Ανακεφαλαίωση οδηγιών σχετικά με την εφαρμογή ενιαίων κανόνων συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο (άρθρο 11Α του Ν. 4387/2016, όπως προστέθηκε στο άρθρο 11 του νόμου αυτού με το άρθρο 26 του Ν. 4997/2022). Εγγρ. e-ΕΦΚΑ 616259/15.11.2023 Σχετ.: α) Η εγκύκλιος 3/2023(1) και το Γενικό Έγγραφο με αρ. πρωτ. 427668/12.9.2023(2) του e-ΕΦΚΑ. β) Η με αρ. πρωτ. 91133/17.10.2023 εγκύκλιος του ΥΕΚΑ. Α. Εισαγωγή Όπως είναι γνωστό, με την εγκύκλιο 3/2023 και το Γενικό Έγγραφο με αρ. πρωτ. 427668/12.9.2023 του e-ΕΦΚΑ κοινοποιήθηκαν οι διατάξεις του άρθρου 11Α του Ν. 4387/2016, όπως προστέθηκε στο άρθρο 11 του νόμου αυτού με το άρθρο 26 του ν. 4997/2022 και δόθηκαν οδηγίες για την εφαρμογή τους. Με αφορμή την έκδοση της με αρ. πρωτ. 91133/17.10.2023 εγκυκλίου του ΥΕΚΑ για το ίδιο θέμα, την οποία επισυνάπτουμε, με το παρόν έγγραφο ανακεφαλαιώνουμε όλες τις ανωτέρω σχετικές οδηγίες προκειμένου να εφαρμοστούν ορθά και αποτελεσματικά από όλες τις Υπηρεσίες μας κατά τη διαδικασία απονομής σύνταξης λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο. Β. Πεδίο εφαρμογής 1. Με τις διατάξεις του άρθρου 26 του ν. 4997/2022 θεσπίστηκαν ενιαίες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο για όλους τους ασφαλισμένους των φορέων κοινωνικής ασφάλισης που εντάχθηκαν στον e-ΕΦΚΑ, ανεξαρτήτως ημερομηνίας πρώτης ασφάλισης. Το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου αυτού δεν περιλαμβάνει τους ασφαλισμένους του Δημοσίου, οι οποίοι καταλαμβάνονται από τις διατάξεις του ΠΔ 169/2007. 2. Οι κανόνες συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο που ορίζονται στις εν λόγω διατάξεις από τις 25.11.2022 εφαρμόζονται καθολικά: - επί αρχικών αιτήσεων που υποβλήθηκαν από την ημερομηνία αυτή και μετά, - επί αρχικών εκκρεμών αιτήσεων συνταξιοδότησης κατά την ίδια ημερομηνία, - καθώς και επί των αιτήσεων παράτασης του συνταξιοδοτικού δικαιώματος. Ειδικότερα με τις ενιαίες διατάξεις κρίνονται: α) Αρχικές αιτήσεις συνταξιοδότησης i. Αρχικές αιτήσεις συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο που υποβάλλονται από τις 25.11.2022 και μετά (συμπεριλαμβανομένων και όσων υποβάλλονται στον e-ΕΦΚΑ εντός τετραμήνου από την ημερομηνία έκδοσης της Γ.Α.Π.Α. κατόπιν αιτήσεως στην "Εθνική Πύλη Αναπηρίας"). ii. Αρχικές αιτήσεις συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο που ήταν εκκρεμείς κατά την 25.11.2022. Σε αυτές συμπεριλαμβάνονται και όσες υποβλήθηκαν στον e-ΕΦΚΑ εντός τετραμήνου από την ημερομηνία έκδοσης της Γ.Α.Π.Α. κατόπιν αιτήσεως που υποβλήθηκε στην "Εθνική Πύλη Αναπηρίας" πριν από τις 25.11.2022. Στις εκκρεμείς κατά την 25.11.2022 αρχικές αιτήσεις συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο τα οικονομικά αποτελέσματα θα πρέπει να τοποθετούνται στην ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού (25.11.2022), άλλως μεταγενέστερα, από την ημερομηνία συμπλήρωσης όλων των απαιτούμενων προϋποθέσεων. Το ίδιο ισχύει και για τις περιπτώσεις που δεν υπήρχαν προϋποθέσεις συνταξιοδότησης κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης. Αντίθετα, θεμελιωμένα δικαιώματα με βάση τις προϊσχύουσες διατάξεις θα πρέπει να κριθούν σύμφωνα με αυτές, ακόμα και αν η αρχική αίτηση για την άσκησή τους ήταν εκκρεμής κατά την ημερομηνία δημοσίευσης των νέων διατάξεων, όπως και στην περίπτωση που καταργήθηκε με τον παρόντα νόμο η κρίσιμη για τη θεμελίωση του δικαιώματος αυτού διάταξη, όπως π.χ. η συνταξιοδότηση άνευ διακοπής επαγγέλματος με τις διατάξεις του ν. 3996/2011 ασφαλισμένου τ. ΟΑΕΕ. β) Αιτήσεις παράτασης συνταξιοδότησης i. Αιτήσεις παράτασης συνταξιοδοτικού δικαιώματος λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο, το οποίο αναγνωρίστηκε με τις διατάξεις του άρθρου 26 του Ν. 4997/2022. ii. Αιτήσεις παράτασης συνταξιοδοτικού δικαιώματος λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο, το οποίο αναγνωρίστηκε με προγενέστερες διατάξεις. Ειδικότερα: Στην περίπτωση που δεν υπάρχει κενό χρονικό διάστημα μεταξύ της ημερομηνίας λήξης της προηγούμενης πιστοποίησης Γ.Α.Π.Α. και της νέας πιστοποίησης, δεν θα πρέπει να ελέγχονται εκ νέου οι ασφαλιστικές προϋποθέσεις χορήγησης της σύνταξης και το συνταξιοδοτικό δικαίωμα παρατείνεται εφόσον από την πιστοποίηση προκύπτει συντάξιμο ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 50%. Εάν το ποσοστό αναπηρίας της νεότερης πιστοποίησης είναι μικρότερης βαθμίδας από την προηγούμενη, το ποσό της εθνικής σύνταξης λόγω αναπηρίας αναπροσαρμόζεται με βάση τη νέα βαθμίδα αναπηρίας. Στην περίπτωση που υπάρχει κενό χρονικό διάστημα μεταξύ της ημερομηνίας λήξης της προηγούμενης πιστοποίησης Γ.Α.Π.Α. και της νέας πιστοποίησης, το συνταξιοδοτικό δικαίωμα δεν παρατείνεται και ελέγχεται η δυνατότητα χορήγησης νέας αναπηρικής σύνταξης με βάση το άρθρο 26 του Ν. 4997/2022. Στην περίπτωση αυτή ως ημερομηνία υποβολής της νέας αίτησης συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας λογίζεται η ημερομηνία υποβολής της αίτησης στην "Εθνική Πύλη Αναπηρίας", εφόσον η αίτηση συνταξιοδότησης υποβληθεί εντός τετραμήνου από την ημερομηνία έκδοσης της Γ.Α.Π.Α. Εν προκειμένω, όταν υπάρχει κενό χρονικό διάστημα μεταξύ της ημερομηνίας λήξης της προηγούμενης πιστοποίησης Γ.Α.Π.Α. και της νέας πιστοποίησης διακρίνουμε δύο περιπτώσεις: α1) Κατά το κενό χρονικό διάστημα υπάρχει συντάξιμο ποσοστό αναπηρίας, οπότε δεν θα πρέπει να αναζητούνται νέες ασφαλιστικές προϋποθέσεις κατά το χρόνο υποβολής της νέας αίτησης συνταξιοδότησης. επειδή αρκούν οι ασφαλιστικές προϋποθέσεις με βάση τις οποίες είχε κριθεί αρχικά το συνταξιοδοτικό δικαίωμα. β1) Κατά το κενό χρονικό διάστημα δεν υπάρχει συντάξιμο ποσοστό αναπηρίας. Στην περίπτωση αυτή παρέλκει η αναζήτηση νέων ασφαλιστικών προϋποθέσεων όταν: - η σύνταξη πριν από τη διακοπή της είχε χορηγηθεί με τη συμπλήρωση 4500 ημερών ή 15 ετών ασφάλισης οποτεδήποτε ή/και - η πάθηση βάσει της οποίας χορηγήθηκε η σύνταξη που διακόπηκε έχει συντάξιμο ποσοστό αναπηρίας. Συνεπώς, όταν δεν υπάρχει συντάξιμο ποσοστό αναπηρίας κατά το κενό χρονικό διάστημα μεταξύ της ημερομηνίας λήξης της προηγούμενης πιστοποίησης Γ.Α.Π.Α. και της νέας πιστοποίησης, αναζητούνται νέες χρονικές προϋποθέσεις όταν: - είτε δεν έχουν συμπληρωθεί 4500 ημέρες ή 15 έτη ασφάλισης οποτεδήποτε, - είτε η πάθηση βάσει της οποίας χορηγήθηκε η σύνταξη που διακόπηκε δεν έχει συντάξιμο ποσοστό αναπηρίας, ακόμα και αν συνυπάρχουν άλλες παθήσεις με συντάξιμο ποσοστό αναπηρίας. 3. Μεταβατική διάταξη για τους ασφαλισμένους στον τ. Ο.Γ.Α. Κατ' εξαίρεση, μεταβατικά μέχρι τις 31.12.2023 διατηρείται η ισχύς των καταστατικών διατάξεων του τ. Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων για τους ασφαλισμένους του φορέα αυτού. Μετά το πέρας της μεταβατικής περιόδου, από 1.1.2024 εφαρμόζονται πλέον οι διατάξεις του άρθρου 26 του Ν. 4997/2022. Ειδικά για το χρονικό διάστημα από 1.1.2024 μέχρι 31.12.2024 το ελάχιστο απαιτούμενο ποσοστό αναπηρίας των ίδιων ασφαλισμένων καθορίζεται σε πενήντα εννέα τοις εκατό (59%). Ευνόητο είναι ότι από 01.01.2025 και για τους ασφαλισμένους στον τ. ΟΓΑ θα ισχύουν οι ίδιες βαθμίδες αναπηρίας, όπως και στους άλλους ενταχθέντες φορείς. Συνεπώς, οι μέχρι 31.12.2023 υποβαλλόμενες αιτήσεις συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας ασφαλισμένων του τ. ΟΓΑ κρίνονται με βάση τις διατάξεις του τ. ΟΓΑ (Ν. 2458/1997, όπως ισχύει: προϋποθέσεις, έναρξη συνταξιοδότησης, κ.λπ.), αίροντας την επιφύλαξη ως προς την ημερομηνία έναρξης του δικαιώματος, που είχε αποτυπωθεί με το από 24.02.2023 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της Γενικής Διεύθυνσης Συντάξεων. Στη συνέχεια παρατίθενται αναλυτικές οδηγίες σχετικά με τις ενιαίες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο, το απαιτούμενο ποσοστό ιατρικής αναπηρίας, τον καθορισμό της ασφαλιστικής αναπηρίας και τα αρμόδια όργανα, τη διάρκεια και τη λήξη του δικαιώματος συνταξιοδότησης, τον επανέλεγχο του δικαιώματος συνταξιοδότησης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία διευκρίνιση για την ορθή εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων: Γ. Προϋποθέσεις συνταξιοδότησης από κοινή νόσο Οι προϋποθέσεις που καθορίζουν το δικαίωμα συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας και πρέπει να συντρέχουν αθροιστικά είναι: - το ποσοστό αναπηρίας που προσδιορίζει τη βαθμίδα αναπηρίας, - οι ελάχιστες ασφαλιστικές προϋποθέσεις, - η διακοπή της βιοποριστικής δραστηριότητας του ασφαλισμένου. 1. Ποσοστό αναπηρίας-βαθμίδες αναπηρίας Οι ασφαλισμένοι του e-ΕΦΚΑ δικαιούνται κύρια σύνταξη λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%), που πιστοποιείται αποκλειστικά από το Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.). Κατ' εξαίρεση, από 1.1.2024 -οπότε το εν λόγω άρθρο θα εφαρμόζεται πλέον και στους ασφαλισμένους στον τ. Ο.Γ.Α.- και μέχρι 31.12.2024 το ελάχιστο απαιτούμενο ποσοστό αναπηρίας των ασφαλισμένων αυτών καθορίζεται σε πενήντα εννέα τοις εκατό (59%). α) Ποσοστό αναπηρίας που προσδιορίζεται αποκλειστικά από το Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (Κ.ΕΠ.Α.) Το ποσοστό αναπηρίας που προσδιορίζεται αποκλειστικά από το Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (Κ.ΕΠ.Α.) διακρίνεται: i. σε ποσοστό ιατρικής αναπηρίας, δηλαδή με βάση αμιγώς ιατρικά κριτήρια και ii. σε ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας, δηλαδή ανάλογα με την επίδραση της αναπηρίας στην καθολική ικανότητα για άσκηση του συνήθους ή παρεμφερούς επαγγέλματος ή την ανάκτηση της ικανότητας αυτής. Επισημαίνεται ότι στο απαιτούμενο για συνταξιοδότηση ελάχιστο ποσοστό αναπηρίας (50% ή για τους ασφαλισμένους στον τ. Ο.Γ.Α. 59% για το έτος 2024) συμπεριλαμβάνεται και το ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας. β) Ποσοστό αναπηρίας που προσδιορίζεται από το αρμόδιο ασφαλιστικό όργανο Το αρμόδιο ασφαλιστικό όργανο δύναται (δεν υποχρεούται) να προσαυξήσει το ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας που έχει προσδιορισθεί από το Κ.ΕΠ.Α. Η προσαύξηση αυτή εκτιμάται με βάση κριτήρια αγοράς εργασίας ή κοινωνικά, σύμφωνα με τις περ. α), β) και γ) της παρ. 5 του άρθρου 28 του α.ν. 1846/1951 (Α' 179), όπως ισχύει, περί του καθορισμού των βαθμίδων αναπηρίας. Ο τρόπος προσαύξησης του ποσοστού της ασφαλιστικής αναπηρίας καθορίζεται ανάλογα με την ημερομηνία πρώτης ασφάλισης, ως εξής: i. ασφαλισμένοι για πρώτη φορά πριν από την 1.1.1993 (παλαιοί): το συνολικό ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας δεν μπορεί να ξεπερνά τις δεκαεπτά (17) αυτοτελείς (ακέραιες) ποσοστιαίες μονάδες επί του ποσοστού που προσδιορίζεται με βάση τα ιατρικά κριτήρια. ii. ασφαλισμένοι για πρώτη φορά από την 1.1.1993 και μετά (νέοι): το συνολικό ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας δεν δύναται να ξεπερνά τις δεκαπέντε (15) ποσοστιαίες μονάδες επί του ποσοστού που προσδιορίζεται με βάση τα ιατρικά κριτήρια. Για τους ασφαλισμένους του τ. ΟΓΑ και του τ. ΝΑΤ -δεδομένου ότι δεν διαχωρίζονταν σε παλαιούς και νέους κατά το ν. 2084/1992- γίνεται δεκτό ότι για την εφαρμογή της συγκεκριμένης και μόνο διάταξης: ι) Παλαιοί θεωρούνται όσοι είχαν υπαχθεί στην ασφάλιση οποιουδήποτε φορέα, συμπεριλαμβανομένου του Δημοσίου, για πρώτη φορά μέχρι την 31.12.1992. Ειδικά για ασφαλισμένους του τ. ΟΓΑ, για να θεωρηθούν ως ασφαλισμένοι μέχρι 31.12.1992, θα πρέπει να υφίσταται ή να έχει γίνει αναγνώριση χρόνου ασφάλισης στον κλάδο πρόσθετης ασφάλισης με καταβολή εισφορών για το διάστημα από 01.01.1988- 31.12.1992. ιι) Νέοι θεωρούνται όσοι έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση οποιουδήποτε φορέα, συμπεριλαμβανομένου του Δημοσίου, για πρώτη φορά από την 01.01.1993 και μετά. Επισημαίνεται ιδιαίτερα ότι οι εν λόγω διατάξεις του τρίτου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 11Α του Ν. 4387/2016, που καθορίζουν το μέγιστο συνολικό ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας για τους παλαιούς και τους νέους ασφαλισμένους, είναι εφαρμοστέες τόσο από τις Υγειονομικές Επιτροπές ΚΕ.Π.Α. όσο και από τα ασφαλιστικά όργανα. Παραδείγματα: 1. Έστω ότι παλαιός ασφαλισμένος κρίνεται από ΚΕ.Π.Α. με ποσοστό ιατρικής αναπηρίας 40% και ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας 50%. Το αρμόδιο ασφαλιστικό όργανο δύναται να προσαυξήσει το συνολικό ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας μέχρι δεκαεπτά (17) αυτοτελείς ποσοστιαίες μονάδες επί του ποσοστού που προσδιορίζεται με βάση τα ιατρικά κριτήρια. Δηλαδή, δύναται να προσαυξήσει το ποσοστό 40% κατά 7 αυτοτελείς ποσοστιαίες μονάδες με κριτήρια αγοράς εργασίας ή κοινωνικά, επειδή το ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας που έκρινε το ΚΕ.Π.Α. ανήλθε στο 50%. Συνεπώς, το συνολικό ποσοστό αναπηρίας δύναται να ανέλθει σε 57%. 2. Έστω ότι παλαιός ασφαλισμένος κρίνεται από ΚΕ.Π.Α. με ποσοστό ιατρικής αναπηρίας 40% και ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας 57%. Το αρμόδιο ασφαλιστικό όργανο δεν δύναται να προσαυξήσει το συνολικό ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας, επειδή το μέγιστο ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας εξαντλήθηκε το ΚΕ.Π.Α., που προσέδωσε 17 αυτοτελείς ποσοστιαίες μονάδες επί του ποσοστού που προσδιόρισε με βάση τα ιατρικά κριτήρια. Συνεπώς, το συνολικό ποσοστό αναπηρίας δύναται να ανέλθει σε 57%. 3. Έστω ότι νέος ασφαλισμένος κρίνεται από ΚΕ.Π.Α. με ποσοστό ιατρικής αναπηρίας 50% και ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας 52%. Το αρμόδιο ασφαλιστικό όργανο δύναται να προσαυξήσει το συνολικό ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας μέχρι δεκαπέντε (15) ποσοστιαίες μονάδες επί του ποσοστού που προσδιορίζεται με βάση τα ιατρικά κριτήρια. Δηλαδή, δύναται να προσαυξήσει το ποσοστό 50% κατά 5,5 ποσοστιαίες μονάδες με κριτήρια αγοράς εργασίας ή κοινωνικά, επειδή το ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας που έκρινε το ΚΕ.Π.Α. ανήλθε στο 52%. Συνεπώς, το συνολικό ποσοστό αναπηρίας δύναται να ανέλθει σε 57,5%. 4. Έστω ότι νέος ασφαλισμένος κρίνεται από ΚΕ.Π.Α. με ποσοστό ιατρικής αναπηρίας 60% και ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας 69%. Το αρμόδιο ασφαλιστικό όργανο δεν δύναται να προσαυξήσει το συνολικό ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας, επειδή το μέγιστο ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας εξαντλήθηκε από το ΚΕ.Π.Α. Συνεπώς, το συνολικό ποσοστό αναπηρίας δύναται να ανέλθει σε 69%. γ) Βαθμίδες αναπηρίας Υπενθυμίζεται ότι ο καθορισμός των βαθμίδων αναπηρίας σύμφωνα με τις περ. α), β) και γ) της παρ. 5 του άρθρου 28 του α.ν. 1846/1951 (Α' 179), όπως ισχύει, είναι ο εξής: "5. α) Ο ασφαλισμένος θεωρείται βαριά ανάπηρος, αν λόγω παθήσεως ή βλάβης ή εξασθένισης σωματικής ή πνευματικής, μεταγενέστερης της υπαγωγής του στην ασφάλιση, ετήσιας τουλάχιστο διαρκείας κατά ιατρική πρόβλεψη, δεν μπορεί να κερδίζει από εργασία που ανταποκρίνεται στις δυνάμεις, τις δεξιότητες και τη μόρφωση του περισσότερο από το 1/5 του ποσού που συνήθως κερδίζει σωματικά και πνευματικά υγιής άνθρωπος της ίδιας μόρφωσης. β) Ο ασφαλισμένος θεωρείται ανάπηρος αν λόγω παθήσεως ή βλάβης ή εξασθένησης σωματικής ή πνευματικής μεταγενέστερης της υπαγωγής του στην ασφάλιση, διάρκειας ενός έτους το λιγότερο κατά ιατρική πρόβλεψη, δεν μπορεί να κερδίζει από εργασία που ανταποκρίνεται στις δυνάμεις, τις δεξιότητες, τη μόρφωση και τη συνηθισμένη επαγγελματική του απασχόληση, περισσότερο από το 1/3 του ποσού που συνήθως κερδίζει στην ίδια επαγγελματική κατηγορία σωματικά και πνευματικά υγιής άνθρωπος της ίδιας μόρφωσης. γ) Ο ασφαλισμένος θεωρείται μερικά ανάπηρος αν λόγω πάθησης ή βλάβης ή εξασθένησης σωματικής ή πνευματικής μεταγενέστερης της υπαγωγής του στην ασφάλιση, εξάμηνης το λιγότερο κατά ιατρική πρόβλεψη διάρκειας, δεν μπορεί να κερδίζει από εργασία που ανταποκρίνεται στις δυνάμεις, τις δεξιότητες, τη μόρφωση και τη συνηθισμένη επαγγελματική του απασχόληση, περισσότερο από το 1/2 του ποσού που συνήθως κερδίζει στην ίδια περιφέρεια και επαγγελματική κατηγορία σωματικά και πνευματικά υγιής άνθρωπος της ίδιας μόρφωσης." Επομένως, αντίστοιχα: α) η βαθμίδα βαριάς αναπηρίας αντιστοιχεί σε συνολικό ποσοστό 80% και άνω β) η βαθμίδα αναπηρίας (συνήθους) αντιστοιχεί σε συνολικό ποσοστό 67% μέχρι 79,99% γ) η βαθμίδα μερικής αναπηρίας αντιστοιχεί σε συνολικό ποσοστό 50% μέχρι 66,99% Επίσης, υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις, σε κάθε βαθμίδα αναπηρίας αντιστοιχεί ελάχιστη χρονική διάρκεια της αναπηρίας κατά ιατρική πρόβλεψη, αντίστοιχα, ως εξής: α) στη βαθμίδα βαριάς αναπηρίας κατά ιατρική πρόβλεψη η ελάχιστη χρονική διάρκεια της αναπηρίας είναι ετήσια β) στη βαθμίδα συνήθους αναπηρίας κατά ιατρική πρόβλεψη η ελάχιστη χρονική διάρκεια της αναπηρίας είναι ετήσια γ) στη βαθμίδα μερικής αναπηρίας κατά ιατρική πρόβλεψη η ελάχιστη χρονική διάρκεια της αναπηρίας είναι εξάμηνη. 2. Ασφαλιστικές προϋποθέσεις Οι ελάχιστες ημέρες ασφάλισης στον κύριο κλάδο, που πρέπει να έχουν πραγματοποιηθεί από τους ασφαλισμένους προκειμένου να δικαιούνται σύνταξη λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο, είναι οι ακόλουθες: α) τουλάχιστον δεκαπέντε (15) έτη ή τέσσερις χιλιάδες πεντακόσιες (4.500) ημέρες ασφάλισης, ή β) τουλάχιστον πέντε (5) έτη ή χίλιες πεντακόσιες (1.500) ημέρες ασφάλισης, εκ των οποίων τουλάχιστον δύο (2) έτη ή εξακόσιες (600) ημέρες ασφάλισης εντός των τελευταίων πέντε (5) ετών πριν από την ημερομηνία έναρξης (επέλευσης) της αναπηρίας ή πριν από το έτος έναρξης της αναπηρίας. Αν κατά τη διάρκεια των πέντε (5) αυτών ετών οι ασφαλισμένοι έχουν επιδοτηθεί για ασθένεια ή ανεργία ή έχουν συνταξιοδοτηθεί, η περίοδος των πέντε (5) ετών επεκτείνεται για ίσο χρόνο με αυτόν της επιδότησης ή συνταξιοδότησης, ή γ) τουλάχιστον ένα (1) έτος ή τριακόσιες (300) ημέρες ασφάλισης εάν δεν έχουν συμπληρώσει το εικοστό πρώτο (21ο) έτος της ηλικίας. Οι ανωτέρω τριακόσιες (300) ημέρες ασφάλισης αυξάνονται προοδευτικά σε χίλιες πεντακόσιες (1.500) ημέρες ασφάλισης με την προσθήκη εκατόν είκοσι (120) ημερών ασφάλισης για κάθε έτος ηλικίας πέραν του εικοστού πρώτου (21ου) μέχρι τη συμπλήρωση του τριακοστού πρώτου (31ου). Για τους ελεύθερους επαγγελματίες που καταβάλλουν εισφορές για κάθε μήνα ασφάλισης, κάθε μήνας ισοδυναμεί με 25 ημέρες ασφάλισης. Η συμπλήρωση των 120 ημερών κατ' έτος γίνεται με την καταβολή τόσων μηνιαίων εισφορών όσων προβλέπονται στον κάτωθι πίνακα: Ηλικιακό έτος 22 23 24 25 26 27 28 29 30 31 Ημέρες ασφάλισης 420 540 660 780 900 1020 1140 1260 1380 1500 Μήνες ασφάλισης 17 22 27 32 36 41 46 51 56 60 Όσον αφορά τους ασφαλισμένους με προϋπάρχουσα της πρώτης ασφάλισης αναπηρία (βλ. κατωτέρω ενότητα H) οι οποίοι έχουν συμπληρώσει το 21ο έτος της ηλικίας τους όχι όμως και δεκαπέντε (15) έτη ή τέσσερις χιλιάδες πεντακόσιες (4.500) ημέρες ασφάλισης, εάν έχουν συμπληρώσει πέντε έτη ή 1.500 ημέρες ασφάλισης, προκειμένου να συμπληρωθούν τα δύο έτη ή 600 ημέρες ασφάλισης εντός των τελευταίων πέντε (5) ετών πριν από την ημερομηνία έναρξης της αναπηρίας ή πριν από το έτος έναρξης της αναπηρίας, όπως ορίζει η διάταξη της περ. β της παρ. 1 του άρθρου 11Α του Ν. 4387/2016, θα πρέπει να γίνει ερμηνευτικώς δεκτό ότι οι ειδικές αυτές προϋποθέσεις θα αναζητούνται πριν από την ημερομηνία ή πριν από το έτος που πιστοποιείται η έναρξη της διάρκειας της αναπηρίας από την επιτροπή του ΚΕ.Π.Α. 3. Διακοπή εργασίας α) Εκτός από την προϋπόθεση του συντάξιμου ποσοστού αναπηρίας, θα πρέπει να ελέγχεται η με οποιονδήποτε τρόπο διακοπή της υπακτέας στην ασφάλιση εργασίας, απασχόλησης ή ιδιότητας των ασφαλισμένων που υποβάλλουν αίτηση για τη χορήγηση κύριας σύνταξης λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο. Και τούτο διότι η διάταξη του εδαφίου α της παρ. 1 του άρθρου 11Α του Ν. 4387/2016 το απαιτεί ρητώς, καθόσον για τη χορήγηση σύνταξης από κοινή νόσο κατά την έννοια των διατάξεων των περ. α), β) και γ) της παρ. 5 του άρθρου 28 του α.ν. 1846/1951 (Α' 179), όπως ισχύει, δεν αρκεί η επίκληση της αναπηρίας ως αιτίας συνταξιοδότησης, αλλά η πραγματική αδυναμία του ασφαλισμένου να κερδίζει από βιοποριστική εργασία περισσότερο από όσα δύναται να κερδίζει σωματικά και πνευματικά υγιής άνθρωπος. Ειδικότερα, σύμφωνα με το επισυναπτόμενο έγγραφο του εποπτεύοντος Υπουργείου, για τους ασφαλισμένους στον Κλάδο Κύριας Ασφάλισης του τ. ΟΓΑ, εφαρμόζεται το άρθρο 2 του ν. 2458/1997, σύμφωνα με το οποίο η υπαγωγή στην ασφάλιση του τ. ΟΓΑ παύει την τελευταία ημέρα του μήνα πριν την έναρξη συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας και για όσο χρόνο διαρκεί η αναπηρία. β) Η διακοπή της βιοποριστικής δραστηριότητας με σκοπό τη συνταξιοδότηση λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο, κατά τα ανωτέρω, θα πρέπει να έχει πραγματοποιηθεί το αργότερο την παραμονή της ημερομηνίας υποβολής της αίτησης πιστοποίησης της αναπηρίας στην "Εθνική Πύλη Αναπηρίας", εφόσον τηρηθεί η προθεσμία της παρ. 10 του άρθρου 103 του ν. 4961/2022 και η ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης αναχθεί στην ημερομηνία υποβολής της αίτησης στην "Εθνική Πύλη Αναπηρίας" (σχετ. το με αρ. πρωτ. 249278/18.5.2023 Γενικό Έγγραφο e-ΕΦΚΑ). Διαφορετικά, δηλαδή αν η αίτηση συνταξιοδότησης δεν υποβληθεί εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία έκδοσης της Γ.Α.Π.Α., η διακοπή της βιοποριστικής δραστηριότητας με σκοπό τη συνταξιοδότηση λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο θα πρέπει να έχει πραγματοποιηθεί το αργότερο την παραμονή της ημερομηνίας υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης ή προκειμένου για ελεύθερους επαγγελματίες, η διακοπή του επαγγέλματος θα πρέπει να έχει πραγματοποιηθεί το αργότερο έως το τέλος του προηγούμενου μήνα υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης. γ) Επισημαίνεται ότι και τα πρόσωπα που εμφανίζουν ψυχική ή νοητική αναπηρία ή ψυχική και νοητική αναπηρία, με ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) και άνω, οφείλουν να διακόπτουν τη βιοποριστική εργασία τους προκειμένου να συνταξιοδοτηθούν λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο με τις εν λόγω διατάξεις, επειδή, όπως είναι γνωστό, οι διατάξεις του άρθρου 23 του Ν. 4488/2017 (ΦΕΚ Α' 137) {Εγκύκλιος 12/2018}, δεν αφορούν ασφαλισμένους αλλά ήδη συνταξιούχους, οι οποίοι εξακολουθούν να λαμβάνουν τις συνταξιοδοτικές παροχές ακόμα και αν εργάζονται μετά τη συνταξιοδότησή τους, εφόσον η ανάληψη μισθωτής απασχόλησης ή η αυτοαπασχόληση ενδείκνυται για λόγους ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης και κοινωνικής επανένταξης και η κρίση αυτή πιστοποιείται με γνωμάτευση μονάδας ψυχικής υγείας. δ) Εξάλλου, κατισχύουν ως ειδικές οι διατάξεις του άρθρου 8 του Ν. 3801/2009, σύμφωνα με τις οποίες "Το προσωπικό με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. και Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού, στο οποίο με απόφαση του φορέα ασφάλισης χορηγείται προσωρινή αναπηρική σύνταξη, θεωρείται ότι βρίσκεται σε αναρρωτική άδεια, χωρίς αποδοχές από την υπηρεσία, εφόσον η νόσος είναι ιάσιμη κατά την εκτίμηση της οικείας υγειονομικής επιτροπής." Συνεπώς, στις εν λόγω περιπτώσεις, επειδή η υπακτέα στην ασφάλιση εργασία ουσιαστικά έχει διακοπεί με τη χορήγηση αναρρωτικής άδειας χωρίς αποδοχές και δεν υπάρχει κώλυμα για τη χορήγηση σύνταξης λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο, η Υπηρεσία θα πρέπει να προβαίνει στην έκδοση της διοικητικής πράξης, με κοινοποίηση στον εργοδότη φορέα όπου υπάγεται ο ασφαλισμένος, προκειμένου να εφαρμοστούν οι διατάξεις του άρθρου 8 του Ν. 3801/2009 (εγκ. τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ 10/2014). Δ. Έναρξη δικαιώματος συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο Το δικαίωμα συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο αρχίζει από την ημέρα υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης των εν λόγω διατάξεων, δηλαδή το συντάξιμο ποσοστό αναπηρίας, ο απαιτούμενος αριθμός ημερών ασφάλισης και η διακοπή της βιοποριστικής δραστηριότητας. Στην περίπτωση όμως που η αρμόδια υγειονομική επιτροπή του ΚΕ.Π.Α. ορίσει ότι η αναπηρία εκκινεί σε μεταγενέστερο χρονικό σημείο, το δικαίωμα συνταξιοδότησης αρχίζει από την ημερομηνία εκκίνησης της αναπηρίας. Ειδικότερα, ο ασφαλισμένος υποβάλλει στην "Εθνική Πύλη Αναπηρίας" - είτε αίτηση αρχικής αξιολόγησης, εάν δεν έχει εκδοθεί προηγούμενη πιστοποίηση αναπηρίας ή αυτή έχει λήξει (άρθρο 6 του Κανονισμού Λειτουργίας ΚΕ.Π.Α.). Προκειμένου για ασφαλισμένους τ. ΟΓΑ, που η διακοπή της ασφάλισης παύει την τελευταία ημέρα του μήνα πριν την έναρξη συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας ή για λοιπούς ελεύθερους επαγγελματίες με διακοπή δραστηριότητας προγενέστερη της ημερομηνίας αίτησης συνταξιοδότησης, το δικαίωμα συνταξιοδότησης αρχίζει από την ημέρα υποβολής της αίτησης, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα. - είτε αίτηση παράτασης εντός του τελευταίου τετραμήνου πριν από τη λήξη της ισχύουσας πιστοποίησης (άρθρο 7 του Κανονισμού Λειτουργίας ΚΕ.Π.Α.). Εάν η αίτηση για την παράταση της πιστοποίησης της αναπηρίας υποβληθεί μετά τη λήξη της Γνωστοποίησης Αποτελέσματος Πιστοποίησης Αναπηρίας (Γ.Α.Π.Α.), η νέα πιστοποίηση ισχύει από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης στην "Εθνική Πύλη Αναπηρίας". Αυτός είναι και ο χρόνος έναρξης καταβολής των δικαιωμάτων που εξαρτώνται από την πιστοποίηση της αναπηρίας, εφόσον η αίτηση για τη χορήγηση της παροχής υποβληθεί εντός τετραμήνου από την ημερομηνία έκδοσης της Γ.Α.Π.Α. Προκειμένου για ελεύθερους επαγγελματίες (τ. ΟΑΕΕ, τ. ΕΤΑΑ), με διακοπή επαγγελματικής δραστηριότητας μεταγενέστερη ή εντός του ίδιου μήνα με την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης, το δικαίωμα της συνταξιοδότησης θα πρέπει να αρχίζει από την πρώτη του επόμενου μήνα της διακοπής της βιοποριστικής δραστηριότητας, εφόσον πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις. Εφιστούμε την προσοχή ότι ως προς το θέμα της έναρξης συνταξιοδότησης η προαναφερθείσα διάταξη της παρ. 10 του άρθρου 103 του ν. 4961/2022 εφαρμόζεται συνδυαστικά (σχετ. το με αρ. πρωτ. 249278/18.5.2023 Γενικό Έγγραφο e-ΕΦΚΑ). Δηλαδή, αν η αίτηση συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο υποβληθεί εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία έκδοσης της Γ.Α.Π.Α., η αίτηση συνταξιοδότησης ανάγεται στην ημερομηνία υποβολής της αίτησης στην "Εθνική Πύλη Αναπηρίας". Επισημαίνεται ότι, εάν η ημερομηνία πιστοποίησης συντάξιμου ποσοστού αναπηρίας εκκινεί σε μεταγενέστερη ημερομηνία της ημερομηνίας υποβολής της αίτησης, τότε η σύνταξη καταβάλλεται από την ημερομηνία έναρξης της αναπηρίας, εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις. Κατά τα λοιπά, για την αξιολόγηση και πιστοποίηση αναπηρίας εφαρμόζεται ο Κανονισμός Λειτουργίας του ΚΕ.Π.Α.. Παράδειγμα: Έστω ότι η αίτηση για πιστοποίηση της αναπηρίας υποβλήθηκε στην "Εθνική Πύλη Αναπηρίας" στις 10.12.2022 και η αίτηση για τη χορήγηση σύνταξης λόγω αναπηρίας στις 15.1.2023. Η γνωμάτευση ΚΕ.Π.Α. εκδόθηκε στις 30.4.2023 και πιστοποίησε ότι η έναρξη της αναπηρίας τοποθετείται την 1.3.2023. Το δικαίωμα συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας θεμελιώνεται την 1.3.2023. Ε. Διάρκεια δικαιώματος συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο 1. Η σύνταξη λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο καταβάλλεται για όσο χρονικό διάστημα ισχύει η πιστοποίηση της αρμόδιας υγειονομικής επιτροπής του ΚΕ.Π.Α.. Εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι καταστατικές διατάξεις που καθορίζουν τις προϋποθέσεις ασφαλιστικής μονιμοποίησης της συνεχούς συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας, όπως ισχύουν για τους ασφαλισμένους κάθε φορέα κοινωνικής ασφάλισης που εντάχθηκε στον e-ΕΦΚΑ, καθώς και οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 25 του Ν.2084/1992, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 8 του Ν. 3863/2010. 2. Εάν συνταξιούχος, που είχε πιστοποιηθεί με ποσοστό αναπηρίας εξήντα επτά τοις εκατό (67%) και άνω, πριν από τη λήξη ισχύος της πιστοποίησης υποβάλει νέα αίτηση για πιστοποίηση της αναπηρίας του προκειμένου να παραταθεί το διάστημα της συνταξιοδότησής του, η σύνταξη εξακολουθεί να καταβάλλεται και μετά τη λήξη ισχύος της πιστοποίησης και μέχρι την έκδοση πιστοποίησης επί της νέας αίτησής του και πάντως για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες από τη λήξη της ισχύος της προηγούμενης πιστοποίησης, δηλαδή μέχρι έξι μήνες από την καταληκτική ημερομηνία του προηγούμενου διαστήματος συνταξιοδότησης. Αν πιστοποιηθεί ότι φέρει μικρότερο ποσοστό αναπηρίας από το προηγούμενο και εξ αυτού του λόγου η σύνταξη λόγω αναπηρίας που δικαιούται ο ασφαλισμένος είναι μικρότερη από αυτήν που έλαβε στο χρονικό διάστημα μετά τη λήξη του προηγούμενου διαστήματος συνταξιοδότησής του, το αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό σύνταξης εισπράττεται άτοκα, διά συμψηφισμού, που διενεργείται με μηνιαία παρακράτηση επί των συνταξιοδοτικών παροχών που λαμβάνει εφεξής ο δικαιούχος. Η παρακράτηση δεν δύναται να υπερβεί το είκοσι τοις εκατό (20%) των παροχών που λαμβάνει ο ασφαλισμένος σε μηνιαία βάση. Αν ο ασφαλισμένος δεν δικαιούται σύνταξη λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο βάσει του ποσοστού αναπηρίας που πιστοποιήθηκε με αφορμή την αίτηση για παράταση της συνταξιοδότησής του, τα ποσά σύνταξης που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως αναζητούνται σύμφωνα με τον Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (ν. 4978/2022, Α' 190). Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται για όλα τα επιδόματα και τις συντάξεις που χορηγούνται με αιτία την αναπηρία από κοινή νόσο από τον Ηλεκτρονικό Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e- Ε.Φ.Κ.Α.) και τον Οργανισμό Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Οι ανωτέρω διατάξεις ουσιαστικά επικαιροποιούν το γνωστό περιεχόμενο των διατάξεων του άρθρου 28 του ν. 4488/2017. Εφιστούμε ιδιαίτερα την προσοχή στην εφαρμογή της εν λόγω διάταξης, η οποία αποσκοπεί στην απρόσκοπτη καταβολή των συντάξεων. ΣΤ. Λήξη δικαιώματος συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας Το δικαίωμα συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο παύει: α) την επομένη της λήξης της ισχύος της πιστοποίησης, βάσει της οποίας πιστοποιήθηκε η αναπηρία του δικαιούχου, αν αυτή δεν παρατάθηκε ή δεν εκδόθηκε νέα πιστοποίηση βάσει της οποίας πιστοποιείται το ελάχιστο ποσοστό αναπηρίας που αποτελεί προϋπόθεση για τη χορήγηση της σύνταξης λόγω αναπηρίας, σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις ή β) αν διαπιστωθεί, βάσει νεότερης πιστοποίησης, ότι το ποσοστό αναπηρίας του δικαιούχου είναι μικρότερο από το ελάχιστο ποσοστό αναπηρίας που αποτελεί προϋπόθεση για τη χορήγηση της καταβαλλόμενης σύνταξης λόγω αναπηρίας. Ζ. Αυτεπάγγελτη έρευνα της συνδρομής των προϋποθέσεων συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας Το αρμόδιο ασφαλιστικό όργανο του e-ΕΦΚΑ δύναται να ελέγχει αυτεπαγγέλτως ανά πάσα στιγμή τη συνδρομή των προαναφερόμενων προϋποθέσεων συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο για κάθε ασφαλισμένο και να ζητεί επανεξέτασή του από την αρμόδια υγειονομική επιτροπή του ΚΕ.Π.Α.. Η. Προϋπάρχουσα της πρώτης ασφάλισης αναπηρία Όπως αναφέρεται και στις διατάξεις των εφαρμοστέων περ. α), β) και γ) της παρ. 5 του άρθρου 28 του α.ν. 1846/1951, όπως ισχύουν, η αναπηρία πρέπει να είναι μεταγενέστερη της πρώτης ασφάλισης προκειμένου να κριθεί το δικαίωμα συνταξιοδότησης στις εν λόγω βαθμίδες αναπηρίας. Στην περίπτωση δ) της ίδιας παραγράφου καθορίστηκαν οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας των ασφαλισμένων για πρώτη φορά μετά την επέλευση της αναπηρίας, δηλαδή των ατόμων με "προϋπάρχουσα αναπηρία". Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 10 του ν. 4331/15 (ΦΕΚ 69 Α/2.7.2015) που αντικατέστησε την περίπτωση δ), "Ο ασφαλισμένος θεωρείται ανάπηρος ή μερικά ανάπηρος κατά την έννοια των προηγούμενων εδαφίων, έστω και εάν η πάθηση ή βλάβη ή εξασθένηση σωματική ή πνευματική είναι προγενέστερη της υπαγωγής του στην ασφάλιση, εφόσον όμως η μεταγενέστερη της ασφάλισης αναπηρία φθάνει τουλάχιστον το 40% της κατά περίπτωση αναπηρίας." Τέλος, σύμφωνα με τη νέα διάταξη της παρ. 7 του άρθρου 11Α του Ν. 4387/2016, όπως προστέθηκε στο άρθρο 11 του νόμου αυτού με το άρθρο 26 του Ν. 4997/2022, αν ο ασφαλισμένος είχε αναπηρία πριν από την υπαγωγή του στην ασφάλιση ("προϋπάρχουσα αναπηρία"), θεωρείται άτομο με αναπηρία εφόσον η αναπηρία του επιδεινώθηκε μετά την ασφάλισή του και η μεταγενέστερη της υπαγωγής στην ασφάλιση αναπηρία ("ποσοστό επιδείνωσης") φτάνει τουλάχιστον το σαράντα τοις εκατό (40%) της αναπηρίας βάσει της οποίας ζητεί τη χορήγηση σύνταξης. Έτσι, προκειμένου να χορηγηθεί σύνταξη σε ασφαλισμένο με προϋπάρχουσα της ασφάλισης πάθηση, θα πρέπει η επιδείνωση της κατάστασης της υγείας του σε σχέση με την κατάστασή του όταν υπήχθη στην ασφάλιση να ανέρχεται τουλάχιστον σε ποσοστό 20%, όπου 20% είναι το 40% της βαθμίδας αναπηρίας με την οποία χορηγείται σύνταξη μερικής αναπηρίας με ποσοστό τουλάχιστον 50% (50 Χ 40% = 20). Αντίστοιχα, προκειμένου να χορηγηθεί σύνταξη βαριάς αναπηρίας με συνολικό ποσοστό αναπηρίας 80%, θα πρέπει η επιδείνωση να ανέρχεται σε ποσοστό 32% (80 Χ 40% = 32) και προκειμένου να χορηγηθεί σύνταξη συνήθους αναπηρίας με συνολικό ποσοστό αναπηρίας 67%, η επιδείνωση θα πρέπει να ανέρχεται σε ποσοστό 27% (67 Χ 40% = 26,8). Παραδείγματα: Συνολικό ποσοστό αναπηρίας Ποσοστό επιδείνωσης Βαθμίδα χορηγούμενης σύνταξης 80 32 Βαριά αναπηρία 67 27 Συνήθης αναπηρία 50 20 Μερική αναπηρία 80 30 Συνήθης αναπηρία 80 20 Μερική αναπηρία 67 25 Μερική αναπηρία Τα ανωτέρω ισχύουν για όλους τους ενταχθέντες στον e-ΕΦΚΑ Φορείς, ανεξαρτήτως του είδους της πάθησης και της ημερομηνίας υπαγωγής στην ασφάλιση (νέος ή παλαιός ασφαλισμένος). Θ. Γενικές επισημάνσεις α) Περιπτώσεις συνταξιούχων στους οποίους είχε διακοπεί η καταβολή της σύνταξης λόγω πιστοποίησης ποσοστού αναπηρίας μικρότερου του προβλεπόμενου από τις οικείες διατάξεις, (π.χ. περίπτωση ασφαλισμένου μέχρι 31.12.1992 του τ. ΟΑΕΕ με πιστοποιημένη αναπηρία μικρότερη του 67%), εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 26 του ν. 4997/2022. Στην περίπτωση αυτή, εφόσον το ποσοστό πιστοποίησης ανέρχεται σε 50% και πάνω και δεν έχει εκδοθεί απορριπτική απόφαση, τα οικονομικά αποτελέσματα εκκινούν από την έναρξη ισχύος των νέων διατάξεων και για όσο χρόνο είναι εν ισχύ η σχετική Γ.Α.Π.Α.. Εάν είχε απορριφθεί η σχετική αίτηση απαιτείται νέα αίτηση όπου τα οικονομικά αποτελέσματα δεν μπορούν να ανατρέξουν σε χρόνο προγενέστερο της υποβολής της αίτησης. Η σύνταξη χορηγείται για όσο χρονικό διάστημα είναι εν ισχύ η Γ.Α.Π.Α.. β) Σε περίπτωση νέας υγειονομικής κρίσης, χωρίς διακοπή της σύνταξης (παράταση), από την οποία προκύπτει μεταβολή βαθμίδας αναπηρίας, το ύψος της εθνικής σύνταξης αναπροσαρμόζεται αναλόγως με το νέο ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας και εξακολουθούν να καταβάλλονται η ανταποδοτική σύνταξη και τυχόν προσωπική διαφορά που υπάρχει. Για συντάξεις του τ. ΟΓΑ που έχουν χορηγηθεί ή η έναρξη καταβολής τους ανατρέχει έως την 31.12.2016, δεδομένου ότι δεν υπόκεινται σε επανυπολογισμό, ακόμα και επί μεταβολής του ποσοστού αναπηρίας δεν μεταβάλλεται το ποσό της σύνταξης. Για συντάξεις που υπολογίζονται από 01.01.2017 σύμφωνα με το άρθρο 99 του ν. 4387/2016, η εθνική σύνταξη υπολογίζεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 4 του άρθρου 7 του ίδιου νόμου. γ) Σε περίπτωση ύπαρξης ασφαλιστικών οφειλών η διαχείρισή τους γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 259 του ν. 4798/2021. δ) Λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 12 του Ν. 4387/2016, όπως ισχύουν, σύμφωνα με την οποία τα μέλη οικογένειας θανόντος ασφαλισμένου δικαιούνται σύνταξη με κριτήριο τη συμπλήρωση του χρόνου ασφάλισης που απαιτείται για τη συνταξιοδότησή του εξ ιδίου δικαιώματος ή ανικανότητας, οι ασφαλιστικές προϋποθέσεις των περ. α, β και γ της παρ. 1 του άρθρου 11Α του Ν. 4387/2016 θα ελέγχονται με βάση την ημερομηνία επέλευσης του θανάτου και όχι της αίτησης συνταξιοδότησης για την αιτία αυτή. Επομένως, κάθε αίτηση συνταξιοδότησης λόγω θανάτου ασφαλισμένου που επήλθε από την 25.11.2022 και μετά θα πρέπει να κριθεί ως προς τη συμπλήρωση των ασφαλιστικών προϋποθέσεων σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις. Αποφάσεις συνταξιοδότησης που εκδόθηκαν με βάση τις προϊσχύουσες διατάξεις θα πρέπει να επανεξετασθούν οίκοθεν ή/και κατόπιν αίτησης όχλησης. ε) Ως προς το ζήτημα της εργασίας των συνταξιούχων λόγω αναπηρίας μετά τη συνταξιοδότηση, που θα ρυθμιστεί με ενιαίους κανόνες για όλους τους ασφαλισμένους των φορέων που εντάχθηκαν στον e-ΕΦΚΑ, θα ακολουθήσουν ειδικές διευκρινιστικές οδηγίες. στ) Οι κοινοποιούμενες διατάξεις του άρθρου 26 του ν. 4997/2022, που καθορίζουν το πλαίσιο χορήγησης σύνταξης λόγω αναπηρίας από κοινή νόσο από 25.11.2022 και μετά, ισχύουν παράλληλα με τις λοιπές διατάξεις που καθορίζουν τους όρους και τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης λόγω θανάτου ατόμων με αναπηρία ή συνταξιοδότησης λόγω γήρατος ασφαλισμένων που προστατεύουν άτομα με αναπηρία. Ενδεικτικά και όχι περιοριστικά αναφέρονται οι διατάξεις: - Του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 για τη συνέχιση λήψης σύνταξης θανάτου από δικαιοδόχα τέκνα και μετά τη συμπλήρωση του 24ου έτους σε περίπτωση που κρίνονται ανίκανα για κάθε βιοποριστικό επάγγελμα πριν τη συμπλήρωση του ανωτέρω ορίου ηλικίας. - Του άρθρου 144 του ν. 3655/2008 προκειμένου για τη συνταξιοδότηση μητέρων/χήρων πατέρων ανίκανων για κάθε βιοποριστική εργασία τέκνων. - Του άρθρου 2 του π.δ. 334/1988 όπως ισχύουν και αφορούν τη συνταξιοδότηση από τον ΟΓΑ τέκνων αναπήρων ή συνταξιούχων. Ι. Υπηρεσιακά σημειώματα προς ΚΕ.Π.Α. α) Εφιστούμε την προσοχή σας για την άμεση αποστολή υπηρεσιακών σημειωμάτων προς ιατρική αξιολόγηση από τις αρμόδιες Υγειονομικές Επιτροπές ΚΕ.Π.Α. και μόνο έως 31.12.2023, κατά παρέκκλιση του Κανονισμού Λειτουργίας του ΚΕ.Π.Α στις περιπτώσεις: 1. Παράτασης αναπηρικής σύνταξης. 2. Λήψης αναπηρικής σύνταξης κατόπιν έκδοσης δικαστικής απόφασης για τις οποίες δεν έχει υποβληθεί αίτηση προς το ΚΕ.Π.Α. από 16.09.2022 ή έχει υποβληθεί εκπρόθεσμα. β) Υπενθυμίζουμε το υπ' αριθ. 442529/20.09.2023 Γενικό Έγγραφο της υπηρεσίας μας, σύμφωνα με το οποίο: "... να μην αποστέλλονται υπηρεσιακά σημειώματα στις Υγειονομικές Επιτροπές ΚΕ.Π.Α. προκειμένου να αξιολογηθούν οι συνταξιούχοι που ήδη έχουν αξιολογηθεί τουλάχιστον δύο φορές από ΚΕ.Π.Α. ως προς τα ακόλουθα κριτήρια με ίδιο ή μεγαλύτερο ποσοστό για ίδιες παθήσεις (η εκτίμηση ΒΥΕ κατόπιν προσφυγής δεν θεωρείται δεύτερη αξιολόγηση): i. Επέλευση αναπηρίας (προϋπάρχουσα της ασφάλισης, προχρονολόγηση) ii. Ποσοστό επιδείνωσης προϋπάρχουσας της ασφάλισης πάθησης iii. Ανικανότητα για επάγγελμα ή για κάθε επάγγελμα ασφαλισμένων που υπάγονται στην αρμοδιότητα της Δ' και Ε' Διεύθυνσης Απονομής Συντάξεων iv. Ανικανότητα για κάθε βιοποριστικό επάγγελμα πριν από τη συμπλήρωση ορισμένης ηλικίας καθώς και από την ηλικία αυτή μέχρι την τελευταία υγειονομική κρίση Τυχόν υπηρεσιακά σημειώματα που έχουν ήδη αποσταλεί για τις ως άνω περιπτώσεις παρακαλούμε να αποσυρθούν, προκειμένου η Υπηρεσία να προχωρήσει αμέσως στην έκδοση συνταξιοδοτικής απόφασης". (1) ΕΑΕΔ τεύχος Φεβρουαρίου σ. 147. (2) ΕΑΕΔ τεύχος Οκτωβρίου σ. 772.