Ευέλικτες μορφές εργασίας με έντονους προβληματισμούς Του Παναγιώτη Μάμμου, Επιτ. Δ/ντή Υπ. Εργασίας, τ. Διαιτητή ΟΜΕΔ 1. Ιστορικό (θεσμική αναφορά) 2. Συμβάσεις μερικής απασχόλησης, εκ περιτροπής εργασίας και διαλείπουσας εργασίας (περιεχόμενα, όροι, περιορισμοί). 3. Κοινωνική, οικονομική, εργασιακή διάσταση και προοπτικές. 4. Εφαρμογή και ενίσχυση του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου. 5. Μελλοντολογία των εργασιακών σχέσεων και έντεχνη διαφοροποίηση των ευέλικτων μορφών εργασίας. 1. Ιστορικό - θεσμική αναφορά Η ελληνική πραγματικότητα έχει αποδείξει ότι πολλοί θεσμοί έχουν προέλθει από ανάγκες που παρουσιάζονται και εξωθούν την πολιτεία στη λήψη νομοθετικών μέτρων, ενώ άλλοι ανακύπτουν από προβλεπόμενες ανάγκες ή επειδή οι συγκυρίες και οι οικονομικές και παραγωγικές ανάγκες το επιβάλλουν. Ως θεσμική έννοια η μερική απασχόληση καθιερώθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 38 του ν. 1892/90 (ΦΕΚ 101/Α/90) και επαναρυθμίστηκε με τις διατάξεις των άρθρων 2 και 3 του ν. 2639/98 (ΦΕΚ 205/Α/98) και του άρθρου 2 του ν. 3846/2010 (ΦΕΚ 66/Α/2010), ενώ η ασφαλιστική κάλυψη των μερικώς απασχολουμένων και μάλιστα για λίγες ώρες απασχόλησης ημερησίως, εβδομαδιαίως ή μηνιαίως ρυθμίστηκε με το άρθρο 39 του προαναφερόμενου νόμου 1892/90 με την εισαγωγή της 1ης ειδικής ασφαλιστικής κλάσης. Εν αρχή ως γενικότερη έννοια παρουσιάζεται με ουσία και τύπο η μερική απασχόληση η οποία περιλαμβάνει τις συναφείς και διαφοροποιημένες ως προς το χρόνο μορφές ευέλικτης εργασίας όπως η διαλείπουσα απασχόληση και η εκ περιτροπής εργασία. Η μερική απασχόληση καλύπτει συνήθως εργασιακές ανάγκες σε ημερήσια βάση με μειωμένο ωράριο και οι συμβάσεις καταρτίζονται με συμφωνία (εργαζομένου - εργοδότη) κατά την έναρξη εργασίας ή ακόμα και κατά τη διάρκεια μιας σχέσης εργασίας. Ιδιαίτερα στις συμβάσεις εκ περιτροπής εργασίας όποτε και αν καταρτισθούν υπάρχει υποχρέωση εργασίας για πλήρες ωράριο ημερησίως ανεξαρτήτως των ημερών εβδομαδιαίας, 15θήμερου ή μηνιαίας εργασίας συμφωνημένης ή με απόφαση του εργοδότη όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 του ν. 3846/2010. Όλες οι συμβάσεις μερικής απασχόλησης που προαναφέρθηκαν πρέπει να συντάσσονται εις τριπλούν και να λαμβάνει έκαστος των συμβαλλομένων από ένα πρωτότυπο του τρίτου κατατεθεισομένου στην οικία Επιθεώρηση Εργασίας εντός χρονικού διαστήματος 8 ημερολογιακών ημερών (σύστημα ΕΡΓΑΝΗ). Η αυτή υποχρέωση προκύπτει αν οι συμβάσεις πλήρους απασχόλησης μετατραπούν με συμφωνία εργαζομένου - εργοδότη σε συμβάσεις μερικής απασχόλησης. Οι όροι που περιλαμβάνονται στις συμβάσεις πλήρους απασχόλησης τίθενται ως όροι και στις συμβάσεις μερικής απασχόλησης (στοιχεία συμβαλλομένων, χρόνος εργασίας, αμοιβή σε μισθό ή ημερομίσθιο κατ' αναλογία με το χρόνο εργασίας, και όλα τα δικαιώματα επίσης κατ' αναλογία που προβλέπονται από το νόμο ή τις συλλογικές συμβάσεις ή κανονισμούς ή έθιμο κλπ. Το είδος των συμβάσεων μερικής απασχόλησης περιβάλλεται από τον έγγραφο συστατικό τύπο και η παράληψη αυτοδικαίως μετατρέπει τη σύμβαση σε πλήρους απασχόλησης με τις αντίστοιχες αμοιβές και την ασφαλιστική κάλυψη των πλήρως απασχολουμένων. (Α.Π. 1770/2002, Α.Π. 1676/2007 κ.ά.). 2. Κοινωνική - οικονομική - εργασιακή διάσταση και προοπτικές Οι ανάγκες για τη λειτουργία των μορφών μερικής απασχόλησης μπορεί να είναι σαφώς κοινωνικές ή κοινωνικοοικονομικές ή παραγωγικές και διαρθρωτικές. Η μερική απασχόληση φθάνει σε σημαντικά επίπεδα στις χώρες της Ε.Ε. και ειδικότερα στην Ολλανδία, Αγγλία, Γαλλία πλησιάζει το 30% στις ΗΠΑ και Ιαπωνία το 25%, με ποσοστά στη χώρα μας που αγγίζουν ή υπερβαίνουν το 50%. Σημαντικό στοιχείο που χρήζει αναφοράς είναι η συμμετοχή στη χώρα μας των μερικώς απασχολουμένων γυναικών στο σύνολο των εργαζομένων των συμβάσεων αυτών με ποσοστό περίπου 60% ενώ στην Αυστρία και Βρετανία με ποσοστά περίπου 80%. Συνεπώς ο θεσμός κατά βάση στηρίζεται και λειτουργεί μέσω της συμμετοχής σε υψηλά ποσοστά των γυναικών στην παραγωγική διαδικασία και λιγότερο επηρεάζει την απορρόφηση ανδρικού εργατικού δυναμικού σε επιχειρήσεις που είναι κατ' εξοχή εντάσεως χειρωνακτικής εργασίας. Η εξήγηση μπορεί να εδράζεται στο γεγονός της ζήτησης από τις γυναίκες για λιγότερο χρόνο προκειμένου να έχουν πλεονάζον χρόνο στη διάθεσή τους για οικιακές εργασίες ή για την επιμέλεια ανατροφής παιδιών, ή ακόμα επειδή θέλουν να συμβάλλουν έστω και μερικώς στην εισοδηματική ενίσχυση της οικογένειας. Από πλευράς επιχειρήσεων επιδιώκεται μεγαλύτερη ευελιξία στην εργασία με την κατάρτιση προγραμμάτων ημερήσιας εργασίας για λειτουργία τους (άνοιγμα) άνω του συνηθισμένου ωραρίου των 8 ωρών. Τα super markets λ.χ. είναι ανοιχτά από τις 8 π.μ. έως τις 9 μ.μ. τις καθημερινές και το Σάββατο από 8 π.μ. έως 8 μ.μ. που σημαίνει ότι ο χρόνος λειτουργίας τους εβδομαδιαίως ανέρχεται σε 77 ώρες. Οι θεσμικές μεταβολές που επήλθαν αρχικά με τους ν. 1766/88, το ν. 1892/90, 1957/91 (εφαρμογή πενθημέρου εβδομαδιαίας εργασίας) και τελευταίως με το ν. 4093/12 (εφαρμογή 6ημέρου εβδομαδιαίας εργασίας), ενέτεινε ενδεχομένως την κάλυψη των προγραμμάτων με συμβάσεις λιγότερων ωρών ημερησίως παρότι εκτιμάται ότι το μείζον επίπεδο απασχόλησης πρέπει να αντιμετωπίζεται από εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης. 3. Εφαρμογή και ενίσχυση του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου Για να εφαρμοστεί απρόσκοπτα ο θεσμός της μερικής απασχόλησης και γενικότερα των ευέλικτων μορφών απασχόλησης και να μη θεωρηθεί ότι αποτελεί εφαλτήριο για την καταστρατήγηση βασικών εργασιακών δικαιωμάτων ο νομοθέτης έλαβε μέτρα προστασίας των σχέσεων εργασίας, έτσι απαγορεύεται: α) Το διακεκομμένο ωράριο των μερικώς απασχολημένων εκτός των περιπτώσεων που προβλέπονται από το άρθρο 14 του ν. 2747/99 ήτοι των οδηγών μεταφοράς μαθητών, νηπίων και βρεφών και των συνοδών στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, τους παιδικούς και βρεφονηπιακούς σταθμούς και νηπιαγωγεία, καθώς και στους καθηγητές φροντιστηρίων μέσης εκπαίδευσης και φροντιστηρίων ξένων γλωσσών. β) Μετατροπή συμβάσεως πλήρους απασχόλησης χωρίς τη συμφωνία του υπηρετούντος εργαζομένου. γ) Η αναγωγή του χρόνου μερικής απασχόλησης σε πλήρους απασχόλησης χωρίς τη συμφωνία εργαζομένου. δ) Η πρόσληψη εργαζόμενου πλήρους απασχόλησης αν δεν έχει ενημερωθεί ο συνδικαλιστικός φορέας και ο εργαζόμενος μερικής απασχόλησης προκειμένου αν θέλει να καταλάβει αυτός θέση πλήρους απασχόλησης. (άρθρο 2 παρ. 13 του ν. 3846/10). ε) Η συνεχής απασχόληση μερικώς απασχολουμένου με πλήρη απασχόληση. (άρθρο 1 του ν. 3385/2005). στ) Η μη γραπτή σύμβαση μερικής απασχόλησης. ζ) Να μην απολαμβάνουν όλα τα δικαιώματα και τις παροχές (κοινωνικές, οικονομικές, εκπαιδευτικές) των πλήρως απασχολουμένων κατ' αναλογία με το χρόνο εργασίας. θ) Να μην αποδέχεται ο εργοδότης αίτηση του εργαζομένου εφ' όσον υπάρχουν οι προϋποθέσεις για πλήρη απασχόληση μετά από συμφωνία και δήλωση του εργαζομένου για επάνοδό του σε μερική απασχόληση εντός συγκεκριμένου διαστήματος π.χ. 6 μηνών ή 1 έτους (αρθ.2 παρ.12 του ν.3846/2010). Κανένας δεν μπορεί να ισχυρισθεί ότι το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο μπορεί να αντιμετωπίσει όλες τις τάσεις για παραβατικές συμπεριφορές. Το μείζον πρόβλημα για τους εργαζόμενους είναι η πίεση για αύξηση του χρόνου εργασίας και η απώλεια εισοδήματος εργασίας. Ούτε οι ελεγκτικές αρχές ούτε το σύστημα "ΕΡΓΑΝΗ" ούτε τα πρόστιμα μπορούν να προσφέρουν απόλυτη νομιμότητα, όταν κινδυνεύει οικονομικά και εκμεταλλευτικά η επιχείρηση. Και ενδεχομένως οι διατάξεις (τελευταίες) των ν. 4488/17 και 4554/18 (ΦΕΚ 150/Α/18) για την αδήλωτη ή την υποδηλωμένη ή την αφανή εργασία με πρόστιμα υψηλά ή την κατάρτιση συμβάσεων από 3 μήνες έως 1 έτος για τις παραβάσεις αυτές, δεν αποτελούν πανάκεια για όλα τα κοινωνικά και εργασιακά δικαιώματα αν θεωρηθεί ότι, εγείρεται αλληλεγγύη ακόμα και μεταξύ εργοδοτών για μπαράζ παρανομιών αφού μάλλον σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι κοινός ο στόχος το περιορισμένο κόστος εργασίας και η αντιμετώπιση συνθηκών μη επιβίωσης. Στοιχεία που είναι δυνατόν κατά την προσωπική μας άποψη είναι να εφαρμοστούν σε επιχειρήσεις τουλάχιστον ευρείας κίνησης του εργατικού δυναμικού (περιοδεύοντες πωλητές, φύλακες, καθαρίστριες, οδηγοί, courier κλπ.) κάρτα εργασίας οπουδήποτε και αν λαμβάνουν υπηρεσία με ηλεκτρονικό τρόπο και να ενημερώνεται τόσο η έδρα της επιχειρήσεως όσο και το σύστημα "ΕΡΓΑΝΗ". Οι μερικώς απασχολούμενοι που αποτελούν σχεδόν τον ίδιο αριθμό με τους πλήρως απασχολούμενους πρέπει να τύχουν ιδιαίτερης προστασίας και να ενισχυθεί το πλαίσιο έναρξης λειτουργίας και λήξης των συμβάσεων εργασίας με γνωστοποίηση στο ΣΕΠΕ των συνολικών στοιχείων απασχόλησης που δεν έχουν γνωστοποιηθεί στην αρχή αυτή αναφορικά με τις προσλήψεις εργαζομένων πλήρους απασχόλησης και μερικής απασχόλησης, τουλάχιστον για ένα έτος. Οι προσλήψεις εργαζομένων πλήρους απασχόλησης και η παραμονή των μερικώς απασχολουμένων, με ίδιο χρόνο εργασίας και με υπηρεσία 10 ή 15 έτη στην επιχείρηση υποδηλώνει άγνοια του νόμου ή ηθελημένη καταστρατήγηση. Επίσης είναι επίμεμπτο να μην υπάρχει διοικητική και οργανωτική πολιτική και να υπολείπεται η τρέχουσα οργάνωση των αναγκών που ανακύπτουν για τις ελεγκτικές δραστηριότητες. Είναι ευθύνη της κεντρικής διοίκησης το μάζεμα των υπηρεσιών για την ενδελεχή και εμπεριστατωμένη συνολική και αποδοτική προσφορά. 4. Μελλοντολογία της εργασίας Είναι γεγονός ότι λαμβάνονται μέτρα αναγκαία μέσω των οποίων προσδιορίζεται η νόμιμη ή παράνομη εργασία και η αμοιβή της (αδήλωτη ή αφανής, η υποδηλωμένη εργασία, έλεγχος χρόνου εργασίας, κίνητρα επιδοτήσεων, μέτρα υγιεινής και ασφάλειας κλπ.) πλην όμως η καταστρατήγησή τους λόγω αυξημένης προσφοράς εργασίας και περιορισμένης ζήτησης ή διαθρωτικής ανεργίας λόγω μεταβολής του οικονομικού status ειδικότερα στο μεσαίο χώρο επιχειρήσεων συνιστούν παρέκκλιση της νομιμότητας. Οι αιρετικοί της θεωρίας περί εξαρτημένης εργασίας προβαίνουν σε δυσοίωνες προβλέψεις για το μέλλον των εργασιακών σχέσεων με δεδομένες τις μειωμένες, αντιστάσεις που εκδηλώνονται από πλευράς εργαζομένων λόγω της κρίσης στην αγορά εργασίας. Το παραγωγικό και οικονομικό σκηνικό έχει διαφοροποιηθεί εθνικά και διεθνικά τα τελευταία 30 χρόνια με τις ενοποιήσεις, τις συγχωνεύσεις, τις εξαγορές επιχειρήσεων και τη δημιουργία ομίλων με σκοπό την κυριαρχία και επικράτηση των δυνατοτέρων στην αγορά. Το εργασιακό κόστος ως ευμετάβλητο μέγεθος είναι οροφή για την εφαρμογή πολιτικής υποκίνησης για μεγαλύτερες αποδόσεις. Οι μισθοί και τα ημερομίσθια στη χώρα μας με την εφαρμογή του ν. 4046/12 της Π.Υ.Σ. 6/28-2-12 υπέστησαν μείωση κατά 22% και 32% (εργαζομένων άνω των 25 ετών και κάτω των 25 ετών) ενώ η προϋπηρεσία καθηλώθηκε στις 14/2/12 μέχρι το ποσοστό ανεργίας να φθάσει στο 10%. Οι αλλαγές που έγιναν λόγω μνημονίων ανέτρεψαν το καθεστώς των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων του ν. 1876/90 (ΦΕΚ 27/Α/90) αφού η κορυφαία έκφραση με την ΕΓΣΣΕ περιορίσθηκε μόνο στο θεσμικό κομμάτι, ενώ το οικονομικό στην ουσία αντικαταστάθηκε με το ν. 4093/12. Η εξέλιξη αυτή περιόρισε την δραστηριότητα των κορυφαίων συνδικαλιστικών φορέων και μάλιστα η διάθεση και η ψυχολογία υποκαταστάθηκε από την κρατική ρυθμιστική παρέμβαση. Βεβαίως με την Υ.Α. 4241/19 εξαλείφεται η διάκριση για τους εργαζόμενους άνω των 25 και κάτω των 25 ετών με νόμιμο μισθό να ανέρχεται σε 650 ευρώ και το ημερομίσθιο σε 29,04 ευρώ υπό την προϋπόθεση ότι ο μισθός (υπαλλήλων) αρχίζει να υπολογίζεται μετά το 19ο έτος ηλικίας ενώ το ημερομίσθιο εργατοτεχνιτών μετά το 18ο έτος (ΕΓΣΣΕ 1975 και ν. 133/75). Σημειωτέον ακόμα ότι οι μακροχρόνιοι άνεργοι (πάνω από ένα έτος επιδοτούμενης ανεργίας) μπορούν να προσληφθούν από τους εργοδότες με το 50% της προϋπηρεσίας και τον περιορισμό της διανυθείσης μέχρι 14/2/12. Σημειώνεται ότι το κόστος εργασίας παγκοσμίως συνδυάζεται με τις αποδόσεις στην παραγωγή και εμπορία προϊόντων και υπηρεσιών και για τους λόγους αυτούς τίθενται παράμετροι παραγωγικότητας, αποδόσεως των κεφαλαίων, κερδών και γενικότερα προοπτικές επιβίωσης των επιχειρήσεων. Παρατηρητέον ότι πολλές επιχειρήσεις ελληνικές και ξένες (πολυεθνικές) μεταφέρονται από τη χώρα μας σε άλλες χώρες με φθηνότερο εργασιακό και φορολογικό κόστος (π.χ. Pirreli, Heniger, κλπ.) ανεξαρτήτως του υφισταμένου κόστους επενδύσεως στη χώρα μας. Η τάση ακόμα να μεταμορφώνονται συμβάσεις στην ουσία εξαρτημένης εργασίας, σε εργολαβικές, παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών, υπεργολαβίας, με προσφυγή σε outsourcing κλπ. Είναι δεδομένο ότι σε όλη την ΕΕ και στη χώρα μας είναι σύστημα πλέον η υποκίνηση προϋπολογιστικά στο κάθε νέο έτος (motivation) ή απολογιστικά κατά μήνα, τρίμηνο ή έτος ανάλογα με τις αποδόσεις των εργαζομένων. Συνεπώς με οικονομική, παραγωγική και εργασιακή προοπτική πρέπει να επανέλθει η διαδικασία καθορισμού του κατωτάτου και νομίμου μισθού με ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 1 του ν.1876/90, οι δε κλαδικές συλλογικές συμβάσεις να λάβουν υπόψη τις αντοχές των επιχειρήσεων και οι μισθοί να κινηθούν σε επίπεδα που επιτρέπουν την επιβίωση τους και την ανάπτυξη των αδύνατων μονάδων με γνώμονα τη προστασία των σχέσεων εργασίας. Η χρήση των ευέλικτων μορφών εργασίας και η αμοιβή των εργαζομένων, φρονούμε ότι αν η ελληνική οικονομία ανακάμψει πλήρως θα διαφοροποιηθεί και σε ποσοστό και σε κόστος. Η οικονομία μας πλέον είναι απόλυτα ανοιχτή σε επενδύσεις και μεταπρατικές δραστηριότητες και αν οι δύο μείζονος σημασίας παράγοντες η ναυτιλία και ο τουρισμός μαζί με βιομηχανικές, βιοτεχνικές, εμπορικές, αγροτικές με εθνική και ευρωπαϊκή υποστήριξη είναι ικανές να ανορθώσουν την οικονομία να αυξήσουν την απασχόληση και να επανέλθει το πνευματικό κεφάλαιο στη χώρα μας το οποίο δωρίζεται σε ξένες χώρες. Το μέτρο οικονομικής ανάπτυξης είναι το Α.Ε.Π. το οποίο υπέστη σημαντική μείωση τα χρόνια του μνημονίου, και η αύξηση του θα γίνει με διαρθρωτικές και οικονομικές αλλαγές παράλληλα δε, με επενδύσεις σημαντικές με το χαρακτηρισμό της χώρας μας ως προτύπου επιχειρηματικότητας για τους ξένους αλλά και τους Έλληνες επενδυτές.