Ιδιωτικές Κλινικές και νοσηλεία ασφαλισμένου Δημοσίου ή άλλων φορέων - Προϋπόθεση για μειωμένο τιμολόγιο Απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή από τις ιδιωτικές κλινικές του μειωμένου τιμολογίου για τους ασθενείς που είναι ασφαλισμένοι σε ασφαλιστικά ταμεία του Δημοσίου ή άλλων ασφαλιστικών φορέων, είναι η έκτακτη δηλαδή η αιφνίδια και απρόβλεπτη εισαγωγή τους στην ιδιωτική κλινική για νοσηλεία, χωρίς να προσδιορίζεται ο λόγος που προκάλεσε αυτή την εισαγωγή, αν δηλαδή αυτή οφείλεται στη μη ανεύρεση θέσης για νοσηλεία σε κρατικό νοσοκομείο ή στο επείγον της περίπτωσης του ασθενούς. Α.Π. 6/2017 Πρόεδρος: Η κ. Βασ. Θάνου-Χριστοφίλου Εισηγητής: Ο κ. Γεωρ. Χοϊμές Δικηγόροι: Ο κ. Γ. Στεφανάκης - Η κ. Αικατ. Μπάκα Κατά τη διάταξη του άρθρου 31 παρ.1 του Π. Δ/τος 234 της 13/21.3.1980 "Περί καθορισμού τιμολογίων νοσηλίων των Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων και των Ιδιωτικών κλινικών εν γένει", τα τιμολόγια νοσηλίων που καθορίζονται από τις σχετικές διατάξεις (ημερήσια νοσήλια, αμοιβές ιατρικών πράξεων και έξοδα χειρουργείου) για ασφαλισμένους, καθώς και για ασθενείς των οποίων η δαπάνη νοσηλείας βαρύνει το δημόσιο, σε περιπτώσεις εκτάκτου εισαγωγής, εφαρμόζονται υποχρεωτικά από τις ιδιωτικές κλινικές και τα νοσηλευτικά ιδρύματα, ανεξάρτητα αν υπάρχει ή όχι σύμβαση μεταξύ αυτών και των ασφαλιστικών φορέων. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι απαραίτητη προϋπόθεση, για την εφαρμογή από τις ιδιωτικές κλινικές του μειωμένου τιμολογίου για τους ασθενείς, που είναι ασφαλισμένοι σε ασφαλιστικά ταμεία του δημοσίου ή άλλων ασφαλιστικών φορέων, είναι η έκτακτη, δηλαδή η αιφνίδια και απρόβλεπτη, εισαγωγή τους στην ιδιωτική κλινική για νοσηλεία, χωρίς να προσδιορίζεται ο λόγος που προκάλεσε αυτή την εισαγωγή, αν, δηλαδή, αυτή οφείλεται στη μη ανεύρεση θέσης για νοσηλεία σε κρατικό νοσοκομείο ή στο επείγον της περίπτωσης του ασθενούς. Το γεγονός ότι δεν προσδιορίζονται ρητά στην εν λόγω διάταξη οι όροι και οι προϋποθέσεις της "έκτακτης εισαγωγής" έχει προφανώς την έννοια ότι η εξειδίκευση της έννοιας αυτής πρέπει να γίνεται από το δικαστήριο, με βάση τα περιστατικά καθεμιάς περίπτωσης. Σκοπός, πάντως, του νομοθέτη ήταν να προστατεύσει τον ασφαλισμένο σε δημόσιο ταμείο, που κινδυνεύει η ζωή του ή η υγεία του, ο οποίος, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, δεν μπορεί να τύχει της απαιτούμενης νοσηλείας σε δημόσιο νοσοκομείο. (...) Στην προκείμενη περίπτωση, το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών, που δίκασε ως Εφετείο, με την προσβαλλόμενη 2377/2013 απόφασή του, δέχθηκε, ανέλεγκτα (άρθρ. 561 παρ. 1 ΚΠολΔ), τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά σχετικά με το κρίσιμο για την έκβαση του λόγου αναίρεσης ζήτημα: "Στις 15.11.2002 και ώρα 17:00 η πρώτη των εναγόντων, σύζυγος του δευτέρου των εναγόντων, ασφαλισμένη στον ΟΠΑΔ και διανύουσα την 27η εβδομάδα της κύησής της, εισήλθε στο μαιευτήριο της εναγομένης, ήδη εκκαλούσας, ..., με έντονους πόνους στην κοιλιακή χώρα μετά από σύσταση ταυ συνεργαζόμενου με την εναγομένη ιατρού της, μαιευτήρα γυναικολόγου Γ.Α., προκειμένου να υποβληθεί σε εξέταση με υπερήχους. Από τις, σχετικές εξετάσεις διαπιστώθηκε ότι η πρώτη των εναγόντων και ήδη εφεσιβλήτων είχε πρόωρες συσπάσεις της μήτρας εξαιτίας τοπικής λοίμωξης, οι οποίες έπρεπε να κατασταλούν, διότι υπήρχε κίνδυνος πρόωρου τοκετού. Παρά τις προσπάθειες για φαρμακευτική αντιμετώπιση της λοίμωξης και καταστολή των συσπάσεων, την επόμενη ημέρα 16.11.2002 έγινε ρήξη του αμνιακού σάκου και η ενάγουσα μεταφέρθηκε στο χειρουργείο, όπου γέννησε με καισαρική τομή δύο άρρενα τέκνα, βάρους 1.130 και 1.000 γραμμαρίων, αντίστοιχα. Στη συνέχεια, τα νεογνά εισήχθησαν αναγκαστικά, λόγω της προωρότητάς τους, στη Μονάδα Εντατικής Νοσηλείας Νεογνών της εναγομένης και τοποθετήθηκαν σε θερμοκοιτίδες. Μάλιστα, το μικρότερο από τα ανωτέρω νεογνά κατά τη διάρκεια της νοσηλείας παρουσίασε σοβαρή πεπτική επιπλοκή με κίνδυνο νεκρωτικής εντεροκολίτιδας. Μόλις παρήλθε ο κίνδυνος για τη ζωή και την υγεία των βρεφών, ήτοι στις 24.11.2002, αναζητήθηκε από τους ενάγοντες γονείς τους η μεταφορά και περαιτέρω νοσηλεία τους σε εντατική μονάδα κρατικού νοσοκομείου, η οποία κατέστη τελικά εφικτή στις 17.12.2002 για το πρώτο βρέφος και στις 19.12.2002 για το δεύτερο βρέφος, οπότε μεταφέρθηκαν στις κενές θερμοκοιτίδες που βρέθηκαν στη Β' Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Νοσοκομείου Παίδων "Αγία Σοφία". Από τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά αποδεικνύεται ότι η εισαγωγή της ενάγουσας στη μαιευτική κλινική της εναγομένης έγινε κατόπιν προηγούμενης συνεννόησης με τον ιατρό της, μαιευτήρα γυναικολόγο Γ.Α., γεγονός, που συνομολογείται από τους ενάγοντες και συνεπώς εισήχθη κατόπιν ελεύθερης επιλογής της. Το γεγονός δε ότι ο ανωτέρω ιατρός της ενάγουσας συνεργαζόταν με το ιδιωτικό μαιευτήριο της εναγομένης αποδεικνύει, κατά την κρίση του δικαστηρίου, ότι οι ενάγοντες είχαν προεπιλέξει ότι ο τοκετός της πρώτης εξ αυτών θα ελάμβανε χώρα στο εν λόγω ιδιωτικό μαιευτήριο και από τον εν λόγω ιατρό γεγονός μάλιστα που δεν αμφισβητούν ειδικά οι ενάγοντες. Άλλωστε, η ανωτέρω επιλογή της ενάγουσας να γεννήσει στην κλινική της εναγομένης οπωσδήποτε περιλαμβάνει και την περίπτωση που αυτή θα γεννούσε πρόωρα, αφού, κατά τα διδάγματα της λογικής και της κοινής πείρας, η προωρότητα είναι ένα ενδεχόμενο που υφίσταται σε κάθε κύηση, πολύ δε περισσότερο στην πολύδημη κύηση, όπως εν προκειμένω. Μάλιστα, από κανένα στοιχείο δεν αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα μετά την εισαγωγή της στην κλινική της εναγομένης και τη διαπίστωση των πρόωρων συσπάσεων τοκετού αναζήτησε τρόπους για να μεταφερθεί σε δημόσιο νοσοκομείο, ούτε ζήτησε από τους θεράποντες ιατρούς της να εκτιμήσουν εάν μια τέτοια μεταφορά της ήταν επικίνδυνη για την υγεία της και τα κυοφορούμενα τέκνα της. Αντίθετα, αποδείχθηκε ότι παρέμεινε στην αίθουσα τοκετών της κλινικής της εναγομένης, αποδεχόμενη το ενδεχόμενο να λάβει χώρα εκεί πρόωρος τοκετός. Συνεπώς, η εισαγωγή της ενάγουσας στην κλινική της εναγομένης δεν υπήρξε αναγκαστική, αλλά ήταν αποτέλεσμα ελεύθερης επιλογής της ίδιας και του συζύγου της, δευτέρου των εναγόντων, συνδεόμενη ευθέως και με την προηγούμενη επιλογή τους να λάβει χώρα ο τοκετός στη συγκεκριμένη κλινική, ενώ παράλληλα δεν αποδείχθηκε αδυναμία μεταφοράς της σε κλίνη δημοσίου νοσοκομείου. Περαιτέρω, η εισαγωγή των δίδυμων τέκνων των εναγόντων στη Μονάδα Εντατικής Νοσηλείας της εναγομένης αναγκαίως συνέχεται με την ανωτέρω επιλογή των εναγόντων γονέων τους να λάβει χώρα ο τοκετός της πρώτης αυτών στην κλινική της εναγομένης. Πράγματι, η εν λόγω επιλογή των εναγόντων έχει ως αναγκαία συνέπεια τη νοσηλεία των πρόωρα γεννηθέντων τέκνων στην ειδική μονάδα θεραπείας της εναγομένης, μη δυνάμενη να θεωρηθεί αυτή ως έκτακτη, σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρ. 31 του ανωτέρω Π.Δ., γεγονός που δεν ανατρέπεται από το ότι η κατάσταση της υγείας τους ήταν κρίσιμη και δεν θα ήταν δυνατή η μεταφορά τους σε θερμοκοιτίδα κρατικού νοσοκομείου, διότι η διάταξη του άρθρου 31 του Π.Δ. δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής σε περίπτωση που εξ αρχής έχει επιλεγεί από τον ασφαλισμένο του Δημοσίου η εισαγωγή του στην ιδιωτική κλινική...". Με βάση τις παραδοχές αυτές, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, αφού δέχθηκε, ως ουσιαστικά βάσιμη, την από 16.3.2010 έφεση της αναιρεσίβλητης, κατά τον σχετικό τρίτο λόγο της, και εξαφάνισε την πρωτόδικη 71/2010 απόφαση του Ειρηνοδικείου Αμαρουσίου που είχε κρίνει διαφορετικά, κράτησε και δίκασε κατ' ουσίαν την ένδικη, από 17.10.2007, αγωγή των αναιρεσειόντων (άρθρ. 904 επ. ΑΚ), την οποία και απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη, με την προδιαλαμβανόμενη αιτιολογία ότι δεν συνιστούσε έκτακτο γεγονός η ασθένεια της πρώτης αναιρεσείουσας που να δικαιολογεί την έκτακτη εισαγωγή της στην ιδιωτική κλινική της αναιρεσίβλητης, ούτε, κατ' επέκταση, την έκτακτη εισαγωγή των τέκνων της, που γεννήθηκαν πρόωρα, στη Μονάδα Εντατικής Νοσηλείας (Μ.Ε.Ν.) της ίδιας κλινικής. Κρίνοντας έτσι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δεν παραβίασε, ευθέως, την προαναφερόμενη, ουσιαστικού δικαίου, διάταξη του άρθρου 31 παρ. 1 του Π. Δ/τος 234/10, την οποία ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, καθόσον δέχθηκε, ανέλεγκτα, ότι η εισαγωγή της ασθενούς πρώτης αναιρεσείουσας στην ιδιωτική κλινική της αναιρεσίβλητης δεν έγινε εκτάκτως, κατά την έννοια του παραπάνω άρθρου, όπως αυτή αναπτύχθηκε στην αρχή της παρούσας σκέψης, δηλαδή αιφνίδια και απρόβλεπτα, αλλά ύστερα από ελεύθερη επιλογή της και κατόπιν προηγούμενης συνεννόησής της με το γιατρό της, μαιευτήρα γυναικολόγο Γ.Α. Το μεταγενέστερο περιστατικό της αναγκαστικής εισαγωγής των νεογνών στη Μ.Ε.Ν. και τοποθέτησης τους σε θερμοκοιτίδες, λόγω του ότι γεννήθηκαν πρόωρα, συνέχεται, κατά λογική αναγκαιότητα, με την ελεύθερη επιλογή της πρώτης των αναιρεσειόντων να εισαχθεί στην ιδιωτική κλινική της αναιρεσίβλητης και δεν καθιστά "έκτακτη" την εισαγωγή αυτής στην εν λόγω κλινική, όπως απαιτείται για την εφαρμογή της ευνοϊκής πιο πάνω διάταξης, έστω και αν η επίδικη διαφορά αφορά τα έξοδα νοσηλείας των πρόωρων νεογνών. Επομένως, το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών, που δίκασε ως Εφετείο, δεν υπέπεσε στην αναιρετική πλημμέλεια του άρθρου 560 αριθμ. 1 ΚΠολΔ και, γι' αυτό, είναι αβάσιμος ο σχετικός - μοναδικός λόγος της αναίρεσης που παραπέμφθηκε στην τακτική Ολομέλεια, με τον οποίο οι αναιρεσείοντες υποστηρίζουν τα αντίθετα.