Καταβολή εισφορών σχολικών φυλάκων κατ’ εφαρμογή του άρθρου 4 του ν. 4554/2018(1) Εγκ. Υπ. Εργασίας Φ. 10141/62521/1731/29.1.2019 Σχετ.: Το αριθ. Φ.10141/50289/1369/09.10.2018 έγγραφό μας. Α. Δυνάμει αλλεπάλληλων δικαστικών αποφάσεων κρίθηκε ότι η παρεχόμενη εργασία από τους απασχολούμενους σε προγράμματα απόκτησης εργασιακής εμπειρίας ανέργους ως σχολικοί φύλακες που συνήψαν διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου, δυνάμει της παρ. 15 του άρθρου 20 του ν. 2639/1998, συνιστά μία ενιαία σύμβαση εξαρτημένης εργασίας. Συνεπώς, κρίθηκε ότι τα ανωτέρω πρόσωπα κακώς υπήχθησαν μόνο στην ασφάλιση του κλάδου παροχών ασθένειας σε είδος και του κινδύνου ατυχήματος, αλλά έπρεπε να υπαχθούν και στους λοιπούς κλάδους ασφάλισης του πρ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. Σύμφωνα με τα ανωτέρω εκτεθέντα, οι εν λόγω εργαζόμενοι έπρεπε να έχουν πλήρη ασφαλιστική κάλυψη, ο δε εργοδότης όφειλε, λόγω του νομικού χαρακτηρισμού της ως άνω σχέσης ως εξαρτημένης εργασίας, να παρακρατά και να αποδίδει τις ασφαλιστικές εισφορές στους οικείους φορείς κοινωνικής ασφάλισης. Ενόψει των ανωτέρω, με τη θέσπιση του άρθρου 4 του ν. 4554/2018 προβλέφθηκε ότι βεβαιωμένες ή μη οφειλές προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης, οι οποίες καταλογίστηκαν σε ΟΤΑ και αφορούσαν εισφορές για απασχολούμενους, σε προγράμματα απόκτησης εργασιακής εμπειρίας σχολικούς φύλακες απαλλάσσονται των επιβληθέντων πρόσθετων τελών, τόκων, προσαυξήσεων και επιβαρύνσεων. Επιπλέον, ορίστηκε ότι, ο χρόνος απασχόλησης που έχει διανυθεί από την πρώτη ημέρα στα προγράμματα αυτά αποτελεί πραγματικό χρόνο ασφάλισης, ανεξαρτήτως προσφυγής ή μη στα αρμόδια δικαστήρια ή διοικητικά όργανα. Β. Σε συνέχεια των ανωτέρω και όσον αφορά στην καταβολή εισφορών των σχολικών φυλάκων που προσλήφθηκαν σε Δήμους της χώρας με προγράμματα απόκτησης εργασιακής εμπειρίας κατ’ εφαρμογή του άρθρου 4 του ν. 4554/2018 (Α' 130), σας διευκρινίζουμε τα ακόλουθα: α. Δυνάμει της διάταξης του άρθρου 4 του ν. 4554/2018, οι καταλογιζόμενες στους Δήμους εισφορές κύριας και επικουρικής ασφάλισης απαλλάσσονται των επιβληθέντων πρόσθετων τελών, τόκων, προσαυξήσεων και επιβαρύνσεων και θα εξοφληθούν σε δόσεις που θα ορισθούν με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου των οικείων φορέων. β. Όσον αφορά στις εισφορές των εργαζομένων, δεδομένης της μακροχρόνιας νομικής και δικαστικής αμφισβήτησης και λαμβανομένου υπόψιν ότι ο νομοθέτης δια της ανωτέρω ειδικής και όλως εξαιρετικής ρύθμισης αναγνώρισε την αμφισβήτηση αυτή ως προς την υπαγωγή στην ασφάλιση των ανωτέρω προσώπων, βάσει και των αρχών της χρηστής διοίκησης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικουμένου, αυτές δεν αναζητούνται. Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις, δεν θίγονται τα ασφαλιστικά δικαιώματα των εργαζομένων, δεδομένου ότι για τους μισθωτούς ως χρόνος ασφάλισης αναγνωρίζεται και ο χρόνος για τον οποίο οφείλονται εισφορές. Τυχόν καταβληθείσες εργατικές εισφορές δεν επιστρέφονται αλλά θα ληφθούν υπόψιν κατά τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης. Σε κάθε περίπτωση, τα ανωτέρω πρόσωπα δύνανται, υποβάλλοντας σχετική αίτηση εντός εξαμήνου από την έκδοση της παρούσας, να καταβάλουν τις αναλογούσες εργατικές εισφορές κύριας και επικουρικής ασφάλισης, χωρίς τόκους, προσαυξήσεις και λοιπές επιβαρύνσεις, προκειμένου να λάβουν μεγαλύτερη συνταξιοδοτική παροχή. Εννοείται ότι η ανωτέρω δυνατότητα παρέχεται αναφορικά και με τμήμα του επίμαχου χρονικού διαστήματος. Στην περίπτωση αυτή, οι εν λόγω εισφορές υπολογίζονται επί των αποδοχών που καταβλήθηκαν στα ανωτέρω πρόσωπα για κάθε επιμέρους χρονικό διάστημα αναγόμενο σε μηναία βάση. γ. Ειδικώς, αναφορικά με τους ασφαλισμένους που υπήχθησαν στη διάταξη του άρθρου 248 του ν. 4281/2014, επισημαίνονται τα εξής: Ο χρόνος απασχόλησης που εξαγοράστηκε στα ανωτέρω προγράμματα, δυνάμει της ανωτέρω διάταξης, νοείται ως χρόνος πραγματικής απασχόλησης. Συνεπώς, όσοι εκ των ανωτέρω ασφαλισμένων έχουν εξαγοράσει χρόνο απασχόλησης, και έχουν ήδη συνταξιοδοτηθεί, δικαιούνται να αιτηθούν εντός διμήνου από την έκδοση της παρούσας την έκδοση τροποποιητικής συνταξιοδοτικής πράξης, προκειμένου να λάβουν ανάλογη προσαύξηση του ποσού της δικαιούμενης σύνταξης. Επιπροσθέτως, δεδομένης της αναγνώρισης του ανωτέρου χρόνου ως πραγματικού χρόνου ασφάλισης, ο χρόνος που εξαγοράστηκε δεν θα προσμετράται στον πλασματικό χρόνο και συνακόλουθα οι ανωτέρω ασφαλισμένοι δύνανται να αναγνωρίσουν το σύνολο του επιτρεπόμενου, βάσει της κείμενης νομοθεσίας, πλασματικού χρόνου ασφάλισης. Στις περιπτώσεις εξαγοράς μέρους εκ του συνολικού επιτρεπόμενου χρόνου των 5 ετών, οι Δήμοι υποχρεούνται να καταβάλουν το σύνολο των εργοδοτικών εισφορών, χωρίς τόκους, προσαυξήσεις και λοιπές επιβαρύνσεις, για το υπολειπόμενο χρονικό διάστημα. Σε συνάρτηση με όλα τα ανωτέρω, διευκρινίζεται ότι σε όσες περιπτώσεις ασφαλισμένων έχουν υποβληθεί αιτήσεις για την καταβολή του χρόνου εξαγοράς, δυνάμει της ανωτέρω διάταξης, σε μηνιαίες δόσεις, τα υπολειπόμενα τυχόν ποσά δόσεων δεν αναζητούνται από την έκδοση της παρούσας εγκυκλίου και εφεξής. Τα μέχρι σήμερα καταβληθέντα ποσά δόσεων δεν επιστρέφονται αλλά θα ληφθούν υπόψιν κατά τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης, ενώ σε περίπτωση που υφίσταται τυχόν υπολειπόμενες δόσεις, αυτές δύνανται να καταβληθούν, κατ' επιλογή του ασφαλισμένου, με σκοπό τη λήψη μεγαλύτερης συνταξιοδοτικής παροχής, κατόπιν υποβολής εκ μέρους του σχετικής αίτησης εντός εξαμήνου. (1) ΕΑΕΔ 2018 σ. 764.