Η αρχή της ίσης μεταχείρισης Μετά τον αναθεωρημένο Ν. 4443/16 Βασ. Γαμβρούδη, τ. Δ/ντή Υπ. Εργασίας Με τον ν. 4443/16 (ΦΕΚ Α 232 9.12.16) αντικαθίσταται ο ν. 3304/05 που αφορά την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης και την απαγόρευση των διακρίσεων για τους εργαζομένους στο Δημόσιο, ευρύτερο δημόσιο τομέα και ιδιωτικό τομέα. Σκοπός του νόμου είναι η προώθηση της αρχής της ίσης μεταχείρισης και η καταπολέμηση των διακρίσεων λόγω: α) φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών (οδηγία 2000/43 ΕΚ) β) θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης, ηλικίας, οικογενειακής ή κοινωνικής κατάστασης, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου στον τομέα της απασχόλησης και της εργασίας (οδηγία 2000/78 ΕΚ) γ) διευκόλυνσης της άσκησης των δικαιωμάτων των εργαζομένων στο πλαίσιο της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων (οδηγία 2014/54 ΕΚ). Βασικός στόχος του νομοθέτη είναι η δημιουργία ενός ενιαίου, σαφούς και νομικά άρτιου πλαισίου εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης, λαμβάνοντας υπόψη τις πιο πάνω οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη σχετική νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τις θέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τις συστάσεις διεθνών οργανισμών, αλλά και τις εκθέσεις εθνικών φορέων. Στο Κεφάλαιο Α προβλέπεται ο σκοπός και αποσαφηνίζεται η έννοια των διακρίσεων που αναλυτικά έχουν ως εξής: "Άμεση διάκριση" νοείται όταν ένα πρόσωπο υφίσταται για λόγους φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης, ηλικίας, οικογενειακής ή κοινωνικής κατάστασης, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου μεταχείριση λιγότερο ευνοϊκή από αυτήν της οποίας τυγχάνει, έτυχε ή θα ετύγχανε άλλο πρόσωπο, σε ανάλογη κατάσταση. "Έμμεση διάκριση" νοείται όταν μια εκ πρώτης όψεως ουδέτερη διάταξη, κριτήριο ή πρακτική μπορεί να θέσει πρόσωπα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης, ηλικίας, οικογενειακής ή κοινοτικής κατάστασης, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου σε μειονεκτική θέση συγκριτικά με άλλα πρόσωπα. Έμμεση διάκριση δεν υφίσταται εάν η διάταξη, το κριτήριο ή η πρακτική αυτή δικαιολογείται αντικειμενικά από ένα θεμιτό σκοπό και τα μέσα επίτευξής του είναι πρόσφορα και αναγκαία, εάν τα μέτρα που λαμβάνονται είναι αναγκαία για την τήρηση της δημόσιας ασφάλειας, τη διασφάλιση της δημόσιας τάξης, την πρόληψη ποινικών παραβάσεων, την προστασία της υγείας, των δικαιωμάτων και ελευθεριών των άλλων ή όταν αφορά άτομα με αναπηρία ή χρόνια πάθηση και μέτρα που λαμβάνονται υπέρ αυτών, σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ. 6 του Συντάγματος. "Παρενόχληση" νοείται ως διάκριση εφόσον σημειώνεται ανεπιθύμητη συμπεριφορά που συνδέεται με έναν από τους λόγους του άρθρου 1 του νόμου με σκοπό ή αποτέλεσμα την προσβολή της αξιοπρέπειας προσώπου και τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος. "Διάκριση" νοείται επίσης, οποιαδήποτε εντολή για την εφαρμογή διακριτικής μεταχείρισης σε βάρος προσώπου για οποιονδήποτε από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 1. "Διάκριση λόγω σχέσης" νοείται η λιγότερη ευνοϊκή μεταχείριση ενός προσώπου λόγω της στενής του σχέσης με πρόσωπο ή πρόσωπα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνολογικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης, ηλικίας, οικογενειακής ή κοινωνικής κατάστασης, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου. "Διάκριση λόγω νομιζόμενων χαρακτηριστικών" νοείται η λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση ενός προσώπου που εικάζεται ότι διαθέτει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης, ηλικίας, οικογενειακής ή κοινωνικής κατάστασης, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου. "Πολλαπλή διάκριση" νοείται οποιαδήποτε διάκριση, αποκλεισμός ή περιορισμός, σε βάρος προσώπου, που βασίζεται σε περισσότερους από έναν από τους ανωτέρω λόγους. Η "άρνηση εύλογων προσαρμογών" για τα άτομα με αναπηρία ή χρόνια πάθηση νοείται ως διάκριση. "Εύλογες προσαρμογές" νοούνται οι απαραίτητες και κατάλληλες τροποποιήσεις, ρυθμίσεις και ενδεδειγμένα μέτρα, που απαιτούνται σε μια συγκεκριμένη περίπτωση, προκειμένου να διασφαλιστεί για τα άτομα με αναπηρίες ή χρόνιες παθήσεις η αρχή της ίσης μεταχείρισης, οι οποίες δεν επιβάλλουν δυσανάλογο ή αδικαιολόγητο βάρος στον εργοδότη. Στο νόμο αυτόν υπό τον τίτλο "Γενικές διατάξεις" αναπτύσσεται κατά το πρότυπο του άρθρου 21 του χάρτη θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για λόγους ορατότητας ένα ευρύτερο πεδίο εφαρμογής της ίσης μεταχείρισης σε σχέση με τον ν. 3304/2005. Συγκεκριμένα στον τομέα της εργασίας και της απασχόλησης προστίθενται ως λόγοι διάκρισης και οι εξής όροι: α) Χρόνια ασθένεια. Εννοούνται οι ασθένειες εκείνες που προκύπτουν είτε από παθήσεις είτε από ατύχημα και παρουσιάζουν τουλάχιστον ένα από τα παρακάτω χαρακτηριστικά: διάρκεια επ' άπειρον και μη υφιστάμενη αναγνωρισμένη θεραπεία, υποτροπή ή πιθανότητα υποτροπής, μονιμότητα, μακροχρόνια παρακολούθηση, ιατρικές επισκέψεις και διαγνωστικές εξετάσεις, ενώ ο ασθενής χρειάζεται επανένταξη ή ειδική εκπαίδευση για να μπορέσει να την αντιμετωπίσει. Υπό το πρίσμα αυτό η "οροθετικότητα" εντάσσεται αναμφισβήτητα στο προστατευτικό πλέγμα της αναπηρίας ή χρόνιας ασθένειας. Για το HIV/AIDS και τον κόσμο της εργασίας αναγνωρίζεται ως γενική αρχή ότι δεν πρέπει να γίνεται διάκριση ή στιγματισμός εργαζομένων, αιτούντων εργασία, λόγω της πραγματικής ή υποτιθέμενης οροθετικότητάς τους. β) Αναπηρία. Η έννοια αναπηρία ως λόγος μη διάκρισης συμπληρώνεται με εκείνη της χρόνιας ασθένειας με σκοπό τη διεύρυνση του επιχειρούμενου από το ν. 4074/12 δικαιωματικού μοντέλου προστασίας για την ισότιμη πρόσβαση και συμμετοχή στο κοινωνικό γίγνεσθαι των ατόμων με αναπηρία. γ) Οικογενειακή κατάσταση. Η προσθήκη του όρου οικογενειακή κατάσταση έχει ως στόχο την απόλυτη προστασία στον τομέα της απασχόλησης και της εργασίας των ισχυρών βιοτικών δεσμών που αναπτύσσονται στο πλαίσιο της οικογενειακής ζωής, ανεξαρτήτως του τύπου της ένωσης ενός ζεύγους. Κατά αυτόν τον τρόπο η εξίσωση μεταξύ των προβλεπόμενων στον ΑΚ τύπων γάμου και του συμφώνου συμβίωσης του ν. 4356/2015 είναι καθολική. δ) Κοινωνική κατάσταση. Ως λόγος διάκρισης προβλέπεται η κοινωνική κατάσταση, ως αποτέλεσμα τυχόν κοινωνικού στιγματισμού ενός προσώπου λόγω της διακριτότητάς του ως μέλους ενός ιδιαίτερου κοινωνικού υποσυνόλου. Σε μια τέτοια κατάσταση π.χ. μπορεί να ευρίσκονται πρώην χρήστες ουσιών ή πρώην φυλακισμένοι. Στο σημείο αυτό αξίζει να διευκρινιστεί ότι ιδιαίτερο κοινωνικό υποσύνολο συνιστά μια ομάδα προσώπων που συνδέονται με ένα κοινό χαρακτηριστικό, το οποίο είναι συχνά έμφυτο, αναλλοίωτο ή θεμελιώδες για την ταυτότητα, τη συνείδηση ή την άσκηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των μελών της. ε) Ταυτότητα φύλου. Ο όρος ταυτότητα φύλου αναφέρεται σε "διεμφυλικά άτομα" / transgender, των οποίων η ταυτότητα φύλου είναι διαφορετική από το φύλο της γέννησής τους, ενώ υπό την έννοια "χαρακτηριστικά φύλου" προσδιορίζονται τα "διαφυλικά άτομα" / intersex, τα οποία εκ γενετής εμφανίζουν σεξουαλικά χαρακτηριστικά, που δεν πληρούν απολύτως την ανατομική τους κατάταξη σε αρσενικό ή θηλυκό φύλο. Στο Κεφάλαιο Β υπό τον τίτλο "Ίση μεταχείριση" ρυθμίζεται το πεδίο εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης, ενώ προβλέπονται και οι περιπτώσεις δεδικαιολογημένης διαφορετικής μεταχείρισης. Ειδικότερα θα πρέπει να σημειωθεί ότι αποσαφηνίζεται η ρήτρα εξαίρεσης της ιθαγένειας του ν. 3304/2005 με σκοπό τον εξορθολογισμό των διοικητικών πρακτικών. Προβλέπεται η διαφορετική μεταχείριση των εργαζομένων της Ευρωπαϊκής Ένωσης μόνο για την πρόσβαση στην απασχόληση στη Δημόσια Διοίκηση. Διαφορετική μεταχείριση λόγω ηλικίας, αναπηρίας ή χρόνιας ασθένειας σχετική με την υπηρεσία στις ένοπλες δυνάμεις. Δεν συνιστά διάκριση η ειδική αιτιολογημένη διαφορετική μεταχείριση λόγω ηλικίας, εφ' όσον η μεταχείριση αυτή προβλέπεται στο νόμο προς εξυπηρέτηση σκοπών της πολιτικής της απασχόλησης, της αγοράς εργασίας και της επαγγελματικής κατάρτισης, τα δε μέσα επίτευξης των σκοπών αυτών είναι πρόσφορα και αναγκαία. Δεν συνιστά διάκριση λόγω ηλικίας όσον αφορά στα επαγγελματικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, ο καθορισμός ηλικίας για την ένταξη ή την αποδοχή σε παροχές συνταξιοδότησης ή αναπηρίας. Δεν συνιστά διάκριση η λήψη ή η διατήρηση ειδικών μέτρων με σκοπό την πρόληψη ή την αντιστάθμιση μειονεκτημάτων. Δεν συνιστά διάκριση όσον αφορά τα άτομα με αναπηρία ή χρόνια πάθηση η θέσπιση ή η διατήρηση διατάξεων που αφορούν στην προστασία της υγείας και της ασφάλειας στο χώρο εργασίας ή μέτρων που αποβλέπουν στη δημιουργία ή διατήρηση προϋποθέσεων ή διευκολύνσεων για τη διαφύλαξη ή την ενθάρρυνση της ένταξής τους στην απασχόληση και την εργασία. Στο Κεφάλαιο Γ υπό τον τίτλο "Προστασία" ρυθμίζονται οι όροι παροχής προστασίας σε βλαπτόμενο πρόσωπο εκ της μη τήρησης της αρχής της ίσης μεταχείρισης και θεσπίζεται για πρώτη φορά η δυνατότητα οργανώσεων να συμμετέχουν και μάλιστα ατελώς σε υποθέσεις θυμάτων διακρίσεων, τόσο στα πολιτικά όσο και στα διοικητικά δικαστήρια. Προβλέπονται οι ποινικές κυρώσεις για την παραβίαση της αρχής ίσης μεταχείρισης. Οι κυρώσεις προβλέπονται από το άρθρο 11 του νόμου. Οι ποινικές κυρώσεις παραμένουν οι ίδιες του ν. 3304/05 και είναι από 6 μήνες μέχρι 3 έτη και με χρηματική ποινή 1.000 έως 5.000 ευρώ. Οι πράξεις της διάκρισης διώκονται αυτεπαγγέλτως. Οι διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται είναι αυτές του ν. 3996/11 και επιβάλλονται από την Επιθεώρηση Εργασίας. Από το νόμο ο Συνήγορος του Πολίτη αναδεικνύεται σε κύριο φορέα ισότητας, τόσο στο Δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Βέβαια δεν έχει κυρωτικές αρμοδιότητες, μπορεί όμως να συντάσσει πόρισμα και να προτείνει ενέργειες για την επίλυση του προβλήματος των διακρίσεων, ζητώντας τη συνδρομή κάθε άλλης υπηρεσίας ελεγκτικής. Στο Κεφάλαιο Δ υπό τον τίτλο "Προώθηση της αρχής της Ίσης Μεταχείρισης" αποτυπώνεται η διάρθρωση του νέου πλέγματος του κοινωνικού διαλόγου. Προσδιορίζεται ο ρόλος του Κράτους, της ΟΚΕ και οι οργανώσεις των εργοδοτών. Στο Κεφάλαιο Ε προβλέπονται οι αναγκαίες τροποποιήσεις στον καταστατικό νόμο του Συνήγορου του Πολίτη, ώστε η ανεξάρτητη αρχή να ανταποκριθεί στη διευρυμένη ενιαία αρμοδιότητά της, ως φορέας παρακολούθησης και προώθησης της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης στον Ιδιωτικό, Δημόσιο και ευρύτερο Δημόσιο τομέα. Στο Κεφάλαιο ΣΤ και στο άρθρο 22 προβλέπεται η κατάργηση στο σύνολό του του ν. 3304/2005. Σημείωση Μελέτη μας για την αρχή της ίσης μεταχείρισης (νομοθεσία, πεδίο εφαρμογής, φορείς προώθησης της αρχής ίσης μεταχείρισης, ασφάλιση και ίση μεταχείριση, εφαρμογή στην εργατική νομοθεσία κ.λπ.) έχει δημοσιευθεί στο περιοδικό έτους 2007 στη σελ. 583. Ακόμη για τις παράνομες παροχές και την αρχή της ίσης μεταχείρισης βλέπε και πρακτικές οδηγίες στο περιοδικό έτους 2016 σελ. 286.