ΝΟΜΟΣ 4714/2020 Φορολογικές παρεμβάσεις για την ενίσχυση της αναπτυξιακής διαδικασίας της ελληνικής οικονομίας, ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία των Οδηγιών (ΕΕ) 2017/1852, (ΕΕ) 2018/822, (ΕΕ) 2020/876, (ΕΕ)2016/1164, (ΕΕ) 2018/1910 και (ΕΕ) 2019/475, συνεισφορά Δημοσίου για την αποπληρωμή δανείων πληγέντων δανειοληπτών λόγω των δυσμενών συνεπειών της νόσου COVID-19 και άλλες διατάξεις. ΦΕΚ 148/Α/31.7.2020 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Φορολογικές παρεμβάσεις για την ενίσχυση της αναπτυξιακής διαδικασίας ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' Ουσιαστικές φορολογικές ρυθμίσεις Άρθρο 1 Προσθήκη άρθρου 5Β στον ΚΦΕ και συμπλήρωση ρύθμισης του άρθρου 67 ΚΦΕ - Εναλλακτική φορολόγηση εισοδήματος φυσικών προσώπων, δικαιούχων εισοδήματος από συντάξεις που προκύπτουν στην αλλοδαπή, τα οποία μεταφέρουν τη φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα 1. Στον ν. 4172/2013 (Α' 167) προστίθεται νέο άρθρο 5Β ως εξής: "Άρθρο 5Β Εναλλακτική φορολόγηση εισοδήματος φυσικών προσώπων, δικαιούχων εισοδήματος από συντάξεις που προκύπτουν στην αλλοδαπή, τα οποία μεταφέρουν τη φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα 1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 5Α, φυσικό πρόσωπο, δικαιούχος εισοδήματος από σύνταξη, σύμφωνα με το άρθρο 12, που προκύπτει στην αλλοδαπή, το οποίο μεταφέρει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα, υπάγεται σε εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης, όπως ορίζεται στην παρ. 2, για το εισόδημα που προκύπτει στην αλλοδαπή, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 5, εφόσον σωρευτικά: α) δεν ήταν φορολογικός κάτοικος Ελλάδας τα προηγούμενα πέντε (5) από τα έξι (6) έτη πριν από τη μεταφορά της φορολογικής κατοικίας του στην Ελλάδα, και β) μεταφέρει τη φορολογική του κατοικία από κράτος με το οποίο είναι σε ισχύ συμφωνία διοικητικής συνεργασίας στον τομέα της φορολογίας με την Ελλάδα. 2. α) Εφόσον γίνει δεκτή, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στην παρ. 3, η υπαγωγή του φορολογούμενου σε εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης για το εισόδημα που προκύπτει στην αλλοδαπή, το φυσικό πρόσωπο καταβάλλει κάθε φορολογικό έτος αυτοτελώς φόρο με συντελεστή επτά τοις εκατό (7%) για το σύνολο του εισοδήματός του που αποκτήθηκε στην αλλοδαπή. β) Ο φόρος καταβάλλεται για κάθε φορολογικό έτος σε μία (1) δόση μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μηνός Ιουλίου και δεν συμψηφίζεται με άλλες φορολογικές υποχρεώσεις ή τυχόν πιστωτικά υπόλοιπα του προσώπου που έχει υπαχθεί στον εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης. Με την καταβολή του φόρου αυτού εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση του φυσικού προσώπου για το εισόδημα αυτό. 3. α) Η αίτηση μεταφοράς της φορολογικής κατοικίας με υπαγωγή στον εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης εισοδήματος που προκύπτει στην αλλοδαπή κατά το παρόν άρθρο υποβάλλεται στη Φορολογική Διοίκηση από το φυσικό πρόσωπο συνταξιούχο μέχρι τις 31 Μαρτίου του εκάστοτε φορολογικού έτους. Εντός της ίδιας προθεσμίας δύνανται να υποβάλουν αίτηση υπαγωγής στον εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης εισοδήματος που προκύπτει στην αλλοδαπή κατά το παρόν και φυσικά πρόσωπα που πληρούν τις προϋποθέσεις της παρ. 1 και έχουν ήδη μεταφέρει τη φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα εντός του προηγούμενου φορολογικού έτους. β) Εντός εξήντα (60) ημερών από την υποβολή της αίτησης, η Φορολογική Διοίκηση εξετάζει την αίτηση και εκδίδει απόφαση, με την οποία την εγκρίνει ή την απορρίπτει, αναλόγως της συνδρομής ή μη των προϋποθέσεων της παρ. 1. γ) Το φυσικό πρόσωπο δηλώνει στην αίτησή του το κράτος στο οποίο είχε την τελευταία φορολογική κατοικία του μέχρι την υποβολή της αίτησής του. Η Φορολογική Διοίκηση ενημερώνει τις φορολογικές αρχές του κράτους αυτού σχετικά με τη μεταφορά της φορολογικής κατοικίας του εν λόγω φορολογουμένου, σύμφωνα με τις διατάξεις περί διεθνούς διοικητικής συνεργασίας. 4. Η εφαρμογή του παρόντος αρχίζει από το επόμενο φορολογικό έτος για το οποίο υποβάλλεται η αίτηση του φυσικού προσώπου για την υπαγωγή του στις διατάξεις του παρόντος και λήγει μετά το πέρας δεκαπέντε (15) φορολογικών ετών. Η υπαγωγή στις διατάξεις του παρόντος είναι δυνατή για τα προσεχή δεκαπέντε (15) φορολογικά έτη. 5. Το φυσικό πρόσωπο που εντάσσεται στις διατάξεις του παρόντος, εφόσον σε κάποιο φορολογικό έτος δεν καταβάλλει ολόκληρο το ποσό του οριζόμενου στην παρ. 2 φόρου, παύει να υπάγεται στις διατάξεις του παρόντος από το οικείο φορολογικό έτος και εφεξής φορολογείται για το παγκόσμιο εισόδημά του βάσει των γενικών διατάξεων του παρόντος Κώδικα. 6. Το φυσικό πρόσωπο μπορεί σε οποιοδήποτε φορολογικό έτος κατά τη διάρκεια του χρονικού διαστήματος της παρ. 4 να υποβάλει αίτηση για την ανάκληση της υπαγωγής του στις διατάξεις αυτές. Σε περίπτωση ανάκλησης, το φυσικό πρόσωπο φορολογείται σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις για το φορολογικό έτος εντός του οποίου υποβάλλει την αίτηση ανάκλησης και εφεξής δεν υποχρεούται στην καταβολή του οριζόμενου ποσού φόρου για το έτος αυτό σύμφωνα με την παρ. 2. 7. Η δήλωση φορολογίας εισοδήματος για το φορολογητέο εισόδημα του προσώπου που υπάγεται στις διατάξεις του παρόντος, το οποίο τυχόν προκύπτει στην ημεδαπή, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 5, υποβάλλεται και η καταβολή του φόρου διενεργείται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 67. 8. Οι παρ. 1 έως 7 του παρόντος δεν επηρεάζουν την εφαρμογή των διεθνών συμβάσεων που έχουν κυρωθεί από την Ελλάδα για την αποφυγή της διπλής φορολογίας εισοδήματος και κεφαλαίου. 9. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων καθορίζονται η διαδικασία υπαγωγής στις διατάξεις του παρόντος, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς της φορολογικής κατοικίας, η αρμόδια υπηρεσία για την υποβολή, εξέταση και έγκριση της αίτησης, τα δικαιολογητικά που συνοδεύουν την αίτηση, η ανάκλησή της, η υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, η καταβολή του φόρου, καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος.". 2. Μετά το τρίτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 67 του ν. 4172/2013, προστίθεται εδάφιο ως εξής: "Φορολογούμενοι που υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 5Β υποχρεούνται να δηλώνουν όλα τα εισοδήματά τους που προκύπτουν στην ημεδαπή, κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 5, και τα εισοδήματα που προκύπτουν στην αλλοδαπή, κατά την έννοια της παρ. 2 του άρθρου 5, και τα οποία υπόκεινται στην εναλλακτική φορολόγηση.". Άρθρο 2 Τροποποίηση του άρθρου 14 ΚΦΕ - Απαλλαγή της δωρεάν διάθεσης μετοχών και των διατακτικών εσωτερικού τουρισμού υπό όρους από τη φορολογία εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις Μετά την περ. ιστ' της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4172/2013 προστίθενται νέες περιπτώσεις ιζ' και ιη' ως εξής: "ιζ) η παροχή σε είδος με τη μορφή μετοχών που λαμβάνει ένας εργαζόμενος ή εταίρος ή μέτοχος από νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα στο πλαίσιο προγραμμάτων δωρεάν διάθεσης μετοχών στα οποία τίθεται ως προϋπόθεση η επίτευξη συγκεκριμένων στόχων ή η επέλευση συγκεκριμένου γεγονότος, προκειμένου να πραγματοποιηθεί η διάθεση των μετοχών. ιη) η αξία των διατακτικών εσωτερικού τουρισμού συνολικής αξίας έως τριακοσίων (300) ευρώ για το φορολογικό έτος 2020.". ................................ Άρθρο 18 Μείωση προκαταβολής φόρου εισοδήματος φορολογικού έτους 2019 Στο τέλος του άρθρου 72 του ν. 4172/2013 (Α'167) προστίθεται παρ. 59 ως εξής: "59. Ειδικά για το φορολογικό έτος 2019, το ποσό προκαταβολής φόρου εισοδήματος του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 των άρθρων 69 και 71 μειώνεται ανάλογα με το ποσοστό μείωσης του κύκλου εργασιών που δηλώνεται για σκοπούς Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ) (κωδικός 312 δήλωσης ΦΠΑ) του πρώτου (1ου) εξαμήνου του 2020 έναντι του πρώτου (1ου) εξαμήνου του 2019, ως εξής: Μείωση του κύκλου εργασιών ΦΠΑ το 1ο εξάμ. 2020 έναντι του 1ου εξαμ. 2019 Μείωση προκαταβολής φόρου εισοδήματος ≥ 5% έως και 15% 30% 15,01% έως και 25% 50% 25,01% έως και 35% 70% >35% 100% Για τον ανωτέρω υπολογισμό λαμβάνονται υπόψη: 1) Οι δηλώσεις ΦΠΑ του πρώτου (1ου) εξαμήνου 2019 που έχουν υποβληθεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος και 2) οι δηλώσεις ΦΠΑ του πρώτου (1ου) εξαμήνου του 2020, ως εξής: α) για τηρούντες απλογραφικά λογιστικά αρχεία, η δήλωση ΦΠΑ του πρώτου (1ου) τριμήνου που έχει υποβληθεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος και η δήλωση ΦΠΑ του δευτέρου (2ου) τριμήνου που υποβάλλεται μέχρι τις 31.7.2020 ή β) για τηρούντες διπλογραφικά λογιστικά αρχεία, οι δηλώσεις ΦΠΑ Ιανουαρίου - Μαΐου που έχουν υποβληθεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος και η δήλωση ΦΠΑ Ιουνίου που υποβάλλεται μέχρι τις 31.7.2020. Για νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα ή φυσικό πρόσωπο που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα και δεν έχει υποχρέωση υποβολής δήλωσης ΦΠΑ καθ' όλη τη διάρκεια των συγκρινόμενων εξαμήνων, το ποσό της προκαταβολής φόρου εισοδήματος του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 των άρθρων 69 και 71 μειώνεται κατά πενήντα τοις εκατό (50%). Τα οριζόμενα στο προηγούμενο εδάφιο έχουν εφαρμογή και στην περίπτωση που νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα ή φυσικό πρόσωπο που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα μετατάχθηκε από απαλλασσόμενο ΦΠΑ καθεστώς σε μη απαλλασσόμενο ή αντιστρόφως, κατά τα συγκρινόμενα εξάμηνα των ετών 2019 και 2020. Ειδικά, το ποσό προκαταβολής φόρου εισοδήματος του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 των άρθρων 69 και 71 μηδενίζεται για νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα ή φυσικό πρόσωπο που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα, το οποίο: α) είναι υποκείμενο σε ΦΠΑ, ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα που ανήκει στον τριτογενή τομέα και πραγματοποίησε κατά το τρίτο (3ο) τρίμηνο του 2019 ποσοστό άνω του πενήντα τοις εκατό (50%) του ετήσιου κύκλου εργασιών ΦΠΑ του ίδιου έτους ή β) εντάσσεται στους κλάδους των αεροπορικών ή ακτοπλοϊκών μεταφορών.". Οι διατάξεις της παρούσας δεν εφαρμόζονται για νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες ή φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα, για τα οποία εφαρμόζονται η παρ. 3 του άρθρου 71 και το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 69, αντίστοιχα, με εξαίρεση τις επιχειρήσεις της περ. α' του πέμπτου εδαφίου της παρούσας, για τις οποίες το ποσό της προκαταβολής φόρου εισοδήματος μηδενίζεται. Σε νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα ή φυσικό πρόσωπο που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα και το οποίο επωφελείται της μειωμένης προκαταβολής χωρίς να τη δικαιούται, ολικά ή μερικά, επιβάλλεται από τη Φορολογική Διοίκηση πρόστιμο ίσο με το διπλάσιο της μειωμένης προκαταβολής που επωφελείται, για την επιβολή και είσπραξη του οποίου εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 4174/2013 (Α' 170). Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, έπειτα από εισήγηση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, ορίζεται κάθε ειδικότερο θέμα για την εφαρμογή της παρούσας." ................................ ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ Άλλες διατάξεις ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' Άρθρο 114 Καταβολή ποσών μειώσεων συντάξεων ιδιωτικού τομέα 1. Ποσά, τα οποία αντιστοιχούν σε περικοπές και μειώσεις κύριων συντάξεων συνταξιούχων του ιδιωτικού τομέα οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης, οι οποίες επιβλήθηκαν κατ' εφαρμογή του άρθρου 6 παρ. 1 του ν. 4051/2012 (Α' 40) και του άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.5 περ. 1 του ν. 4093/2012 (Α' 222) και αφορούν το χρονικό διάστημα από 11.6.2015 και μέχρι τη δημοσίευση του ν. 4387/2016 (Α' 85), καταβάλλονται άτοκα στους δικαιούχους. 2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων ρυθμίζονται ο τρόπος, η διαδικασία και οι λεπτομέρειες καταβολής των προς επιστροφή ποσών, η οποία ολοκληρώνεται εντός έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος. 3. Με την καταβολή των ποσών της παρ. 1 οι αξιώσεις των συνταξιούχων των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης για ποσά που αντιστοιχούν σε περικοπές, μειώσεις και καταργήσεις κύριων, επικουρικών συντάξεων, επιδομάτων αδείας και εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, κατά το χρονικό διάστημα από 11.6.2015 έως τη δημοσίευση του ν. 4387/2016 δυνάμει των νόμων 4051/2012 και 4093/2012, αποσβέννυνται. 4. Η ρύθμιση της παρ. 3 δεν καταλαμβάνει τις εκκρεμείς ενώπιον των δικαστηρίων δίκες, ως προς τις αξιώσεις που υπερβαίνουν το καταβαλλόμενο ποσό της παρ. 1. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β' Άρθρο 115 Αύξηση του ποσοστού της προσωρινής σύνταξης σε αιτήσεις που έχουν υποβληθεί χειρόγραφα Οι παρ. 1, 2, 4, 7 και 8 του άρθρου 29 του ν. 4387/2016 (Α' 85) τροποποιούνται, προστίθενται παρ. 10,11 και 12 και το άρθρο 29 του ν. 4387/2016 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 29 Προσωρινή σύνταξη 1. Οι ασφαλισμένοι οι οποίοι έχουν υποβάλει στον e-ΕΦΚΑ από τις 13.5.2016 έντυπη αίτηση συνταξιοδότησης λόγω γήρατος, δικαιούνται προσωρινή σύνταξη μέχρι την έκδοση της οριστικής απόφασης συνταξιοδότησης, το ύψος της οποίας υπολογίζεται ως εξής: α) Για τους μισθωτούς το 80% του μέσου όρου των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου κατά τους δώδεκα (12) μήνες ασφάλισης που προηγούνται της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης. Ο μέσος αυτός όρος υπολογίζεται ως το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών, οποτεδήποτε και αν καταβλήθηκαν, διά του δώδεκα (12). β) Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους, τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους ασφαλισμένους στον ΟΓΑ, όπως αυτοί ορίζονται στα άρθρα 39 και 40, το 70% του μέσου μηνιαίου εισοδήματος των δώδεκα (12) τελευταίων μηνών ασφάλισης που προηγούνται της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης. Ως μέσο μηνιαίο εισόδημα νοείται αυτό το οποίο προκύπτει από το πηλίκο του συνόλου των τρεχουσών εισφορών κύριας ασφάλισης που καταβλήθηκαν κατά τους μήνες αυτούς, διαιρούμενου δια του 20% και διά του δώδεκα (12). γ) Στην περίπτωση χορήγησης σύνταξης σε όσους έχουν υποβάλλει αίτηση συνταξιοδότησης και έχουν ήδη αναλάβει ή αναλαμβάνουν από τη δημοσίευση του νόμου εργασία και δικαιούνται σύνταξη, καταβάλλεται προσωρινή σύνταξη από τη δημοσίευση του παρόντος και εφεξής μειωμένη κατά ποσοστό 30% για όσο χρονικό διάστημα απασχολούνται ή διατηρούν την ιδιότητα ή τη δραστηριότητά τους αυτή. δ) Η μείωση της περ. γ) εφαρμόζεται και επί των ποσών που προκύπτουν από τις παρ. 2 και 3. 2. Για τους μισθωτούς και τους ασφαλισμένους στον τ. ΟΓΑ η προσωρινή σύνταξη δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού της εθνικής σύνταξης που αντιστοιχεί σε είκοσι (20) έτη ασφάλισης και να υπερβαίνει το ποσό που ισούται με το διπλάσιο αυτής, στο ύψος που διαμορφώνεται κάθε φορά. Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους και τους ελεύθερους επαγγελματίες, η προσωρινή σύνταξη δεν μπορεί να είναι μικρότερη από την εκάστοτε εθνική σύνταξη που αντιστοιχεί σε είκοσι (20) έτη ασφάλισης και μεγαλύτερη από το ποσό που ισούται με το ύψος της εθνικής σύνταξης πολλαπλασιαζόμενο επί δυόμισι φορές, στο ύψος που διαμορφώνεται κάθε φορά. 3. Τα ανωτέρω ισχύουν στις περιπτώσεις αίτησης για πλήρη σύνταξη λόγω γήρατος. Σε περιπτώσεις αίτησης για μειωμένη σύνταξη λόγω γήρατος το ποσό της προσωρινής σύνταξης μειώνεται κατά ποσοστό 1/200 για κάθε μήνα που υπολείπεται από τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας που προβλέπεται για την πλήρη σύνταξη. 4. Σε περίπτωση υποβολής αίτησης σύνταξης λόγω αναπηρίας, το ποσό της προσωρινής σύνταξης, στο ύψος που διαμορφώνεται κατά τα ανωτέρω, μειώνεται αντίστοιχα κατά τα ποσοστά που προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 27. Σε περίπτωση υποβολής αίτησης συνταξιοδότησης λόγω θανάτου, η προσωρινή σύνταξη, όπως διαμορφώνεται με τις ανωτέρω διατάξεις, χορηγείται στους δικαιούχους σε ποσοστό 70%. Το ποσοστό αυτό επιμερίζεται μεταξύ των δικαιοδόχων, σύμφωνα με τα ποσοστά επιμερισμού της σύνταξης. 5. Το ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται στον ασφαλισμένο με την προσωρινή σύνταξη συμψηφίζεται με το ποσό της σύνταξης που προκύπτει μετά την έκδοση της οριστικής πράξης απονομής της σύνταξης. 6. Στην περίπτωση ασφαλισμένου με διαδοχικό χρόνο ασφάλισης στους εντασσόμενους στον ΕΦΚΑ φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς, η αίτηση για προσωρινή σύνταξη υποβάλλεται και εξετάζεται από τον ΕΦΚΑ, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον παρόντα νόμο για την επαγγελματική δραστηριότητα στην οποία υπαγόταν ο ασφαλισμένος κατά την τελευταία χρονική περίοδο πριν από την αίτησή του. Αν για τον υπολογισμό του ποσού της προσωρινής σύνταξης, ο απαιτούμενος χρόνος ασφάλισης της παρ. 1 δεν επαρκεί, λόγω αλλαγής επαγγελματικής δραστηριότητας του ασφαλισμένου, λαμβάνεται υπόψη και διαδοχικά διανυθείς χρόνος ασφάλισης και καταβάλλεται ποσό προσωρινής σύνταξης, όπως προβλέπεται στο παρόν. Το ανωτέρω ισχύει και στις περιπτώσεις διαδοχικά ασφαλισμένων που έχουν οφειλή μέχρι του ποσού που προβλέπεται από τις σχετικές διατάξεις. 7. Η διάταξη για την έκδοση της προσωρινής σύνταξης δεν εφαρμόζεται στις ακόλουθες περιπτώσεις: α) Όταν ο ασφαλισμένος με δήλωσή του δεν επιθυμεί την έκδοση προσωρινής σύνταξης. β) Όταν δεν πληρούνται οι νόμιμες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης. γ) Όταν για τη συνταξιοδότηση πρέπει να εφαρμοστούν οι Κανονισμοί 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004 για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας και 987/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για καθορισμό της διαδικασίας εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 883/2004 για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας, καθώς και οι διμερείς συμβάσεις κοινωνικής ασφάλειας, εκτός των περιπτώσεων που θεμελιώνεται αυτοτελές συνταξιοδοτικό δικαίωμα μόνο με τον χρόνο ασφάλισης σε ελληνικό ασφαλιστικό φορέα. δ) Όταν δεν έχουν κατατεθεί τα απαραίτητα δικαιολογητικά. ε) Όταν λαμβάνεται ταυτόχρονα και άλλη κύρια σύνταξη για την ίδια αιτία. στ) Όταν είναι απαραίτητη η προηγούμενη αναγνώριση χρόνων ασφάλισης για θεμελίωση συνταξιοδοτικών προϋποθέσεων. Στην περίπτωση αυτή, ο λόγος θεωρείται ότι εκλείπει εφόσον, μετά από την υποβολή σχετικής αίτησης εκ μέρους του ενδιαφερομένου, εκδοθεί η απόφαση αναγνώρισης χρόνου ασφάλισης, ακόμα και αν η εξαγορά του χρόνου αυτού γίνει τμηματικά με παρακράτηση του σχετικού ποσού από τη σύνταξη του δικαιούχου. ζ) Όταν υπάρχουν οφειλές από ασφαλιστικές εισφορές ποσού που υπερβαίνει τα προβλεπόμενα από τις σχετικές διατάξεις ποσά. η) Όταν παρέχεται εργασία για την οποία προβλέπεται αναστολή καταβολής της σύνταξης σύμφωνα με το άρθρο 20 του ν. 4387/2016. Εάν μεταγενέστερα εκλείψουν οι λόγοι των περ. ζ) και η), η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται από την πρώτη του επόμενου μήνα της υποβολής της σχετικής νέας αίτησης του ενδιαφερομένου. 8. Για την έγκριση ή την απόρριψη του αιτήματος χορήγησης προσωρινής σύνταξης εκδίδεται απόφαση του αρμόδιου ασφαλιστικού οργάνου, εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης των δικαιολογητικών ή από την ημερομηνία οριστικοποίησης της κρίσης των υγειονομικών επιτροπών, αν η χορήγηση της σύνταξης συναρτάται με την εκτίμηση του βαθμού αναπηρίας του ασφαλισμένου. Η απόφαση του προηγούμενου εδαφίου δεν υπόκειται σε προσφυγή. 9. Η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται κατ' απόλυτη προτεραιότητα στους δικαιούχους που είναι άτομα με αναπηρία, με χρόνιες παθήσεις και στους γονείς και νόμιμους κηδεμόνες που προστατεύουν άτομα με αναπηρία ή για όσους συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις του ν. 612/1977 είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές και ισχύουν κάθε φορά, ή με βάση τις διατάξεις που αναφέρονται στα πρόσωπα του τετάρτου εδαφίου της περ. α' της παρ. 1 των άρθρων 1 και 26 του π.δ. 169/2007 (Α' 210) είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές, όπως ισχύουν κάθε φορά. 10. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται και σε περιπτώσεις ασφαλισμένων που έχουν υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης από τη 13η.5.2016 και εφεξής και τους έχει ήδη χορηγηθεί προσωρινή σύνταξη, εφόσον δεν έχει χορηγηθεί οριστική, καθώς και σε απασχολούμενους συνταξιούχους που δεν δικαιούνταν προσωρινή σύνταξη πριν από την έναρξη εφαρμογής του παρόντος. Η καταβολή της διαφοράς από την εφαρμογή των διατάξεων των περ. α) και β) της παρ. 1, καθώς και των παρ. 3 και παρ. 4, καταβάλλεται αναδρομικά στους δικαιούχους. 11. Εάν, μετά από τον έλεγχο των δικαιολογητικών για την έκδοση της οριστικής απόφασης απονομής της σύνταξης, διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης ή ότι τα στοιχεία που αναφέρονται στην αίτηση και στην υπεύθυνη δήλωση του ασφαλισμένου είναι ανακριβή, τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά συντάξεων αναζητούνται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις περί επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών. 12. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζονται η διαδικασία, ο τρόπος και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την καταβολή της διαφοράς στις ήδη χορηγηθείσες προσωρινές συντάξεις για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση συνταξιοδότησης, η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος στις εκκρεμείς κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος αιτήσεις χορήγησης προσωρινής σύνταξης, καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο ζήτημα για την εφαρμογή του παρόντος.". Άρθρο 116 Ρυθμίσεις για την προσωρινή σύνταξη σε περίπτωση ηλεκτρονικής υποβολής Οι παρ. 1, 2α, 7 και 8 του άρθρου 29Α του ν. 4387/2016 (Α' 85) τροποποιούνται και προστίθεται παρ. 9. Το άρθρο 29Α του ν. 4387/2016 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 29Α Προσωρινή σύνταξη για αιτήσεις που υποβάλλονται ηλεκτρονικά 1. Οι ασφαλισμένοι οι οποίοι υποβάλλουν ηλεκτρονικά στον ΕΦΚΑ αίτηση συνταξιοδότησης, δικαιούνται προσωρινή σύνταξη από την πρώτη του επόμενου της ημερομηνίας κατάθεσης της αίτησης συνταξιοδότησης μήνα, μέχρι το τέλος του μήνα έκδοσης της οριστικής απόφασης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις επόμενες παραγράφους. 2. α) Η προσωρινή σύνταξη λόγω γήρατος υπολογίζεται στο 80% του ποσού της οριστικής σύνταξης, όπως διαμορφώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4387/2016 (Α' 85). Στην περίπτωση χορήγησης μειωμένης σύνταξης λόγω γήρατος, το ποσό που υπολογίζεται κατά το προηγούμενο εδάφιο μειώνεται αντίστοιχα προς το ποσοστό μείωσης που προβλέπεται από τις οικείες διατάξεις για κάθε μήνα που υπολείπεται της συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας για τη χορήγηση πλήρους σύνταξης. Στην περίπτωση χορήγησης σύνταξης σε όσους έχουν υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης και οποίοι έχουν ήδη αναλάβει ή αναλαμβάνουν από της δημοσιεύσεως του νόμου εργασία και δικαιούνται σύνταξη, καταβάλλεται προσωρινή σύνταξη από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και εφεξής μειωμένη κατά ποσοστό 30% για όσο χρονικό διάστημα απασχολούνται ή διατηρούν την ιδιότητα ή τη δραστηριότητά τους αυτή. β) Οι ασφαλισμένοι που υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας δικαιούνται προσωρινή σύνταξη, η οποία διαμορφώνεται σύμφωνα με την περ. α' της παρούσας παραγράφου σε συνδυασμό με το πρώτο εδάφιο της περ. α) της παρ. 2 του άρθρου 27 και την παρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 4387/2016. γ) Σε περίπτωση υποβολής αίτησης συνταξιοδότησης λόγω θανάτου, η προσωρινή σύνταξη, όπως διαμορφώνεται με τις ανωτέρω διατάξεις, χορηγείται σε ποσοστό 80% εφόσον συμμετέχουν στην απονομή και τα τέκνα και χορηγείται στους δικαιοδόχους σύμφωνα με το άρθρο 12 του ν. 4387/2016. Το ποσοστό αυτό επιμερίζεται μεταξύ των δικαιοδόχων, σύμφωνα με τα ποσοστά επιμερισμού της σύνταξης. Σε διαφορετική περίπτωση, η προσωρινή σύνταξη ανέρχεται σε ποσοστό 70%. Το ποσό που θα προκύψει σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί στην εθνική σύνταξη που χορηγείται για δεκαπέντε (15) έτη ασφάλισης, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 7 του ν. 4387/2016. 3. Για την έγκριση ή την απόρριψη του αιτήματος χορήγησης προσωρινής σύνταξης εκδίδεται απόφαση του αρμόδιου ασφαλιστικού οργάνου, εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης των δικαιολογητικών της παραγράφου 4 ή και από την ημερομηνία οριστικοποίησης της κρίσης των υγειονομικών επιτροπών, αν η χορήγηση της σύνταξης συναρτάται με την εκτίμηση του βαθμού αναπηρίας του ασφαλισμένου. Η απόφαση του προηγούμενου εδαφίου δεν υπόκειται σε προσφυγή, 4. Η προσωρινή σύνταξη χορηγείται εφόσον ο αιτών: α) έχει συμπληρώσει στην ηλεκτρονική αίτηση συνταξιοδότησης όλα τα πεδία που είναι απαραίτητα για τον υπολογισμό της σύνταξης σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4387/2016, β) έχει συνυποβάλει υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 7 του ν. 1599/1986 (Α' 75) ειδικά ως προς την ακρίβεια του χρόνου ασφάλισης και των αποδοχών ή του εισοδήματος που δηλώνει στην αίτηση συνταξιοδότησης, καθώς και ότι πληροί τόσο τις προϋποθέσεις χορήγησης της προσωρινής σύνταξης του άρθρου αυτού όσο και τις προϋποθέσεις χορήγησης της οριστικής σύνταξης. Ασφαλισμένος με διαδοχικό χρόνο ασφάλισης, πλέον των ανωτέρω, οφείλει να δηλώσει αναλυτικά τα Ταμεία, στα οποία ασφαλίστηκε διαδοχικά, τον χρόνο ασφάλισης ανά ενταχθέν Ταμείο και συνολικά, τις αντίστοιχες αποδοχές/εισόδημα, τον τυχόν χρόνο παράλληλης ασφάλισής του, το Ταμείο στο οποίο έχει τυχόν οφειλές, καθώς και το αντίστοιχο ποσό, σύμφωνα με την υπουργική απόφαση Φ.1500/οικ.9696/195/8.8.2014 (Β' 2441). Ασφαλισμένος για τον οποίο είναι απαραίτητος ο έλεγχος καταβολής των εισφορών, θα πρέπει να καταθέσει επιπλέον υπηρεσιακό σημείωμα του αρμόδιου τμήματος εισφορών σχετικά με τις τυχόν οφειλόμενες εισφορές κατά τον μήνα κατάθεσης της αίτησης συνταξιοδότησης. 5. Το ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται στον ασφαλισμένο σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους συμψηφίζεται με το ποσό της σύνταξης που καθορίζεται στην οριστική απόφαση απονομής της σύνταξης. 6. Εάν, μετά τον έλεγχο των δικαιολογητικών για την έκδοση της οριστικής απόφασης απονομής της σύνταξης, διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης ή ότι τα στοιχεία που αναφέρονται στην αίτηση και στην υπεύθυνη δήλωση του ασφαλισμένου είναι ανακριβή, τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά συντάξεων αναζητούνται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις περί επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών. 7. Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στις ακόλουθες περιπτώσεις: α) Όταν η αίτηση συνταξιοδότησης δεν υποβάλλεται ηλεκτρονικά. β) Όταν για τη συνταξιοδότηση πρέπει να εφαρμοστούν οι Κανονισμοί 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας και 987/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για καθορισμό της διαδικασίας εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004 για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας, καθώς και οι διμερείς συμβάσεις κοινωνικής ασφάλειας, εκτός των περιπτώσεων που θεμελιώνεται αυτοτελές συνταξιοδοτικό δικαίωμα μόνο με τον χρόνο ασφάλισης σε ελληνικό ασφαλιστικό φορέα. γ) Όταν χορηγείται ήδη προσωρινή ή οριστική σύνταξη για την ίδια αιτία. δ) Όταν είναι απαραίτητη η αναγνώριση χρόνων ασφάλισης για θεμελίωση του δικαιώματος συνταξιοδότησης. Εφόσον, όμως, μετά από την υποβολή σχετικής αίτησης εκ μέρους του ενδιαφερομένου, εκδοθεί η απόφαση αναγνώρισης χρόνου ασφάλισης, ακόμα και αν η εξαγορά του χρόνου αυτού γίνει τμηματικά με παρακράτηση του σχετικού ποσού από τη σύνταξη του δικαιούχου, είναι επιτρεπτό να χορηγηθεί προσωρινή σύνταξη από την αρχική αίτηση, όχι όμως πριν από την ημερομηνία που ορίζεται στην παρ. 1. ε) Όταν υπάρχουν οφειλές από ασφαλιστικές εισφορές, το ποσό των οποίων υπερβαίνει τα προβλεπόμενα από τις σχετικές διατάξεις ποσά. Αν μεταγενέστερα εκλείψει ο λόγος αυτός, η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται από την ημερομηνία που ορίζεται στην παρ. 1. στ) Όταν παρέχεται εργασία για την οποία προβλέπεται αναστολή καταβολής της σύνταξης σύμφωνα με το άρθρο 20 του ν. 4387/2016. Εάν μεταγενέστερα εκλείψουν οι λόγοι των περ. ε) και στ), η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται από την πρώτη του επόμενου μήνα υποβολής σχετικής νέας αίτησης του ενδιαφερομένου. 8. Για τους ασφαλισμένους οι οποίοι κατέθεσαν στον e-ΕΦΚΑ έντυπη αίτηση συνταξιοδότησης ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 29 του ν. 4387/2016 όπως έχουν τροποποιηθεί. 9. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζονται η διαδικασία χορήγησης προσωρινής σύνταξης στους ασφαλισμένους που δεν δικαιούνταν προσωρινή σύνταξη πριν την εφαρμογή του τρίτου εδαφίου της περ. α) της παρ. 2, η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος στις εκκρεμείς κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος αιτήσεις χορήγησης προσωρινής σύνταξης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.". Άρθρο 117 Προκαταβολή εφάπαξ παροχής 1. Η περ. α) της παρ. 3 του άρθρου 35 του ν. 4387/2016 (Α' 85) αντικαθίσταται ως εξής: "α) Η εφάπαξ παροχή απονέμεται εφόσον ο ασφαλισμένος έλαβε κύρια σύνταξη λόγω γήρατος ή οριστικής αναπηρίας. Στην περίπτωση διαδοχικής ασφάλισης σε πρώην ταμεία, κλάδους, τομείς και λογαριασμούς του κλάδου εφάπαξ παροχών του e-ΕΦΚΑ χορηγείται η εφάπαξ παροχή του τελευταίου ταμείου, κλάδου, τομέα και λογαριασμού και όταν βεβαιωθεί ο χρόνος διαδοχικής ασφάλισης, εκδίδεται απόφαση χορήγησης της συμπληρωματικής εφάπαξ παροχής. Αν ο ασφαλισμένος λαμβάνει σύνταξη από ταμείο που χορηγεί προσυνταξιοδοτική παροχή, απονέμεται η εφάπαξ παροχή, εφόσον ο ασφαλισμένος έλαβε προ-συνταξιοδοτική παροχή. Οι καταστατικές διατάξεις των ταμείων, τομέων, κλάδων ή λογαριασμών του άρθρου 75, από τις οποίες προβλεπόταν ως προϋπόθεση για τη χορήγηση εφάπαξ παροχής η προηγούμενη συνταξιοδότηση από φορέα επικουρικής ασφάλισης καταργούνται. Εκκρεμείς αιτήσεις χορήγησης της εφάπαξ παροχής, κρίνονται ως προς τις προϋποθέσεις απονομής βάσει των διατάξεων της παρούσας.". 2. Η περ. δ) της παρ. 3 του άρθρου 35 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως εξής: "δ) Οι άμεσα ασφαλισμένοι της περ. α) της παρ. 3 δύνανται να λάβουν μέρος της εφάπαξ παροχής που δικαιούνται ως προκαταβολή, έναντι της συνολικής εφάπαξ παροχής. Προϋποθέσεις χορήγησης της προκαταβολής είναι: α) η πάροδος τριών (3) μηνών από την υποβολή αίτησης χορήγησης εφάπαξ παροχής, β) η έκδοση οριστικής απόφασης κύριας σύνταξης γήρατος ή αναπηρίας, γ) η πραγματοποίηση ελάχιστου χρόνου ασφάλισης είκοσι (20) ετών αυτοτελώς σε έναν πρώην φορέα Απονομής Εφάπαξ. Η περ. γ) του ανωτέρω εδαφίου δεν ισχύει για τους ασφαλισμένους του πρώην Ταμείου Πρόνοιας Αξιωματικών Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΑΕΝ) και του πρώην Ταμείου Πρόνοιας Κατωτέρων Πληρωμάτων Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΚΠΕΝ). Το ύψος της προκαταβολής προκύπτει ως ποσοστό επί ποσού της εφάπαξ παροχής ανά πρώην Φορέα Απονομής Εφάπαξ. Το ποσοστό και το ποσό ανά πρώην Φορέα Απονομής Εφάπαξ επικαιροποιούνται με συνυπολογισμό των νεώτερων διαθέσιμων στοιχείων. Η έκδοση της προσωρινής απόφασης χορήγησης του ανωτέρω ποσού πραγματοποιείται από την αρμόδια Διεύθυνση του Κλάδου Εφάπαξ Παροχών του e-ΕΦΚΑ. Για την εκτέλεση της απόφασης τηρούνται οι προβλεπόμενες από τον νόμο διαδικασίες ελέγχου και παρακράτησης τυχόν οφειλών προς τον e-ΕΦΚΑ, τη Φορολογική Διοίκηση, τα ΝΠΔΔ και λοιπούς Φορείς του Δημοσίου. Στην περίπτωση προκαταβολής ποσού μεγαλύτερου από εκείνο της οριστικής απόφασης απονομής εφάπαξ παροχής, το αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό αποσβέννυται με μηνιαία παρακράτηση από το ποσό της κύριας σύνταξης σύμφωνα με τα ισχύοντα περί παρακράτησης σε κάθε πρώην Φορέα Απονομής Κύριας Σύνταξης και από το ποσό της επικουρικής σύνταξης σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 46 του ν. 4670/2020. Τα ποσά που παρακρατούνται αποδίδονται στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών. Σε περίπτωση μη εξόφλησης του αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ). Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζονται το ποσοστό και το ποσό της προκαταβολής της εφάπαξ παροχής που χορηγείται ανά πρώην Φορέα Απονομής Εφάπαξ, οι εκκρεμείς αιτήσεις απονομής εφάπαξ, που περιλαμβάνονται στη ρύθμιση, η διαδικασία απονομής της προκαταβολής, συμπεριλαμβανομένου του σχετικού εντύπου απονομής της εφάπαξ παροχής, η διαδικασία επικαιροποίησης του ποσοστού και του ποσού ανά πρώην Φορέα Απονομής Εφάπαξ, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης.". 3. Στο τέλος του προτελευταίου εδαφίου της υποπερ. αα) της περ. α) της παρ. 4 του άρθρου 35 του ν. 4387/2016 προστίθενται εδάφια ως εξής: "Όταν η διακοπή της ασφάλισης στα ταμεία πρώην Ταμείο Πρόνοιας Αξιωματικών Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΑΕΝ) και πρώην Ταμείο Πρόνοιας Κατώτερων Πληρωμάτων Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΚΠΕΝ) έχει επέλθει πριν από το έτος 1994 και δεν είναι δυνατή η ανεύρεση των συντάξιμων αποδοχών της περιόδου αυτής, ο υπολογισμός του ποσού της εφάπαξ παροχής γίνεται με βάσει τις καταστατικές τους διατάξεις. Ο υπολογισμός του τμήματος της εφάπαξ παροχής των ασφαλισμένων του πρώην ΤΠΑΕΝ και του πρώην ΤΠΚΠΕΝ πραγματοποιείται και απονέμεται αυτοτελώς.". Άρθρο 118 Μηχανισμός εκκαθάρισης και εξόφλησης ληξιπρόθεσμων οφειλών σε φορείς κλάδου υγείας που εντάχθηκαν στον ΕΟΠΥΥ. ................................ Άρθρο 119 Καταβολή εξόδων κηδείας ασφαλισμένων τ. ΟΓΑ 1. Σε περίπτωση θανάτου, ασφαλισμένου του τ. ΟΓΑ καταβάλλεται στον επιζώντα σύζυγο ή, ελλείψει αυτού, στον επιμεληθέντα της κηδείας, εφάπαξ ποσό ύψους 800 ευρώ, εφόσον έχουν κατατεθεί από την 1η.1.2015 έως τη δημοσίευση του παρόντος, τα απαραίτητα δικαιολογητικά (αίτηση, βεβαίωση οικογενειακής κατάστασης του θανόντος ή της θανούσας, απόσπασμα ληξιαρχικής πράξης θανάτου, τιμολόγιο του γραφείου τελετών). Για την πληρωμή δεν είναι απαραίτητη η προσκόμιση των παραστατικών πληρωμής των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν με εντολή και για λογαριασμό του πελάτη. 2. Στα τρέχοντα αιτήματα εξόδων κηδείας ασφαλισμένων του e-ΕΦΚΑ, καθώς και στις υπάρχουσες εκκρεμότητες διεκπεραίωσης παλαιότερων αιτημάτων, δεν λαμβάνονται υπόψη ασφαλιστικές οφειλές του θανόντος. Άρθρο 120 Παράταση καταβολής αναπηρικών παροχών Η παρ. 4 του άρθρου 6 της από 11.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α' 55), όπως αυτή κυρώθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4682/2020 (Α' 76) τροποποιείται και το άρθρο 6 διαμορφώνεται ως εξής: "Άρθρο 6 Αναβολή συνεδριάσεων υγειονομικών επιτροπών Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας και προσωρινή παράταση αναπηρικών παροχών 1. Οι συνεδριάσεις των υγειονομικών επιτροπών των Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.) για την εξέταση αιτήσεων παράτασης αναπηρικών παροχών σύνταξης αναβάλλονται μέχρι την 31η Μαΐου 2020. 2. Η καταβολή των συντάξεων αναπηρίας και των προνοιακών παροχών σε χρήμα σε άτομα με αναπηρία που χορηγεί ο Οργανισμός Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, καθώς και όλων εν γένει των επιδομάτων που χορηγούνται λόγω αναπηρίας, η πιστοποίηση της οποίας πραγματοποιείται μέσω των υγειονομικών επιτροπών των ΚΕ.Π.Α., παρατείνεται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παρ. 3 και 4, εφόσον έχει υποβληθεί από τους δικαιούχους σχετική αίτηση παράτασης, λόγω λήξης της ισχύος των σχετικών γνωματεύσεων των υγειονομικών επιτροπών των ΚΕ.Π.Α. 3. Η παρ. 2 εφαρμόζεται στους δικαιούχους η αίτηση παράτασης των οποίων: α) έχει προσδιοριστεί προς εξέταση σε συνεδρίαση των ανωτέρω υγειονομικών επιτροπών, εφόσον η συνεδρίαση αυτή αναβάλλεται δυνάμει της παρ. 1, β) έχει υποβληθεί, αλλά δεν έχει εισέτι προσδιοριστεί η ημερομηνία συνεδρίασης των υγειονομικών επιτροπών. Η καταβολή των παροχών της παρ. 2 παρατείνεται και σε περίπτωση υποβολής της σχετικής αίτησης παράτασης μετά από την έναρξη ισχύος της παρούσας. 4. Η παράταση καταβολής που προβλέπεται στις παρ. 2 και 3 ισχύει έως την έκδοση απόφασης περί έγκρισης ή απόρριψης των σχετικών αιτήσεων παράτασης των ενδιαφερομένων, μετά από εξέτασή τους από τις υγειονομικές επιτροπές των ΚΕ.Π.Α. και πάντως όχι πέραν της 31ης Οκτωβρίου 2020. 5. Η ασφαλιστική ικανότητα των προσώπων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος παρατείνεται ισόχρονα. 6. Σε περίπτωση που μετά από την επανεξέταση από τις υγειονομικές επιτροπές των ΚΕ.Π.Α. και σύμφωνα με τις σχετικώς εκδιδόμενες αποφάσεις, οι ενδιαφερόμενοι δεν κρίνονται ως δικαιούχοι των κατά περίπτωση αναπηρικών παροχών, τα ποσά που καταβλήθηκαν σε αυτούς αχρεωστήτως, κατ' εφαρμογή του παρόντος, επιστρέφονται στους αρμόδιους φορείς, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία. 7. Οι διατάξεις του παρόντος δεν κωλύουν τη διακοπή καταβολής παροχών αναπηρίας, ακόμη και κατά τη διάρκεια της παράτασης χορήγησής τους, όταν η διακοπή αυτή πραγματοποιείται για οποιονδήποτε άλλον νόμιμο λόγο, πλην του είδους και του ποσοστού αναπηρίας. 8. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων δύναται να αναβάλλονται εκ νέου οι συνεδριάσεις των υγειονομικών επιτροπών των Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.) και να παρατείνονται οι ημερομηνίες του παρόντος, λαμβάνοντας υπόψη την πορεία εξέλιξης του κορωνοϊού COVID-19.". Άρθρο 121 Παράταση σύμβασης Τηλεπικοινωνιακών Υπηρεσιών Συμφωνημένου Επιπέδου (SLΑ) ................................ Άρθρο 122 Επιδότηση ασφαλιστικών εισφορών 1. Το τρίτο εδάφιο της περ. γ) της παρ. 3 του άρθρου 31 του ν. 4690/2020 (Α' 104) αντικαθίσταται ως εξής: "Κατ' εξαίρεση, για το χρονικό διάστημα από 15.6.2020 έως 30.6.2020, οι εργοδοτικές ασφαλιστικές εισφορές που αντιστοιχούν στον χρόνο κατά τον οποίο οι εργαζόμενοι δεν απασχολούνται, καταβάλλονται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό κατά ποσοστό 60%. Για το χρονικό διάστημα από 1.7.2020 έως 15.10.2020 καταβάλλεται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό κατά ποσοστό 100%, το σύνολο των ασφαλιστικών εισφορών που αντιστοιχούν στον χρόνο κατά τον οποίο οι εργαζόμενοι δεν απασχολούνται.". 2. Η περ. γ) της παρ. 5 του άρθρου 31του ν. 4690/2020 αντικαθίσταται ως εξής: "γ) για επιχειρήσεις-εργοδότες που λειτουργούν εντός των αερολιμένων της Επικράτειας και μόνο για τους εκεί εργαζομένους τους. Οι επιχειρήσεις-εργοδότες των περ. α), β) και γ) υποχρεούνται για το χρονικό διάστημα από 15.6.2020 έως 30.6.2020 να καταβάλουν τις ασφαλιστικές εισφορές που αντιστοιχούν στον πραγματοποιηθέντα μειωμένο χρόνο εργασίας των εργαζομένων, κατά παρέκκλιση της περ. γ) της παρ. 3, υπολογιζόμενες επί των ονομαστικών τους αποδοχών και οι ασφαλιστικές εισφορές που αντιστοιχούν στον υπολειπόμενο συμβατικό χρόνο εργασίας των εργαζομένων αυτών, υπολογιζόμενες επί των ονομαστικών τους αποδοχών, καλύπτονται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Για το χρονικό διάστημα από 1.7.2020 έως 31.12.2020 καταβάλλεται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό κατά ποσοστό 100%, το σύνολο των ασφαλιστικών εισφορών που αντιστοιχούν στον χρόνο, κατά τον οποίο οι εργαζόμενοι δεν απασχολούνται. Κατ' εξαίρεση, για τις εν λόγω επιχειρήσεις, το χρονικό διάστημα ισχύος του μηχανισμού εκτείνεται έως και τις 31.12.2020. Δικαίωμα συμμετοχής από 16.10.2020 έως 31.12.2020 έχουν επιχειρήσεις, εφόσον είχαν δικαίωμα συμμετοχής στον μηχανισμό οποιαδήποτε στιγμή κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα.". Άρθρο 123 Επιπρόσθετα μέτρα στήριξης εργαζομένων και εργοδοτών 1. Οι εργοδοτικές ασφαλιστικές εισφορές για τις επιχειρήσεις-εργοδότες που δραστηριοποιούνται στον τριτογενή τομέα βάσει ΚΑΔ, υποκείμενες σε ΦΠΑ που έλαβαν άνω του 50% των ακαθάριστων εσόδων τους, κατά το 3ο τρίμηνο του έτους 2019, καταβάλλονται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό για το χρονικό διάστημα από 1.7.2020 έως 30.09.2020. 2. Κατ' εξαίρεση της περ. γ' της παρ.3 του άρθρου 31 του ν. 4690/2020 (Α' 104), για τις επιχειρήσεις εργοδότες της παρ. 1 που εντάσσονται στο μηχανισμό ενίσχυσης της απασχόλησης "ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ", το σύνολο των εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών καταβάλλεται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό για το χρονικό διάστημα από 1.7.2020 έως 15.10.2020. 3. Οι εργοδοτικές ασφαλιστικές εισφορές για τις επιχειρήσεις-εργοδότες που δραστηριοποιούνται στους κλάδους των αεροπορικών και ακτοπλοϊκών μεταφορών βάσει ΚΑΔ, καταβάλλονται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό για το χρονικό διάστημα από 1.7.2020 έως 30.09.2020. 4. Κατ' εξαίρεση της περ. γ) της παρ. 5 του άρθρου 31 του ν. 4690/2020 (Α' 104) για τις επιχειρήσεις εργοδότες της παρ. 3 που εντάσσονται στον μηχανισμό ενίσχυσης της απασχόλησης "ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ", το σύνολο των εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών καταβάλλεται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό για το χρονικό διάστημα από 1.7.2020 έως 31.12.2020. 5. Οι διατάξεις των παρ. 3 και 4 δεν εφαρμόζονται σε συμβάσεις ναυτολόγησης οι οποίες κατά το ανωτέρω διάστημα είναι σε αναστολή με βάση τις διατάξεις του άρθρου εξηκοστού τρίτου της από 30.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α' 75), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4684/2020 (Α' 86), όπως αυτό τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με την από 1.5.2020 Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου (Α' 90), η οποία κυρώθηκε με τον ν. 4690/2020 (Α' 104). 6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζονται ο τρόπος, η διαδικασία, οι όροι, οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή του παρόντος, η διαδικασία διασταύρωσης των απαραίτητων στοιχείων μέσω της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. 7. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων δύνανται να εξειδικεύονται τυχόν ειδικότερα ζητήματα και λεπτομέρειες αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων για την εφαρμογή του παρόντος. 8. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και Ναυτιλίας και Νησιωτικής πολιτικής καθορίζονται οι όροι και η διαδικασία για την εφαρμογή της παρ. 3 σχετικά με τις ακτοπλοϊκές μεταφορές, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Άρθρο 124 Αναστολή συμβάσεων εργασίας εργαζομένων σε επιχειρήσεις-εργοδότες που ανήκουν στους κλάδους τουρισμού και μεταφορών για τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο 2020 1. Επιχειρήσεις-εργοδότες του ιδιωτικού τομέα που ανήκουν στον κλάδο του τουρισμού, εποχικής ή μη λειτουργίας, καθώς και επιχειρήσεις-εργοδότες που ανήκουν στους κλάδους των αεροπορικών και ακτοπλοϊκών μεταφορών και χερσαίων μεταφορών επιβατών και πλήττονται σημαντικά βάσει ΚΑΔ που ορίζονται από το Υπουργείο Οικονομικών, δύνανται να παρατείνουν την αναστολή συμβάσεων των εργαζομένων τους, που έχουν ήδη τεθεί σε αναστολή ή να θέτουν για πρώτη φορά σε αναστολή συμβάσεις εργασίας μέρους ή του συνόλου των εργαζομένων τους, που έχουν προσληφθεί έως και τη δημοσίευση του παρόντος, για τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο 2020, κατ' ανώτατο χρονικό διάστημα έως τριάντα (30) ημερών ανά μήνα και πάντως όχι πέραν της 30ής.09.2020. 2. Οι εργαζόμενοι της παρ. 1, των οποίων οι συμβάσεις εργασίας τελούν σε αναστολή, είναι δικαιούχοι της αποζημίωσης ειδικού σκοπού του δέκατου τρίτου άρθρου της από 14.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α' 64), όπως αυτή κυρώθηκε με το άρθρο 3 του ν. 4682/2020 (Α' 76) κατ' αναλογία των ημερών αναστολής των συμβάσεων εργασίας με βάση υπολογισμού το ποσό των πεντακοσίων τριάντα τεσσάρων (534) ευρώ που αντιστοιχεί στις τριάντα (30) ημέρες και παρέχεται πλήρης ασφαλιστική κάλυψη επί του ονομαστικού τους μισθού. 3. Οι συμβάσεις εργασίας εργαζόμενων σε επιχειρήσεις-εργοδότες της παρ. 1, οι οποίες είχαν τεθεί σε αναστολή πριν τη δημοσίευση του παρόντος και έχει ανακληθεί οριστικά η αναστολή τους, δύνανται να τίθενται εκ νέου σε αναστολή και πάντως όχι πέραν της 30ής.09.2020. 4. Οι επιχειρήσεις-εργοδότες της παρ. 1, για όσο χρόνο κάνουν χρήση των ανωτέρω μέτρων και σε κάθε περίπτωση μέχρι την 30ή.09.2020, υποχρεούνται να μην προβούν σε μειώσεις του προσωπικού τους με καταγγελία συμβάσεων εργασίας και σε περίπτωση πραγματοποίησής της, αυτή είναι άκυρη. 5. Οι επιχειρήσεις-εργοδότες, που κάνουν χρήση των μέτρων της παρ. 1, υποχρεούνται, μετά από τη λήξη του χρονικού διαστήματος της αναστολής των συμβάσεων εργασίας των εργαζομένων αυτών, να διατηρήσουν για χρονικό διάστημα τριάντα (30) ημερών τον ίδιο αριθμό θέσεων εργασίας και με το ίδιο είδος σύμβασης εργασίας. 6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων ρυθμίζονται οι ειδικότεροι όροι και οι προϋποθέσεις καταβολής της αποζημίωσης ειδικού σκοπού, καθώς και κάθε άλλο αναγκαίο ειδικότερο ζήτημα για την εφαρμογή του παρόντος. Άρθρο 125 Μεταφορά της αρμοδιότητας Μονάδων του Ηλεκτρονικού Εθνικού φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης e-ΕΦΚΑ Το άρθρο 34Α του π.δ. 8/2019 (Α' 8) αντικαθίσταται ως εξής: "Άρθρο 34Α Αρμοδιότητες Υπηρεσιακών Μονάδων e-ΕΦΚΑ 1. Στις Τοπικές Διευθύνσεις οι οποίες θα προκύψουν από Υποκαταστήματα Μισθωτών που απονέμουν συντάξεις, παρέχεται η αρμοδιότητα της απονομής των συντάξεων. Η αρμοδιότητα ασκείται από τα αντίστοιχα τμήματα συντάξεων. 2. Με απόφαση του Διοικητή του e-ΕΦΚΑ, κατόπιν γνώμης του Δ.Σ. του e-ΕΦΚΑ, δύναται να αποφασίζεται η μεταφορά της αρμοδιότητας της απονομής των συντάξεων από τις Διευθύνσεις της Κεντρικής Υπηρεσίας και σε άλλες Τοπικές Διευθύνσεις ή και άλλες Περιφερειακές και Τοπικές Υπηρεσίες, καθώς και η μεταφορά της χωρικής και κάθε άλλης αρμοδιότητας μεταξύ των Υπηρεσιακών Μονάδων του e-ΕΦΚΑ σε κεντρικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο.". Άρθρο 126 Παράταση συμβάσεων εργασίας προσωπικού Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων για τις ανάγκες φύλαξης ................................ Άρθρο 127 Διευθέτηση οφειλών Ιερού Καθεδρικού Ναού Αθηνών ................................ Άρθρο 128 Ρυθμίσεις ναυτεργατικών οργανώσεων 1. Απαραίτητη προϋπόθεση εγγραφής σε ναυτεργατική οργάνωση και διατήρησης της ιδιότητας μέλους αυτής είναι η ύπαρξη ναυτικού φυλλαδίου με τη χρήση του οποίου επιτρέπεται η συμμετοχή στις Γενικές Συνελεύσεις και στις εκάστοτε ψηφοφορίες και αρχαιρεσίες με ιδιαίτερη μέριμνα για τις ψηφοφορίες με αλληλογραφία με την αναγραφή του αριθμού ναυτικού φυλλαδίου ή του αριθμού Μητρώου Εργάτη Θάλασσας (ΜΕΘ) στα ψηφοδέλτια σε ιδιαίτερο απόκομμα. 2. Δεν επιτρέπεται το ίδιο πρόσωπο να κατέχει στις πρωτοβάθμιες και δευτεροβάθμιες ναυτεργατικές οργανώσεις το αξίωμα του Προέδρου, Γενικού Γραμματέα ή Ταμία, για περισσότερες από τρεις (3) συνολικά θητείες, διαδοχικές ή μη, ξεχωριστά σε κάθε βαθμίδα οργάνωσης, είτε στο αυτό αξίωμα είτε συνδυαστικά στα ανωτέρω αξιώματα. Για την εφαρμογή των ως άνω περιορισμών λαμβάνονται υπόψη και προσμετρώνται και οι θητείες που ξεκίνησαν ή/και συμπληρώθηκαν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος. 3. Σε κάθε περίπτωση δεν επιτρέπεται να εκλεγεί κάποιος στη θέση του Προέδρου, Γενικού Γραμματέα ή Ταμία σε πρωτοβάθμια ή δευτεροβάθμια ναυτεργατική οργάνωση εφόσον έχει συμπληρώσει το εβδομηκοστό δεύτερο (72ο) έτος της ηλικίας του. 4. Οι περιορισμοί των παρ. 1 έως 3, εφαρμόζονται κατά τις πρώτες αρχαιρεσίες κάθε οργάνωσης που θα προκηρυχθούν μετά από τη δημοσίευση του παρόντος και εφεξής, με την ποινή της απόλυτης ακυρότητας αυτών σε περίπτωση της μη εφαρμογής τους. Άρθρο 129 Μη προσφερόμενος πλοίαρχος Στην περίπτωση κατά την οποία, για οποιονδήποτε λόγο, δεν προσφέρεται πλοίαρχος για ναυτολόγηση στα αμιγώς εμπορικά πλοία υπό ελληνική σημαία άνω των 3.000 κ.ο.χ., που έχουν νηολογηθεί σύμφωνα με το άρθρο 13 του ν.δ. 2687/1953 (Α' 317), δεν εφαρμόζονται οι απαιτήσεις της οργανικής σύνθεσης των παρ. Α1 και Α2 του όρου 8 της οικείας εγκριτικής απόφασης και δεν επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται στην παρ. Β.3 του ως άνω όρου 8, ως προς τον πλοίαρχο. Άρθρο 130 Μέτρα ενίσχυσης της ναυτικής απασχόλησης Στα αμιγώς εμπορικά πλοία άνω των 3000 κ.ο.χ. που έχουν νηολογηθεί ή νηολογούνται υπό Ελληνική σημαία σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13 του ν.δ. 2687/ 1953 (Α' 317) επιτρέπεται η εφαρμογή των διεθνώς αναγνωρισμένων και εκάστοτε ισχυουσών συλλογικών συμβάσεων εργασίας (collective agreements) ΡΝΟ ΙΤΡ TCC ή ΡΝΟ Β κατά την ελεύθερη κρίση του πλοιοκτήτη εξαιρετικά και μόνο για τις ναυτολογήσεις ειδικοτήτων του κατωτέρου πληρώματος, καθώς και των ειδικοτήτων του ανθυποπλοιάρχου και γ' μηχανικού Ε.Ν. ................................ Άρθρο 144 Έναρξη ισχύος Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του. Αθήνα, 31 Ιουλίου 2020