Παρέχονται οδηγίες σχετικά με τις συντάξιμες αποδοχές των αιρετών Εγκ. Υπ. Εργασίας Φ80000/19581/580/28.5.2019 Με αφορμή ερωτήματα σχετικά με τον τρόπο υπολογισμού του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης προσώπων που έχουν διατελέσει ως Δήμαρχοι ή Πρόεδροι Κοινότητας πριν το έτος 2002 (για χρονικό διάστημα μικρότερο των 5 ετών), των οποίων η σύνταξη υπολογίζεται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον ν. 4387/2016, όπως ισχύει, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα: Όπως είναι γνωστό, το ανταποδοτικό μέρος της σύνταξης των υπαλλήλων - λειτουργών του Δημοσίου και των στρατιωτικών υπολογίζεται, κατ' εφαρμογή του άρθρου 8 του ν. 4387/2016 (Α' 85), όπως ισχύει, με βάση: τις συντάξιμες αποδοχές, όπως αυτές ορίζονται στην παρ. 2α του ίδιου άρθρου, τον χρόνο ασφάλισης όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 15 του ως άνω νόμου και τα κατ' έτος ποσοστά αναπλήρωσης που ορίζονται στην παρ. 5 του άρθρου 8 του νόμου αυτού. Για τον προσδιορισμό των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών, όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά και επί των οποίων έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές, καθ' όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού βίου του ασφαλισμένου. Επιπροσθέτως, με το άρθρο 94 του ν. 4461/2017 (Α', 38) ορίστηκε ότι για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνονται υπόψη οι αποδοχές του ασφαλισμένου για κάθε ημερολογιακό έτος προσαυξανόμενες σύμφωνα με την παρ. 4 του ιδίου ως άνω άρθρου 8. Η παρ. 3 του άρθρου 8 του ν. 4387/2016, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 1 παρ. 3 του ν. 4488/2017 (Α?137), προβλέπει ότι, σε περίπτωση που δεν προκύπτει χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ασφάλισης ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος), τουλάχιστον πέντε (5) ετών από την 1.1.2002 μέχρι την έναρξη καταβολής της σύνταξης του υπαλλήλου - λειτουργού του Δημοσίου ή του στρατιωτικού, τότε για τον υπολογισμό των συντάξιμων αποδοχών αναζητείται χρόνος ασφάλισης (πραγματικός, πλασματικός, χρόνος προαιρετικής ή άλλος που λογίζεται ως συντάξιμος) και κατά το πριν την 1.1.2002 χρονικό διάστημα και μέχρι τη συμπλήρωση συνολικά έως πέντε (5) ετών ασφάλισης. Τέλος, με την παρ. 6 του άρθρου 7 του ν. 4387/2016, όπως συμπληρώθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4488/2017, προβλέφθηκε ότι η προϋπόθεση της συμπλήρωσης 15 ετών ασφάλισης για την καταβολή εθνικής σύνταξης δεν ισχύει για όσους ασφαλισμένους, σύμφωνα με τη συνταξιοδοτική νομοθεσία του Δημοσίου, θεμελιώνουν δικαίωμα με τη συμπλήρωση χρόνου ασφάλισης μικρότερου των 15 ετών. Στην περίπτωση αυτή οι ανωτέρω ασφαλισμένοι δικαιούνται μειωμένη εθνική σύνταξη, το ποσό της οποίας είναι αυτό που αντιστοιχεί στα 15 έτη ασφάλισης, ήτοι στα 345,60 ευρώ. Σημειωτέον ότι, ειδικώς τα πρόσωπα που είχαν διατελέσει Δήμαρχοι ή Πρόεδροι Κοινότητας δικαιούνται μηνιαία χορηγία, η οποία συνιστά μία περιοδική δημοσίου δικαίου χρηματική παροχή που καταβάλλεται σε αυτούς ισοβίως η οποία φέρει το χαρακτήρα σύνταξης, για τον υπολογισμό της οποίας λαμβάνονται υπόψη τα καταβαλλόμενα σε αυτούς έξοδα παράστασης. Κατόπιν όλων των ανωτέρω, για τη διευκόλυνση των υπηρεσιών του ΕΦΚΑ (Διεύθυνση Χορήγησης Συντάξεων Δημοσίου Τομέα) εν όψει του ότι υπάρχει δυσκολία ανεύρεσης, λόγω έλλειψης μηχανογραφικών δεδομένων, των συντάξιμων αποδοχών των ανωτέρω προσώπων για όλη την περίοδο αναφοράς διευκρινίζεται ότι: α) Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους των συντάξεων/χορηγιών των προσώπων που είχαν διατελέσει Δήμαρχοι ή Πρόεδροι Κοινότητας προ του 2002, ως συντάξιμες αποδοχές λαμβάνονται υπόψη τα έξοδα παράστασης του τελευταίου έτους πριν από τη λήξη της θητείας τους. β) Στις περιπτώσεις δε που είχε ήδη εκδοθεί συνταξιοδοτική απόφαση σύμφωνα με τις διατάξεις που ίσχυαν μέχρι 31.12.2014, αλλά δεν καταβάλλεται η σύνταξη/χορηγία καθώς δεν έχει συμπληρωθεί το ισχύον κατά περίπτωση ηλικιακό όριο, οι συντάξεις αυτές υπολογίζονται εκ νέου με βάση τα οριζόμενα στο ν. 4387/2016, κατ' εφαρμογή του άρθρου 6 του ν. 4387/2016, όπως ισχύει. Έτσι, για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης, ως συντάξιμες αποδοχές λαμβάνονται υπόψη τα έξοδα παράστασης που ορίζονται στην πράξη αυτή. Σε κάθε περίπτωση προσκόμισης στοιχείων βάσει των οποίων οι συντάξιμες αποδοχές διαμορφώνονται αποδεδειγμένα υψηλότερες λαμβάνονται υπόψη αυτές για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης.