Αληθινός εργοδότης κάθε πρόσωπο που παρέχει εργασία και όχι όποιος προέβη στην πρόσληψη Επί συμβάσεως εξαρτημένης εργασίας ως εργοδότης θεωρείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο του παρέχει την εργασία αυτή και όχι απαραιτήτως το πρόσωπο το οποίο προέβη στην πρόσληψή του. Αν υφίσταται αμφισβήτηση ως προς το πρόσωπο του εργοδότη, λαμβάνεται υπόψη πρώτα το πρόσωπο προς το συμφέρον του οποίου παρέχεται η εργασία και αυτός είναι ο φορέας της επιχειρήσεως και περαιτέρω το πρόσωπο, φυσικό ή νομικό, που φέρει τις δαπάνες και τους κινδύνους της επιχειρήσεως. ΑΠ 1773/2017 Πρόεδρος: Η κ. Ευφημία Λαμπροπούλου Δικηγόρος: Ο κ. Κων. Καραγιάννης [...] 2. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 648, 651, 652 και 653 Α.Κ. προκύπτει ότι επί συμβάσεως εξαρτημένης εργασίας ως εργοδότης θεωρείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στην υπηρεσία του οποίου διατελεί άλλο φυσικό πρόσωπο το οποίο του παρέχει την εργασία αυτή και όχι απαραιτήτως το πρόσωπο το οποίο προέβη στην πρόσληψή του. Συνήθως, αλλά όχι πάντοτε, εργοδότης είναι ο κύριος της επιχειρήσεως προς εξυπηρέτηση των συμφερόντων της οποίας συνάπτεται η σύμβαση. Αν υφίσταται αμφισβήτηση ως προς το πρόσωπο του εργοδότη, για τον προσδιορισμό της πιο πάνω ιδιότητας λαμβάνεται υπόψη πρώτα το πρόσωπο προς το συμφέρον του οποίου παρέχεται η εργασία και αυτός είναι ο φορέας της επιχειρήσεως και περαιτέρω το πρόσωπο, φυσικό ή νομικό, που φέρει τις δαπάνες και τους κινδύνους της επιχειρήσεως. Όταν οι ρόλοι αυτοί είναι κατανεμημένοι σε περισσότερα του ενός πρόσωπα ή ασκούνται από περισσότερα του ενός πρόσωπα, αποτελεί ζήτημα πραγματικό αν την ιδιότητα του εργοδότη έχουν περισσότεροι του ενός ή αν εργοδότης είναι μόνο ένας, στο πρόσωπο του οποίου συγκεντρώνονται οι κυριότεροι από τους ως άνω ρόλους, ενώ τα υπόλοιπα πρόσωπα έχουν δευτερεύουσα και νομικώς μη αξιόλογη συμμετοχή στη σχέση που έχει αναπτυχθεί (Α.Π. 499/2016). 3. Στην προκειμένη περίπτωση με την προσβαλλομένη απόφασή του το εφετείο δέχθηκε, κατά το μέρος που ενδιαφέρει τον αναιρετικό έλεγχο, τα εξής: "Δυνάμει συμβάσεως εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου ο ενάγων [ήδη αναιρεσίβλητος] προσλήφθηκε τον Αύγουστο του 2008 από την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "... Διαχείρισης Ακινήτων" με το διακριτικό τίτλο "...", για να προσφέρει την εργασία του ως φύλακας στο εδρεύον στο ... του τέως ... του Νομού Καρδίτσας εμπορικό κέντρο "... Α.Ε.", ιδιοκτησίας της ανωτέρω, στην οποία και εργάσθηκε μέχρι το Δεκέμβριο του 2009. Το ανωτέρω ακίνητο που βρίσκεται στην ειδικότερη θέση "..." στο 12ο χλμ της Εθνικής Οδού Τρικάλων-Καρδίτσας, έχει συνολική έκταση 117.310 τ.μ. και προορίζεται για αντίστροφη χρηματοδοτική μίσθωση (sale and lease back). Η προαναφερθείσα εργοδότρια του ενάγοντος και κυρία αυτού μεταβίβασε κατά πλήρη κυριότητα με το... /9.1.2010 πωλητήριο συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αθηνών Γ. Σ. αντί τιμήματος 35.000.000 ευρώ, στην εναγομένη [ήδη αναιρεσείουσα] ανώνυμη αλλοδαπή τραπεζική εταιρεία που εδρεύει στη ... και είναι εγκατεστημένη στην Ελλάδα, με την επωνυμία "...", στη θέση της οποίας υπεισήλθε κατά το χρόνο συζήτησης της υπό κρίση έφεσης λόγω απορροφήσεώς της η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία "... Α.Ε.". "Ακολούθως με το .../9.1.2010 συμβόλαιο του ιδίου ως άνω συμβολαιογράφου καταρτίσθηκε σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης του ανωτέρω ακινήτου αξίας 35.000.000 ευρώ, μεταξύ της προαναφερθείσης αγοράστριας εναγομένης και της ανωτέρω πωλήτριας, στην οποία συνεβλήθησαν εκ τρίτου από κοινού ως εγγυητές ο Γ. και Α. Μ. Ειδικότερα με το ανωτέρω συμβόλαιο η αγοράστρια "..." εκμίσθωσε στην πωλήτρια "... Διαχείρισης Ακινήτων" το προαναφερθέν ακίνητο, υπό τους ακόλουθους όρους που ενδιαφέρουν την υπό κρίση διαφορά: Α) κατ' άρθρο 15 υπό τον τίτλο εξασφαλίσεις της εκμισθώτριας από τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την παρούσα η μισθώτρια οφείλει: 1) να συστήσει ενέχυρο σύμφωνα και με το ν.δ. 17.7/13.8.1923 επί των απαιτήσεών της από τα μισθώματα... 2) να συστήσει ενέχυρο επί όλων των λογαριασμών της που τηρεί στην εκμισθώτρια στο υποκατάστημα της Λάρισας... Β) κατ' άρθρο 16 υπό τον τίτλο θετικές και αρνητικές υποχρεώσεις της μισθώτριας αυτή και έκαστος εκ των εγγυητών υποχρεούται 1) να μεριμνά για την συλλογή των μισθωμάτων, να ενημερώνει εγγράφως την εκμισθώτρια για οποιαδήποτε τυχόν καταγγελία υπομίσθωσης..., 2) να μην προβεί σε νέα υπομίσθωση χωρίς την προηγούμενη έγγραφη έγκριση της εκμισθώτριας, 3) να μην προσλαμβάνει προσωπικό, να μην συνάπτει οποιαδήποτε σύμβαση με τρίτο και να μην προβαίνει σε οποιαδήποτε εταιρική ή άλλη ενέργεια χωρίς την προηγούμενη έγγραφη έγκριση της εκμισθώτριας, 4) να προβεί σε κάθε απαραίτητη ενέργεια ώστε να μην απασχολεί καθόλου προσωπικό με οποιαδήποτε σχέση εργασίας ή έργου από την 7η Ιανουαρίου 2010 και καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης, Γ) κατ' άρθρο 17 υπό τον τίτλο διαχείριση συμφωνήθηκε ότι η διαχείριση του μισθίου θα ανατεθεί από την εκμισθώτρια σε εγνωσμένου κύρους διαχειριστή, ο οποίος θα διορισθεί βάσει της αναφερόμενης σ' αυτό διαδικασίας. "Σε εκτέλεση των όρων του άρθρου 15 του ανωτέρω συμβολαίου καταρτίσθηκαν μεταξύ εκμισθώτριας και μισθώτριας οι από 9.1.2010... οκτώ συμβάσεις ενεχύρου. Από τα ανωτέρω αποδεικνύεται ότι: α) η μεν εναγομένη αγοράστρια εκμισθώτρια ήταν εκείνη που στην πραγματικότητα (de facto) ανέλαβε τη διαχείριση του κατεχόμενου τυπικά μόνο από τη μισθώτρια μισθίου ακινήτου (εμπορικού κέντρου), προκειμένου να εξασφαλίσει την καλή οικονομική πορεία του με στόχο τη βιωσιμότητα της επιχείρησης και κατά συνέπεια την είσπραξη των μισθωμάτων που της όφειλε η μισθώτρια ... ΑΕ βάσει της άνω σύμβασης leasing και β) ότι η μισθώτρια δεν είχε από τότε καμία φυσική παρουσία σ’ αυτό ούτε καμία εξουσία διαχείρισης του μισθίου εμπορικού ακινήτου ή των λογαριασμών της στην εναγομένη Τράπεζα ούτε εξουσία πρόσληψης ή απασχόλησης προσωπικού ή καθοδήγησης και πληρωμής αυτού, έχοντας μάλιστα υποχρεωθεί να απολύσει όλο το προσωπικό που απασχολούσε μέχρι την κατάρτιση της ανωτέρω σύμβασης. "Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η εναγομένη, στα πλαίσια αυτής της de facto διαχείρισης του ανωτέρω μισθίου ακινήτου ιδιοκτησίας της, τοποθέτησε από τον Ιανουάριο του 2010 ως υπεύθυνο στο εμπορικό κέντρο τον υπάλληλό της Ε. Μ., ο οποίος από τότε είχε καθημερινή παρουσία στο μίσθιο, ασκούσε έλεγχο και γενική εποπτεία για λογαριασμό της εναγομένης και ήταν υπεύθυνος για τις προσλήψεις αλλά και για κάθε πρόβλημα που ανέκυπτε. Εκτός από τον Ε. Μ. και τα διευθυντικά στελέχη της εναγομένης είχαν συχνή παρουσία στο εμπορικό κέντρο, ασκούσαν έλεγχο, εποπτεία και οργάνωναν εκδηλώσεις, γεγονός που επιβεβαιώνει την άσκηση διευθυντικού δικαιώματος από την εναγομένη. "Στα πλαίσια της εξουσίας διαχείρισης που του ανατέθηκε από την εναγομένη, ο Ε. Μ. προσέλαβε για λογαριασμό της εναγομένης την 1 Μαρτίου του 2010 με άτυπη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας τον... ενάγοντα ως φύλακα (αφού υπήρχε ανάγκη φύλαξης του εμπορικού με περισσότερους φύλακες). Ο ενάγων τελούσε υπό τον έλεγχο και τις οδηγίες του ενεργούντος για λογαριασμό της εναγομένης προαναφερθέντος υπαλλήλου της, ως προς τον τρόπο, τόπο και χρόνο παροχής της εργασίας, τελώντας σε σχέση εξάρτησης από την εναγομένη, η οποία ασκούσε επ' αυτού κάθε έλεγχο και εποπτεία. "Ως προς την καταβολή του μισθού του ενάγοντος αποδείχθηκε ότι ελάμβανε αυτόν από λογαριασμό που η εναγομένη τον υποχρέωσε να ανοίξει στο υποκατάστημά της στη Λάρισα, με χρήματα που κατατίθονταν από ενοίκια των υπομισθωτών καταστημάτων του εμπορικού σε λογαριασμό που ανήκε μεν τυπικά στην ... Α.Ε. αλλά είχε ενεχυριασθεί κατά τον προαναφερθέντα όρο 15 της σύμβασης leasing στην εναγομένη, η οποία είχε επ’ αυτού εξουσία διαχείρισης. Η πληρωμή δε του μισθού του ενάγοντος δεν γινόταν από την εναγομένη κατ' εντολή της ... Α.Ε. αλλά η εναγομένη πλήρωνε το μισθό του με χρήματα που διαχειριζόταν η ίδια αντί να τα κρατά έναντι των οφειλών της ... απέναντί της από μισθώματα leasing. Μόνο δε το γεγονός ότι ο... ενάγων υπέγραφε υπεύθυνη δήλωση για πληρωμή του από την ... Α.Ε. δεν αρκεί για να αναιρέσει τη μεταξύ αυτού και της εναγομένης εν τοις πράγμασι εργοδότριάς του καταρτισθείσης σύμβασης εργασίας, καθ' όσον είναι γνωστή η ευκολία με την οποία συνήθως αποσπώνται από τους εργαζόμενους υπογραφές σε έγγραφα... Μετά ταύτα κατά το επίδικο διάστημα η ... Α.Ε. δεν συγκέντρωνε στο πρόσωπό της καμία ιδιότητα εργοδότη και μόνο η εναγομένη συγκέντρωνε την ιδιότητα του φορέα αξίωσης για παροχή εργασίας και του φορέα του διευθυντικού δικαιώματος, έννοιες που συνηγορούν υπέρ της εργοδοτικής της ιδιότητας και χρησιμοποιούσε την εργασία του ενάγοντα με σκοπό την επίτευξη οικονομικού αποτελέσματος... ήτοι την καλή οικονομική πορεία της επιχείρησης, τη συνέχιση λειτουργίας των καταστημάτων και κατά συνέπεια του εμπορικού και την είσπραξη των μισθωμάτων από τα εν λόγω καταστήματα". Με βάση τις παραδοχές αυτές και άλλες που αφορούν τον υπολογισμό των οφειλομένων από την εναγομένη στον ενάγοντα χρηματικών ποσών και δεν ενδιαφέρουν εν προκειμένω, το εφετείο δέχθηκε την έφεση του ενάγοντος κατά της αποφάσεως του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου (με την οποία είχε απορριφθεί η αγωγή του ως κατ' ουσίαν αβάσιμη), εξαφάνισε την εκκαλούμενη απόφαση, αφού δε κράτησε την υπόθεση και δίκασε την αγωγή, την δέχθηκε μερικώς ως νόμιμη και κατ' ουσίαν βάσιμη και υποχρέωσε την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα τα αναφερόμενα σ' αυτήν ποσά. Έτσι που έκρινε το εφετείο: Α) Δεν στέρησε την προσβαλλόμενη απόφασή του νόμιμης βάσεως, αφού διέλαβε σ' αυτήν επαρκείς, σαφείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες ως προς το κρίσιμο ζήτημα της ιδιότητας της εναγομένης ως εργοδότριας του ενάγοντος κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, καθώς και του χρόνου ενάρξεως (1.3.2010) και των όρων της συμβάσεως εργασίας μεταξύ των διαδίκων, κατά την κατάρτιση της οποίας η εναγομένη εκπροσωπήθηκε από τον ορισθέντα από αυτήν ως υπεύθυνο για τις προσλήψεις υπάλληλό της Ε. Μ. Δεν ήταν δε αναγκαίο για την πληρότητα των αιτιολογιών της προσβαλλομένης να αναφέρεται σ’ αυτές πότε και πώς έληξε η σχέση εργασίας του ενάγοντος με την προηγούμενη εργοδότριά του (... Α.Ε.). Β) Δεν παραβίασε με εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις: α) του ν. 1665/1986 (περί χρηματοδοτικών μισθώσεων), των άρθρων 35-47 του ν.δ. της 17.7/13.8.1923 "περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιρειών", 455 Α.Κ. (περί εκχωρήσεως) και 1247 επ. Α.Κ. (περί ενεχύρου), οι οποίες δεν ήταν εφαρμοστέες στην προκειμένη περίπτωση ούτε όμως και το εφετείο τις εφάρμοσε αλλά απλώς διηγηματικά ανέφερε ότι μεταξύ της πρώην εργοδότριας του ενάγοντος (... Α.Ε.) και της κατά το επίδικο χρονικό διάστημα εργοδότριάς του εναγομένης είχε συναφθεί σύμβαση χρηματοδοτικής μισθώσεως και συμβάσεις ενεχύρου και β) των άρθρων 361, 340, 341, 648, 649, 653 και 655 Α.Κ., οι οποίες ήταν εφαρμοστέες εν προκειμένω και τις οποίες το εφετείο ορθά ερμήνευσε και εφήρμοσε. Συνεπώς οι πρώτος και δεύτερος λόγοι αναιρέσεως, με τους οποίους η αναιρεσείουσα υποστηρίζει τα αντίθετα και αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση τις αναιρετικές πλημμέλειες του άρθρου 559 αριθ. 19 και 1 εδ. α Κ.Πολ.Δ. αντίστοιχα, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. 4. Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 11 περ. γ Κ.Πολ.Δ. λόγος αναιρέσεως παρέχεται αν το δικαστήριο παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέστηκαν και προσκόμισαν. Εξ άλλου από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 335 και 338 έως και 340 Κ.Πολ.Δ. προκύπτει ότι το δικαστήριο της ουσίας, προκειμένου να σχηματίσει την κρίση του για τους πραγματικούς ισχυρισμούς των διαδίκων που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, υποχρεούται να λαμβάνει υπόψη όλα τα αποδεικτικά μέσα τα οποία νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, χωρίς να επιβάλλεται να γίνεται ειδική αναφορά και χωριστή αξιολόγηση καθενός από αυτά, αρκεί να καθίσταται απολύτως βέβαιο από όλο το περιεχόμενο της αποφάσεως ότι συνεκτιμήθηκαν όλα τα νομίμως προσκομισθέντα με επίκληση από τους διαδίκους αποδεικτικά μέσα (Α.Π. 295/2011). Στην προκειμένη περίπτωση με τον τρίτο λόγο αναιρέσεως η αναιρεσείουσα αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση την προαναφερθείσα αναιρετική πλημμέλεια και συγκεκριμένα ότι το εφετείο δεν έλαβε υπόψη τα έγγραφα τα οποία αυτή επικαλέσθηκε και προσκόμισε προς ανταπόδειξη κατά της αγωγής του αναιρεσιβλήτου, ήτοι: α) την ...10.2011 ένστασή της κατά της ...2011 πράξεως επιβολής αυτοτελούς προστίμου (Π.Ε.Α.Π.), η οποία είχε συνταχθεί σε βάρος της κατόπιν καταγγελιών εργαζομένων της ... Α.Ε., μεταξύ των οποίων και ο ενάγων, β) την από 16.7.2012 πρόσκληση του Ι.Κ.Α. πλατείας Συντάγματος προς αυτήν για συζήτηση της ανωτέρω ενστάσεώς της και γ) την .../28.8.2012 απόφαση της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής του ΙΚΑ πλατείας Συντάγματος, η οποία δέχθηκε ομόφωνα την ένστασή της κατά της ανωτέρω Π.Ε.Α.Π. με την αιτιολογία ότι αυτή δεν είχε απασχολήσει προσωπικό στο χώρο του ... που είχε παραχωρήσει με σύμβαση χρηματοδοτικής μισθώσεως στη ... Α.Ε. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος διότι από τη γενική μνεία της προσβαλλόμενης αποφάσεως ότι το δικαστήριο σχημάτισε την κρίση του "και από όλα τα έγγραφα που προσκομίζουν οι διάδικοι" σε συνδυασμό με τις προπαρατεθείσες αιτιολογίες της προκύπτει ότι ελήφθησαν υπόψη και τα έγγραφα αυτά, των οποίων δεν ήταν αναγκαίο να γίνει ειδική αναφορά και χωριστή αξιολόγηση. 5. Σύμφωνα με τα παραπάνω πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση αίτηση στο σύνολό της, να μην καταδικασθεί όμως η αναιρεσείουσα στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσιβλήτου διότι ο τελευταίος ερημοδίκησε και δεν υπέβαλε σχετικό αίτημα ούτε υποβλήθηκε σε δαπάνη. Τέλος πρέπει, κατά παραδοχή σχετικού αιτήματος της αναιρεσείουσας που υποβλήθηκε δια των εγγράφων προτάσεών της, να διαταχθεί η απόδοση σ' αυτήν του παραβόλου που κατατέθηκε για την άσκηση της αιτήσεως αχρεωστήτως, ενόψει του είδους της υπό κρίση διαφοράς ως εργατικής (άρθρο 495 παρ. 4 Κ.Πολ.Δ., όπως ίσχυε κατά το χρόνο ασκήσεως της αιτήσεως).