Αποζημίωση εργαζομένων λόγω συνταξιοδότησης (Οικονομικές - Ασφαλιστικές - Φορολογικές υποχρεώσεις) Παναγιώτη Μάμμου, Επιτ. Δ/ντή Υπ. Εργασίας και τ. Διαιτητή ΟΜΕΔ Α. Βασικές ρυθμίσεις 1. Ν. 3198/55 (άρθρο 8) 2. Ν. 435/76 (άρθρο 5) 3. Ν. 2556/97 (δήλωση οικειοθελούς αποχώρησης) 4. Ν. 3846/2010 (άρθρο 15) 5. Ν. 3863/2010 (άρθρο 16, 73, 74) (ασφαλιστικά και εργατικά θέματα) 6. Ν. 4093/12 (νέα ρύθμιση αποζημιώσεων) 7. Ν. 3996/11 (προβλεπόμενες διοικητικές και ποινικές κυρώσεις) 8. Ν. 4387/16 (ασφαλιστικά θέματα, μείωση συντάξεων) 9. Ν. 4670/20 (άρθρο 27) (τροποποίηση του άρθρου 20 του Ν. 4387/16) Β. Πρόλογος Η μεγαλύτερη φάση του εργατικού βίου λήγει με τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων λήψεως πλήρους σύνταξης γήρατος. Αποτελεί σαφώς σταθμό για το μετέπειτα βίο των συνταξιούχων με επιλογές που μπορεί να αφορούν τη λήξη εργασιακής - επαγγελματικής δραστηριότητος και την ανάπαυσή τους ή κατ' εξαίρεση τη συνέχιση του εργασιακού βίου με μερική ή πλήρη απασχόληση. Σημειωτέον ότι, οι επιλογές συνέχισης της εργασίας επιτρέπονται υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από τους ισχύοντες νόμους και το Σύνταγμα της χώρας μας δεδομένου ότι, η εργασία είναι δικαίωμα για τον άνθρωπο ακόμα και μέχρι το τέλος της ζωής του και όχι υποχρέωση. Οι προσπάθειες που γίνονται με την κρατούσα θέση περιορισμού της απασχόλησης των συνταξιούχων με αντικίνητρα (ν. 3865/10 άρθρο 10, ν. 3863/10 άρθρο 16, ν. 4387/16, άρθρο 20, ν. 4670/20 άρθρο 27), λειτουργούν αρνητικά για τη συνέχιση της εργασίας, πλην όμως προσωπικοί, ατομικοί, οικογενειακοί, οικονομικοί, και επιστημονικοί λόγοι υπερακοντίζουν τα εμπόδια των παραπάνω νόμων. Σημαντικό θέμα για κάθε κυβέρνηση αποτελεί η μείωση της ανεργίας των νέων και η "ζυγαριά" κλείνει υπέρ αυτής και όχι υπέρ των συνταξιούχων οι οποίοι θέλουν και επιθυμούν να προσπορίζονται τα προς το ζην αλλά και την ενίσχυση των οικείων τους. Δεν πρέπει να αγνοείται η εμπειρία, οι εξειδικευμένες γνώσεις, οι εφευρετικές λύσεις που προέρχονται από ανθρώπους που έχουν πραγματοποιήσει θετική πορεία στον εργασιακό τους βίο και αποτελούν παράδειγμα για τους νέους. Σημειωτέον ότι, μέτρα περιορισμού και απασχόλησης των συνταξιούχων υπήρξαν την 10ετία της κρίσης και των μνημονίων αρχικά με τους ν. 3865/10 (άρθρο 1ο), 3863/2010 (άρθρο 16) και σκληρότερα μέτρα με το ν. 4387/16 (άρθρο 20) με τον οποίο προεβλέπετο μείωση κατά 60% των συντάξεων. Θετικό κάπως μέτρο θεσμοθετήθηκε με το άρθρο 27 του πρόσφατου νόμου 4670/20 για μείωση των συντάξεων σε ποσοστό 30%. Γ. Συμπλήρωση προϋποθέσεων πλήρους σύνταξης γήρατος και αποζημίωση Βασικές νομοθετικές ρυθμίσεις για τη λήψη αποζημίωσης στους εργαζόμενους οι οποίοι συμπληρώνουν τις προϋποθέσεις για σύνταξη γήρατος είναι οι νόμοι 3198/55 (άρθρο 8) και 3789/57 οι οποίοι ακολούθως τροποποιήθηκαν με το ν. 435/76 (άρθρο 5). Για το ύψος της αποζημίωσης προβλέπει συμπληρωματικά ο ν. 4093/12. Οι μισθωτοί (υπάλληλοι και εργατοτεχνίτες) οι υπαγόμενοι στην ασφάλιση οποιουδήποτε ασφαλιστικού οργανισμού (μετά την ενοποίηση των φορέων στον ΕΦΚΑ) για τη χορήγηση συντάξεως συμπληρώσαντες και συμπληρούντες τις προς λήψη συντάξεως γήρατος προϋποθέσεις, δύνανται αν έχουν την ιδιότητα του εργατοτεχνίτου ν' αποχωρούν της εργασίας, αν δε, έχουν την ιδιότητα του υπαλλήλου είτε ν' αποχωρούν είτε ν' απομακρύνονται της εργασίας από τους εργοδότες λαμβάνοντες σε όλες τις περιπτώσεις αυτές οι μεν επικουρικώς ασφαλισμένοι το 40%, οι δε, μη ασφαλισμένοι επικουρικώς το 50% της αποζημίωσης, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις για την περίπτωση απροειδοποιήτου καταγγελίας της συμβάσεως εκ μέρους του εργοδότη. Δεδομένο ότι, η ασφαλιστική κάλυψη των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα ή στο Δημόσιο με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου είναι υποχρεωτική στο ΤΕΑΜ και πλέον στο ΕΤΕΑΜ από το Φεβρουάριο του 1983 και συνεπώς η αποζημίωση σε μεγάλο ποσοστό εργαζομένων ανέρχεται στο 40%. Επισημαίνεται ότι, αν ο εργαζόμενος δεν συμπληρώνει τις προϋποθέσεις για τη λήψη επικουρικής σύνταξης δεν αρκεί μόνο η κάλυψη στο επικουρικό ταμείο αλλά με ελλειπείς προϋποθέσεις δεν θα πάρει αποζημίωση στο 40%, αλλά θα λάβει το 50% (Α.Π. 389/87). Σημειωτέον ότι, αν εργατοτεχνίτης επιθυμεί να εργασθεί πέραν του σημείου συνταξιοδότησης αλλά ο εργοδότης τον απολύει θα καταβάλει το 100% της αποζημίωσης από την προβλεπόμενη αποζημίωση με βάση τουλάχιστο το νόμιμο ημερομίσθιο του ν.4093/12 όπως τροποποιήθηκε με την αρ.4241/127/30.1.2019 αποφ. Υπ. Εργασίας η οποία εξεδόθη κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 103 του ν.4172/13 (Α.167) Από φορολογικής απόψεως αν από την ατομική σύμβαση εργασίας έχει συμφωνηθεί η καταβολή του 100% της αποζημίωσης σε υπαλλήλους ή εργατοτεχνίτες που βγαίνουν σε σύνταξη, η δαπάνη αυτή είναι απόλυτα αναγνωρίσιμη (Α.Π. 957/87). Δ. Τυπικές και ουσιαστικές διαπιστώσεις συμπλήρωσης των ορίων πλήρους συνταξιοδότησης Γεγονός είναι ότι, κατά τη διάρκεια του εργασιακού βίου οι περισσότεροι των εργαζομένων αλλάζουν εργοδότες και με βασική υποχρέωση να γνωστοποιούν σε κάθε νέο εργοδότη την προϋπηρεσία τους με σχετικό πιστοποιητικό από τους προηγούμενους εργοδότες. Υπάρχουν όμως περιπτώσεις αναγνώρισης της προϋπηρεσίας και μάλιστα με τις προϋποθέσεις του ν. 4046/12 (υπηρεσία μέχρι 14/2/12) από καρτέλες (παλιές) του ΙΚΑ είτε με βάση στοιχεία του ΟΠΣ-ΙΚΑ μετά το 2002 (π.χ. εργατοτεχνίτες και υπάλληλοι της ΕΓΣΣΕ ή αμειβόμενοι με το νόμιμο μισθό ή ημερομίσθιο του ν. 4093/12), ή εργαζομένων που με τη σ.σ.ε. αναγνωρίζεται οποιαδήποτε προϋπηρεσία σε οποιονδήποτε εργοδότη με βάση στοιχεία ασφάλισης. Άρα πολλές φορές δεν μπορεί ο τελευταίος εργοδότης να γνωρίζει ποιο είναι το σύνολο του χρόνου εργασίας και η ασφαλής ενημέρωση του μπορεί να γίνει με βεβαίωση του ασφαλιστικού φορέα σύμφωνα με άρθρο 15 του ν. 3846/2010 αφού προηγηθεί αίτηση του εργαζομένου 2 έτη προ της συνταξιοδότησης. Η βεβαίωση συντελεί στην αποφυγή διαφορών αμφισβητήσεων, ή διενέξεων και στην εξυπηρέτηση εργαζομένων - εργοδοτών ως και του ασφαλιστικού φορέα για την επίσπευση της διαδικασίας έκδοσης της απόφασης συνταξιοδότησης. Η λύση της σχέσεως εργασίας από τους εργοδότες γίνεται ή με καταγγελία λόγω συνταξιοδότησης ή με δήλωση από τον εργαζόμενο οικειοθελούς αποχώρησης. Επειδή παρουσιάζονται κάποιες διαφορές από μελετητές ως προς τον τρόπο λύσης της σχέσεως λόγω συνταξιοδότησης με τη θέση ότι γίνεται μόνο με έγγραφο λύσης της σχέσεως εργασίας οικειοθελώς, και γνωστοποίηση στο σύστημα ΕΡΓΑΝΗ και τον ΟΑΕΔ και όχι με καταγγελία της σύμβασης εργασίας. Φρονούμε ότι για την άρση οποιασδήποτε αμφισβήτησης δηλαδή αν λύεται η σχέση εργασίας οικειοθελώς ή με καταγγελία πρέπει να δοθεί στον εργοδότη από τον εργαζόμενο δήλωση με το παρακάτω περιεχόμενο. Δήλωση (εις διπλούν) Προς την επιχείρηση Χ Στοιχεία εργαζομένου................................. Δηλώνω ότι έχω συμπληρώσει τις προϋποθέσεις πλήρους συντάξεως γήρατος και αποχωρώ οικειοθελώς από την επιχείρηση. Αξιώνω εκ μέρους σας την καταβολή της νομίμου αποζημιώσεως. Ημερομηνία............ Ο δηλών (Υπογραφή) Επειδή τίθενται ερωτήματα από εργαζόμενους οι οποίοι αποχωρούν από την επιχείρηση με μειωμένη σύνταξη ή για να λάβουν αναπηρική σύνταξη, η απάντηση προκύπτει ευθέως από τις παραπάνω διατάξεις οι οποίες σαφώς προβλέπουν ότι αποζημίωση καταβάλλεται μόνο στη συγκέντρωση προϋποθέσεων πλήρους συντάξεως γήρατος και όχι των παραπάνω δύο περιπτώσεων. Ε. Εργασία μετά τη συνταξιοδότηση Αν ο εργαζόμενος παραμείνει στην επιχείρηση ή αναλάβει εργασία σε άλλες επιχειρήσεις πέραν του χρονικού ορίου συνταξιοδότησης οι αποδοχές του δεν μειώνονται ενώ συνεχίζει να καλύπτεται ασφαλιστικά όπως και οι άλλοι εργαζόμενοι. Νόμιμη υποχρέωση για τους συνταξιούχους που θέλουν να εργαστούν είναι η γνωστοποίηση με αίτησή τους στον ασφαλιστικό τους φορέα την απασχόλησή τους (ν. 3863/10, 3865/10, 4336/15, 4387/16 και 4670/20). Απώλεια εισοδήματος που υφίσταται ο συνταξιούχος εργαζόμενος αφορά μόνο το σύνολο κύριας και επικουρικής σύνταξης σε ποσοστό 30% έναντι 60% που προέβλεπε το άρθρο 20 του ν. 4387/16. Οι εργοδότες μετά την αναγγελία απασχόλησης του συνταξιούχου στον οικείο ασφαλιστικό φορέα υποχρεούνται να τηρούν όλες τις διατάξεις του εργατικού και ασφαλιστικού δικαίου. Δύο παρατηρήσεις σε ό,τι αφορά τη λύση της σχέσεως εργασίας συνταξιούχου ο οποίος αναλαμβάνει εργασία σε άλλη επιχείρηση. Στην πρώτη περίπτωση συναθροίζεται ο χρόνος εργασίας προ και μετά τη συνταξιοδότηση και όταν λύεται με οικειοθελή αποχώρηση υπαλλήλου ή εργατοτεχνίτη η σχέση εργασίας καταβάλεται η αποζημίωση του ν. 435/76 (ποσοστό 40% ή 50%). Αν υπάρξει καταγγελία (περίπτωση εργατοτεχνίτη) λόγω απόλυσης καταβάλει ο εργοδότης το 100% της αποζημίωσης. Στη δεύτερη ανωτέρω περίπτωση έχουμε να κάνουμε με νέα σύμβαση εργασίας του συνταξιούχου και συνεπώς αν λήξει η εργασιακή του σχέση με καταγγελία καταβάλλεται το 100% της αποζημίωσης λόγω ατάκτου καταγγελίας. Κάνοντας διαχρονικές παρατηρήσεις για τις μειώσεις στις συντάξεις λόγω εργασίας θα ισχυριζόμαστε ότι με το άρθρο 27 του ν. 4670/20 περίπου επανέρχεται η διάταξη του άρθρου 16 του ν. 3863/2010. Η μείωση αριθμητικά του προαναφερόμενου νόμου αφορούσε ποσοστό 70% πέραν του μη θιγομένου ποσού των 30 ημερομισθίων με το κατώτατο νόμιμο ημερομίσθιο σε σημερινές τιμές 30 Χ 29,04 = 871,2 € άρα η μείωση αν η σύνταξη ήταν π.χ. 1.500 € - 871,2 = 628,8 Χ 70% = 440,16 € με το νέο νόμο η μείωση ανέρχεται σε 1.500 Χ 30% = 450 € και είναι μεγάλη η διαφορά σε σχέση με τη μείωση του ν. 4387/16 (1.500 60%) = 900 €. ΣΤ. Υπολογισμός της αποζημίωσης Φορολογικά σύμφωνα με το άρθρο 12 παρ. 3 εδαφ. ε του ν. 4172/13 (ΦΕΚ 167/Α/13) στα ακαθάριστα εισοδήματα των εργαζομένων με σχέση εξαρτημένης εργασίας υπάγονται και οι αποζημιώσεις για τη λύση ή καταγγελία της εργασιακής σχέσης. Το εισόδημα λόγω αποζημίωσης φορολογείται αυτοτελώς λόγω διακοπής για οποιοδήποτε λόγω της συμβάσεως Εργασίας και ο Φόρος υπολογίζεται σύμφωνα με την παρακάτω κλίμακα. Φορολογητέο εισόδημα αποζημίωσης (σε €) Φορολογικός συντελεστής ≤ 60.000 € 0% 60.000,01-100.000 10% 100.000,01-150.000 20% > 150.000 30% Πρέπει να επισημανθεί ότι οι περισσότερες αποζημιώσεις λόγω συνταξιοδότησης υπολείπονται των 60.000 € και συνεπώς δεν υπάρχουν φορολογικές επιβαρύνσεις. Κατά το εργατικό δίκαιο (άρθρο 74 παρ. 3 του ν. 3863/2010 - ΦΕΚ 115/Α/10) όταν η αποζημίωση υπερβαίνει τις αποδοχές 2 (δύο) μηνών ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλει μέρος της αποζημίωσης που αντιστοιχεί άμεσα στις αποδοχές 2 (δύο) μηνών με την επίδοση του εγγράφου της καταγγελίας ή της λύσης με οικειοθελή αποχώρηση (λόγω συνταξιοδότησης). Το υπόλοιπο ποσό καταβάλλεται σε διμηνιαίες δόσεις η κάθε μία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 2 μηνών μέχρι της αποπληρωμής. Η αποζημίωση λόγω συνταξιοδότησης καταβάλλεται από τον τελευταίο εργοδότη στον εργαζόμενο εκτός και αν έχει συμφωνηθεί και αναγνώριση προϋπηρεσίας προηγουμένου ή προηγουμένων εργοδοτών με σύμβαση εργασίας στα πλαίσια των άρθρων 361 και 366 ΑΚ ή με διάταξη κανονισμού ή οργανισμού. Το ποσοστό του 40% ή 50% συμποσούται για την καταβολή με δόσεις στο 100% της αποζημίωσης έτσι ώστε αν π.χ. εργαζόμενος που παίρνει σύνταξη δικαιούται 18 μήνες (υπηρεσία στον τελικό εργοδότη 22 ετών). Το ποσό της αποζημίωσης ανέρχεται σε [18 μήνες + το 1/6 των 18 μηνών] Χ 40% = 21 μισθοί Χ 40% = 8,4 μισθοί. Αν εξοφληθεί καθ’ ολοκληρίαν η αποζημίωση θα καταβληθούν με τη λήξη της εργασιακής σχέσης οι 8,4 μισθοί. Αν όμως πληρωθεί με δόσεις θα καταβληθούν αμέσως 2 μισθοί με την αποχώρηση και το υπόλοιπο ποσό των 6,4 μισθών σε 4 (τέσσερις) διμηνιαίες δόσεις (2+2+2+0,4) μισθών μέχρι αποπληρωμής. Τέλος σύμφωνα με το ν. 4093/12 (ΦΕΚ 222/Α/12) υποπαρ. ΙΑ. 12 για τους υπό συνταξιοδότηση εργαζομένους παραμένουν αυτούσιες χωρίς περιορισμούς οι διατάξεις του ν. 3198/58 και 435/76 με την προϋπόθεση το ποσό της αποζημίωσης (συμποσούμενο στο 100%) δεν μπορεί να υπερβαίνει το 8πλάσιο του κατωτάτου νομίμου ημερομισθίου επί 30 και συγκεκριμένα σήμερα το ποσό ανέρχεται σε 29,04Χ8Χ30 = 6969,60 €. Η αποζημίωση εργαζόμενων οι οποίοι απεβίωσαν θλιβερή παρατήρηση παρότι είχαν τις προϋποθέσεις πλήρους σύνταξης γήρατος δεν περιέρχεται κληρονομικά στους οικείους τους σύμφωνα τόσο με νομολογιακές κρίσεις όσο και με έγγραφο το Υπ. Εργασίας (Εγγ. Υπ. Εργασίας 1315/98, Α.Π. 416/94 κ.α.). Ζ. Νομική προστασία της αποζημίωσης και συνέπειες Η λήξη της εργασιακής σχέσης με καταγγελία ή με οικειοθελή αποχώρηση γίνεται με τα έντυπα Ε6 και Ε5 στο σύστημα ΕΡΓΑΝΗ και μέσω αυτού στον ΟΑΕΔ εντός 4 ημερών (σχετικές είναι οι διατάξεις του άρθρου 38 του ν. 4488/17). Αν ο αποχωρήσας εργαζόμενος δεν υπογράψει την αποχώρηση ή την καταγγελία ο εργοδότης υποχρεούται να του αποστείλει εξώδικο μέσα σε 4 ημέρες και αν δεν ανταποκριθεί γίνεται αναγγελία στον ΟΑΕΔ (μέσω ΕΡΓΑΝΗ) με το έντυπο Ε5 την αμέσως επόμενη ημέρα με όλα τα στοιχεία (εξώδικο, τοιχοκόλληση κλπ). Σημειώνεται αν το εξώδικο επιδοθεί π.χ. σε 2 ή 3 ημέρες πάλι η αναγγελία στον ΟΑΕΔ γίνεται την αμέσως επόμενη ημέρα. Με τη λήξη της εργασιακής σχέσεως καταβάλλεται η αποζημίωση λόγω συνταξιοδότησης καθ’ ολοκληρίαν ή με δόσεις σύμφωνα με το άρθρο 74 του ν. 3863/2010 και κατατίθεται στον προσωπικό τραπεζικό λογαριασμό του εργαζομένου. Αν ο εργοδότης αρνηθεί να καταβάλει τη νόμιμη αποζημίωση, ο συνταξιοδοτούμενος μπορεί να προσφύγει με ανατρεπτική προθεσμία 6 (έξι) μηνών στα αρμόδια δικαστήρια για τη διεκδίκησή της. Αν δοθεί με δόσεις η αποζημίωση υπάρχει δυνατότητα επίσης διεκδίκησης αποσπασματικά για κάθε μη χορηγηθείσα δόση προσφυγής δικαστικά.