατάταξης, γ) στην περ. α' της παρ. 2, από την επίδοση της δήλωσης του τρίτου ή την περιέλευση της σχετικής έκθεσης του ειρηνοδίκη, στον προϊστάμενο της φορολογικής ή της τελωνειακής αρχής που επισπεύδει την εκτέλεση, δ) στην περ. β' της παρ. 2, από την περιέλευση στο σύνδικο, του πίνακα των βεβαιωμένων υπέρ του Δημοσίου χρεών του οφειλέτη, ενώ ε) σε κάθε άλλη περίπτωση άσκησης ανακοπής, από την επίδοση, αλλιώς από την πλήρη γνώση της προσβαλλόμενης πράξης." ................... Άρθρο 65 Αντιποίηση φυσικοθεραπευτικού επαγγέλματος - Αντικατάσταση άρθρου 118 ν. 4600/2019 Το άρθρο 118 του ν. 4600/2019 (Α'43), περί αντιποίησης φυσικοθεραπευτικού επαγγέλματος, αντικαθίσταται ως εξής: "Άρθρο 118 Αντιποίηση φυσικοθεραπευτικού επαγγέλματος 1. Όποιος χρησιμοποιεί τον τίτλο του φυσικοθεραπευτή, χωρίς να διαθέτει πτυχίο ή αναγνωρισμένο τίτλο σπουδών φυσικοθεραπευτή και χωρίς να διαθέτει τα προβλεπόμενα για την άσκηση της φυσικοθεραπείας προσόντα, εκτελεί πράξεις αρμοδιότητας φυσικοθεραπευτή ή διαφημίζει, με οποιονδήποτε τρόπο, την εκτέλεση φυσικοθεραπευτικών πράξεων από τον ίδιο τιμωρείται με ποινή φυλάκισης έως τρία (3) έτη και με χρηματική ποινή έως τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ. Η επανειλημμένη τέλεση του αδικήματος του πρώτου εδαφίου συνιστά επιβαρυντική περίσταση. 2. Όποιος, ενώ διαθέτει πτυχίο ή αναγνωρισμένο τίτλο σπουδών φυσικοθεραπευτή, α) ασκεί το επάγγελμα του φυσιοθεραπευτή, ή β) λειτουργεί είτε ατομικά είτε ως νόμιμος εκπρόσωπος εταιρίας εργαστήριο φυσικοθεραπείας, χωρίς να διαθέτει: βα) την απαιτούμενη κατά τις διατάξεις του νόμου βεβαίωση άσκησης του επαγγέλματος αυτού, ή ββ) βεβαίωση λειτουργίας εργαστηρίου φυσικοθεραπείας ή βγ) η βεβαίωση που του είχε χορηγηθεί ανακλήθηκε, ή βδ) η ισχύς της έχει ανασταλεί, ή βε) αυτός είναι συνταξιούχος, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης έως ένα (1) έτος και χρηματική ποινή έως πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ. 3. Στα αδικήματα των παρ. 1 και 2 εφαρμόζονται τα άρθρα 417 έως 427 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019, Α' 96), περί πλημμελημάτων που καταλαμβάνονται επ' αυτοφώρω. 4. O Πανελλήνιος Σύλλογος Φυσικοθεραπευτών δικαιούνται διά TOU Προέδρου του ή των νόμιμων αναπληρωτών αυτού, να δηλώνει παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας σε ποινικές δίκες για τα αδικήματα του παρόντος." Άρθρο 66 Αντιποίηση ιατρικού λειτουργήματος - Τροποποίηση άρθρου 339 ν. 4512/2018 Στο άρθρο 339 του ν. 4512/2018 (Α' 5), περί αντιποίησης ιατρικού λειτουργήματος, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) η παρ. 1 αντικαθίσταται, β) η πρώτη παράγραφος που έχει αριθμηθεί ως παρ. 2 διαγράφεται, γ) στην παρ. 2 που αρχίζει με τις λέξεις "Θεωρείται ως θεραπευτική επέμβαση" διαγράφεται η λέξη "ίδιες", δ) η παρ. 3 αντικαθίσταται, ε) προστίθενται παρ. 4 και 5 και το άρθρο 339 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 339 Αντιποίηση ιατρικού λειτουργήματος 1. Όποιος χρησιμοποιεί τον τίτλο του ιατρού χωρίς να κατέχει πτυχίο ιατρικής σχολής ημεδαπού πανεπιστημίου ή αναγνωρισμένο πτυχίο αλλοδαπού πανεπιστημίου και χωρίς να διαθέτει τα προβλεπόμενα προσόντα προς άσκηση της ιατρικής, επιλαμβάνεται, είτε με προσωπικές ενέργειες είτε με προφορικές ή γραπτές συμβουλές, ακόμα και με την παρουσία ιατρού, της διάγνωσης ή θεραπείας ασθενών ή διαφημίζει και προβάλλει με οποιονδήποτε τρόπο την εκτέλεση πάσης φύσης ιατρικών πράξεων από τον ίδιο, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης έως τρία (3) έτη και με χρηματική ποινή έως εξήντα χιλιάδες (60.000) ευρώ. Η επανειλημμένη τέλεση του αδικήματος του πρώτου εδαφίου θεωρείται επιβαρυντική περίσταση. 2. Θεωρείται ως θεραπευτική επέμβαση και τιμωρείται με τις ποινές της παρ. 1 κάθε πράξη, η οποία τελείται για αισθητικούς λόγους, όταν για αυτή χρησιμοποιούνται χειρουργικά μέσα ή μηχανήματα, τα οποία με φυσικούς ή χημικούς παράγοντες μπορούν να συντελέσουν στον καθορισμό διάγνωσης ή στην εφαρμογή θεραπείας. 3. Όποιος, ενώ είναι πτυχιούχος ιατρικής σχολής ημεδαπού Πανεπιστημίου ή άλλης ισότιμης Πανεπιστημιακής Σχολής αλλοδαπού πανεπιστημίου, ασκεί την ιατρική χωρίς την απαιτούμενη κατά τις διατάξεις του νόμου άδεια ιατρικού επαγγέλματος ή ασκεί την ιατρική, ενώ η χορηγηθείσα σε αυτόν άδεια ανακλήθηκε ή βρίσκεται υπό αναστολή ή αυτός είναι συνταξιούχος, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης έως ένα (1) έτος και χρηματική ποινή έως δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ. 4. Με τις ποινές της παρ. 3 τιμωρείται και όποιος, χωρίς να διαθέτει έγκυρη και σε ισχύ βεβαίωση λειτουργίας από την αρμόδια αρχή, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία περί Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας ή Ιδιωτικών Κλινικών, χρησιμοποιεί τον όρο "ιατρικός", καθώς και οποιοδήποτε παράγωγο ή σύνθετο όρο που περιέχει τη λέξη "ιατρική" για την παροχή υπηρεσιών υγείας. 5. Τα πλημμελήματα του παρόντος διώκονται σύμφωνα με τα άρθρα 417 έως 427 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019, Α' 96), περί πλημμελημάτων που καταλαμβάνονται επ' αυτοφώρω." ................... Άρθρο 73 Περικοπή μισθού δικαστικών λειτουργών - Τροποποίηση παρ. 4 άρθρου 50 Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών Στην παρ. 4 του άρθρου 50 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 4938/2022, Α' 109), περί περικοπής του μισθού δικαστικού λειτουργού, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) τα εδάφια πρώτο και δεύτερο αντικαθίστανται, β) στο πέμπτο εδάφιο προστίθενται οι λέξεις ", χωρίς τη συμμετοχή του Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου ή του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ή του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου που εξέδωσε την πράξη" και η παρ. 4 διαμορφώνεται ως εξής: "4. Στην περίπτωση της παρ. 3 ο μισθός περικόπτεται με πράξη του προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου ή του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ή του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία ορίζεται, αναλόγως με τη μη παροχή υπηρεσίας, το χρονικό διάστημα για το οποίο περικόπτεται ο μισθός. Ειδικώς στην περίπτωση δικαστικών λειτουργών των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και των μελών της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, ο μισθός περικόπτεται με πράξη του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Ο αρμόδιος για την περικοπή του μισθού καλεί, πριν από την έκδοση της πράξης εγγράφως τον δικαστικό λειτουργό να εκφράσει τις απόψεις του. Η εκτέλεση της πράξης δεν αναστέλλεται για οποιονδήποτε λόγο. Ο δικαστικός λειτουργός στον οποίο αφορά η πράξη, μπορεί μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από την επίδοση της πράξης σε αυτόν, να ασκήσει προσφυγή κατ' αυτής ενώπιον του οικείου ανώτατου δικαστικού συμβουλίου, το οποίο αποφαίνεται αμετάκλητα, χωρίς τη συμμετοχή του Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου ή του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ή του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου που εξέδωσε την πράξη. Σε περίπτωση αποδοχής της προσφυγής, το ανώτατο δικαστικό συμβούλιο εξαφανίζει την πράξη της περικοπής, ενώ διατάσσεται η απόδοση σε αυτόν του μισθού που περικόπηκε." ................... Άρθρο 77 Τοπική αρμοδιότητα δικαστηρίων κατ' έφεση - Τροποποίηση του άρθρου 14 του ν. 5108/2024 Στην παρ. 13 του άρθρου 14 του ν. 5108/2024 (Α'65), περί των μεταβατικών διατάξεων του Μέρους Α' του νόμου αυτού, προστίθεται νέο τρίτο εδάφιο, και η παρ. 13 διαμορφώνεται ως εξής: "13. Στις περιπτώσεις μεταβολής της τοπικής αρμοδιότητας, σύμφωνα με το άρθρο 6, εκκρεμείς υποθέσεις, για τις οποίες μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, σύμφωνα με το άρθρο 76, έχει γίνει επίδοση κλητήριου θεσπίσματος ή κλήσης στον κατηγορούμενο και οι οποίες έχουν προσδιοριστεί προς εκδίκαση μέχρι τις 31.12.2024 ή η εκδίκασή τους έχει διακοπεί για μετά την ανωτέρω ημερομηνία, εκδικάζονται από το δικαστήριο στο οποίο έχουν εισαχθεί. Οι υπόλοιπες υποθέσεις, καθώς και όσες έχουν αναβληθεί για οποιαδήποτε αιτία σε δικάσιμο μετά την ανωτέρω ημερομηνία, αποσύρονται και με πράξη του αρμόδιου εισαγγελέα, η οποία επιδίδεται στον κατηγορούμενο, προσδιορίζονται προς εκδίκαση στο κατά τόπο αρμόδιο δικαστήριο. Εφέσεις κατά αποφάσεων δικαστηρίων των οποίων μεταβλήθηκε η τοπική αρμοδιότητα σύμφωνα με το άρθρο 6 εκδικάζονται από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, που ήταν αρμόδιο μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος. Εκκρεμείς υποθέσεις, για τις οποίες μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, σύμφωνα με το άρθρο 76, έχει γίνει επίδοση κλητήριου θεσπίσματος για να δικαστούν από τη μεταβατική έδρα του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Σπετσών και οι οποίες έχουν προσδιοριστεί προς εκδίκαση μέχρι τις 31.12.2024 εκδικάζονται από το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Σπετσών στο οποίο συμμετέχουν δικαστικοί λειτουργοί του Πρωτοδικείου και της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Πειραιώς." ................... Άρθρο 79 Εγκυρότητα επίδοσης στις περιπτώσεις παράλειψης επισημείωσης στο επιδιδόμενο έγγραφο - Τροποποίηση άρθρου 162 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας 1. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 162 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019, Α' 96), περί του αποδεικτικού της επίδοσης, οι λέξεις ", αλλιώς η επίδοση είναι άκυρη" διαγράφονται και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής: "2. Αυτός που επιδίδει οφείλει επίσης σε κάθε περίπτωση να σημειώσει στο έγγραφο τη χρονολογία και τον τόπο της επίδοσης, καθώς και το πρόσωπο στο οποίο παραδόθηκε, και να υπογράψει τη σχετική σημείωση. Σε περίπτωση επίδοσης βουλεύματος ή απόφασης με παράδοση σε ψηφιακή μορφή, η σημείωση του προηγούμενου εδαφίου διενεργείται επί της εκθέσεως του τελευταίου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 155." 2. Στο τρίτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 162 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, οι λέξεις "αλλιώς η επίδοση είναι άκυρη" διαγράφονται και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής: "3. Η επίδοση μπορεί να αποδεικνύεται και με απόδειξη παραλαβής η οποία συντάσσεται κάτω από το αντίγραφο του εγγράφου που επιδίδεται και υπογράφεται από αυτόν προς τον οποίο γίνεται η επίδοση ή από σύνοικό του. Η απόδειξη συντάσσεται από τα όργανα της επίδοσης ή από τους υπαλλήλους της γραμματείας για τις επιδόσεις που γίνονται μέσα στα δικαστικά καταστήματα και περιέχει απαραιτήτως το ονοματεπώνυμο εκείνου που επιδίδει και εκείνου που παραλαμβάνει το έγγραφο, καθώς και τον τόπο και τη χρονολογία της επίδοσης. Ο τόπος και η χρονολογία της επίδοσης σημειώνεται και στο έγγραφο που παραδίδεται σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ.2". ................... Άρθρο 90 Αντιποίηση επαγγέλματος ψυχολόγου - Αντικατάσταση άρθρου 12 ν. 991/1979 Το άρθρο 12 του ν. 991/1979 (Α' 278), περί ποινικών κυρώσεων, αντικαθίσταται ως εξής: "Άρθρο 12 Αντιποίηση επαγγέλματος ψυχολόγου 1. Όποιος ασκεί το επάγγελμα του ψυχολόγου με οποιονδήποτε τρόπο ή χρησιμοποιεί τον τίτλο του ψυχολόγου σε επαγγελματικές ή επιστημονικές δραστηριότητες, χωρίς άδεια εν ισχύ σύμφωνα με το άρθρο 1, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης έως ένα (1) έτος ή χρηματική ποινή. Η επανειλημμένη τέλεση του αδικήματος του πρώτου εδαφίου συνιστά επιβαρυντική περίσταση. 2. Στο αδίκημα της παρ. 1 εφαρμόζονται τα άρθρα 417 έως 427 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019, Α' 96), περί πλημμελημάτων που καταλαμβάνονται επ' αυτοφώρω." ................... Άρθρο 92 Διασφάλιση εκθέσεων βιωσιμότητας για το οικονομικό έτος 2024 - Μεταβατική διάταξη Για την οικονομική χρήση που ξεκινά εντός του οικονομικού έτους 2024, η διασφάλιση των εκθέσεων βιωσιμότητας του άρθρου 7 του ν. 5164/2024 (Α'202) μπορεί να διενεργηθεί και από τον ορκωτό ελεγκτή λογιστή ή την ελεγκτική εταιρεία που έχει διοριστεί από την τακτική γενική συνέλευση των μετόχων ή των μελών της ελεγχόμενης οντότητας, για τον υποχρεωτικό έλεγχο των οικονομικών καταστάσεων της ίδιας οικονομικής χρήσης. ................... ΜΕΡΟΣ Ζ' Μεταβατικές και καταργούμενες διατάξεις Άρθρο 96 Μεταβατικές διατάξεις 1. Το κεφάλαιο Β' του Μέρους Ε, περί αλλαγών στην καθ' ύλην αρμοδιότητα των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, εφαρμόζεται και στις υποθέσεις για τις οποίες δεν έχει οριστεί δικάσιμος έως τη δημοσίευση του παρόντος. 2. Το κεφάλαιο Γ' του Μέρους Ε', περί αλλαγών στην κατά τόπον αρμοδιότητα εκδίκασης φορολογικών διαφορών και ανακοπών κατά πράξεων της διοικητικής εκτέλεσης, καταλαμβάνει τα ένδικα βοηθήματα και μέσα που ασκούνται μετά τη δημοσίευση του παρόντος. 3. α) Κατ' εξαίρεση, για την πρώτη εφαρμογή, η θητεία του Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατροδικαστών του άρθρου 43 αρχίζει από τη συγκρότησή του και λήγει την 31η Δεκεμβρίου 2026. β) Μέχρι τη συγκρότηση του Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατροδικαστών του άρθρου 43, εξακολουθεί να λειτουργεί το πειθαρχικό συμβούλιο του άρθρου 9Β του ν. 3772/2009 (Α' 112), όπως έχει συγκροτηθεί στο Υπουργείο Δικαιοσύνης. Οι υποθέσεις που εκκρεμούν στο υφιστάμενο πειθαρχικό συμβούλιο διαβιβάζονται στο πειθαρχικό συμβούλιο του άρθρου 43 το αργότερο μέσα σε έναν (1) μήνα από τη συγκρότησή του. 4. Το άρθρο 84 εφαρμόζεται και σε υποθέσεις για τις οποίες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος έχει ήδη κοινοποιηθεί το πρακτικό ματαίωσης ή έχει συντελεστεί σιωπηρή απόρριψη, για τις οποίες η προθεσμία των εξήντα (60) ημερών της παρ. 7 του άρθρου 16 του ν. 4714/2020 (Α' 148), περί Επιτροπής Εξώδικης Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών, αρχίζει από την επομένη της ειδοποίησης των διαδίκων από τη γραμματεία της Επιτροπής ή του οικείου δικαστηρίου. Άρθρο 97 Καταργούμενες διατάξεις Στον Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 4938/2022, Α' 109) καταργούνται οι ακόλουθες διατάξεις: α) με ισχύ από τη 16η.9.2024, το άρθρο 7, περί σύμμετρης κατανομής πολιτικών υποθέσεων μεταξύ των ειρηνοδικών της περιφέρειας του ίδιου πρωτοδικείου, και η παρ. 5 του άρθρου 88, περί προαγωγής παρέδρων πρωτοδικείων και εισαγγελίας, β) το πέμπτο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 41, περί διορισμού δικαστικών λειτουργών, και γ) το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 100, περί μετάβασης των επιθεωρητών στην έδρα των ειρηνοδικείων και πταισματοδικείων. ΜΕΡΟΣ Η' Έναρξη ισχύος Άρθρο 98 Έναρξη ισχύος Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του. Αθήνα, 28 Ιανουαρίου 2025