Ν. 4855/2021 Τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα, του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και άλλες επείγουσες διατάξεις. ΦΕΚ 215/A/12.11.2021 Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή: ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: Τροποποιήσεις Γενικού και Ειδικού Μέρους Ποινικού Κώδικα ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α': Τροποποιήσεις Γενικού Μέρους Ποινικού Κώδικα Άρθρο 1: Εγκλήματα στην αλλοδαπή που τιμωρούνται πάντοτε κατά τους ελληνικούς νόμους - Μετονομασία του αδικήματος της ψευδορκίας σε ψευδή κατάθεση - Τροποποίηση της περ. ε' του άρθρου 8 ΠΚ Άρθρο 2: Απρόσφορη απόπειρα - Προσθήκη άρθρου 43 στον ΠΚ Άρθρο 3: Δικαστική επιμέτρηση της ποινής - Τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 79 ΠΚ Άρθρο 4: Επιμέτρηση και απότιση χρηματικής ποινής - Τροποποίηση της παρ. 4 και αντικατάσταση των παρ. 5 και 6 του άρθρου 80 ΠΚ Άρθρο 5: Επιμέτρηση της ποινής της παροχής κοινωφελούς εργασίας - Τροποποίηση της παρ. 4 και αντικατάσταση της παρ. 5 του άρθρου 81 ΠΚ Άρθρο 6: Προσθήκη της ποινής της παροχής κοινωφελούς εργασίας για τον υπολογισμό του χρόνου προσωρινής κράτησης - Τροποποίηση της παρ. 4 του άρθρου 82 ΠΚ Άρθρο 7: Μειωμένη ποινή - Τροποποίηση του άρθρου 83 ΠΚ Άρθρο 8: Συνολική ποινή στην περίπτωση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή - Τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 94 ΠΚ Άρθρο 9: Αναστολή εκτέλεσης της ποινής υπό όρο - Αντικατάσταση των παρ. 1 και 4 του άρθρου 99 ΠΚ Άρθρο 10: Αναστολή εκτέλεσης μέρους της ποινής - Αντικατάσταση του άρθρου 100 ΠΚ Άρθρο 11: Ανάκληση της αναστολής - Αντικατάσταση του άρθρου 101 ΠΚ Άρθρο 12: Άρση της αναστολής - Αντικατάσταση της παρ. 1 του άρθρου 102 ΠΚ Άρθρο 13: Ενέργεια αλλοδαπής απόφασης - Τροποποίηση του άρθρου 103 ΠΚ Άρθρο 14: Δικαστικές δαπάνες και παρεπόμενες ποινές - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 104 ΠΚ Άρθρο 15: Διάρκεια κοινωφελούς εργασίας - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 104Α ΠΚ Άρθρο 16: Λόγοι δικαστικής άφεσης της ποινής - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου104Β ΠΚ Άρθρο 17: Έκτιση της ποινής στην κατοικία - Τροποποίηση του άρθρου 105 ΠΚ Άρθρο 18: Παροχή κοινωφελούς εργασίας - Αντικατάσταση της παρ. 4 του άρθρου 105Α ΠΚ Άρθρο 19: Απόλυση υπό τον όρο της ανάκλησης - Τροποποίηση των παρ. 1, 4 και 6 του άρθρου 105Β ΠΚ Άρθρο 20: Προϋποθέσεις για τη χορήγηση της απόλυσης - Τροποποίηση των παρ. 1 και 2 του άρθρου 106 ΠΚ Άρθρο 21: Ανάκληση της απόλυσης - Τροποποίηση του άρθρου 107 ΠΚ Άρθρο 22: Άρση της απόλυσης - Τροποποίηση του άρθρου 108 ΠΚ Άρθρο 23: Συνέπειες της μη ανάκλησης - Τροποποίηση του άρθρου 109 ΠΚ Άρθρο 24: Χορήγηση της υπό όρο απόλυσης - Προσθήκη παρ. 5 στο άρθρο 110 ΠΚ Άρθρο 25: Απόλυση υπό τον όρο της κατ' οίκον έκτισης της ποινής με ηλεκτρονική επιτήρηση - Τροποποίηση των παρ. 6, 7 και 8 και προσθήκη παρ. 11 στο άρθρο 110Α ΠΚ Άρθρο 26: Αναστολή της παραγραφής - Τροποποίηση της παρ. 2 και αντικατάσταση της παρ. 4 του άρθρου 113 ΠΚ Άρθρο 27: Έναρξη της παραγραφής του χρόνου των ποινών - Τροποποίηση του άρθρου 119 ΠΚ Άρθρο 28: Απόλυση υπό όρο - Τροποποίηση των παρ. 3 και 6 του άρθρου 129 ΠΚ Άρθρο 29: Απόλυση υπό τον όρο του κατ' οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση - Τροποποίηση των παρ. 5 και 6 του άρθρου 129Α ΠΚ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Τροποποιήσεις Ειδικού Μέρους Ποινικού Κώδικα Άρθρο 30: Εσχάτη προδοσία - Αναμόρφωση της ποινής - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 134 ΠΚ Άρθρο 31: Δωροληψία πολιτικών προσώπων - Τροποποίηση της παρ. 4 του άρθρου 159 ΠΚ Άρθρο 32: Δωροδοκία πολιτικών προσώπων - Τροποποίηση της περ. γ' της παρ. 4 του άρθρου 159Α ΠΚ Άρθρο 33: Διατάραξη της λειτουργίας υπηρεσίας - Πλαίσιο ποινής - Τροποποίηση της παρ. 3 του άρθρου 168 ΠΚ Άρθρο 34: Παραβίαση δικαστικών αποφάσεων και συμφωνιών που επικυρώθηκαν από συμβολαιογράφο - Τροποποίηση του άρθρου 169Α ΠΚ Άρθρο 35: Αξιόποινη υποστήριξη - Τροποποίηση της παρ. 3 του άρθρου 187Β ΠΚ Άρθρο 36: Διασπορά ψευδών ειδήσεων - Αντικατάσταση του άρθρου 191 ΠΚ Άρθρο 37: Παραχάραξη νομίσματος και άλλων μέσων πληρωμής - Πλαίσιο ποινής - Τροποποίηση της παρ. 3 του άρθρου 207 ΠΚ Άρθρο 38: Κυκλοφορία πλαστών νομισμάτων και άλλων μέσων πληρωμής - Πλαίσιο ποινής - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 208 ΠΚ Άρθρο 39: Προπαρασκευαστικές πράξεις - Τροποποίηση του άρθρου 211 ΠΚ Άρθρο 40: Διακεκριμένη περίπτωση πλαστογραφίας - Τροποποίηση της παρ. 3 του άρθρου 216 ΠΚ Άρθρο 41: Ψευδής κατάθεση - Προσθήκη παρ. 4 στο άρθρο 224 ΠΚ Άρθρο 42: Δωροληψία υπαλλήλου - Αντικατάσταση της παρ. 5 του άρθρου 235 ΠΚ Άρθρο 43: Δωροδοκία υπαλλήλου - Πλαίσιο ποινής - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 236 ΠΚ Άρθρο 44: Ευνοϊκά μέτρα - Κατάργηση της παρ. 1 και τροποποίηση των παρ. 2, 3, 4 του άρθρου 263Α ΠΚ Άρθρο 45: Εμπρησμός - Αντικατάσταση του άρθρου 264 ΠΚ Άρθρο 46: Εμπρησμός σε δάση - Αντικατάσταση του άρθρου 265 ΠΚ Άρθρο 47: Πλημμύρα - Τροποποίηση του άρθρου 268 ΠΚ Άρθρο 48: Έκρηξη - Τροποποίηση του άρθρου 270 ΠΚ Άρθρο 49: Κατασκευή και κατοχή εκρηκτικών και εμπρηστικών υλών -Τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 272 ΠΚ Άρθρο 50: Κοινώς επικίνδυνη βλάβη - Τροποποίηση του άρθρου 273 ΠΚ Άρθρο 51: Άρση ασφαλιστικών εγκαταστάσεων - Τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 275 ΠΚ Άρθρο 52: Πρόκληση ναυαγίου - Τροποποίηση του άρθρου 277 ΠΚ Άρθρο 53: Δηλητηρίαση πραγμάτων προορισμένων για χρήση από το κοινό από αμέλεια - Αντικατάσταση της παρ. 3 του άρθρου 279 ΠΚ Άρθρο 54: Επιβλαβή φάρμακα - Προσθήκη άρθρου 281 ΠΚ Άρθρο 55: Παραβίαση μέτρων για την πρόληψη ασθενειών από αμέλεια - Αντικατάσταση της παρ. 4 του άρθρου 285 ΠΚ Άρθρο 56: Παραβίαση κανόνων οικοδομικής από αμέλεια - Τροποποίηση του άρθρου 286 ΠΚ Άρθρο 57: Έμπρακτη μετάνοια και δικαστική άφεση της ποινής - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 289 ΠΚ Άρθρο 58: Επικίνδυνες παρεμβάσεις στην οδική συγκοινωνία - Τροποποίηση του άρθρου 290 ΠΚ Άρθρο 59: Επικίνδυνη οδήγηση - Τροποποίηση του άρθρου 290Α ΠΚ Άρθρο 60: Επικίνδυνες παρεμβάσεις στη συγκοινωνία μέσων σταθερής τροχιάς, πλοίων και αεροσκαφών - Τροποποίηση του άρθρου 291 ΠΚ Άρθρο 61: Εγκλήματα κατά της ασφάλειας των τηλεφωνικών επικοινωνιών - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 292Α ΠΚ Άρθρο 62: Παρακώλυση της λειτουργίας άλλων κοινωφελών εγκαταστάσεων - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 293 ΠΚ Άρθρο 63: Ανθρωποκτονία με δόλο - Πλαίσιο ποινής - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 299 ΠΚ Άρθρο 64: Σωματική βλάβη - Τροποποίηση των παρ. 1 και 2 του άρθρου 308 ΠΚ Άρθρο 65: Επικίνδυνη σωματική βλάβη - Πλαίσιο ποινής - Τροποποίηση του άρθρου 309 ΠΚ Άρθρο 66: Βαριά σωματική βλάβη - Αντικατάσταση του άρθρου 310 ΠΚ Άρθρο 67: Σωματική βλάβη από αμέλεια - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 314 ΠΚ Άρθρο 68: Εγκλήματα κατά της σωματικής ακεραιότητας υπαλλήλου - Ιδιαίτερα επιβαρυντική περίσταση - Προσθήκη άρθρου 315Α στον ΠΚ Άρθρο 69: Εμπορία ανθρώπων - Τροποποίηση των παρ. 1, 2 και 3 του άρθρου 323Α ΠΚ Άρθρο 70: Αυτοδικία - Τροποποίηση του άρθρου 331 ΠΚ Άρθρο 71: Βιασμός - Τροποποίηση των παρ. 3 και 4 του άρθρου 336 ΠΚ Άρθρο 72: Προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας - Τροποποίηση των παρ. 1 και 4 του άρθρου 337 ΠΚ Άρθρο 73: Κατάχρηση ανικάνου προς αντίσταση σε γενετήσια πράξη - Τροποποίηση των παρ. 1 και 2 του άρθρου 338 ΠΚ Άρθρο 74: Γενετήσιες πράξεις με ανηλίκους ή ενώπιόν τους - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 339 ΠΚ Άρθρο 75: Γενική διάταξη για τα άρθρα 338 και 339 ΠΚ - Προσθήκη άρθρου 340 στον ΠΚ Άρθρο 76: Κατάχρηση ανηλίκων - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 342 ΠΚ Άρθρο 77: Κατάχρηση σε γενετήσια πράξη προσώπου που αναζητά εργασία - Αντικατάσταση της περ. β' του άρθρου 343 ΠΚ Άρθρο 78: Έγκληση - Τροποποίηση του άρθρου 344 ΠΚ Άρθρο 79: Γενετήσια πράξη μεταξύ συγγενών - Πλαίσιο ποινής - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 345 ΠΚ Άρθρο 80: Πορνογραφία ανηλίκων - Πλαίσιο ποινής - Τροποποίηση της παρ. 4 του άρθρου 348Α ΠΚ Άρθρο 81: Μαστροπεία - Τροποποίηση του άρθρου 349 ΠΚ Άρθρο 82: Γενετήσια πράξη με ανήλικο έναντι αμοιβής - Τροποποίηση του άρθρου 351Α ΠΚ Άρθρο 83: Προσβολή γενετήσιας ευπρέπειας - Τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 353 ΠΚ Άρθρο 84: Παραμέληση της εποπτείας ανηλίκου - Τροποποίηση του άρθρου 360 ΠΚ Άρθρο 85: Παραβάσεις σχετικά με την υιοθεσία ανηλίκου - Τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 360Α ΠΚ Άρθρο 86: Κλοπή - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 372 ΠΚ Άρθρο 87: Υπεξαίρεση - Πλαίσιο ποινής - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 375 ΠΚ Άρθρο 88: Κλοπή και υπεξαίρεση μικρής αξίας - Τροποποίηση του πρώτου εδαφίου του άρθρου 377 ΠΚ Άρθρο 89: Ληστεία - Πλαίσιο ποινής - Τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 380 ΠΚ Άρθρο 90: Προϋποθέσεις αποχής από την ποινική δίωξη - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 381 ΠΚ Άρθρο 91: Εκβίαση - Τροποποίηση των παρ. 1 και 2 του άρθρου 385 ΠΚ Άρθρο 92: Απάτη - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 386 ΠΚ Άρθρο 93: Απάτη με υπολογιστή - Τροποποίηση της περ. ε' της παρ.1 του άρθρου 386Α ΠΚ Άρθρο 94: Απιστία - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 390 ΠΚ Άρθρο 95: Αποδοχή και διάθεση προϊόντων εγκλήματος - Τροποποίηση της παρ. 1 και προσθήκη παρ. 4 στο άρθρο 394 ΠΚ Άρθρο 96: Δωροληψία και δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα - Τροποποίηση του άρθρου 396 ΠΚ Άρθρο 97: Αλιεία στην αιγιαλίτιδα ζώνη και τα εσωτερικά ύδατα - Προσθήκη άρθρου 398 στον ΠΚ Άρθρο 98: Τοκογλυφία - Πλαίσιο ποινής - Τροποποίηση του άρθρου 404 ΠΚ Άρθρο 99: Γενική διάταξη για την άσκηση της ποινικής δίωξης κατ' έγκληση στο αδίκημα του άρθρου 394 ΠΚ - Τροποποίηση της παρ.1 του άρθρου 405 ΠΚ ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ: Τροποποιήσεις Κώδικα Ποινικής Δικονομίας Άρθρο 100: Δικαιώματα του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου στο πλαίσιο της ανώτατης εποπτείας στην ανάκριση - Τροποποίηση του τελευταίου εδαφίου του άρθρου 32 ΚΠΔ Άρθρο 101: Προθεσμία περάτωσης προκαταρκτικής εξέτασης και έλεγχος αδικαιολόγητης υπέρβασης αυτής - Τροποποίηση της παρ. 4 του άρθρου 35 ΚΠΔ Άρθρο 102: Κίνηση ποινικής δίωξης επί ανηλίκων για πράξεις που αν τις διέπραττε ο ανήλικος, θα διατασσόταν προκαταρκτική εξέταση - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 43 ΚΠΔ Άρθρο 103: Αποχή από την ποινική δίωξη μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος με πράξεις του προϊσταμένου εισαγγελέα του τμήματος οικονομικού εγκλήματος - Τροποποίηση του άρθρου 47 ΚΠΔ Άρθρο 104: Κήρυξη απαράδεκτης νέας δίωξης για την ίδια πράξη λόγω εκκρεμοδικίας - Τροποποίηση της παρ. 3 του άρθρου 57 ΚΠΔ Άρθρο 105: Αναβολή με πράξη του εισαγγελέα κάθε ενέργειας κατά του θύματος για την περίπτωση διάπραξης του εγκλήματος του άρθρου 351Α ΠΚ - Τροποποίηση των παρ. 2,3 και 4 του άρθρου 59 ΚΠΔ Άρθρο 106: Δικαίωμα παράστασης του κατηγορούμενου ανηλίκου με συνήγορο - Τροποποίηση της παρ. 3 του άρθρου 99 ΚΠΔ Άρθρο 107: Αρμοδιότητα μονομελούς εφετείου επί εγκλημάτων του Δασικού Κώδικα και του νόμου περί προστασίας των δασών - Τροποποίηση της περ. β' του άρθρου 110 ΚΠΔ Άρθρο 108: Αρμοδιότητα τριμελούς εφετείου επί κακουργημάτων αρμοδιότητας του μονομελούς εφετείου - Τροποποίηση των περ. 5 και 6 της παρ. Α του άρθρου 111 ΚΠΔ Άρθρο 109: Αρμοδιότητα μονομελούς πλημμελειοδικείου επί των αδικημάτων του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 157 του ν. 2960/2001 του πρώτου εδαφίου της παρ. 8 του άρθρου 7, του πρώτου εδαφίου της παρ. 13 του άρθρου 10, της παρ. 2 του άρθρου 12 και του άρθρου 14 του ν. 2168/1993 και της παρ. 1 του άρθρου 372 ΠΚ - Τροποποίηση του άρθρου 115 ΚΠΔ Άρθρο 110: Εφαρμογή των διατάξεων του Κώδικα περί Δικηγόρων επί πλημμελήματος σε βάρος μελών δικαστηρίου - Αντικατάσταση τίτλου και τροποποίηση του άρθρου 117 ΚΠΔ Άρθρο 111: Κατ' εξαίρεση αρμοδιότητα του μονομελούς πλημμελειοδικείου - Τροποποίηση της περ. β' του άρθρου 119 ΚΠΔ Άρθρο 112: Εξαίρεση από την παραπομπή στον εισαγγελέα σε περίπτωση αναρμοδιότητας του μονομελούς πλημμελειοδικείου - Προσθήκη παρ. 4 στο άρθρο 120 ΚΠΔ Άρθρο 113: Αναρμοδιότητα του δικαστηρίου που δίκασε πρωτοδίκως - Αντικατάσταση του άρθρου 121 ΚΠΔ Άρθρο 114: Αρμοδιότητα προϊσταμένου οικονομικού εγκλήματος επί της εποπτείας και του συντονισμού των εισαγγελέων οικονομικού εγκλήματος - Τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 132 ΚΠΔ Άρθρο 115: Ιδιότητα του παριστάμενου στην ποινική διαδικασία προς υποστήριξη της κατηγορίας ως διόρθωση και συμπλήρωση της απόφασης, της ποινικής διαταγής, της διάταξης και των πρακτικών - Τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 145 ΚΠΔ Άρθρο 116: Ανάλυση DNA επί αυτοφώρων εγκλημάτων - Εποπτεία του ειδικού αρχείου γενετικών τύπων - Καταστροφή στοιχείων - Τροποποίηση των παρ. 1, 2 και 3 του άρθρου 201 ΚΠΔ Άρθρο 117: Μαρτυρία συγκατηγορουμένου ως μόνο αποδεικτικό μέσο - Τροποποίηση του άρθρου 211 ΚΠΔ Άρθρο 118: Προστασία μαρτύρων μέσω μετεγκατάστασης σε άλλη χώρα - Τροποποίηση της παρ. 4 του άρθρου 218 ΚΠΔ Άρθρο 119: Κατάθεση μάρτυρα χωρίς αναφορά της πηγής πληροφοριών - Τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 224 ΚΠΔ Άρθρο 120: Εξέταση ανήλικων μαρτύρων θυμάτων προσβολής προσωπικής και γενετήσιας ελευθερίας - Τροποποίηση της παρ. 1 και αντικατάσταση της παρ. 7 του άρθρου 227 ΚΠΔ Άρθρο 121: Μάρτυρες θύματα προσβολής προσωπικής και γενετήσιας ελευθερίας και οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής - Τροποποίηση των παρ. 1, 5 και 6 του άρθρου 228 ΚΠΔ Άρθρο 122: Χωρισμός της υπόθεσης επί συναφών εγκλημάτων και εισαγωγή της στο δικαστικό συμβούλιο - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 245 ΚΠΔ Άρθρο 123: Αρμοδιότητα για την άρση κατάσχεσης - Δυνατότητα προσφυγής κατά της απορριπτικής διάταξης του εισαγγελέα ή του ανακριτή - Τροποποίηση του τίτλου και της παρ. 3 του άρθρου 269 ΚΠΔ Άρθρο 124: Λόγοι επιβολής περιοριστικών όρων - Τροποποίηση της παρ. 3 του άρθρου 282 ΚΠΔ Άρθρο 125: Κατ' οίκον περιορισμός με ηλεκτρονική επιτήρηση - Διάρκεια του κατ' οίκον περιορισμού για το πλημμέλημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή - Τροποποίηση των παρ. 2 και 4 του άρθρου 284 ΚΠΔ Άρθρο 126: Ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων περί αντικατάστασης της προσωρινής κράτησης μετά από παραπεμπτικό βούλευμα επί του κατ' οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση σε σχέση με τη διάρκεια, άρση, εξακολούθηση ή παράτασή του - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 285 ΚΠΔ Άρθρο 127: Η προσωρινή κράτηση ανηλίκων - Τροποποίηση του άρθρου 287 ΚΠΔ Άρθρο 128: Έναρξη υπολογισμού της προθεσμίας άσκησης προσφυγής του κατηγορουμένου - Δυνατότητα άρσης των περιοριστικών όρων - Τροποποίηση του τίτλου και των παρ. 1 και 4 του άρθρου 290 ΚΠΔ Άρθρο 129: Επιβολή περιοριστικών όρων ή κατ' οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση -Τροποποίηση της παρ. 4 του άρθρου 292 ΚΠΔ Άρθρο 130: Ανώτατα όρια προσωρινής κράτησης σε περίπτωση συρροής εγκλημάτων - Αντικατάσταση του τίτλου του άρθρου 293 ΚΠΔ Άρθρο 131: Άρση ή αντικατάσταση προσωρινής κράτησης, κατ' οίκον περιορισμού και περιοριστικών όρων μετά την παραπομπή του κατηγορουμένου - Αντικατάσταση του τίτλου και της παρ. 1 του άρθρου 294 ΚΠΔ Άρθρο 132: Προϋποθέσεις απόδοσης της εγγύησης - Τροποποίηση της παρ. 1 και προσθήκη παρ. 3 στο άρθρο 299 ΚΠΔ Άρθρο 133: Περάτωση της κύριας ανάκρισης σε υποθέσεις ανηλίκων κατηγορουμένων, πλημμελημάτων και αγνώστου δράστη - Τροποποίηση των παρ. 1, 3 και 5 του άρθρου 308 ΚΠΔ Άρθρο 134: Υποχρεωτικός διορισμός δικηγόρου για πλημμελήματα για τα οποία ο νόμος απειλεί ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών (3) ετών - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 340 ΚΠΔ Άρθρο 135: Ενημέρωση του κατηγορουμένου πριν από την απόφαση για την ενοχή - Αντικατάσταση της παρ. 2 του άρθρου 343 ΚΠΔ Άρθρο 136: Αίτηση για την ακύρωση της απόφασης, εφόσον ο κατηγορούμενος δεν μπορεί να ασκήσει έφεση - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 430 ΚΠΔ Άρθρο 137: Ποια είναι τα ένδικα μέσα - Αντικατάσταση του άρθρου 462 ΚΠΔ Άρθρο 138: Άσκηση ενδίκων μέσων από τον εισαγγελέα - Τροποποίηση του άρθρου 465 ΚΠΔ Άρθρο 139: Παραδεκτή άσκηση ενδίκου μέσου ως προϋπόθεση αναστολής - Χορήγηση αναστολής από το τριμελές ή πενταμελές εφετείο - Τροποποίηση του άρθρου 471 ΚΠΔ Άρθρο 140: Προθεσμία για την άσκηση των ένδικων μέσων σε περίπτωση έκδοσης ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης - Πότε άρχεται η προθεσμία για την άσκηση αναίρεσης - Τροποποίηση των παρ. 1, 2 και 3 του άρθρου 473 ΚΠΔ Άρθρο 141: Τρόπος άσκησης αναίρεσης από τον κατηγορούμενο - Τροποποίηση της παρ. 1 και προσθήκη παρ. 2Α στο άρθρο 474 ΚΠΔ Άρθρο 142: Όταν το ένδικο μέσο είναι απαράδεκτο λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος - Άσκηση ενδίκου μέσου από κρατούμενο αναιρεσείοντα - Παραδεκτό ενδίκου μέσου - Τροποποίηση των παρ. 1 και 2 και προσθήκη νέας παρ. 2Α στο άρθρο 476 ΚΠΔ Άρθρο 143: Σε ποιους επιτρέπεται έφεση κατά του βουλεύματος - Τροποποίηση του άρθρου 477 ΚΠΔ Άρθρο 144: Άσκηση έφεσης κατά του βουλεύματος του συμβουλίου πλημμελειοδικών από τον κατηγορούμενο για λόγους εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης - Τροποποίηση της περ. β' της παρ. 1 του άρθρου 478 ΚΠΔ Άρθρο 145: Προθεσμία άσκησης αίτησης αναίρεσης κατά του βουλεύματος του συμβουλίου πλημμελειοδικών - Τροποποίηση της παρ. 3 του άρθρου 483 ΚΠΔ Άρθρο 146: Παραδεκτό άσκησης αίτησης αναίρεσης ως προϋπόθεση για την εξέτασή της - Τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 484 ΚΠΔ Άρθρο 147: Αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενα ζητήματα επί παραδεκτής έφεσης κατά της απόφασης που κηρύσσει αναρμοδιότητα - Τροποποίηση του άρθρου 488 ΚΠΔ Άρθρο 148: Έφεση εναντίον καταδικαστικής απόφασης τριμελούς πλημμελειοδικείου και εφετείου για πλημμελήματα από τον κατηγορούμενο και τον εισαγγελέα - Τροποποίηση της περ. β' και κατάργηση της περ. δ' του άρθρου 489 ΚΠΔ Άρθρο 149: Έφεση στην περίπτωση μη καταβολής χρηματικής ποινής - Αντικατάσταση τίτλου και άρθρου 490 ΚΠΔ Άρθρο 150: Άσκηση έφεσης από τον εισαγγελέα εφετών κατά καταδικαστικής απόφασης του μονομελούς εφετείου της περιφέρειας του εφετείου του - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 491 ΚΠΔ Άρθρο 151: Ανασταλτική δύναμη της έφεσης - Τροποποίηση της παρ. 2 κατάργηση της παρ. 3 και αντικατάσταση πρώτου εδαφίου της παρ. 5 του άρθρου 497 ΚΠΔ Άρθρο 152: Επιδόσεις επί έφεσης σε περίπτωση μη διορισμού αντικλήτου ή μη ακριβούς δηλωθείσας διεύθυνσης - Τροποποίηση του άρθρου 498 ΚΠΔ Άρθρο 153: Παραδεκτό της έφεσης - Απουσία του εκκαλούντος κατά τη νέα συζήτηση μετά από διακοπή ή αναβολή - Τροποποίηση των παρ. 1, 2 και 3 και προσθήκη παρ. 4 στο άρθρο 501 ΚΠΔ Άρθρο 154: Αρμόδιο δικαστήριο για την τύχη της εγγύησης - Τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 503 ΚΠΔ Άρθρο 155: Προθεσμία αναίρεσης για τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου - Τροποποίηση του άρθρου 507 ΚΠΔ Άρθρο 156: Λόγοι αναίρεσης που εξετάζονται αυτεπαγγέλτως - Αυτεπάγγελτη εφαρμογή του επιεικέστερου νόμου που ισχύει μέχρι τη δημοσίευση της απόφασης του Αρείου Πάγου - Τροποποίηση του άρθρου 511 ΚΠΔ Άρθρο 157: Υποχρέωση του εισαγγελέα για κατάθεση σημειώματος - Αντικατάσταση του άρθρου 513 ΚΠΔ Άρθρο 158: Μη δυνατότητα άσκησης δεύτερης αναίρεσης - Τροποποίηση του άρθρου 514 ΚΠΔ Άρθρο 159: Σύνθεση του δικαστηρίου της παραπομπής - Αντικατάσταση του άρθρου 522 ΚΠΔ Άρθρο 160: Προθεσμία για την υποβολή της αίτησης για επανεξέταση προταθέντος λόγου αναίρεσης - Τροποποίηση του άρθρου 523 ΚΠΔ Άρθρο 161: Δέσμευση των αποφάσεων της ολομέλειας και των τμημάτων του Αρείου Πάγου κατά τη συζήτηση στο δικαστήριο της παραπομπής - Προσθήκη εδαφίου στην παρ. 1 του άρθρου 524 ΚΠΔ Άρθρο 162: Αίτηση και προϋποθέσεις για επανάληψη ποινικής διαδικασίας σε όφελος του καταδικασμένου - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 525 ΚΠΔ Άρθρο 163: Αντικατάσταση τίτλου εβδόμου βιβλίου ΚΠΔ Άρθρο 164: Εκτέλεση περισσοτέρων αποφάσεων για το ίδιο έγκλημα - Τρόπος κλήτευσης του καταδικασθέντος στο αρμόδιο δικαστήριο - Τροποποίηση του άρθρου 550 ΚΠΔ Άρθρο 165: Αρμόδιο δικαστήριο για τον καθορισμό της συνολικής ποινής επί καταδικών που απαγγέλθηκαν από δικαστήρια ανηλίκων για διαφορετικά εγκλήματα - Προσθήκη εδαφίων στην παρ. 2 του άρθρου 551 ΚΠΔ Άρθρο 166: Εκτέλεση της στερητικής της ελευθερίας ποινής επί περισσότερων καταδικαστικών αποφάσεων κατά του ιδίου προσώπου - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 552 ΚΠΔ Άρθρο 167: Βεβαίωση χρηματικών ποινών - Τροποποίηση του άρθρου 553 ΚΠΔ Άρθρο 168: Δυνητική αναβολή της εκτέλεσης - Τροποποίηση του άρθρου 556 ΚΠΔ Άρθρο 169: Μη εξαίρεση από την ιδιάζουσα δωσιδικία δικηγόρων ή δικαστών για τα αδικήματα του α.ν. 86/1967 και του α.ν. 690/1945 - Τροποποίηση του άρθρου 586 ΚΠΔ Άρθρο 170: Αναβολή εκτέλεσης επί ποινής που έχει μετατραπεί σε χρηματική - Προσθήκη άρθρου 593 στον ΚΠΔ ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ: Άλλες Διατάξεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α': Λοιπές Ρυθμίσεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης Άρθρο 171: Δέσμευση και απαγόρευση εκποίησης περιουσιακών στοιχείων - Τροποποίηση των παρ. 7, 8 και 10 του άρθρου 42 του ν. 4557/2018 Άρθρο 172: Εθνικός Ανταποκριτής της EUROJUST - Τροποποίηση του άρθρου 2 του ν. 3663/2008 Άρθρο 173: Αρμόδια Αρχή για κοινή ομάδα έρευνας - Τροποποίηση του άρθρου 15 του ν. 3663/2008 Άρθρο 174: Δυνατότητα άρσης του απορρήτου για τη διακρίβωση των κακουργημάτων της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης, του εμπρησμού σε δάση, κλοπής και απάτης - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 2225/1994 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Τροποποιήσεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας Άρθρο 175: Αρμόδιος Συμβολαιογράφος για την διενέργεια του πλειστηριασμού- Ακατάσχετες απαιτήσεις που προβλέπονται σε ειδικότερους νόμους - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 959, των παρ. 2 και 3 του άρθρου 982, της παρ. 1 του άρθρου 985 και της παρ. 1 του άρθρου 998 ΚΠολΔ Άρθρο 176: Μεταβατικές διατάξεις - Αντικατάσταση στην περ. ζ), η), θ), ι), ια) και προσθήκη της περ. ιβ) της παρ. του 6 άρθρου 116 του ν. 4842/2021 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ': Λοιπές Ρυθμίσεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης Άρθρο 177: Ρυθμίσεις σχετικά με το Γραφείο Ευρωπαίων Εντεταλμένων Εισαγγελέων (ΕΕΕ) - Τροποποίηση των παρ. 1 και 2 του άρθρου 15 του ν. 4786/2021 Άρθρο 178: Μεταβατική διάταξη για τις εκκρεμείς υποθέσεις αρμοδιότητας της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας - Αντικατάσταση του άρθρου 42 του ν. 4786/2021 Άρθρο 179: Απόσπαση δικαστικών λειτουργών - Τροποποίηση της παρ. 6 του άρθρου 51 Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών Άρθρο 180: Απασχόληση δικαστικών λειτουργών στο εθνικό τμήμα του συστήματος πληροφοριών της Σύμβασης Εφαρμογής Σένγκεν - Τροποποίηση του δεύτερου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 21 του ν. 2521/1997 Άρθρο 181: Ανακατανομή οργανικών θέσεων δικαστικών υπαλλήλων Άρθρο 182: Περιορισμοί στο δικαίωμα της παραίτησης δικαστικού υπαλλήλου - Τροποποίηση της παρ. 3 του άρθρου 214 του ν. 4798/2021 Άρθρο 183: Κατάργηση αποκλεισμού του δικαιώματος παράστασης προς υποστήριξη κατηγορίας στο Ειδικό Δικαστήριο - Κατάργηση της παρ. 5 του άρθρου 15 του ν. 3126/2003 ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ: Μεταβατικές Διατάξεις Άρθρο 184: Μεταβατικές διατάξεις - Τροποποίηση της παρ. 1 και προσθήκη παρ. 2, 3 και 4 στο άρθρο 465 ΠΚ Άρθρο 185: Μεταβατική διάταξη για την αποδέσμευση και απαγόρευση εκποίησης περιουσιακών στοιχείων που δεσμεύθηκαν από την Αρχή καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ: Καταργούμενες Διατάξεις Άρθρο 186: Καταργούμενες διατάξεις ΜΕΡΟΣ ΕΚΤΟ: Άλλες Επείγουσες Διατάξεις ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α': Επείγουσες Διατάξεις Υπουργείου Εθνικής Άμυνας Άρθρο 187: Ρύθμιση για τη ναυπήγηση του Ταχέος Περιπολικού Κατευθυνόμενων Βλημάτων (ΤΠΚ) υπ' αριθμ. 7 του Πολεμικού Ναυτικού - Προσθήκη παρ. 16 στο στοιχείο Α' του άρθρου 32 του ν. 4361/2016 Άρθρο 188: Ρύθμιση για την ολοκλήρωση εργασιών σε υποβρύχια (Υ/Β) του Πολεμικού Ναυτικού - Προσθήκη εδαφίων στην παρ. 5 του άρθρου 26 του ν. 4258/2014 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Επείγουσες Ρυθμίσεις για το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης Άρθρο 189: Διάθεση ποσού από τα έσοδα του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης για τη χορήγηση επιδόματος θέρμανσης και για παρεμφερείς σκοπούς - Τροποποίηση του άρθρου εξηκοστού πρώτου του ν. 4839/2021 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ': Επείγουσες Διατάξεις για την Αντιμετώπιση της Διασποράς του Κορωνοϊού COVID-19 Άρθρο 190: Υπηρεσία ενημέρωσης για την πρόληψη από τον κορωνοϊό COVID-19 Άρθρο 191: Σύσταση Μητρώων εμβολιασμένων εξωτερικού κατά του κορωνοϊού COVID-19 - Προσθήκη άρθρου 55Α στον ν. 4764/2020 Άρθρο 192: Σύσταση Μητρώων νοσησάντων εξωτερικού από τον κορωνοϊό COVID-19 Άρθρο 193: Ρυθμίσεις για την καταβολή επιχορήγησης προς τον σκοπό λήψης υποστηρικτικών μέτρων των εμβολιασθέντων ατόμων - Αντικατάσταση της παρ. 7 του άρθρου 34 του ν. 4816/2021 Άρθρο 194: Χορήγηση προσωρινού ΑΜΚΑ από τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών (Κ.Ε.Π.) - Χορήγηση προσωρινού ΑΜΚΑ από τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών (Κ.Ε.Π.) - Τροποποίηση της παρ. 3 και της παρ. 6 του άρθρου 248 του ν. 4782/2021 Άρθρο 195: Τροποποίηση καταργούμενων διατάξεων του ν. 4727/2020 - Αντικατάσταση της περ. 14 του άρθρου 108 του ν. 4727/2020 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ': Επείγουσες Διατάξεις Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Άρθρο 196: Ανοικτό πρόγραμμα νέων θέσεων εργασίας για την πρώτη πρόσληψη νέων ηλικίας 18-29 ετών - "ΠΡΩΤΟ ΕΝΣΗΜΟ" Άρθρο 197: Επέκταση του ανοιχτού προγράμματος εκατό χιλιάδων (100.000) επιδοτούμενων θέσεων εργασίας - Τροποποίηση των παρ. 1 και 12 του άρθρου 28 του ν. 4726/2020 Άρθρο 198: Αύξηση του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος για τον μήνα Δεκέμβριο 2021 Άρθρο 199: Επέκταση ρύθμισης ασφαλιστικών εισφορών - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 32 του ν. 4756/2020 Άρθρο 200: Παράταση συμβάσεων καθαριότητας e-ΕΦΚΑ Άρθρο 201: Έκτακτα και επείγοντα μέτρα για την προστασία των θέσεων εργασίας στις περιοχές της Περιφέρειας Κρήτης που επλήγησαν από τον σεισμό της 27ης.9.2021 Άρθρο 202: Δελτία ειδήσεων στη νοηματική γλώσσα - Τροποποίηση της παρ. 6 του άρθρου 8 του ν. 4339/2015 ΜΕΡΟΣ ΕΒΔΟΜΟ: Έναρξη Ισχύος Άρθρο 203: Έναρξη ισχύος ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Τροποποιήσεις Γενικού και Ειδικού Μέρους Ποινικού Κώδικα ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' Τροποποιήσεις Γενικού Μέρους Ποινικού Κώδικα Άρθρο 1 Εγκλήματα στην αλλοδαπή που τιμωρούνται πάντοτε κατά τους ελληνικούς νόμους - Μετονομασία του αδικήματος της ψευδορκίας σε ψευδή κατάθεση - Τροποποίηση της περ. ε' του άρθρου 8 ΠΚ Στην περ. ε' του άρθρου 8 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α' 95) η λέξη "ψευδορκία" αντικαθίσταται από τις λέξεις "ψευδή κατάθεση" και το άρθρο 8 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 8 Εγκλήματα στην αλλοδαπή που τιμωρούνται πάντοτε κατά τους ελληνικούς νόμους Οι ελληνικοί ποινικοί νόμοι εφαρμόζονται σε ημεδαπούς και αλλοδαπούς, ανεξάρτητα από τους νόμους του τόπου τέλεσης, για τις εξής πράξεις που τελέστηκαν στην αλλοδαπή: α) εσχάτη προδοσία ή προσβολές της διεθνούς υπόστασης της Χώρας σε βάρος του ελληνικού κράτους, β) εγκλήματα που αφορούν τη στρατιωτική υπηρεσία και την υποχρέωση στράτευσης στην Ελλάδα, γ) αξιόποινη πράξη που τέλεσαν ως υπάλληλοι του ελληνικού κράτους, ή οργάνου ή οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχει την έδρα του στην Ελλάδα, δ) πράξη που στρέφεται εναντίον υπαλλήλου του ελληνικού κράτους ή Έλληνα υπαλλήλου οργάνου ή οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή απευθύνεται προς αυτούς, εφόσον τελείται κατά την άσκηση της υπηρεσίας τους ή σε σχέση με την άσκηση των καθηκόντων τους, ε) ψευδή κατάθεση σε διαδικασία που εκκρεμεί στις ελληνικές αρχές, στ) τρομοκρατικές πράξεις, ζ) πειρατεία, η) εγκλήματα σχετικά με το νόμισμα, θ) παράνομη εμπορία ναρκωτικών, ι) εμπορία ανθρώπων, ια) κάθε άλλο έγκλημα, για το οποίο ειδικές διατάξεις ή διεθνείς συμβάσεις υπογραμμένες και επικυρωμένες από το ελληνικό κράτος προβλέπουν την εφαρμογή των ελληνικών ποινικών νόμων.". Άρθρο 2 Απρόσφορη απόπειρα Προσθήκη άρθρου 43 στον ΠΚ Μετά από το άρθρο 42 ΠΚ προστίθεται άρθρο 43 ως εξής: "Άρθρο 43 Απρόσφορη απόπειρα 1. Όποιος επιχείρησε να εκτελέσει έγκλημα με μέσο ή κατά αντικειμένου τέτοιας φύσης ώστε να αποβαίνει απολύτως αδύνατη η τέλεση του εγκλήματος αυτού τιμωρείται με την ποινή του άρθρου 83 μειωμένη στο μισό. 2. Όποιος επιχείρησε τέτοια απρόσφορη απόπειρα από ευήθεια παραμένει ατιμώρητος.". Άρθρο 3 Δικαστική επιμέτρηση της ποινής Τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 79 ΠΚ Στην παρ. 2 του άρθρου 79 ΠΚ: α) η λέξη "του εγκλήματος" αντικαθίσταται με τη λέξη "της πράξης", β) στην περ. α' μετά από τις λέξεις "τη βλάβη που" προστίθεται η λέξη "αυτή" και το άρθρο 79 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 79 Δικαστική επιμέτρηση της ποινής 1. Με την επιμέτρηση της ποινής καθορίζεται η ανάλογη και δίκαιη τιμωρία του εγκλήματος με βάση τη βαρύτητα της πράξης και το βαθμό ενοχής του υπαιτίου γι' αυτή. Το δικαστήριο σταθμίζει τα στοιχεία που λειτουργούν υπέρ και σε βάρος του υπαιτίου και συνεκτιμά τις συνέπειες της ποινής για τον ίδιο και τους οικείους του. 2. Για την εκτίμηση της βαρύτητας της πράξης το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του: α) τη βλάβη που αυτή προξένησε ή τον κίνδυνο που προκάλεσε, β) τη φύση, το είδος και το αντικείμενο της πράξης, καθώς επίσης όλες τις περιστάσεις χρόνου, τόπου, μέσων και τρόπου που συνόδευσαν την προπαρασκευή ή την εκτέλεσή της. 3. Για την εκτίμηση του βαθμού ενοχής του υπαιτίου, το δικαστήριο εξετάζει: α) την ένταση του δόλου ή το βαθμό της αμέλειάς του, β) τα αίτια που τον ώθησαν στην εκτέλεση του εγκλήματος, την αφορμή που του δόθηκε και τον σκοπό που επιδίωξε, γ) τον χαρακτήρα του και τον βαθμό της ανάπτυξής του που επηρέασαν την πράξη, δ) τις ατομικές και κοινωνικές περιστάσεις και την προηγούμενη ζωή του στο μέτρο που σχετίζονται με την πράξη, ε) τον βαθμό της δυνατότητας και της ικανότητάς του να πράξει διαφορετικά, στ) τη διαγωγή του κατά τη διάρκεια της πράξης και μετά την πράξη και ιδίως τη μετάνοια που επέδειξε και την προθυμία του να επανορθώσει τις συνέπειες της πράξης του. 4. Στοιχεία που λειτουργούν υπέρ του υπαιτίου θεωρούνται ιδίως: α) το ότι αυτός διαδραμάτισε έναν σαφώς υποδεέστερο ρόλο σε πράξη που τελέστηκε από πολλούς, β) το ότι τέλεσε την πράξη σε δικαιολογημένη συναισθηματική φόρτιση, γ) το ότι έθεσε τον εαυτό του στη διάθεση των αρχών χωρίς σημαντική καθυστέρηση, ενώ μπορούσε να διαφύγει, δ) το ότι διευκόλυνε ουσιωδώς την εξιχνίαση του εγκλήματος. 5. Στοιχεία που λειτουργούν σε βάρος του υπαιτίου θεωρούνται ιδίως: α) η κατ' επάγγελμα τέλεση της πράξης, β) η ιδιαίτερη σκληρότητα, γ) η εκμετάλλευση της εμπιστοσύνης του θύματος, δ) το γεγονός ότι το θύμα δεν μπορούσε να προστατεύσει τον εαυτό του, ε) το ότι ο υπαίτιος διαδραμάτισε ιθύνοντα ρόλο σε πράξη που τελέστηκε με συμμετοχή πολλών. 6. Στοιχεία που έχουν αξιολογηθεί από τον νομοθέτη για τον προσδιορισμό της απειλούμενης ποινής δεν λαμβάνονται από το δικαστήριο επιπροσθέτως υπόψη κατά την επιμέτρησή της. 7. Στην απόφαση αναφέρονται ρητά οι λόγοι που δικαιολογούν την κρίση του δικαστηρίου για την επιμέτρηση της ποινής που επέβαλε.". Άρθρο 4 Επιμέτρηση και απότιση χρηματικής ποινής - Τροποποίηση της παρ. 4 και αντικατάσταση των παρ. 5 και 6 του άρθρου 80 ΠΚ Στο άρθρο 80 ΠΚ: α) στην παρ. 4 προστίθενται οι λέξεις ", και αυτεπαγγέλτως," μετά τη φράση "το δικαστήριο καθορίζει" και οι λέξεις "ή εφάπαξ" μετά τη φράση "να καταβάλει σε δόσεις", β) οι παρ. 5 και 6 αντικαθίστανται και το άρθρο 80 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 80 Επιμέτρηση και απότιση χρηματικής ποινής 1. Κατά την επιμέτρηση της χρηματικής ποινής, το δικαστήριο ορίζει στην απόφαση τόσο τον αριθμό των ημερήσιων μονάδων όσο και το ύψος τους. 2. Κατά τον προσδιορισμό του αριθμού των ημερήσιων μονάδων, το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του μόνο τη βαρύτητα της πράξης και την ενοχή του υπαιτίου γι' αυτή. 3. Το δικαστήριο καθορίζει το ύψος κάθε ημερήσιας μονάδας με βάση την προσωπική και οικονομική κατάσταση του υπαιτίου, λαμβάνοντας υπόψη ειδικότερα τα καθαρά έσοδα που αποκτά από την εργασία του κατά μέσο όρο κάθε ημέρα, άλλα τυχόν εισοδήματα και εν γένει την περιουσία του, καθώς και τις οικογενειακές του υποχρεώσεις. Άλλες υποχρεώσεις του μπορούν επίσης να συνυπολογισθούν από το δικαστήριο. 4. Αν ο καταδικασθείς αδυνατεί να καταβάλει αμέσως το σύνολο της χρηματικής ποινής ή η καταβολή της θα συνεπαγόταν την αδυναμία καταβολής της αποζημίωσης στο θύμα, το δικαστήριο καθορίζει, και αυτεπαγγέλτως, προθεσμία, όχι μεγαλύτερη από τρία (3) έτη, ώστε μέσα σε αυτήν να καταβάλει σε δόσεις ή εφάπαξ την ποινή του. 5. Αν η αδυναμία καταβολής της χρηματικής ποινής ή των δόσεων αυτής οφείλεται σε ουσιώδη αλλαγή των όρων της προσωπικής και οικονομικής κατάστασης του καταδικασθέντος μετά την επιβολή της ποινής, ο καταδικασθείς μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση: α) προθεσμία καταβολής της χρηματικής ποινής ή επέκταση αυτής, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει συνολικά τα πέντε (5) έτη, β) μείωση του ύψους της ημερήσιας μονάδας ή γ) αντικατάσταση της χρηματικής ποινής από την προσφορά κοινωφελούς εργασίας, στο μέτρο που ορίζει το δικαστήριο. Κάθε συγκεκριμένο αίτημα μπορεί να υποβληθεί μία μόνο φορά. 6. Σε περίπτωση μη καταβολής της χρηματικής ποινής σύμφωνα με τα παραπάνω αυτή ή το μη καταβληθέν μέρος, βεβαιώνεται κατά το άρθρο 553 ΚΠΔ.". Άρθρο 5 Επιμέτρηση της ποινής της παροχής κοινωφελούς εργασίας - Τροποποίηση της παρ. 4 και αντικατάσταση της παρ. 5 του άρθρου 81 ΠΚ Στο άρθρο 81 ΠΚ: α) στην παρ. 4 απαλείφονται οι λέξεις "η φυλάκιση ή" και οι λέξεις "μία μέρα φυλάκισης ή", η λέξη "εκτελέσει" αντικαθίσταται από τη λέξη "παρέχει" β) αντικαθίσταται η παρ. 5 και το άρθρο 81 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 81 Επιμέτρηση της ποινής της παροχής κοινωφελούς εργασίας 1. Κατά την επιμέτρηση της ποινής της παροχής κοινωφελούς εργασίας λαμβάνονται υπόψη και η ηλικία, η κατάσταση της υγείας του υπαιτίου, καθώς και οι επαγγελματικές και οικογενειακές του υποχρεώσεις. 2. Στην απόφαση ορίζεται η μέγιστη διάρκεια παροχής της κοινωφελούς εργασίας, που δεν μπορεί να υπερβαίνει τους είκοσι τέσσερις (24) μήνες. 3. Η κοινωφελής εργασία πραγματοποιείται προς όφελος του κοινού σε δημόσιες υπηρεσίες, οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ή μη κερδοσκοπικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, που ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης και των κατά περίπτωση συναρμόδιων Υπουργών. Μπορεί επίσης να αφορά και σε παροχή υπηρεσιών προς τον παθόντα, αν υπάρχει η σύμφωνη γνώμη του. Με την ίδια απόφαση ορίζονται επίσης η οργάνωση της παροχής κοινωφελούς εργασίας, η διαδικασία επιλογής, ανάθεσης και επίβλεψης της σχετικής εργασίας και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια. 4. Στην απόφαση καθορίζεται και η χρηματική ποινή που θα πρέπει να αποτίσει ο καταδικασθείς, αν δεν παρέχει με συνέπεια την κοινωφελή εργασία. Τέσσερις ώρες κοινωφελούς εργασίας αντιστοιχούν προς μια ημερήσια μονάδα χρηματικής ποινής. 5. Αν η εργασία παρέχεται από εκείνον που καταδικάστηκε ελλιπώς ή πλημμελώς με δική του υπαιτιότητα, ο εισαγγελέας εκτέλεσης της ποινής, αφού λάβει υπόψη τη συχνότητα και σοβαρότητα της παραβίασης των υποχρεώσεων από τον καταδικασθέντα, καθώς και τον βαθμό της υπαιτιότητάς του μπορεί, αφού προβεί σε έγγραφη προειδοποίηση εκείνου που καταδικάστηκε, α) να παρατείνει την προθεσμία για την εκτέλεση της εργασίας μέχρι ένα (1) επιπλέον έτος, β) να επιτρέψει την εκτέλεση της χρηματικής ποινής που είχε καθοριστεί σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, αφού αφαιρέσει το ποσό που αναλογεί στην ήδη εκτιθείσα ποινή παροχής κοινωφελούς εργασίας, καθορίζοντας για κάθε τέσσερις (4) ώρες εργασίας μία ημερήσια μονάδα χρηματικής ποινής. Ο καταδικασθείς κλητεύεται υποχρεωτικά στη συνεδρίαση τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες πριν και μπορεί να παραστεί αυτοπροσώπως ή με συνήγορο.". Άρθρο 6 Προσθήκη της ποινής της παροχής κοινωφελούς εργασίας για τον υπολογισμό του χρόνου προσωρινής κράτησης - Τροποποίηση της παρ. 4 του άρθρου 82 ΠΚ Στην παρ. 4 του άρθρου 82 ΠΚ μετά από τις λέξεις "χρηματική ποινή" προστίθενται οι λέξεις "ή ποινή παροχής κοινωφελούς εργασίας" και το άρθρο 82 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 82 Υπολογισμός του χρόνου της προσωρινής κράτησης 1. Όταν επιβάλλεται στερητική της ελευθερίας ποινή, αφαιρείται ο χρόνος κράτησης μετά τη σύλληψη, ο χρόνος της προσωρινής κράτησης, καθώς και ο χρόνος παραμονής σε θεραπευτικές μονάδες για διενέργεια πραγματογνωμοσύνης κατά τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. 2. Στην περίπτωση συρροής εγκλημάτων που συνεκδικάζονται, αφαιρείται από την επιβληθείσα συνολική ποινή ο χρόνος της κράτησης που διατάχθηκε για οποιοδήποτε από αυτά, ακόμη και όταν η απόφαση κήρυξε τον καταδικασθέντα αθώο για το έγκλημα για το οποίο είχε κρατηθεί. Αν ο κρατηθείς αθωωθεί για το έγκλημα για το οποίο είχε κρατηθεί και γι' αυτά που συνεκδικάσθηκαν, ο χρόνος κράτησης αφαιρείται από άλλες ποινές, εφόσον επιβάλλονται για εγκλήματα που διαπράχθηκαν πριν από την κράτηση. 3. Η αρμόδια αρχή για την εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων αφαιρεί από την ποινή τον χρόνο κράτησης που μεσολάβησε από την έκδοση της απόφασης έως τότε που αυτή έγινε αμετάκλητη. 4. Όταν επιβάλλεται μόνο χρηματική ποινή ή ποινή παροχής κοινωφελούς εργασίας για το έγκλημα για το οποίο ο καταδικασθείς είχε κρατηθεί, αφαιρούνται από την ποινή που του επιβλήθηκε οι ημερήσιες μονάδες που αντιστοιχούν στον χρόνο κράτησης.". Άρθρο 7 Μειωμένη ποινή Τροποποίηση του άρθρου 83 ΠΚ Στο άρθρο 83 ΠΚ προστίθεται περ. γ', αναριθμούνται οι περ. γ' και σε περ. δ' και ε' και το άρθρο 83 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 83 Μειωμένη ποινή Όπου στον νόμο προβλέπεται μειωμένη ποινή χωρίς άλλο προσδιορισμό, το πλαίσιό της καθορίζεται ως εξής: α) αντί για την ποινή της ισόβιας κάθειρξης, επιβάλλεται κάθειρξη, β) αντί για την ποινή της κάθειρξης τουλάχιστον δέκα (10) ετών, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών ή κάθειρξη έως οκτώ (8) έτη, γ) αντί για την ποινή της κάθειρξης επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους ή κάθειρξη έως οκτώ (8) έτη, δ) αντί για την ποινή της κάθειρξης έως δέκα (10) έτη επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους ή κάθειρξη έως έξι (6) έτη, ε) σε κάθε άλλη περίπτωση, ο δικαστής μειώνει την ποινή ελεύθερα έως το ελάχιστο όριό της. Αν ο νόμος προβλέπει σωρευτικά ποινή φυλάκισης και χρηματική ποινή, μπορεί να επιβληθεί και μόνο η τελευταία." Άρθρο 8 Συνολική ποινή στην περίπτωση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή - Τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 94 ΠΚ Στην παρ. 2 του άρθρου 94 ΠΚ προστίθεται δεύτερο εδάφιο και το άρθρο 94 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 94 Συνολική ποινή σε περίπτωση στερητικών της ελευθερίας ποινών 1. Κατά του υπαιτίου δύο ή περισσότερων εγκλημάτων που τελέστηκαν με περισσότερες πράξεις και τιμωρούνται με πρόσκαιρες στερητικές της ελευθερίας ποινές, επιβάλλεται, μετά την επιμέτρησή τους, συνολική ποινή, η οποία αποτελείται από τη βαρύτερη από τις συντρέχουσες ποινές επαυξημένη. Αν οι συντρέχουσες ποινές είναι του ίδιου είδους και ίσης διάρκειας, η συνολική ποινή σχηματίζεται με την επαύξηση μιας από αυτές. Η επαύξηση της βαρύτερης ποινής για κάθε μία από τις συντρέχουσες ποινές δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από το ένα δεύτερο κάθε συντρέχουσας ποινής, ούτε μπορεί η συνολική ποινή να ξεπεράσει τα είκοσι έτη, όταν η βαρύτερη ποινή είναι κάθειρξη και τα οκτώ έτη όταν πρόκειται για φυλάκιση. 2. Αν τα εγκλήματα που συρρέουν τελέστηκαν με μία πράξη, το δικαστήριο επαυξάνει ελεύθερα τη βαρύτερη από τις συντρέχουσες ποινές, αλλά όχι πέρα από το ανώτατο όριο του είδους της ποινής. Στην περίπτωση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή, το δικαστήριο σε εξαιρετικές περιπτώσεις δύναται να επιβάλει συνολική ποινή σύμφωνα με την παρ. 1. 3. Αν χορηγήθηκε αμνηστία, χάρη, αναστολή δίωξης, απόλυση υπό όρο ή επήλθε παραγραφή ή αφέθηκε οπωσδήποτε η ποινή για ένα ή περισσότερα από τα εγκλήματα που συρρέουν και των οποίων οι ποινές προσμετρήθηκαν κατά τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, εξακολουθεί η εκτέλεση των υπόλοιπων ποινών και, αν συντρέχει περίπτωση, ο εισαγγελέας προκαλεί νέα προσμέτρηση γι' αυτές, αυτεπαγγέλτως ή με αίτηση του καταδικασθέντος. 4. Ποινές στερητικές της ελευθερίας ανώτερες του ενός έτους που επιβάλλονται για κακούργημα ή πλημμέλημα με δόλο το οποίο τέλεσε κρατούμενος κατά τη διάρκεια της αδείας του εκτίονται ολόκληρες μετά την έκτιση της ποινής που επιβλήθηκε ή θα επιβληθεί για την πράξη για την οποία ήταν κρατούμενος.". Άρθρο 9 Αναστολή εκτέλεσης της ποινής υπό όρο - Αντικατάσταση των παρ. 1 και 4 του άρθρου 99 ΠΚ Οι παρ. 1 και 4 του άρθρου 99 ΠΚ αντικαθίστανται και το άρθρο 99 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 99 Αναστολή εκτέλεσης της ποινής υπό όρο 1. Αν κάποιος που δεν έχει καταδικαστεί αμετάκλητα για εγκλήματα δόλου σε στερητική της ελευθερίας ποινή μεγαλύτερη από τρία (3) έτη με μία ή με περισσότερες αποφάσεις, που οι ποινές τους δεν υπερβαίνουν συνολικά το πιο πάνω όριο, καταδικαστεί σε τέτοια ποινή που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη, το δικαστήριο με την απόφασή του διατάσσει την αναστολή εκτέλεσης της ποινής για ορισμένο διάστημα, που δεν μπορεί να είναι κατώτερο από ένα (1) και ανώτερο από τρία (3) έτη. Αν το δικαστήριο κρίνει, με βάση ειδικά μνημονευόμενα στην αιτιολογία της απόφασης στοιχεία, ότι η εκτέλεση της ποινής είναι απολύτως αναγκαία για να αποτρέψει τον κατάδικο από την τέλεση νέων αξιόποινων πράξεων, εφαρμόζει το άρθρο 104Α ΠΚ, εκτός αν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του, οπότε διατάσσει την εκτέλεση μέρους ή ολόκληρης της ποινής. Το δικαστήριο μπορεί με ειδική αιτιολογία να χορηγήσει την αναστολή και εφόσον οι προηγούμενες καταδίκες δεν υπερβαίνουν συνολικά τα πέντε (5) έτη φυλάκισης, εκτός αν συντρέχει η εξαίρεση της απόλυτης αναγκαιότητας εκτέλεσης της ποινής. Ο χρόνος της αναστολής δεν μπορεί να είναι βραχύτερος από τη διάρκεια της ποινής, και αρχίζει από τότε που η απόφαση η οποία την χορηγεί καθίσταται εκτελεστή. 2. Στην ίδια απόφαση το δικαστήριο μπορεί να προσδιορίσει τους όρους υπό τους οποίους παρέχεται η αναστολή εκτέλεσης της ποινής, οι οποίοι, διαζευκτικά ή σωρευτικά, είναι ιδίως: α) η αποκατάσταση του συνόλου ή μέρους της ζημίας που προκλήθηκε στο θύμα της αξιόποινης πράξης κατά το μέτρο των δυνατοτήτων του καταδικασθέντος, β) η αφαίρεση της άδειας οδήγησης για χρονικό διάστημα έως ένα έτος, αν η πράξη συνδέεται με σοβαρή παραβίαση των κανόνων οδήγησης, γ) η καταβολή ποσού ύψους έως δέκα χιλιάδες ευρώ για κοινωφελείς σκοπούς, δ) η εκπλήρωση υποχρεώσεων του καταδικασθέντος για διατροφή ή επιμέλεια άλλων προσώπων, ε) η συμμετοχή του καταδικασθέντος, εφόσον συναινεί, σε πρόγραμμα απεξάρτησης ή άλλο θεραπευτικό πρόγραμμα, στ) η συμμετοχή του καταδικασθέντος σε συνεδρίες με επιμελητή κοινωνικής αρωγής, ζ) η εμφάνιση στο αστυνομικό τμήμα, η) η απαγόρευση εξόδου από τη Χώρα. 3. Μετά από αίτηση του εισαγγελέα εκτέλεσης της ποινής ή του καταδικασθέντος, το αρμόδιο δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει την άρση ή την τροποποίηση των όρων που έχει επιβάλει. Νέα αίτηση του καταδικασθέντος μπορεί να υποβληθεί μετά πάροδο τριμήνου από την απόρριψη της προηγούμενης. 4. Αν ο καταδικασθείς παραβιάζει τους όρους που του έχουν επιβληθεί, ο εισαγγελέας εκτέλεσης της ποινής, αφού λάβει υπόψη τη συχνότητα και σοβαρότητα της παραβίασης των υποχρεώσεων από τον καταδικασθέντα, καθώς και τον βαθμό της υπαιτιότητας του μπορεί να προβεί κατά την κρίση του σε έγγραφη προειδοποίηση εκείνου που καταδικάστηκε ή να εισαγάγει την υπόθεση στο δικαστήριο εκτέλεσης της ποινής. Το τελευταίο, με βάση τα πιο πάνω κριτήρια, μπορεί: α) να τροποποιήσει τους επιβληθέντες ή να επιβάλει επιπρόσθετους όρους, β) να διατάξει τη μετατροπή της ποινής σε παροχή κοινωφελούς εργασίας κατά το άρθρο 104Α ΠΚ, γ) να διατάξει την έκτιση μέρους της ποινής φυλάκισης που επιβλήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 100 ΠΚ ή την έκτιση ολόκληρης της ποινής. Ο καταδικασθείς κλητεύεται υποχρεωτικά στη συνεδρίαση τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες πριν και μπορεί να παραστεί αυτοπροσώπως ή με συνήγορο.". Άρθρο 10 Αναστολή εκτέλεσης μέρους της ποινής Αντικατάσταση του άρθρου 100 ΠΚ Το άρθρο 100 ΠΚ αντικαθίσταται ως εξής: "Άρθρο 100 Αναστολή εκτέλεσης μέρους της ποινής 1. Αν κάποιος καταδικαστεί σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη, το δικαστήριο, εφόσον κρίνει ότι η μετατροπή της ποινής σε παροχή κοινωφελούς εργασίας κατά το άρθρο 104Α ΠΚ δεν θα είναι επαρκής για να αποτρέψει τον καταδικασθέντα από την τέλεση άλλων αξιόποινων πράξεων και ότι για τον σκοπό αυτόν είναι απολύτως αναγκαία η έκτιση μέρους της στερητικής της ελευθερίας ποινής, μπορεί να διατάξει την πραγματική εκτέλεση του μέρους αυτού, η διάρκεια του οποίου δεν μπορεί να είναι κατώτερη των δέκα (10) ημερών ούτε ανώτερη των τριών (3) μηνών, και την αναστολή εκτέλεσης του υπολοίπου. Στην περίπτωση αυτή αποκλείεται η εφαρμογή του άρθρου 105Β ΠΚ. Ο χρόνος δοκιμασίας για το αναστελλόμενο μέρος της ποινής αρχίζει μετά την ολοκλήρωση της έκτισης του μέρους της ποινής που δεν ανεστάλη. 2. Οι παρ. 2 και 3 του προηγούμενου άρθρου έχουν και εδώ ανάλογη εφαρμογή. Σε περίπτωση μη τήρησης των όρων μετά την έκτιση μέρους της ποινής το δικαστήριο εκτέλεσης της ποινής, λαμβάνοντας υπόψη τη σοβαρότητα των παραβιάσεων, μπορεί: α) να τροποποιήσει τους επιβληθέντες ή να επιβάλει επιπρόσθετους όρους, β) να διατάξει την πραγματική έκτιση μέρους της ποινής φυλάκισης που επιβλήθηκε, το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες, γ) να διατάξει την έκτιση του υπολοίπου της ποινής που ανεστάλη. Ο καταδικασθείς κλητεύεται υποχρεωτικά στη συνεδρίαση τουλάχιστον δέκα ημέρες πριν και μπορεί να παραστεί αυτοπροσώπως ή με συνήγορο.". Άρθρο 11 Ανάκληση της αναστολής Αντικατάσταση του άρθρου 101 ΠΚ To άρθρο 101 ΠΚ αντικαθίσταται ως εξής: "Άρθρο 101 Ανάκληση της αναστολής 1. Αν μετά τη χορήγηση της αναστολής, αλλά κατά τη διάρκειά της, αποδειχθεί ότι αυτός που την έλαβε είχε προηγουμένως καταδικαστεί αμετάκλητα σε στερητική της ελευθερίας ποινή για κάποια από τις πράξεις που ορίζει το άρθρο 99, το δικαστήριο με αίτηση του εισαγγελέα ανακαλεί την αναστολή που χορηγήθηκε. 2. Αν κατά τη διάρκεια της αναστολής, καταστεί αμετάκλητη καταδίκη για έγκλημα δόλου που τελέστηκε πριν από τη δημοσίευση της απόφασης για την αναστολή, και η ποινή που επιβλήθηκε με μια ή περισσότερες αποφάσεις υπερβαίνει συνολικά τα τρία (3) έτη, η αναστολή θεωρείται ότι δεν χορηγήθηκε ποτέ, εκτός αν το δικαστήριο, απαγγέλλοντας τη νέα καταδίκη, ρητά διατάξει με την ίδια απόφαση να διατηρηθεί η αναστολή, επειδή η εκτέλεση της ποινής, την οποία αφορά η αναστολή, δεν είναι απολύτως αναγκαία.". Άρθρο 12 Άρση της αναστολής Αντικατάσταση της παρ. 1 του άρθρου 102 ΠΚ Η παρ. 1 του άρθρου 102 ΠΚ αντικαθίσταται και το άρθρο 102 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 102 Άρση της αναστολής 1. Αν κατά τον χρόνο της αναστολής ο καταδικασθείς καταδικαστεί και πάλι σε στερητική της ελευθερίας ποινή για έγκλημα δόλου που τελέστηκε κατά τη διάρκεια της αναστολής, η αναστολή αίρεται μόλις καταστεί αμετάκλητη η νέα καταδίκη. Η ποινή που επιβλήθηκε με τη νέα καταδίκη εκτελείται στη συνέχεια μετά την ποινή που είχε ανασταλεί, εκτός αν το δικαστήριο με την ίδια απόφαση ρητά διατάξει να μην αρθεί η αναστολή, επειδή η εκτέλεση της ποινής, την οποία αφορά η αναστολή, δεν είναι απολύτως αναγκαία.". 2. Αν η αναστολή δεν ανακληθεί και δεν αρθεί, η ποινή που είχε ανασταλεί θεωρείται σαν να μην είχε επιβληθεί. Άρθρο 13 Ενέργεια αλλοδαπής απόφασης Τροποποίηση του άρθρου 103 ΠΚ Στο άρθρο 103 ΠΚ: α) τροποποιούνται τα άρθρα του ΠΚ στα οποία γίνεται παραπομπή, β) προστίθεται δεύτερο εδάφιο και το άρθρο 103 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 103 Ενέργεια αλλοδαπής απόφασης Αν η καταδίκη που ορίζουν τα άρθρα 99, 101, 102 επήλθε με απόφαση αλλοδαπού δικαστηρίου, η ενέργειά της όσον αφορά τη χορήγηση, την ανάκληση και την άρση της αναστολής κρίνεται ελεύθερα από το δικαστήριο, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε διατάξεις διεθνών ή ευρωπαϊκών κειμένων που δεσμεύουν τη Χώρα. Σε περίπτωση άρσης της αναστολής, αρμόδιο είναι το δικαστήριο που χορήγησε την αναστολή.". Άρθρο 14 Δικαστικές δαπάνες και παρεπόμενες ποινές - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 104 ΠΚ Στο άρθρο 104 ΠΚ: α) τροποποιείται ο τίτλος με τη διαγραφή της λέξης "αποζημιώσεις", β) τροποποιείται η παρ. 1 με την απαλοιφή των περιπτώσεων πληρωμής αστικής αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης και το άρθρο 104 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 104 Δικαστικές δαπάνες και παρεπόμενες ποινές 1. Η αναστολή της ποινής δεν απαλλάσσει τον καταδικασθέντα από την πληρωμή των δικαστικών εξόδων. 2. Οι παρεπόμενες ποινές αναστέλλονται και εξαλείφονται μαζί με την κύρια ποινή. Αν όμως πρόκειται για αποστέρηση θέσεων και αξιωμάτων κατά το άρθρο 60, το δικαστήριο μπορεί να διατάξει τη μη αναστολή.". Άρθρο 15 Διάρκεια κοινωφελούς εργασίας Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 104Α ΠΚ Στο άρθρο 104Α ΠΚ: α) στην παρ. 1 τροποποιείται το πρώτο εδάφιο με την απαλοιφή της αναφοράς στο άρθρο 100 ΠΚ, β) στην παρ. 1 τροποποιούνται το δεύτερο και το τρίτο εδάφιο με τη μείωση των ωρών κοινωφελούς εργασίας, γ) προστίθεται νέα παρ. 4 και το άρθρο 104Α διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 104Α Μετατροπή της φυλάκισης σε κοινωφελή εργασία 1. Όταν επιβάλλεται φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη και δεν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 99, η ποινή μετατρέπεται σε παροχή κοινωφελούς εργασίας (άρθρο 81), εκτός αν το δικαστήριο κρίνει, με ειδική αιτιολογία, ότι αυτή δεν είναι αρκετή για να αποτρέψει τον δράστη από την τέλεση άλλων εγκλημάτων. Κάθε ημέρα φυλάκισης δεν μπορεί να αντιστοιχεί σε περισσότερες από δύο (2) ώρες κοινωφελούς εργασίας. Σε κάθε περίπτωση, η διάρκεια της κοινωφελούς εργασίας δεν μπορεί να υπερβαίνει τις χίλιες πεντακόσιες ώρες (1.500), ούτε να έχει διάρκεια μεγαλύτερη των τριών (3) ετών. 2. Η μετατροπή δεν είναι εφικτή αν ο καταδικασθείς δεν συναινεί ή δεν είναι παρών. Αν ο καταδικασθείς δεν ήταν παρών, μπορεί να ζητήσει τη μετατροπή της ποινής του σε παροχή κοινωφελούς εργασίας με αυτοτελή αίτησή του. 3. Αν επήλθε ουσιώδης αλλαγή των όρων της παρ. 1, ο καταδικασθείς μπορεί να ζητήσει νέο υπολογισμό της παρεχόμενης κοινωφελούς εργασίας με αυτοτελή αίτησή του. 4. Η παρ. 3 του άρθρου 81 ισχύει και στην περίπτωση αυτή. Αν η εργασία παρέχεται από εκείνον που καταδικάστηκε ελλιπώς ή πλημμελώς με δική του υπαιτιότητα, ο εισαγγελέας εκτέλεσης της ποινής, αφού λάβει υπόψη τη συχνότητα και σοβαρότητα της παραβίασης των υποχρεώσεων από τον καταδικασθέντα, καθώς και τον βαθμό της υπαιτιότητάς του μπορεί να προβεί σε έγγραφη προειδοποίηση εκείνου που καταδικάστηκε ή να εισαγάγει την υπόθεση στο δικαστήριο εκτέλεσης της ποινής. Υπό τις προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου, και λαμβάνοντας υπόψη το τμήμα της ποινής που εκτίθηκε, το δικαστήριο εκτέλεσης της ποινής μπορεί να διατάξει την έκτιση της φυλάκισης που επιβλήθηκε αφού αφαιρέσει την εκτιθείσα ποινή και τον χρόνο παροχής κοινωφελούς εργασίας υπολογίζοντας αυτόν σύμφωνα με την παρ. 1.". Άρθρο 16 Λόγοι δικαστικής άφεσης της ποινής Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 104Β ΠΚ Στην παρ. 1 του άρθρου 104Β ΠΚ: α) αντικαθίστανται οι περ. α', γ' και δ', β) προστίθεται δεύτερο εδάφιο και το άρθρο 104Β διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 104Β Λόγοι δικαστικής άφεσης της ποινής 1. Το δικαστήριο μπορεί να μην επιβάλει ποινή στον υπαίτιο πλημμελήματος αν: α) η βλάβη ή ο κίνδυνος που προκλήθηκαν από την πράξη του ήταν ιδιαιτέρως μικρής βαρύτητας, β) ο υπαίτιος έχει αποκαταστήσει στο μέτρο του δυνατού την προσβολή που έχει προκαλέσει στον παθόντα, δείχνοντας ειλικρινή μετάνοια, γ) ο υπαίτιος έχει πληγεί ιδιαίτερα σοβαρά από το αποτέλεσμα της πράξης του, ή δ) έχει περάσει ασυνήθιστα μεγάλο χρονικό διάστημα από την τέλεση του εγκλήματος. Για να κρίνει το δικαστήριο αν δεν θα επιβάλλει ποινή ελέγχει αν αυτή, εξαιτίας μίας των ανωτέρω περιστάσεων, δεν εμφανίζεται πλέον αναγκαία ή εμφανίζεται δυσανάλογα επαχθής. 2. Το δικαστήριο δεν επιβάλλει ποινή στον υπαίτιο πλημμελήματος, αν έχει ολοκληρωθεί επιτυχώς διαδικασία αποκαταστατικής δικαιοσύνης μεταξύ αυτού και του παθόντος.". Άρθρο 17 Έκτιση της ποινής στην κατοικία Τροποποίηση του άρθρου 105 ΠΚ Στο άρθρο 105 ΠΚ: α) στην παρ. 1 τροποποιείται το πρώτο εδάφιο ως προς την προϋπόθεση καταδίκης σε πρόσκαιρη ποινή στέρησης της ελευθερίας και προστίθεται τέταρτο εδάφιο, β) στην παρ. 2 τροποποιείται το πρώτο εδάφιο αναφορικά με τα ηλικιακά όρια των τέκνων και το δεύτερο εδάφιο με την προσθήκη ως προϋπόθεσης για την εξουσιοδοτική διάταξη της γνώμης του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας (ΚΕ.Σ.Υ.), γ) στην παρ. 3, τροποποιείται το δεύτερο εδάφιο ως προς τις προϋποθέσεις για την ανάκληση της έκτισης της ποινής στην κατοικία και προστίθεται τρίτο εδάφιο, δ) προστίθεται παρ. 4 και το άρθρο 105 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 105 Έκτιση της ποινής στην κατοικία 1. Όποιος καταδικάστηκε σε πρόσκαιρη στερητική της ελευθερίας ποινή και έχει υπερβεί το εβδομηκοστό (70ό) έτος της ηλικίας εκτίει την ποινή ή το υπόλοιπο της ποινής στην κατοικία του, εκτός αν το δικαστήριο, με ειδική αιτιολογία, κρίνει ότι η έκτιση της ποινής σε κατάστημα κράτησης είναι απολύτως αναγκαία για να αποτραπεί από την τέλεση άλλων αντίστοιχης βαρύτητας εγκλημάτων. Αν το πιο πάνω όριο ηλικίας έχει συμπληρωθεί κατά την εκδίκαση της υπόθεσης, αποφασίζει το δικαστήριο που επιβάλλει την ποινή. Σε κάθε άλλη περίπτωση αποφασίζει το συμβούλιο πλημμελειοδικών της περιοχής που εδρεύει το δικαστήριο αυτό, μετά από αίτηση του καταδικασθέντος. Το βούλευμα που απορρίπτει την αίτηση υπόκειται σε έφεση. 2. Η διάταξη της προηγούμενης παραγράφου ισχύει, ανεξαρτήτως ποινής, και για τις μητέρες που έχουν την επιμέλεια ανήλικων τέκνων, μέχρι τη συμπλήρωση του όγδοου (8ου) έτους της ηλικίας τους και ασκείται άπαξ. Ισχύει επίσης, χωρίς τις προϋποθέσεις της παρ. 1, για εκείνους που νοσούν από σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας τελικού σταδίου, από χρόνια νεφρική ανεπάρκεια και υποβάλλονται σε τακτική αιμοκάθαρση, από ανθεκτική φυματίωση ή είναι τετραπληγικοί, από κίρρωση του ήπατος με αναπηρία άνω του εξήντα επτά τοις εκατό (67%), από γεροντική άνοια ή από κακοήθη νεοπλάσματα τελικού σταδίου. Για τη διακρίβωση των προϋποθέσεων του προηγούμενου εδαφίου απαιτείται γνωμάτευση δύο ιατρών δημόσιου νοσοκομείου. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Υγείας μπορεί, ύστερα από γνώμη του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας (ΚΕ.Σ.Υ.), να προστίθενται και άλλα είδη ασθενειών ανάλογης βαρύτητας. 3. Το δικαστήριο ή το δικαστικό συμβούλιο εάν κατά τις προηγούμενες παραγράφους αντικαταστήσει την στερητική της ελευθερίας ποινή με έκτισή της στην κατοικία, μπορεί να επιβάλει στον καταδικασθέντα κατάλληλους κατά την κρίση του όρους από εκείνους που αναφέρονται στο άρθρο 99 παρ. 2 περιπτώσεις δ' έως στ', με ανάλογη εφαρμογή της παρ. 4 του ίδιου άρθρου, ή έκτιση με ηλεκτρονική επιτήρηση. Το δικαστικό συμβούλιο μπορεί να ανακαλέσει την έκτιση της ποινής στην κατοικία, αν διαπιστωθεί ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των παρ. 1 και 2 ή ότι ο καταδικασθείς αδικαιολογήτως δεν εκτίει πραγματικά την ποινή στην κατοικία. Για την ανάκληση εφαρμόζεται ανάλογα η παρ. 3 του άρθρου 110 ΠΚ. 4. Ο αρμόδιος για την έκτιση της ποινής εισαγγελέας δύναται: α) να χορηγεί άδεια εξόδου από την κατοικία για αποδεδειγμένα σοβαρούς λόγους, β) να παραγγέλλει το αρμόδιο Αστυνομικό Τμήμα του τόπου κατοικίας του καταδικασθέντος να ελέγχει την πραγματική κατ' οίκον έκτιση της ποινής.". Άρθρο 18 Παροχή κοινωφελούς εργασίας Αντικατάσταση της παρ. 4 του άρθρου 105Α ΠΚ Η παρ. 4 του άρθρου 105Α ΠΚ αντικαθίσταται και το άρθρο 105Α διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 105Α Παροχή κοινωφελούς εργασίας 1. Ο καταδικαζόμενος σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει συνολικά τα πέντε (5) έτη, μπορεί να δηλώσει προς το δικαστήριο ότι επιθυμεί να μετατραπεί το υπόλοιπο της ποινής του έως τον χρόνο της υπό όρο απόλυσης, κατά το επόμενο άρθρο, σε παροχή κοινωφελούς εργασίας, αφού θα έχει εκτίσει πραγματικά το ένα δέκατο αυτής. Το Δικαστήριο, μετατρέπει την ποινή, εν όλω ή εν μέρει, εκτός αν με ειδική αιτιολογία κρίνει ότι η βαρύτητα της πράξης, οι συνθήκες τέλεσής της και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του καταδικασθέντος, καθιστούν απολύτως αναγκαία την έκτιση της ποινής στο κατάστημα κράτησης για να αποτραπεί η τέλεση από αυτόν άλλων αντίστοιχης βαρύτητας εγκλημάτων. 2. Για τη μετατροπή της στερητικής της ελευθερίας ποινής σε παροχή κοινωφελούς εργασίας, κάθε μήνας φυλάκισης αντιστοιχεί σε σαράντα (40) ώρες κοινωφελούς εργασίας, η οποία πρέπει να εκτελεστεί εντός του οριζόμενου στην προηγούμενη παράγραφο χρόνου. 3. Η μετατροπή δεν προϋποθέτει αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση. 4. Η παρ. 3 του άρθρου 81 ισχύει και στην περίπτωση αυτή. Αν η εργασία παρέχεται από εκείνον που καταδικάστηκε ελλιπώς ή πλημμελώς με δική του υπαιτιότητα, ο εισαγγελέας εκτέλεσης της ποινής, αφού λάβει υπόψη τη συχνότητα και σοβαρότητα της παραβίασης των υποχρεώσεων από τον καταδικασθέντα, καθώς και τον βαθμό της υπαιτιότητάς του μπορεί να προβεί σε έγγραφη προειδοποίηση εκείνου που καταδικάστηκε ή να εισαγάγει την υπόθεση στο δικαστήριο εκτέλεσης της ποινής. Υπό τις προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου, και λαμβάνοντας υπόψη το τμήμα της ποινής που εκτίθηκε, το δικαστήριο εκτέλεσης της ποινής μπορεί να διατάξει την έκτιση της φυλάκισης που επιβλήθηκε αφού αφαιρέσει την εκτιθείσα ποινή και τον χρόνο παροχής κοινωφελούς εργασίας υπολογίζοντας αυτόν σύμφωνα με την παρ. 2.". Άρθρο 19 Απόλυση υπό τον όρο της ανάκλησης - Τροποποίηση των παρ. 1, 4 και 6 του άρθρου 105Β ΠΚ Στο άρθρο 105Β ΠΚ: α) τροποποιείται η παρ. 1 με την προσθήκη νέας περ. γ) και την αναρίθμηση της περ. γ) σε περ. δ), β) τροποποιείται το τελευταίο εδάφιο της παρ. 4 ως προς τις διακριβούμενες ασθένειες, γ) το δεύτερο εδάφιο της παρ. 6 αντικαθίσταται από δύο εδάφια και το άρθρο 105Β διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 105Β Απόλυση υπό τον όρο της ανάκλησης 1. Όσοι καταδικάστηκαν σε στερητική της ελευθερίας ποινής μπορούν να απολυθούν υπό τον όρο της ανάκλησης, σύμφωνα με τις πιο κάτω διατάξεις, εφόσον έχουν εκτίσει: α) σε περίπτωση φυλάκισης, τα δύο πέμπτα (2/5) αυτής, β) σε περίπτωση πρόσκαιρης κάθειρξης, τα τρία πέμπτα (3/5) αυτής, γ) σε περίπτωση πρόσκαιρης κάθειρξης για τα εγκλήματα του δευτέρου εδαφίου της παρ. 6, τα τέσσερα πέμπτα (4/5) αυτής και δ) σε περίπτωση ισόβιας κάθειρξης τουλάχιστον είκοσι (20) έτη. 2. Για τη χορήγηση της υπό όρο απόλυσης δεν απαιτείται να έχει καταστεί η καταδίκη αμετάκλητη. 3. Στην περίπτωση που συντρέχουν σωρευτικά περισσότερες ποινές, ο καταδικασθείς μπορεί να απολυθεί αν έχει εκτίσει το άθροισμα των τμημάτων των ποινών, που προβλέπεται στην παρ. 1. Σε κάθε περίπτωση ο καταδικασθείς μπορεί να απολυθεί αν έχει εκτίσει είκοσι πέντε (25) έτη και όταν το παραπάνω άθροισμα υπερβαίνει το όριο αυτό. 4. Αν ο καταδικασθείς εργάζεται, κάθε ημέρα εργασίας υπολογίζεται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της σωφρονιστικής νομοθεσίας. Κάθε ημέρα κράτησης κρατουμένων που πάσχουν από ημιπληγία ή παραπληγία, σκλήρυνση κατά πλάκας ή έχουν υποβληθεί σε επέμβαση μεταμόσχευσης καρδιάς, ήπατος, νεφρού ή μυελού των οστών ή είναι φορείς του συνδρόμου επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας ή πάσχουν από κακοήθη νεοπλάσματα ή από νεφρική ανεπάρκεια για την οποία γίνεται τακτική αιμοκάθαρση ή από φυματίωση κατά τη διάρκεια της θεραπείας της, υπολογίζεται ευεργετικά ως δύο (2) ημέρες εκτιόμενης ποινής. Το ίδιο ισχύει και για: α) κρατουμένους με ποσοστό αναπηρίας πενήντα τοις εκατό (50%) και άνω, που δεν μπορούν να εργαστούν, εφόσον κρίνεται ότι η παραμονή τους στο κατάστημα κράτησης καθίσταται ιδιαίτερα επαχθής λόγω αδυναμίας αυτοεξυπηρέτησης, β) κρατουμένους με ποσοστό αναπηρίας εξήντα επτά τοις εκατό (67%) και άνω, γ) κρατουμένους στους οποίους απαγορεύεται ύστερα από γνωμάτευση από Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.) η ανάληψη εργασίας ή απασχόλησης που μπορεί βάσιμα να προκαλέσει σοβαρή και μόνιμη βλάβη στην υγεία τους, δ) κρατουμένους οι οποίοι νοσηλεύονται σε θεραπευτικά καταστήματα ή νοσοκομεία εφόσον η νοσηλεία τους έχει διαρκέσει τουλάχιστον τέσσερις (4) μήνες, ε) κρατούμενες μητέρες για όσο διάστημα έχουν μαζί τους τα ανήλικα τέκνα τους, στ) κρατουμένους που συμμετέχουν σε θεραπευτικό πρόγραμμα ψυχικής απεξάρτησης από ναρκωτικά εγκεκριμένου, κατά το άρθρο 51 του ν. 4139/2013 οργανισμού και ζ) κρατουμένους για όσο διάστημα διαρκεί η κράτησή τους σε χώρους αστυνομικών τμημάτων ή αστυνομικών διευθύνσεων. Η διακρίβωση των ασθενειών του δεύτερου εδαφίου, καθώς και της αναπηρίας στις περ. α' και β' γίνεται με τη διαδικασία της παρ. 2 του άρθρου 105. 5. Για τη χορήγηση της υπό όρο απόλυσης, ως ποινή που εκτίθηκε θεωρείται αυτή που υπολογίστηκε ευεργετικά είτε κατά την προηγούμενη παράγραφο είτε κατά τις ειδικές διατάξεις που προβλέπουν αντίστοιχο υπολογισμό. 6. Προκειμένου για ποινές κάθειρξης δεν μπορεί να χορηγηθεί στον καταδικασθέντα απόλυση υπό όρο, αν δεν έχει παραμείνει στο σωφρονιστικό κατάστημα για χρονικό διάστημα ίσο με τα δύο πέμπτα (2/5) της ποινής που του επιβλήθηκε και, σε περίπτωση ισόβιας κάθειρξης, δεκαέξι (16) έτη. Προκειμένου για ποινές κάθειρξης που επιβλήθηκαν για τα κακουργήματα των άρθρων 22 και 23 του ν. 4139/2013, 134, 187, 187 Α, των περ. γ' και δ' της παρ. 1 του άρθρου 265, της παρ. 1 του άρθρου 299, των άρθρων 323Α, 324, 380, 385, καθώς και για αυτά του 19ου κεφαλαίου του Ειδικού Μέρους του παρόντος Κώδικα, απόλυση υπό όρο δεν μπορεί να χορηγηθεί στον καταδικασθέντα, αν αυτός δεν έχει παραμείνει στο σωφρονιστικό κατάστημα για χρονικό διάστημα ίσο με τα τρία πέμπτα (3/5) της ποινής που του επιβλήθηκε, και σε περίπτωση ισόβιας κάθειρξης δεκαοχτώ (18) ετών. Το παραπάνω κατά περίπτωση χρονικό διάστημα προσαυξάνεται κατά το ένα τρίτο (1/3) των λοιπών ποινών που τυχόν έχουν επιβληθεί, στην περίπτωση που αυτές συντρέχουν σωρευτικά. Σε κάθε περίπτωση όμως ο καταδικασθείς μπορεί να απολυθεί αν έχει παραμείνει στο κατάστημα είκοσι (20) έτη και αν εκτίει περισσότερες ποινές ισόβιας κάθειρξης, αν έχει παραμείνει είκοσι πέντε (25) έτη.". Άρθρο 20 Προϋποθέσεις για τη χορήγηση της απόλυσης - Τροποποίηση των παρ. 1 και 2 του άρθρου 106 ΠΚ Στο άρθρο 106 ΠΚ: α) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 μετά από τη λέξη "καθιστά" διαγράφεται η λέξη "απολύτως", β) στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 μετά από τις λέξεις "μόνη η" προστίθεται η λέξη "αναιτιολόγητη", γ) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2 το στοιχείο "στ'" αντικαθίσταται από το στοιχείο"ζ'", δ) στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 προστίθενται οι λέξεις ", όπως και αυτές που επιβάλλονται από τον νόμο" και "αυτεπάγγελτα ή" και το άρθρο 106 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 106 Προϋποθέσεις για τη χορήγηση της απόλυσης 1. Η απόλυση υπό όρο μπορεί να μην χορηγηθεί αν κριθεί με ειδική αιτιολογία ότι η διαγωγή του καταδικασθέντος, κατά την έκτιση της ποινής του, καθιστά αναγκαία τη συνέχιση της κράτησής του για να αποτραπεί η τέλεση από αυτόν νέων αξιόποινων πράξεων. Μόνη η αναιτιολόγητη επίκληση πειθαρχικού παραπτώματος κατά την έκτιση της ποινής δεν αρκεί για τη μη χορήγηση της απόλυσης. 2. Στον απολυόμενο μπορούν να επιβληθούν ορισμένες υποχρεώσεις που θα αφορούν τον τρόπο της ζωής του και ιδίως τον τόπο διαμονής του, με ανάλογη εφαρμογή των περ. δ' έως ζ' της παρ. 2 του άρθρου 99. Οι υποχρεώσεις αυτές, όπως και αυτές που επιβάλλονται από τον νόμο, μπορούν πάντοτε να ανακληθούν ή να τροποποιηθούν αυτεπάγγελτα ή με αίτηση εκείνου που απολύθηκε. 3. Η εποπτεία για την τήρηση των κατά την προηγούμενη παράγραφο υποχρεώσεων μπορεί να ανατεθεί και σε εταιρεία προστασίας αποφυλακιζομένων.". Άρθρο 21 Ανάκληση της απόλυσης Τροποποίηση του άρθρου 107 ΠΚ Στο άρθρο 107 ΠΚ: α) τροποποιείται η παρ. 1 με την προσθήκη περαιτέρω προϋπόθεσης για την ανάκληση απόλυσης και προβλέπεται εξαίρεση για τα πλημμελήματα, β) τροποποιείται η παρ. 2 ως προς τη δυνατότητα που απολείπεται στον κατάδικο να ζητήσει εκ νέου την υπό όρο απόλυσή του και το άρθρο 107 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 107 Ανάκληση της απόλυσης 1. Η απόλυση μπορεί να ανακληθεί, αν εκείνος που απολύθηκε δεν συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που του επιβλήθηκαν κατά την απόλυση ή εφόσον ασκήθηκε σε βάρος του δίωξη για κακούργημα το οποίο τελέστηκε στο χρονικό διάστημα του άρθρου 109. 2. Στην περίπτωση αυτή ο χρόνος από την απόλυση έως τη νέα σύλληψη δεν υπολογίζεται στη διάρκεια της ποινής, ο κατάδικος όμως δεν εμποδίζεται να ζητήσει εκ νέου την υπό όρο απόλυσή του.". Άρθρο 22 Άρση της απόλυσης Τροποποίηση του άρθρου 108 ΠΚ Στο άρθρο 108 ΠΚ: α) τα δύο πρώτα εδάφια αριθμούνται ως παρ. 1, β) στο πρώτο εδάφιο προστίθενται οι λέξεις "από τότε που θα γίνει αμετάκλητη η νέα καταδίκη", γ) προστίθεται παρ. 2 και το άρθρο 108 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 108 Άρση της απόλυσης 1. Η απόλυση αίρεται αν μέσα στο χρονικό διάστημα που προβλέπει το επόμενο άρθρο, εκείνος που απολύθηκε διαπράξει έγκλημα με δόλο, για το οποίο του επιβλήθηκε αμετακλήτως οποτεδήποτε ποινή στερητική της ελευθερίας ανώτερη από ένα (1) έτος. Στην περίπτωση αυτή εκτίει αθροιστικά, από τότε που θα γίνει αμετάκλητη η νέα καταδίκη, και ολόκληρο το υπόλοιπο της προηγούμενης ποινής, το οποίο όφειλε να εκτίσει κατά τον χρόνο της απόλυσης. Σε περίπτωση άρσης της απόλυσης για καταδίκη σε ισόβια κάθειρξη εκτίει δέκα (10) επιπλέον έτη και επί σωρευτικής συνδρομής ισοβίων καθείρξεων δεκαπέντε (15) επιπλέον έτη. 2. Η άρση της απόλυσης δεν εμποδίζει τη χορήγηση νέας υπό όρο απόλυσης.". Άρθρο 23 Συνέπειες της μη ανάκλησης Τροποποίηση του άρθρου 109 ΠΚ Στο άρθρο 109 ΠΚ στο τίτλο και στα δύο εδάφια μετά από τη λέξη "ανάκληση" διαγράφονται οι λέξεις "ή άρση" και το άρθρο 109 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 109 Συνέπειες της μη ανάκλησης Αν από την απόλυση περάσει το χρονικό διάστημα της ποινής το οποίο υπολειπόταν για έκτιση, σε όσες περιπτώσεις αυτό είναι ανώτερο από τρία (3) έτη, ή αν περάσουν τρία (3) έτη χωρίς να γίνει ανάκληση, η ποινή θεωρείται ότι εκτίθηκε. Η ισόβια κάθειρξη θεωρείται ότι εκτίθηκε, αν περάσουν δέκα (10) έτη από την απόλυση χωρίς να γίνει ανάκληση της απόλυσης.". Άρθρο 24 Χορήγηση της υπό όρο απόλυσης Προσθήκη παρ. 5 στο άρθρο 110 ΠΚ Στο άρθρο 110 ΠΚ προστίθεται παρ. 5 και το άρθρο 110 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 110 Διαδικασία για τη χορήγηση και την ανάκληση της απόλυσης 1. Για τη χορήγηση της απόλυσης υπό όρο αποφασίζει το συμβούλιο των πλημμελειοδικών του τόπου έκτισης της ποινής. Ο καταδικασθείς κλητεύεται υποχρεωτικά δέκα (10) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συνεδρίαση, κατά την οποία μπορεί να παραστεί αυτοπροσώπως ή με συνήγορο που διορίζει με απλό έγγραφο θεωρημένο από τον διευθυντή της φυλακής ή τις αρμόδιες αρχές. 2. Η απόλυση υπό όρο χορηγείται με αίτηση της διεύθυνσης του καταστήματος στο οποίο κρατείται ο καταδικασθείς. Η αίτηση υποβάλλεται δύο (2) μήνες πριν από τη συμπλήρωση του χρόνου που προβλέπει το άρθρο 105Β. Αν η διεύθυνση του καταστήματος κρίνει ότι συντρέχουν προϋποθέσεις για τη μη χορήγηση της απόλυσης, υποβάλλει σχετική αναφορά μαζί με έκθεση της κοινωνικής υπηρεσίας του καταστήματος στον εισαγγελέα των πλημμελειοδικών, ο οποίος την εισάγει στο συμβούλιο. 3. Για την ανάκληση αποφασίζει το ίδιο δικαστικό συμβούλιο, ύστερα από πρόταση των αρχών που εποπτεύουν αυτόν που απολύθηκε. Το εδάφιο β' της πρώτης παραγράφου εφαρμόζεται και στην περίπτωση αυτή. 4. Σε περίπτωση επείγουσας ανάγκης, για να προληφθεί κίνδυνος της δημόσιας τάξης, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών του τόπου διαμονής εκείνου που απολύθηκε μπορεί να διατάξει την προσωρινή σύλληψή του ύστερα από την οποία προκαλείται αμέσως με τη νόμιμη διαδικασία η απόφαση για την ανάκληση. Αν αποφασιστεί η ανάκληση, θεωρείται ότι αυτή επήλθε την ημέρα της σύλληψης. 5. Κατά του βουλεύματος που κρίνει τη χορήγηση της υπό όρο απόλυσης επιτρέπεται έφεση από τον εισαγγελέα και τον καταδικασθέντα για οποιοδήποτε λόγο με ανάλογη εφαρμογή των άρθρων 473 έως 476 ΚΠΔ.". Άρθρο 25 Απόλυση υπό τον όρο της κατ' οίκον έκτισης της ποινής με ηλεκτρονική επιτήρηση - Τροποποίηση των παρ. 6, 7 και 8 και προσθήκη παρ. 11 στο άρθρο 110Α ΠΚ Στο άρθρο 110Α ΠΚ: α) τροποποιείται το τέταρτο εδάφιο της παρ. 6 με την προσθήκη αναφοράς στην παρ. 3 του άρθρου 106 του ΠΚ, β) στην παρ. 7 προστίθεται δεύτερο εδάφιο, γ) στην παρ. 8 προστίθεται τέταρτο εδάφιο, δ) προστίθεται παρ. 11 και το άρθρο 110Α διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 110Α Απόλυση υπό τον όρο της κατ' οίκον έκτισης της ποινής με ηλεκτρονική επιτήρηση 1. Όσοι καταδικάσθηκαν σε ποινή στερητική της ελευθερίας μπορούν, με αίτησή τους, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 106 παρ. 1, να απολυθούν υπό τον όρο του κατ' οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 284 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, εφόσον έχουν εκτίσει: α) προκειμένου για φυλάκιση, το ένα πέμπτο (1/5) αυτής, β) προκειμένου για πρόσκαιρη κάθειρξη, τα δύο πέμπτα (2/5) αυτής και γ) προκειμένου για ισόβια κάθειρξη, τουλάχιστον δεκατέσσερα (14) έτη. 2. Στην περίπτωση που συντρέχουν σωρευτικά περισσότερες ποινές, ο καταδικασθείς πρέπει να έχει εκτίσει το άθροισμα των τμημάτων των ποινών που προβλέπονται στην προηγούμενη παράγραφο. Σε κάθε περίπτωση μπορεί να απολυθεί, αν έχει εκτίσει είκοσι δύο (22) έτη, ακόμη και όταν το παραπάνω άθροισμα υπερβαίνει το όριο αυτό. 3. Αν ο καταδικασθείς εργάζεται, κάθε ημέρα εργασίας υπολογίζεται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της σωφρονιστικής νομοθεσίας. 4. Για τη χορήγηση της υπό όρο απόλυσης, ως ποινή που εκτίθηκε θεωρείται αυτή που υπολογίστηκε ευεργετικά κατά την προηγούμενη παράγραφο. Προκειμένου για ποινές κάθειρξης δεν μπορεί να χορηγηθεί στον καταδικασθέντα η απόλυση, αν δεν έχει παραμείνει στο σωφρονιστικό κατάστημα για χρονικό διάστημα ίσο με το ένα πέμπτο (1/5) της ποινής που του επιβλήθηκε και, σε περίπτωση ισόβιας κάθειρξης, για δώδεκα (12) έτη. Το χρονικό διάστημα του ενός πέμπτου (1/5) ή, σε περίπτωση ισόβιας κάθειρξης, των δώδεκα (12) ετών, προσαυξάνεται κατά το ένα πέμπτο των λοιπών ποινών που τυχόν έχουν επιβληθεί, στην περίπτωση που αυτές συντρέχουν σωρευτικά. Σε κάθε περίπτωση όμως ο καταδικασθείς μπορεί να απολυθεί αν έχει παραμείνει στο κατάστημα δεκατέσσερα (14) έτη και αν εκτίει περισσότερες ποινές ισόβιας κάθειρξης, αν έχει παραμείνει είκοσι (20) έτη. 5. Για την απόλυση του καταδικασθέντος κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν απαιτείται να έχει καταστεί η καταδίκη αμετάκλητη. 6. Ο απολυθείς σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου επιτρέπεται να ευρίσκεται προκαθορισμένες ώρες της ημέρας εκτός του τόπου του κατ' οίκον περιορισμού του αποκλειστικά για λόγους εργασίας, εκπαίδευσης ή επαγγελματικής κατάρτισης, συμμετοχής του σε εγκεκριμένο πρόγραμμα συντήρησης ή απεξάρτησης από ναρκωτικές ουσίες ή αλκοόλ ή και εκπλήρωσης των υποχρεώσεων που του έχουν επιβληθεί. Οι ώρες απουσίας του καταδικασθέντος από τον τόπο του κατ' οίκον περιορισμού του και το σύνολο των υποχρεώσεών του καθορίζονται είτε με το βούλευμα που διέταξε την απόλυσή του είτε μετά τη χορηγηθείσα απόλυση, με διάταξη του εισαγγελέα πλημμελειοδικών του τόπου έκτισης της ποινής. Με διάταξή του, ο ίδιος εισαγγελέας είτε κατόπιν αίτησης του καταδικασθέντος είτε αυτεπαγγέλτως, αποφασίζει για την αλλαγή του τόπου του κατ' οίκον περιορισμού, την τροποποίηση του προγράμματος των ωρών απουσίας του καταδικασθέντος από αυτόν και την επιβολή ή τροποποίηση των υποχρεώσεων του τελευταίου. Κατά τα λοιπά ισχύουν τα οριζόμενα στο άρθρο 106 παρ. 2 και 3. 7. Η απόλυση σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου μπορεί να μη χορηγηθεί, με ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 106. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 110 εφαρμόζεται αναλόγως. 8. Η απόλυση μπορεί να ανακληθεί, αν ο καταδικασθείς δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που του επιβλήθηκαν και πιθανολογείται ότι ενόψει της βαρύτητας της παράβασης των υποχρεώσεών του, του τρόπου και των εν γένει συνθηκών που αυτή συντελέστηκε, δεν παρέχει την προσδοκία ότι θα τηρήσει τις υποχρεώσεις του στο μέλλον. Σε περίπτωση ανάκλησης, ο χρόνος από την απόλυση έως τη νέα σύλληψη δεν υπολογίζεται στην εκτιθείσα ποινή. Ο καταδικασθείς διατηρεί πάντως το δικαίωμα να απολυθεί υπό όρο κατ' άρθρο 105Β. Οι παρ. 3 και 4 του άρθρου 110 εφαρμόζονται αναλόγως. 9. Η απόλυση σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου αίρεται, όταν ο καταδικασθείς, κατά το χρονικό διάστημα που προβλέπεται στην παρ. 10, τελέσει κακούργημα ή πλημμέλημα με δόλο που τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6) μηνών, για το οποίο καταδικάστηκε αμετακλήτως. Σε περίπτωση άρσης της απόλυσης, ο χρόνος από την απόλυση έως τη νέα σύλληψη δεν υπολογίζεται στην εκτιθείσα ποινή. Ο καταδικασθείς στην περίπτωση αυτή δικαιούται να απολυθεί υπό όρο κατ' άρθρο 105Β, αφού παραμείνει στο σωφρονιστικό κατάστημα ένα επιπλέον έτος σε σχέση με τα οριζόμενα στο άρθρο 105Β παρ. 1. Το ίδιο ισχύει αν, κατά το χρόνο που κατέστη η καταδίκη αμετάκλητη, είχε ήδη χορηγηθεί απόλυση κατ' άρθρο 105Β, χωρίς όμως να έχει παρέλθει το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στο άρθρο 109. Δεν εφαρμόζεται το προηγούμενο εδάφιο, αν, κατά το χρόνο που κατέστη η καταδίκη αμετάκλητη, είχε ήδη χορηγηθεί στον καταδικασθέντα η απόλυση υπό όρο κατ' άρθρο 105Β, χωρίς να έχει ανακληθεί, με αποτέλεσμα η ποινή για την οποία χορηγήθηκε η απόλυση να θεωρείται ότι έχει ήδη εκτιθεί κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 109. 10. Η με το παρόν άρθρο χορηγούμενη απόλυση εκτείνεται μέχρι του χρονικού σημείου της χορήγησης στον καταδικασθέντα της απόλυσης υπό όρο κατ' άρθρο 105Β. 11. Στις περιπτώσεις των κακουργημάτων των άρθρων 22 και 23 του ν. 4139/2013, 134, 187, 187 Α, των περ. γ' και δ' της παρ. 1 του άρθρου 265, της παρ. 1 του άρθρου 299, 323Α, 324, 380, 385, καθώς και γι' αυτά του 19ου Κεφαλαίου του Ειδικού Μέρους του παρόντος Κώδικα, δεν επιτρέπεται απόλυση υπό τον όρο της κατ' οίκον έκτισης της ποινής με ηλεκτρονική επιτήρηση.". Άρθρο 26 Αναστολή της παραγραφής - Τροποποίηση της παρ. 2 και αντικατάσταση της παρ. 4 του άρθρου 113 ΠΚ Στο άρθρο 113 ΠΚ: α) στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 προστίθενται οι λέξεις "ή της παρ. 4Α του άρθρου 7 του ν. 3226/2004 (Α' 24)", β) η παρ. 4 αντικαθίσταται και το άρθρο 113 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 113 Αναστολή της παραγραφής 1. Η προθεσμία της παραγραφής αναστέλλεται για όσο χρόνο, σύμφωνα με διάταξη νόμου, δεν μπορεί να αρχίσει ή να εξακολουθήσει η ποινική δίωξη, καθώς και για όσο χρόνο διαρκεί η κύρια διαδικασία και έως ότου γίνει αμετάκλητη η καταδικαστική απόφαση. 2. Η κατά την προηγούμενη παράγραφο αναστολή δεν μπορεί να διαρκέσει περισσότερο από πέντε (5) έτη για τα κακουργήματα και τρία (3) έτη για τα πλημμελήματα. Ο χρονικός περιορισμός της αναστολής δεν ισχύει όταν η αναβολή ή αναστολή της ποινικής δίωξης, ή η αναβολή της δίκης, λαμβάνει χώρα κατ' εφαρμογή των άρθρων 29, 59 και 61 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ή της παρ. 4Α του άρθρου 7 του ν. 3226/2004 (Α' 24). 3. Αν για την ποινική δίωξη απαιτείται έγκληση, η έλλειψή της δεν αναστέλλει την παραγραφή. 4. Η προθεσμία της παραγραφής των κακουργημάτων που στρέφονται κατά ανηλίκου αρχίζει από την ενηλικίωση του θύματος. Η προθεσμία της παραγραφής των εγκλημάτων που προβλέπονται στα άρθρα 323Α, 324 και στο 19ο Κεφάλαιο του Ειδικού Μέρους του παρόντος Κώδικα, όταν αυτά στρέφονται κατά ανηλίκου, αρχίζει ένα (1) έτος μετά από την ενηλικίωση του θύματος, εφόσον πρόκειται για πλημμέλημα, και τρία (3) έτη μετά την ενηλικίωση, εφόσον πρόκειται για κακούργημα.". Άρθρο 27 Έναρξη της παραγραφής του χρόνου των ποινών - Τροποποίηση του άρθρου 119 ΠΚ Στο άρθρο 119 ΠΚ, προστίθεται η επιφύλαξη σε άλλες διατάξεις και το άρθρο 119 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 119 Έναρξη της παραγραφής του χρόνου των ποινών Η παραγραφή των ποινών αρχίζει από την ημέρα που η απόφαση έγινε αμετάκλητη, εκτός αν ο νόμος ορίζει διαφορετικά.". Άρθρο 28 Απόλυση υπό όρο - Τροποποίηση των παρ. 3 και 6 του άρθρου 129 ΠΚ Στο άρθρο 129 ΠΚ: α) στην παρ. 3 προστίθεται νέο τρίτο εδάφιο, β) τροποποιείται η παρ. 6 ως προς την αναφορά στο τελούμενο έγκλημα και την ποινή του και το άρθρο 129 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 129 Απόλυση υπό όρο 1. Το δικαστήριο απολύει υπό όρο τον ανήλικο μετά τη λήξη του ενός δευτέρου του περιορισμού σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων και ορίζει τον χρόνο της δοκιμασίας, που δεν μπορεί να υπερβαίνει το υπόλοιπο της ποινής. Για τη χορήγηση της υπό όρο απόλυσης, ως περιορισμός που εκτίθηκε θεωρείται και αυτός που υπολογίστηκε ευεργετικά σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. 2. Η απόλυση υπό όρο χορηγείται οπωσδήποτε, εκτός αν κριθεί με ειδική αιτιολογία ότι η διαγωγή του ανηλίκου κατά την έκτιση του περιορισμού καθιστά απολύτως αναγκαία τη συνέχιση της κράτησής του, για να αποτραπεί η τέλεση από αυτόν νέων αξιόποινων πράξεων. 3. Για τη χορήγηση της υπό όρο απόλυσης, η διεύθυνση του καταστήματος στο οποίο κρατείται ο ανήλικος υποβάλλει αίτηση προς το Τριμελές Δικαστήριο Ανηλίκων στο Πλημμελειοδικείο του τόπου όπου εκτίεται ο περιορισμός μαζί με έκθεση της κοινωνικής υπηρεσίας του καταστήματος δύο (2) μήνες πριν συμπληρωθεί η έκτιση του ενός δευτέρου του περιορισμού που επιβλήθηκε. Ο ανήλικος κλητεύεται υποχρεωτικά δέκα (10) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συνεδρίαση του δικαστηρίου, κατά την οποία μπορεί να παραστεί αυτοπροσώπως ή να εκπροσωπηθεί από συνήγορο που διορίζει με απλό έγγραφο θεωρημένο, ως προς το γνήσιο της υπογραφής, από το διευθυντή του καταστήματος κράτησης, από δικηγόρο ή από τις αρμόδιες αρχές. Το δικαστήριο συνεδριάζει υποχρεωτικά μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από τη συμπλήρωση της έκτισης του ημίσεος του περιορισμού που επιβλήθηκε. Αν η αίτηση για απόλυση υπό όρο δε γίνει δεκτή, νέα αίτηση μπορεί να υποβληθεί μετά δύο (2) μήνες από την απόρριψη, εκτός αν υπάρξουν νέα στοιχεία. 4. Η απόλυση υπό όρο μπορεί να χορηγηθεί και πριν από την έκτιση του ενός δευτέρου (1/2) του περιορισμού που επιβλήθηκε, μόνο για σπουδαίους λόγους και εφόσον έχει εκτιθεί πραγματικά το ένα τρίτο (1/3) αυτού. 5. Στον απολυόμενο μπορεί να επιβληθούν κατά τη διάρκεια του χρόνου δοκιμασίας υποχρεώσεις που αφορούν στον τρόπο ζωής του και ιδίως στον τόπο διαμονής, στη διαπαιδαγώγηση ή την παρακολούθηση εγκεκριμένου από το νόμο θεραπευτικού προγράμματος απεξάρτησης από ναρκωτικές ή άλλες ουσίες. Αν ο απολυόμενος παραβιάσει τους όρους που του έχουν επιβληθεί, η απόλυση μπορεί να ανακληθεί, όταν πιθανολογείται ότι ενόψει της βαρύτητας της παράβασης των υποχρεώσεών, του τρόπου και των εν γένει συνθηκών που αυτή συντελέσθηκε, δεν παρέχει ο ανήλικος την προσδοκία ότι στο μέλλον θα τηρήσει τις υποχρεώσεις του. Σε περίπτωση ανάκλησης, ο χρόνος από την απόλυση έως τη νέα σύλληψη δεν υπολογίζεται στην εκτιθείσα ποινή. 6. Αν ο απολυθείς κατά τον χρόνο της δοκιμασίας καταδικασθεί για κακούργημα ή πλημμέλημα από δόλο σε ποινή άνω του ενός (1) έτους, η απόλυση αίρεται και εφαρμόζεται το άρθρο 132. 7. Αν μετά την απόλυση παρέλθει ο χρόνος δοκιμασίας τον οποίο όρισε η απόφαση χωρίς να γίνει ανάκληση, η ποινή θεωρείται ότι εκτίθηκε.". Άρθρο 29 Απόλυση υπό τον όρο του κατ' οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση - Τροποποίηση των παρ. 5 και 6 του άρθρου129Α ΠΚ Στο άρθρο 129Α ΠΚ: α) τροποποιείται το πρώτο εδάφιο της παρ. 5 ως προς τις προϋποθέσεις άρσης της απόλυσης υπό όρο του κατ' οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση του ανηλίκου, β) τροποποιείται το πρώτο εδάφιο της παρ. 6 ως προς τις προϋποθέσεις άρσης της απόλυσης υπό όρο του απολυθέντος ανηλίκου και το άρθρο 129Α διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 129Α Απόλυση υπό τον όρο του κατ' οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση 1. Ανήλικοι οι οποίοι καταδικάσθηκαν σε ποινή περιορισμού σε ειδικό κατάστημα κράτησης νέων, μπορούν, μετά από αίτησή τους, να απολυθούν υπό τον όρο του κατ' οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 284 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, εφόσον έχουν εκτίσει το ένα τρίτο (1/3) της ποινής τους. Η αίτηση συνοδεύεται από έκθεση της Κοινωνικής Υπηρεσίας του καταστήματος κράτησης και έκθεση της Υπηρεσίας Επιμελητών Ανηλίκων, όπου γίνεται ειδική μνεία στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον του καταδικασθέντος, με ιδιαίτερη αναφορά στις σχέσεις του με τα πρόσωπα με τα οποία ενδέχεται να συνοικήσει εάν του χορηγηθεί η απόλυση. Οι παρ. 2 και 3 εδ. Β' και γ' του άρθρου 129 εφαρμόζονται και στην περίπτωση αυτή. 2. Ως ποινή που εκτίθηκε θεωρείται αυτή που υπολογίστηκε ευεργετικά κατά τις ισχύουσες διατάξεις. Η απόλυση υπό τον όρο του κατ' οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση δεν μπορεί πάντως να χορηγηθεί, αν ο ανήλικος δεν έχει παραμείνει στο κατάστημα για χρονικό διάστημα ίσο με το ένα πέμπτο (1/5) της ποινής του. 3. Η παρ. 6 του άρθρου 110 Α έχει και στην περίπτωση αυτή εφαρμογή. 4. Το ίδιο ισχύει και για την παρ. 5 του άρθρου 129. Αν η απόλυση υπό τον όρο του κατ' οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση ανακληθεί, ο ανήλικος διατηρεί το δικαίωμα να απολυθεί υπό όρο κατ' άρθρο 129. 5. Η απόλυση υπό τον όρο του κατ' οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση αίρεται, αν ο απολυθείς κατά το χρονικό διάστημα που διαρκεί η εν λόγω απόλυση τέλεσε, ως ενήλικος, πλημμέλημα με δόλο για το οποίο καταδικάστηκε οποτεδήποτε αμετακλήτως σε ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1) έτους. Στην περίπτωση αυτή, ο χρόνος από την απόλυση έως τη νέα σύλληψη δεν υπολογίζεται στην εκτιθείσα ποινή. Ο ανήλικος διατηρεί το δικαίωμα να απολυθεί υπό όρο κατ' άρθρο 129. 6. Η απόλυση υπό τον όρο του κατ' οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση αίρεται αν ο απολυθείς, όσο διαρκεί η εν λόγω απόλυση, τέλεσε, ως ενήλικος, κακούργημα ή ως ανήλικος, πράξη που αν την τελούσε ενήλικος θα ήταν κακούργημα, για την οποία και καταδικάστηκε οποτεδήποτε αμετακλήτως. Στην περίπτωση αυτή ο χρόνος από την απόλυση έως τη νέα σύλληψη δεν υπολογίζεται στην εκτιθείσα ποινή και ο ανήλικος αποκτά το 3ικαίωμα να απολυθεί υπό όρο κατ' άρθρο 129, αφού παραμείνει στο ειδικό κατάστημα κράτησης νέων ένα (1) επιπλέον έτος σε σχέση με τα οριζόμενα στο άρθρο 129 παρ. 1 και 4. Το ίδιο ισχύει αν, κατά το χρόνο που κατέστη η καταδίκη αμετάκλητη, είχε ήδη χορηγηθεί η απόλυση υπό όρο κατ' άρθρο 129, χωρίς όμως να έχει παρέλθει το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στο άρθρο 129 παρ. 7. Δεν εφαρμόζεται το προηγούμενο εδάφιο, αν κατά τον χρόνο που κατέστη η καταδίκη αμετάκλητη, είχε ήδη χορηγηθεί η απόλυση υπό όρο κατ' άρθρο 129 χωρίς να έχει ανακληθεί, με αποτέλεσμα να θεωρείται η ποινή για την οποία χορηγήθηκε η απόλυση ήδη εκτιθείσα κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 129 παρ. 7. 7. Η παρ. 7 του άρθρου 129 ισχύει και στην περίπτωση αυτή. …………………….. Η συνέχεια του Νόμου στο τεύχος Ιανουαρίου 2022.