Αύξηση του ποσοστού των απολύσεων στο 5% για επιχειρήσεις που απασχολούν πάνω από 150 εργαζόμενους και μείωση του χρόνου προειδοποίησης
για απομάκρυνση ενός εργαζομένου από 24 μήνες σε έναν έως τέσσερις, δίνοντας τη δυνατότητα αποζημίωσης μειωμένης κατά 50%, προβλέπονται μεταξύ άλλων, στο σχέδιο του Προεδρικού Διατάγματος για τις αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις που απέστειλε στους κοινωνικούς εταίρους ο υπουργός Εργασίας Ανδρέας Λοβέρδος.
Αυξάνεται το όριο απολύσεων – Στο μισό οι αποζημιώσεις
Αναλυτικότερα, σε ό,τι αφορά τις απολύσεις, για επιχειρήσεις που απασχολούν από 20 έως 150 εργαζόμενους δίνεται η δυνατότητα να απολύουν μέχρι έξι εργαζόμενους το μήνα, ενώ για επιχειρήσεις που απασχολούν πάνω από 150 εργαζόμενους το ποσοστό των απολύσεων διαμορφώνεται στο 5% και μέχρι 30 εργαζόμενους το μήνα.
Σχετικά με τις αποζημιώσεις, περιορίζεται ο χρόνος προειδοποίησης του εργοδότη για απομάκρυνση ενός εργαζομένου από 24 μήνες σε έναν έως τέσσερις, δίνοντας τη δυνατότητα αποζημίωσης μειωμένης κατά 50%.
Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από δύο μήνες ως 10 χρόνια, απαιτείται προειδοποίηση ένας μήνας πριν την απόλυση, για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από 10 χρόνια συμπληρωμένα ως 15 χρόνια, απαιτείται προειδοποίηση δύο μηνών πριν την απόλυση, για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από 15 χρόνια συμπληρωμένα ως 20 χρόνια, απαιτείται προειδοποίηση τριών μηνών πριν την απόλυση και για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από 20 χρόνια συμπληρωμένα και άνω, απαιτείται προειδοποίηση τεσσάρων μηνών πριν τη λύση της σύμβασης ή της σχέσης εργασίας.
Με την τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων αυτών η αποζημίωση μειώνεται στο μισό, ενώ εργοδότης ο οποίος δεν κάνει χρήση της δυνατότητας έγγραφης προειδοποίησης καταβάλλει στον απολυόμενο την αποζημίωση που προβλέπεται από τις οικείες διατάξεις των νόμων 2112/20 και 3198/55 όπως ισχύει σήμερα.
Συμπιέζονται οι αμοιβές των νεοεισερχόμενων
Προβλέπονται επίσης όροι απασχόλησης και αμοιβής για τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας ηλικίας κάτω των 25 ετών, ενώ δίνεται η δυνατότητα για εργαζόμενους μεγάλης ηλικίας, οι οποίοι απολύονται, να έχουν το δικαίωμα της αυτασφάλισης.
Για ασφαλισμένους ηλικίας 57 έως 60 ετών το 50% του κόστους της αυτασφάλισης θα καλύπτεται από τον εργοδότη, ενώ το ποσοστό θα φθάνει στο 80% του κόστους για ασφαλισμένους ηλικίας 60 έως 64 ετών.
Για τους νέους ηλικίας έως 21 ετών δίνεται η δυνατότητα να προσλαμβάνονται, όταν εισέρχονται για πρώτη φορά στην αγορά εργασίας, με το 80% του κατώτατου μισθού ή ημερομισθίου, ενώ για τους νέους από 21 έως 25 ετών το ποσοστό ορίζεται στο 85%, όπως αυτό διαμορφώνεται σε κάθε περίπτωση από την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας.
Επίσης καθιερώνεται σύμβαση μαθητείας με αμοιβή στο 70% του κατώτατου ημερομισθίου.
Καταργείται η μονομερής προσφυγή στη διαιτησία
Στο σχέδιο Π.Δ., εξάλλου, προβλέπεται επανακαθορισμός της διαδικασίας προσφυγής στον Οργανισμό Μεσολάβησης και Διαιτησίας με δικαίωμα και στα δύο μέρη.
Σε επιστολή που συνοδεύει το σχέδιο Π.Δ. ζητείται να υποβληθούν οι παρατηρήσεις των κοινωνικών εταίρων έως τις 23 Ιουνίου.
Τέλος, ως προς το ζήτημα της μείωσης της αμοιβής των υπερωριών που προβλέπεται στο Μνημόνιο και ως προς την οποία δεν παρέχεται εξουσιοδότηση για την έκδοση σχετικής κανονιστικής πράξης από τον Ν. 3845/2010, θα υπάρξει ειδική νομοθετική ρύθμιση, με το σχέδιο νόμου για το Ασφαλιστικό.
Mιλώντας στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του Mega, ο υπουργός Εργασίας Ανδρέας Λοβέρδος υποστήριξε πως το ύψος των αποζημιώσεων παραμένει ακριβώς το ίδιο, επαναλαμβάνοντας πως οι κοινωνικοί εταίροι έχουν διορία μέχρι την άλλη Τετάρτη να καταθέσουν τις απόψεις τους.
Αναλυτικά το Προεδρικό Διάταγμα:
«Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Έχοντας υπόψη:
1. Tις διατάξεις του άρθρου 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Π.Δ. 63/2005 (Α 98).
2. Τις διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου 2 καθώς και τα προσηρτημένα παραρτήματα Ι, ΙΙ, και ΙΙΙ (Κεφάλαιο Γ)του ν.3845/2010 “Μέτρα για την εφαρμογή του μηχανισμού στήριξης της ελληνικής οικονομίας από τα κράτη – μέλη της Ζώνης του ευρώ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο” (Α 65).
3. Τις διατάξεις του Π.Δ. 368/89 “Οργανισμός του Υπουργείου Εργασίας” ( Α 163), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα.
4. Τις διατάξεις των εδαφίων α & β της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του Ν. 1387/83 “Έλεγχος ομαδικών απολύσεων και άλλες διατάξεις” (Α 110), όπως αντικαταστάθηκαν από τις διατάξεις των παραγράφων 1 & 2 του άρθρου 9 του ν. 2874/2000 “Προώθηση απασχόλησης και άλλες διατάξεις” (Α 286).
5. Την με αριθμό 2876/2009 απόφαση του Πρωθυπουργού “Αλλαγή τίτλου Υπουργείων” (Β 2234)
6. Την υπ’ αριθμ. γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας με πρόταση των Υπουργών Οικονομίας και Εργασίας & Κοινωνικής Ασφάλισης.
7. Τη διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους
8. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις του παρόντος Διατάγματος δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.
Αποφασίζουμε:
ΑΡΘΡΟ 1
Σκοπός
Σκοπός του παρόντος Προεδρικού Διατάγματος είναι η θέσπιση των αναγκαίων ρυθμίσεων για την εφαρμογή της παραγράφου 9 του δεύτερου άρθρου του Ν. 3845/2010, “Μέτρα για την εφαρμογή του μηχανισμού στήριξης της ελληνικής οικονομίας από τα κράτη-μέλη ως Ζώνης του ευρώ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο”
AΡΘΡΟ 2
Πεδίο εφαρμογής
Το παρόν Προεδρικό Διάταγμα εφαρμόζεται στους εργαζόμενους με σύμβαση ή σχέση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου καθώς και στους απασχολούμενους με ειδική σύμβαση μαθητείας.
Άρθρο 3
Διαδικασία προσφυγής στον Οργανισμό Μεσολάβησης και Διαιτησίας
Η διαδικασία προσφυγής στις υπηρεσίες Μεσολάβησης και Διαιτησίας του Ο.ΜΕ.Δ. καθορίζεται ως ακολούθως:
A) Μεσολάβηση
1. Τον ορισμό μεσολαβητή μπορεί να ζητήσει οποιοδήποτε από τα ενδιαφερόμενα μέρη.
2. Η διαδικασία της μεσολάβησης αρχίζει με την κατάθεση σχετικής αίτησης από τα ενδιαφερόμενα μέρη, που υποβάλλεται από κοινού ή χωριστά οπότε και κοινοποιείται στο άλλο μέρος και στην οποία αναφέρονται τα στοιχεία των μερών και των οριζόμενων εκπροσώπων τους, τα αιτήματα, οι λόγοι που τα δικαιολογούν ή οι λόγοι που καθιστούν αδύνατη την ικανοποίησή τους, οι τυχόν εναλλακτικές προτάσεις και αντιπροτάσεις και οποιοδήποτε στοιχείο το οποίο διευκολύνει τις διαπραγματεύσεις.
3. Ο μεσολαβητής και ο αναπληρωτής του επιλέγονται από τα μέρη από ειδικό κατάλογο μεσολαβητών, σε περίπτωση δε ασυμφωνίας τους ορίζονται με κλήρωση.
Για το σκοπό αυτό, ύστερα από 48 ώρες από την υποβολή της αίτησης, καλούνται τα μέρη να προσέλθουν σε καθορισμένη ώρα για την επιλογή μεσολαβητή και αναπληρωτή και, σε περίπτωση διαφωνίας, για την ανάδειξή του με κλήρωση.
Με τον ορισμό του μεσολαβητή και του αναπληρωτή του συντάσσεται πρακτικό ανάληψης της μεσολάβησης.
4. Ο μεσολαβητής καλεί τα μέρη σε συζητήσεις, προβαίνει σε κατ’ ιδίαν ακρόαση των μερών, σε εξετάσεις προσώπων, σε πραγματογνωμοσύνη ή σε οποιαδήποτε έρευνα σχετική με τους όρους εργασίας ή την οικονομική κατάσταση της επιχείρησης, συνεπικουρούμενος από πραγματογνώμονες της επιλογής του.
5. Ο εργοδότης και κάθε αρμόδια υπηρεσία έχουν την υποχρέωση να δώσουν στο μεσολαβητή κάθε πληροφορία και να υποβοηθήσουν το έργο του.
Ειδικότερα για τους εργοδότες ισχύουν όσα περιγράφονται στην παρ. 4 του άρθρου 4 του ν. 1876/1990.
6. α) Αν τα μέρη δεν καταλήξουν σε συμφωνία μέσα σε προθεμία είκοσι (20) ημερολογιακών ημερών, ο μεσολαβητής έχει δικαίωμα να κοινοποιήσει σ’ αυτά δική του πρόταση.
β) Αν τα μέρη δεν αποδεχτούν την πρόταση του μεσολαβητή μέσα σε πέντε (5) ημέρες από την κοινοποίησή της, θεωρείται ότι την απέρριψαν.
Η αποδοχή ή η απόρριψη της πρότασης κοινοποιείται και στο άλλο μέρος.
Η πρόταση του μεσολαβητή είναι δυνατό να δημοσιεύεται από αυτόν στον ημερήσιο και τον περιοδικό τύπο.
γ) Εφ’ όσον η πρόταση γίνεται δεκτή, καλούνται τα ενδιαφερόμενα μέρη από το μεσολαβητή να την υπογράψουν, οπότε αυτή εξομοιώνεται με συλλογική σύμβαση εργασίας και εφαρμόζονται κατ’ αναλογία όλες οι διατάξεις για τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας.
B) Διαιτησία
1. Προσφυγή στη διαιτησία μπορεί να γίνεται
α) Σ΄ οποιοδήποτε στάδιο των διαπραγματεύσεων με κοινή συμφωνία των μερών.
β) Μονομερώς από οποιοδήποτε μέρος, εφ΄ όσον το άλλο αρνήθηκε τη μεσολάβηση.
2. Η απόφαση του διαιτητή εξομοιώνεται με συλλογική σύμβαση εργασίας και ισχύει από την επομένη της υποβολής της αίτησης για μεσολάβηση.
3. Ο διαιτητής επιλέγεται με κοινή συμφωνία των μερών από ειδικό κατάλογο διαιτητών και, σε περίπτωση ασυμφωνίας, με κλήρωση και οφείλει να αναλάβει τα καθήκοντα του εντός πέντε (5) ημερών το αργότερο.
4. Ο διαιτητής μελετά όλα τα στοιχεία και πορίσματα που συγκεντρώθηκαν στο στάδιο της μεσολάβησης και έχει τα ίδια δικαιώματα με το μεσολαβητή.
5. Η διαιτητική απόφαση εκδίδεται σε δέκα (10) ημέρες από την ανάληψη των καθηκόντων του διαιτητή, αν προηγήθηκε μεσολάβηση, και σε διάστημα τριάντα (30) ημερών αν δεν προηγήθηκε.
Άρθρο 4
Αύξηση ορίου ομαδικών απολύσεων
1. Τα όρια, των εδαφίων (α) και (β) της παραγράφου 2 του ν.1387/83 (Α΄110) ,όπως ισχύει, πέρα από τα οποία οι απολύσεις θεωρούνται ομαδικές, καθορίζονται ως εξής:
α) Μέχρι έξι (6) εργαζόμενους για επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις που απασχολούν είκοσι (20) έως εκατόν πενήντα (150) εργαζόμενους .
β) Ποσοστό πέντε (5) τοις εκατό του προσωπικού και μέχρι τριάντα (30) εργαζόμενους για επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις, που απασχολούν πάνω από εκατόν πενήντα (150) εργαζόμενους.
Άρθρο 5
Ύψος και τρόπος καταβολής αποζημίωσης
1. Σύμβαση μισθωτού με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου, διάρκειας πέραν των δύο μηνών, δύναται να καταγγελθεί κατόπιν προηγούμενης έγγραφης προειδοποίησης του εργοδότη, ως εξής:
α) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από δύο (2) μήνες ως δέκα (10) χρόνια, απαιτείται προειδοποίηση ένας (1) μήνας πριν την απόλυση,
β) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από δέκα (10) χρόνια συμπληρωμένα ως δεκαπέντε (15) χρόνια, απαιτείται προειδοποίηση δύο (2) μηνών πριν την απόλυση
γ) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από δεκαπέντε (15) χρόνια συμπληρωμένα ως είκοσι (20) χρόνια , απαιτείται προειδοποίηση τριών (3) μηνών πριν την απόλυση
δ) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από είκοσι (20) χρόνια συμπληρωμένα και άνω, απαιτείται προειδοποίηση τεσσάρων (4) μηνών πριν τη λύση της σύμβασης ή της σχέσης εργασίας.
Εργοδότης ο οποίος δεν κάνει χρήση της δυνατότητας έγγραφης προειδοποίησης καταβάλλει στον απολυόμενο την αποζημίωση που προβλέπεται από τις οικείες διατάξεις των νόμων 2112/20 και 3198/55.
Εργοδότης που προειδοποιεί εγγράφως τον εργαζόμενο κατά τα ανωτέρω, καταβάλλει στον απολυόμενο την αποζημίωση, που προβλέπεται από τις οικείες διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας για τα χρόνια εργασίας που έχει συμπληρώσει ο απολυόμενος, σε περίπτωση καταγγελίας κατόπιν προειδοποίησης.
2. Όταν η αποζημίωση λόγω καταγγελίας της σύμβασης εργασίας υπερβαίνει τις αποδοχές δύο (2) μηνών, ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλλει κατά την απόλυση μέρος της αποζημίωσης που αντιστοιχεί στις αποδοχές δύο μηνών. Το υπόλοιπο ποσό καταβάλλεται σε διμηνιαίες δόσεις κάθε μία από τις οποίες δεν μπορεί να είναι κατώτερη από τις αποδοχές δύο μηνών, εκτός και αν το ποσό που υπολείπεται για την εξόφληση του συνόλου της αποζημιώσεως είναι μικρότερο. Η πρώτη δόση καταβάλλεται την επομένη της συμπλήρωσης διμήνου από την απόλυση. Κάθε άλλη ρύθμιση που είναι αντίθετη με την παρούσα καταργείται.
Άρθρο 6
Μέτρα αποτροπής απολύσεων εργαζομένων μεγάλης ηλικίας
1. Εργαζόμενοι μεγάλης ηλικίας των οποίων η σύμβαση εργασίας καταγγέλλεται και βρίσκονται σε στάδιο πριν τη συνταξιοδότηση, ανεξάρτητα αν πρόκειται για ομαδικές ή μεμονωμένες απολύσεις, εφόσον είναι αδύνατη η τοποθέτησή τους σε θέση εργασίας κατά τη διάρκεια της επιδότησης ανεργίας από τον ΟΑΕΔ έχουν το δικαίωμα της αυτασφάλισης, στην οποία υποχρεούται ο εργοδότης να συμμετέχει με:
α) Το πενήντα (50) τοις εκατό του κόστους για ασφαλισμένους 57-60 ετών.
β) Το ογδόντα (80) τοις εκατό του κόστους για ασφαλισμένους 60-64 ετών.
2. Με απόφαση του Διοικητή του ΟΑΕΔ, μετά από γνώμη της Επιτροπής Διαχείρισης του ΛΑΕΚ, ο ΟΑΕΔ μπορεί να καλύπτει το λοιπό κόστος αυτασφάλισης των ασφαλισμένων της παρ.1.
3. Με σκοπό τη διατήρηση των θέσεων εργασίας των εργαζομένων ηλικίας 57-64 ετών, ο ΟΑΕΔ με απόφαση του Διοικητή του, μετά από γνώμη της Επιτροπής Διαχείρισης του ΛΑΕΚ, μπορεί να επιδοτεί έως είκοσι (20) τοις εκατό του κόστους των εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών.
4. (α) Στις περιπτώσεις του άρθρου 2 του παρόντος, ο αριθμός των απολυομένων ηλικίας 55 έως 64 ετών, δεν μπορεί να υπερβαίνει το δέκα (10) τοις εκατό του συνολικού αριθμού των απολυομένων. Τυχόν κλάσμα στρογγυλοποιείται στον πλησιέστερο ακέραιο.
(β) Στις περιπτώσεις του άρθρου 2 του παρόντος, θα πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα ώστε μεταξύ των απολυομένων να μην παραβιάζεται η αρχή της ίσης μεταχείρισης λόγω ηλικίας.
5. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 7
Όροι απασχόλησης και αμοιβή νεοεισερχομένων στην αγορά εργασίας, ηλικίας κάτω των 25 ετών
1. Το κατώτατο ημερομίσθιο και ο κατώτατος μισθός, των νέων ηλικίας κάτω των 25 ετών, που εισέρχονται στην αγορά εργασίας για πρώτη φορά, καθορίζονται ως εξής:
α) Για τους νέους ηλικίας έως είκοσι ενός (21) ετών ποσοστό ογδόντα (80) τοις εκατό του κατωτάτου ορίου μισθού ή ημερομισθίου της οικείας συλλογικής ρύθμισης και σε περίπτωση που δεν υφίσταται τέτοια της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (Ε.Γ.Σ.Σ.Ε).
β) Για τους νέους ηλικίας από είκοσι ενός (21) ετών έως είκοσι πέντε (25) ετών ποσοστό ογδόντα πέντε (85) τοις εκατό του κατωτάτου ορίου μισθού ή ημερομισθίου της οικείας συλλογικής ρύθμισης και σε περίπτωση που δεν υφίσταται τέτοια της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (Ε.Γ.Σ.Σ.Ε).
Το υπολειπόμενο ποσό αναπλήρωσης του κατωτάτου ορίου μισθού ή ημερομισθίου των εδαφίων (α) και (β) και το αντίστοιχο ποσό ασφάλισης, δύναται να καταβάλλεται από τον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ).
2. Στους ανωτέρω εργαζόμενους, καταβάλλονται και τα επιδόματα που προβλέπονται κάθε φορά από την οικεία συλλογική ρύθμιση ή από την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (Ε.Γ.Σ.Σ.Ε).
3. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις της εργατικής και ασφαλιστικής νομοθεσίας.
4. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης καθορίζονται, η διαδικασία, ο τρόπος καταβολής του ποσοστού αναπλήρωσης που χορηγείται από τον ΟΑΕΔ, η κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών του ποσοστού αναπλήρωσης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
΄Αρθρο 8
Σύμβαση μαθητείας
Mεταξύ εργοδοτών και ατόμων που έχουν συμπληρώσει το 15ο έτος μέχρι και το 18ο έτος της ηλικίας τους, δύνανται να καταρτίζονται ειδικές συμβάσεις μαθητείας, μέχρι ενός (1) έτους, με σκοπό την απόκτηση δεξιοτήτων. Οι εν λόγω μαθητευόμενοι λαμβάνουν το εβδομήντα (70) τοις εκατό του κατώτατου ημερομισθίου ή μισθού της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας ( Ε.Γ.Σ.Σ.Ε) και ασφαλίζονται στον κλάδο ασφάλισης ασθενείας σε είδος και 1% κατά του κινδύνου ατυχήματος. Όσοι δεν έχουν συμπληρώσει το 16ο έτος της ηλικίας τους, καθώς και όσοι φοιτούν σε γυμνάσια, λύκεια κάθε τύπου ή τεχνικές επαγγελματικές σχολές δημόσιες ή ιδιωτικές αναγνωρισμένες από το κράτος, δεν μπορεί να μαθητεύουν περισσότερο από έξι (6) ώρες την ημέρα και τριάντα (30) ώρες την εβδομάδα. Για τους έχοντες συμπληρώσει το 16ο έτος η μαθητεία δεν μπορεί να υπερβαίνει τις οκτώ (8) ώρες την ημέρα και τις σαράντα (40) την εβδομάδα. Απαγορεύεται η μαθητεία να πραγματοποιείται από την 22α ώρα μ.μ. έως και την 6η π.μ. Τα άτομα αυτά, με εξαίρεση τις διατάξεις για την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων, δεν υπόκεινται στις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας.
Άρθρο 9
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΟΒΕΡΔΟΣ»
Πηγή: Ναυτεμπορική