Εφαρμογή των διατάξεων της περίπτωσης γ' της παρ. 2Α του άρθρου 16 του ν. 3850/2010(1) (Ιατρός εργασίας) Εγκ. Υπ. Εργασίας 403/Δ9.8/21.2.2019 Για την πληρέστερη κατανόηση και ενιαία εφαρμογή των νέων διατάξεων παρέχονται οι πιο κάτω διευκρινήσεις: Α. Νομοθετικό πλαίσιο Με το άρθρο 46 του ν. 4578/2018(2) τροποποιήθηκε η περίπτωση γ' της παρ. 2Α του άρθρου 16 του ν. 3850/2010 (Α' 84), ως εξής: «γ) Ιατρός που περιλαμβάνεται στον Ειδικό Κατάλογο της περίπτωσης α' μπορεί να ασκεί καθήκοντα ιατρού εργασίας μόνο στην περιφέρεια του ιατρικού συλλόγου στον οποίο είναι εγγεγραμμένος και εφόσον δεν υπάρχει ή δεν είναι διαθέσιμος ιατρός με την ειδικότητα της Ιατρικής της Εργασίας στην περιφέρεια αυτή. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ορίζονται ο τρόπος και η διαδικασία με την οποία διαπιστώνεται κατά τόπο και χρόνο η έλλειψη ιατρού εργασίας ή η έλλειψη διαθέσιμου ιατρού εργασίας και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης. Μέχρι την έκδοση της απόφασης του προηγούμενου εδαφίου, η έλλειψη ιατρού ή η έλλειψη διαθέσιμου ιατρού, βεβαιώνεται από τον ιατρικό σύλλογο, στον οποίο είναι εγγεγραμμένος ο ιατρός του Ειδικού Καταλόγου της περίπτωσης α', μετά από αίτησή του. Η βεβαίωση του προηγούμενου εδαφίου εκδίδεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δέκα (10) εργάσιμων ημερών, μετά την άπρακτη παρέλευση της οποίας τεκμαίρεται η έλλειψη ιατρού ή διαθέσιμου ιατρού.». Β. Γενικά Σύμφωνα με το παραπάνω νομοθετικό πλαίσιο αναμένεται υπουργική απόφαση με την οποία θα ορίζονται ο τρόπος και η διαδικασία με την οποία διαπιστώνεται κατά τόπο και χρόνο η έλλειψη ειδικού ιατρού εργασίας ή η έλλειψη διαθέσιμου ειδικού ιατρού εργασίας καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Μέχρι την έκδοση της ως άνω Y.A., στις αρμόδιες υπηρεσίες του ΣΕΠΕ για την ανάθεση καθηκόντων Ιατρού Εργασίας θα πρέπει να κατατίθεται βεβαίωση του Ιατρικού Συλλόγου στον οποίο είναι εγγεγραμμένος ο ιατρός του Ειδικού Καταλόγου ως προς την έλλειψη ή μη διαθεσιμότητα ειδικού ιατρού εργασίας. Η βεβαίωση αυτή θα εκδίδεται μετά από αντίστοιχη αίτηση του Ιατρού του Ειδικού Καταλόγου, η οποία θα αναφέρει και τις απαιτούμενες ετήσιες ώρες απασχόλησης, ώστε να ελεγχθεί η διαθεσιμότητα. Η βεβαίωση πρέπει να εκδίδεται εντός δέκα εργασίμων ημερών αλλιώς τεκμαίρεται ή έλλειψη ιατρού ή διαθέσιμου ιατρού. Η ανωτέρω αίτηση και βεβαίωση μπορεί να αφορά σε μόνο μια επιχείρηση κάθε φορά. Αν ο Ιατρικός Σύλλογος εκδώσει βεβαίωση εντός του 10-ημέρου ότι υπάρχουν ή/ και είναι διαθέσιμοι ιατροί με την ειδικότητα της ιατρικής της εργασίας, τότε η επιλογή πρέπει να γίνει ανάμεσα σε αυτούς και μόνο, δηλαδή δεν είναι δυνατή η ανάληψη καθηκόντων ιατρού εργασίας από τον ιατρό του Ειδικού Καταλόγου και η προθεσμία διακόπτεται. Αν ο Ιατρικός Σύλλογος γνωρίζει ότι υπάρχουν Ιατροί με την ειδικότητα της ιατρικής της εργασίας, αλλά δεν γνωρίζει αν αυτοί είναι διαθέσιμοι, ενημερώνει εγγράφως για την ύπαρξή τους τον αιτούντα Ιατρό του Ειδικού Καταλόγου και ταυτόχρονα και τους εν λόγω Ιατρούς με την ειδικότητα της ιατρικής της εργασίας εγκαίρως, σχετικά με την υποβληθείσα αίτηση. 3. Εφαρμογή 1. Αν ο Ιατρικός Σύλλογος χορηγήσει την ως άνω βεβαίωση (με αρνητικό περιεχόμενο), η επιχείρηση που θα αναθέσει καθήκοντα ιατρού εργασίας σε ιατρό του Ειδικού Καταλόγου προσέρχεται στην αρμόδια υπηρεσία του ΣΕΠΕ και καταθέτει την ως άνω βεβαίωση του Ιατρικού Συλλόγου στον οποίο είναι εγγεγραμμένος. 2. Στην περίπτωση παρέλευσης δεκαημέρου κατά το οποίο ο Ιατρικός Σύλλογος δεν έχει εκδώσει απάντηση, ο ιατρός του Ειδικού Καταλόγου καταθέτει στο ΣΕΠΕ υπεύθυνη δήλωση του Ν.1599/1986 με την οποία δηλώνει υπεύθυνα ότι «δεν έχω λάβει απάντηση από τον Ιατρικό Σύλλογο στον οποίο είμαι εγγεγραμμένος περί ύπαρξης ή διαθεσιμότητας ειδικού ιατρού εργασίας. Συνημμένα σας καταθέτω φωτοτυπία της αίτησης για την παροχή βεβαίωσης από τον Ιατρικό Σύλλογο στον οποίο είμαι εγγεγραμμένος με τον αριθμό πρωτοκόλλου και ημερομηνία κατάθεσης, από την οποία προκύπτει η παρέλευση δεκαημέρου». Συγκεκριμένα, οι δέκα ημέρες μετρώνται ως εξής: Πρώτη ημέρα λογίζεται η επομένη της κατάθεσης αίτησης στον Ιατρικό Σύλλογο, ενώ την ενδέκατη ημέρα δύναται ο Ιατρός του Ειδικού Καταλόγου να καταθέσει την υ/δ στο αρμόδιο τμήμα του ΣΕΠΕ. Η κατάθεση αυτών των εγγράφων (υπεύθυνη δήλωση και αντίγραφο της αίτησης όπου φαίνεται ο αριθμός πρωτοκόλλου και η ημερομηνία κατάθεσής της), δύναται να γίνει και από την επιχείρηση που θα του αναθέσει καθήκοντα ιατρού εργασίας. 3. Οι Ιατροί του Ειδικού Καταλόγου, ακόμη και αν τους αναθέτονται καθήκοντα Ιατρού εργασίας μέσω ΕΞΥΠΠ, μπορούν να ασκήσουν τα καθήκοντά τους μόνο στην περιφέρεια του Ιατρικού Συλλόγου όπου έχουν ενταχθεί, σύμφωνα με τα στοιχεία που αναφέρονται στον Ειδικό Κατάλογο. 4. Γενικά συνιστάται η γραπτή επικοινωνία μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών (Ιατροί με την ειδικότητα της Ιατρικής της εργασίας, Ιατρικοί Σύλλογοι και Ιατροί του Ειδικού Καταλόγου), για την διασφάλιση της διαφάνειας και την ανάδειξη τήρησης της νόμιμης διαδικασίας. 5. Ο έλεγχος του περιεχομένου των Βεβαιώσεων των Ιατρικών Συλλόγων εκφεύγει των αρμοδιοτήτων των υπηρεσιών του ΣΕΠΕ, οι οποίες περιορίζονται στην ύπαρξη ή όχι της Βεβαίωσης. Ειδικοί Ιατροί Εργασίας οι οποίοι αμφισβητούν την Βεβαίωση του Ιατρικού Συλλόγου θα πρέπει να απευθύνονται σε αυτόν ως έχοντα την αρμοδιότητα έκδοσης. 6. Στις περιπτώσεις, κατά τις οποίες Ειδικοί Ιατροί Εργασίας καταθέτουν δηλώσεις περί διαθεσιμότητάς τους στις Περιφερειακές Υπηρεσίες Επιθεώρησης Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία, οι δηλώσεις αυτές θα διαβιβάζονται στους Ιατρικούς Συλλόγους, οι οποίοι είναι αρμόδιοι να διαπιστώνουν και να βεβαιώνουν τη διαθεσιμότητα των Ειδικών Ιατρών Εργασίας. 7. Αν, από την βεβαίωση του Ιατρικού Συλλόγου προκύπτει ότι υπάρχουν και είναι διαθέσιμοι Ειδικοί Ιατροί Εργασίας, η επιλογή πρέπει να γίνει αποκλειστικά μεταξύ αυτών. Δεν είναι δυνατό, για οποιοδήποτε λόγο, στη περίπτωση αυτή, να δοθεί δυνατότητα επιλογής Ιατρού του Ειδικού Καταλόγου από επιχείρηση. (1) ΕΑΕΔ 2010 σ. 773. (2) ΕΑΕΔ 2018 σ. 1058.