Η εκλογή των μελών των "Επιτροπών Υγείας και Ασφάλειας" των εργαζομένων (ΕΥΑΕ) και των "Εκπροσώπων" στις επιχειρήσεις Ν. 3850/2010 Αποστόλου Μετζητάκου πρ. Δ/ντού Υπ. Εργασίας και πρ. Αντιπροέδρου ΟΑΕΔ Περιεχόμενα Σύντομος πρόλογος - Πεδίο εφαρμογής - Εννοιολογικοί προσδιορισμοί - Δικαίωμα ιδρύσεως "Επιτροπών" και επιλογής "Εκπροσώπων" ΕΥΑΕ - Αρμοδιότητες "Επιτροπών" και "Εκπροσώπων" - Κοινές συνεδριάσεις εργοδότου και "Εκπροσώπων" - Διαδικασία - "Ο αριθμός των μελών των "Επιτροπών" - Η εκλογή των μελών - Η ισχύς της πλέον αντιπροσωπευτικής οργανώσεως - Υποχρέωση παροχής υπηρεσιών από τον τεχνικό ασφαλείας και τον ιατρό εργασίας - Η εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 3850/2010 στις επιχειρήσεις που διαθέτουν δίκτυο υποκαταστημάτων - Η ίδρυση "Επιτροπών στις κεντρικές περιφερειακές μονάδες" κλπ. Σύντομος πρόλογος Ο λόγος για τον οποίο ανασύραμε από το αρχείο των νομοθετημάτων τις διατάξεις του προαναφερθέντος νόμου έγκειται στο ότι, οι ραγδαίες μεταβολές στον χώρο των επιχειρήσεων, με τις συγχωνεύσεις εταιρειών, τις εξαγορές μικρών και μεσαίου τύπου επιχειρήσεων, την ίδρυση νέων υποκαταστημάτων και παραρτημάτων την δημιουργία χωριστών εγκαταστάσεων ή αυτοτελών εκμεταλλεύσεων, εξαρτημένων από την κύρια επιχείρηση, ή και την παύση λειτουργίας ορισμένων εξ αυτών, κλπ., αλλοίωσαν τις συνθέσεις προσωπικού, όχι μόνο στην μεταβολή των θέσεων και των τομέων εργασίας, αλλά και στην εκπροσώπηση των εργαζομένων, ως αρμοδίων φορέων των εργασιακών σχέσεων. Η εκπροσώπηση των εργαζομένων με τις παραπάνω μεταβολές περιήλθε στην εξουσία των "Ενώσεων Προσώπων" και των "Συμβουλίων των Εργαζομένων" - εφόσον στην επιχείρηση δεν δραστηριοποιείται ή έπαψε να λειτουργεί συνδικαλιστική οργάνωση - στις οποίες ο νεότερος νομοθέτης απέδωσε ουσιαστικές αρμοδιότητες και προνόμια. Στους παραπάνω οργανισμούς, αναγνωρίσθηκε καθεστώς και πεδίο δράσεως ανάλογο με εκείνο που προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία για τις συνδικαλιστικές οργανώσεις. Έτσι νομιμοποιήθηκε η έκταση δράσεως τόσο των "Συμβουλίων" όσο και της «Ενώσεως Προσώπων», σε θέματα ελέγχου του εργοδοτικού διευθυντικού δικαιώματος και μάλιστα αρκετά συγκεχυμένα σε σχέση με τις αντίστοιχες επαγγελματικές οργανώσεις του προσωπικού των επιχειρήσεων. Κάτι τέτοιο προέκυψε και στο ζήτημα εκλογής των μελών των Επιτροπών Υγείας και Ασφάλειας των Εργαζομένων του Ν. 3850/2010, στις διατάξεις του οποίου θα αναφερθούμε αναλυτικότερα στη συνέχεια. Με τον προαναφερθέντα νόμο κυρώθηκε ο «κώδικας» αντικείμενο ρυθμίσεως του οποίου είναι η εφαρμογή μέτρων για την προαγωγή της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων κατά την εργασία. Έτσι τίθενται γενικές αρχές που αφορούν τους επαγγελματικούς κινδύνους και την εξάλειψη των συντελεστών των κινδύνων, των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών και κυρίως μηχανισμοί για την ενημέρωση, τη διαβούλευση, την κατάρτιση και την ισόρροπη συμμετοχή εργαζομένων και εργοδοσίας σε κοινές συνεδριάσεις. Το έργο αυτό επιτυγχάνεται με τη σύσταση "Επιτροπών" και "Εκπροσώπων" των Εργαζομένων, με αρμοδιότητες σε ειδικά θέματα προστασίας και υγείας, η δε σύνθεση των παραπάνω οργάνων ποικίλλει, ανάλογα με τον αριθμό προσωπικού της επιχειρήσεως, ή της εκμεταλλεύσεως ή ακόμη και με τους εργαζομένους των "αυτοτελών" επιχειρήσεων που εξαρτώνται από την κύρια επιχείρηση. Το εν λόγω νομοθέτημα είναι εμπλουτισμένο με 73 άρθρα, τις κυριότερες διατάξεις των οποίων θα σχολιάσουμε. 1. Πεδίο εφαρμογής του Ν. 3850/2010 - Εννοιολογικοί προσδιορισμοί Τα παραπάνω ζητήματα ρυθμίστηκαν με τον προαναφερθέντα νόμο, το περιεχόμενο του οποίου έχει καθολική εφαρμογή για τους εργαζομένους όλων των επιχειρήσεων και εκμεταλλεύσεων του Δημοσίου και του Ιδιωτικού τομέως (άρθρο 2) πλην του "οικιακού" προσωπικού και ορισμένων κατηγοριών ειδικών δραστηριοτήτων των ενόπλων δυνάμεων και των "Σωμάτων Ασφαλείας". Με τις διατάξεις του άρθρου 3 προσδιορίζεται η ιδιότης του "εργαζομένου ανεξαρτήτως της σχέσεως εργασίας που τον συνδέει με τον εργοδότη", συμπεριλαμβανομένων των "ασκουμένων" και των μαθητευομένων (παρ. α). Με την ιδιότητα του "εργοδότου" νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει την ευθύνη διαχειρίσεως της επιχειρήσεως ή της εγκαταστάσεως, στην οποία απασχολείται ο εργαζόμενος (παρ. β). Η έννοια της "επιχειρήσεως" ή της "εκμεταλλεύσεως" δεν επηρεάζεται από τον κλάδο οικονομικής δραστηριότητος στην οποία ανήκει. Παραρτήματα, υποκαταστήματα, χωριστές εγκαταστάσεις, ή αυτοτελείς εκμεταλλεύσεις εξαρτημένες από την κύρια επιχείρηση, θεωρούνται "αυτοτελείς" εφόσον η απόσταση μεταξύ τους, ή από την κύρια επιχείρηση, δικαιολογεί την λειτουργία ιδιαίτερης "Επιτροπής" (Ε.Υ.Α.Ε.) (άρθρο 4, παρ. 5). 2. Δικαίωμα ιδρύσεως "Επιτροπών" και επιλογής "Εκπροσώπων" (Ε.Υ.Α.Ε.) Δικαίωμα συστάσεως "Επιτροπής" (Ε.Υ.Α.Ε.) έχουν οι εργαζόμενοι επιχειρήσεως ή εκμεταλλεύσεως που απασχολούν περισσότερα από 50 άτομα (Άρθρο 4 παρ. 1). Στις επιχειρήσεις που απασχολούνται περισσότερα από 20 άτομα, παρέχεται το δικαίωμα σ' αυτούς να επιλέξουν τους "εκπροσώπους" τους με ειδική αρμοδιότητα σε θέματα υγείας και ασφάλειας, ενώ στις επιχειρήσεις με προσωπικό μικρότερο των 20 ατόμων, η επιλογή του "εκπροσώπου" γίνεται με διαβουλεύσεις μεταξύ των εργαζομένων, με πλειοψηφία (άρθρο 4, παρ. 3). Ο χρόνος απαλλαγής από την εργασία για όλους τους παραπάνω "εκπροσώπους" δεν μπορεί να είναι μικρότερος του 1/3 του ελαχίστου χρόνου απασχολήσεως του "τεχνικού ασφαλείας". Στον χρόνο αυτό δεν προσμετράται ο χρόνος των συνεδριάσεων (άρθρ. 42, παρ. 4). 3. Αρμοδιότητες των "Επιτροπών" και των "Εκπροσώπων" Τα παραπάνω όργανα - "Ε.Υ.Α.Ε." και "Εκπροσώπου" έχουν συμβουλευτικό χαρακτήρα (άρθρο 5) ο δε ρόλος αυτών εστιάζεται στις εξής ενέργειες, ήτοι: α) Να ενημερώνονται για την εισαγωγή στην επιχείρηση νέων παραγωγικών διαδικασιών, μηχανημάτων, υλικών ή νέων εγκαταστάσεων ανάλογα με τις υφιστάμενες ανάγκες προστασίας. β) Να καλούν τον εργοδότη να λάβει μέτρα σε περίπτωση αμέσου και σοβαρού κινδύνου, συμπεριλαμβανομένου και του μέτρου διακοπής της λειτουργίας της εγκαταστάσεως, του μηχανήματος ή της παραγωγικής διαδικασίας. γ) Να μπορούν να ζητούν τη συνδρομή εμπειρογνωμόνων με τη σύμφωνη γνώμη του εργοδότου. Επιπλέον των ως άνω αρμοδιοτήτων, παρέχεται το δικαίωμα, τόσο στις "Επιτροπές" Ε.Υ.Α.Ε., όσο και στους "εκπροσώπους" να μελετούν τις συνθήκες εργασίας να προτείνουν μέτρα βελτιώσεως των οποίων την τήρηση παρακολουθούν, προς δε και να προτείνουν μέτρα για την αποτροπή εργατικών ατυχημάτων. Να επισημαίνουν τον επαγγελματικό κίνδυνο, προτείνοντας στον εργοδότη την αντικατάσταση διαδικασιών και μεθόδων που θεωρούνται επιβλαβείς και επικίνδυνοι για την υγεία. Να προτείνουν τον περιορισμό του αριθμού των εργαζομένων που εκτίθενται ή ενδέχεται να εκτεθούν σε παράγοντες κατά τον χρόνο της εκθέσεώς τους κλπ. 4. Κοινές συνεδριάσεις εργοδότου και εκπροσώπων - Διαδικασία Η άσκηση των προαναφερθέντων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, τόσο της "Επιτροπής" όσο και του "Εκπροσώπου" λαμβάνει χώρα στα πλαίσια κοινών συνεδριάσεων με τον οικείο εργοδότη, ή τον αντιπρόσωπό του. Οι συνεδριάσεις αυτές γίνονται κατά το πρώτο δεκαήμερο κάθε τριμήνου σε ημερομηνία και ώρα που αποφασίζεται από κοινού. Ο καθορισμός των, υπό συζήτηση θεμάτων, προτείνεται από την Επιτροπή, ή τον "Εκπρόσωπο" και γνωστοποιείται στην άλλη πλευρά τρεις (3) τουλάχιστον ημέρες, πριν από την συζήτηση. Το ίδιο ισχύει και για την εργοδοτική πλευρά, η οποία υποχρεούται να γνωστοποιήσει στο άλλο μέρος, τα υπό συζήτηση θέματα εντός της προαναφερθείσης προθεσμίας. Στην περίπτωση που θα μετέχουν στις κοινές συνεδριάσεις ο "ιατρός εργασίας" ή ο "τεχνικός ασφαλείας", η γνωστοποίηση των σχετικών θεμάτων γίνεται και προς αυτούς μέσα στις ίδιες προθεσμίες ενώ οι συζητήσεις και η λήψη των αποφάσεων καταχωρούνται εις διπλούν σε πρακτικά, ανά ένα εκ των οποίων λαμβάνει το κάθε μέρος (άρθρο 5, παρ. 2). 5. Ο αριθμός των μελών των "Επιτροπών" (άρθρο 6) Ο αριθμός των μελών των "Επιτροπών" καθορίζεται ανάλογα με τον αριθμό των εργαζομένων κάθε επιχειρήσεως. Έτσι, σε επιχειρήσεις με προσωπικό από 20 έως 100 εργαζομένους, τα μέλη της Επιτροπής ορίζονται σε 2. Για επιχειρήσεις με 101 έως 300 εργαζομένους, ο αριθμός των μελών είναι 3. Για επιχειρήσεις 301 έως 600 ατόμων, τα μέλη είναι 4. Για επιχειρήσεις με δυναμικό 601 έως 1000 εργαζομένους ο αριθμός των μελών ανέρχεται σε 5. Για επιχειρήσεις με 1001 έως 2000 εργαζομένους, τα μέλη της Επιτροπής είναι 6 και τέλος για επιχειρήσεις με εργατικό δυναμικό μεγαλύτερο των 2000, ο αριθμός των μελών ορίζεται σε 7. Η εργοδοτική πλευρά είναι υποχρεωμένη να ενημερώνει και να διευκολύνει τα προαναφερθέντα μέλη, τόσο της "Επιτροπής" όσο και του "Εκπροσώπου" με κάθε στοιχείο που αφορά τα ζητήματα υγείας και ασφάλειας του προσωπικού. 6. Η εκλογή των μελών - Διαδικασία - Η ισχύς της πλέον αντιπροσωπευτικής συνδ. οργανώσεως Από τον συνδυασμό των επιμέρους διατάξεων του άρθρου 7 του Ν. 3850/2010, και του άρθρου 14 του Ν. 1264/82, προκύπτουν τα εξής: Κατ' αρχήν σε ό,τι αφορά την υπόδειξη των μελών της "Επιτροπής" Ε.Υ.Α.Ε., τον πρώτο λόγο έχουν τα "Συμβούλια των εργαζομένων" του Ν. 1767/88, άρθρ. 12 παρ. 1, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 8, παρ. 3 του Ν. 2224/94: Υπενθυμίζεται ότι, οι αρμοδιότητες του Συμβουλίου αυτού να συναποφασίζει με τον εργοδότη είναι περιορισμένες και ασκούνται εφόσον στην επιχείρηση δεν λειτουργεί συνδικαλιστική οργάνωση. Η έλλειψη λοιπόν τέτοιου Συμβουλίου δίνει την προτεραιότητα για τη ρύθμιση των παραπάνω θεμάτων στην επιχειρησιακή συνδ. οργάνωση. Στην περίπτωση που στον χώρο της επιχειρήσεως δραστηριοποιούνται περισσότερες της μίας συνδικαλιστικές οργανώσεις, τότε το δικαίωμα για την ρύθμιση των ζητημάτων προστασίας της υγείας και ασφάλειας σε ότι αφορά την διαδικασία εκλογής των μελών των Ε.Υ.Α.Ε. και των εκπροσώπων έχει η "πλέον αντιπροσωπευτική" οργάνωση κατά τα ειδικότερα που προβλέπει το άρθρο 6 παρ. 1 και 2 του Ν. 1876/90. Ενδεχομένως να υποστηριχθεί ότι, οι διατάξεις του Ν. 1876/90 βρίσκουν έδαφος εφαρμογής στον χώρο μόνο των ΣΣΕ και της ικανότητος (αρμοδιότητος) κάθε οργανώσεως να συνάπτει την προβλεπομένη ΣΣΕ και ότι, η αρμοδιότης αυτή δεν επιτρέπεται να επεκτείνεται σε άλλα θέματα του εργατικού δικαίου. Μία τέτοια άποψη θα πρέπει να θεωρείται τελείως εσφαλμένη, δοθέντος ότι, η έννοια και η σκοπιμότης θεσπίσεως της αντιπροσωπευτικότητος και η απόδοση αυτής στην οργάνωση εκείνη που καλύπτει και έχει στη δύναμη της τον μεγαλύτερο αριθμό εργαζομένων, είτε σε επίπεδο "κλαδικό" ή "ομοιοεπαγγελματικό" είτε κυρίως στον χώρο της επιχειρήσεως, αποβλέπει και στοχεύει στην ενιαία και ομοιόμορφη ρύθμιση των ζητημάτων που ανακύπτουν στο επίπεδο της επιχειρήσεως και αφορούν το συλλογικό συμφέρον των εργαζομένων. Το συμφέρον αυτό δεν πρέπει να είναι κατακερματισμένο σε αιτήματα και αξιώσεις στενού επαγγελματικού ενδιαφέροντος προβαλλομένων από τις «τρίτες» απλώς συνδικαλιστικές οργανώσεις οι οποίες εκπροσωπούν συγκεκριμένη ειδικότητα εργαζομένων. Άλλωστε η πολλαπλότης συγκεχυμένων αιτημάτων δεν διευκολύνει τον διάλογο με την άλλη (εργοδοτική) πλευρά, ιδίως όταν τα υπό συζήτηση θέματα αφορούν άκρως ευαίσθητα σημεία των εργασιακών σχέσεων, όπως είναι τα ζητήματα της υγείας και της ασφάλειας του προσωπικού. Υπενθυμίζεται ότι, οι απλώς αντιπροσωπευτικές συνδικαλιστικές οργανώσεις, έχουν μεν δικαίωμα να παρεμβαίνουν σε θέματα που αφορούν τα μέλη τους, όχι όμως και να υποδεικνύουν τους εκπροσώπους τους σε ζητήματα ευρυτέρου και γενικοτέρου ενδιαφέροντος, η διαχείριση των οποίων, όπως προαναφέρθηκε έχει ανατεθεί από τον νόμο στην πλέον αντιπροσωπευτική συνδ. οργάνωση, ο οποία διοργανώνει και την διαδικασία (συγκλήσεως) της γενικής συνελεύσεως των εργαζομένων. Η άποψη αυτή ενισχύεται εμμέσως πλην σαφώς και από το άρθρο 7, παρ. 9 του Ν. 3850/2010, σε συνδυασμό με το άρθρο 14 του Ν. 1264/82, του οποίου οι διατάξεις περί "προστασίας και διευκολύνσεων της συνδικαλιστικής δράσεως" εφαρμόζονται και στα μέλη των "Επιτροπών" (Ε.Υ.Α.Ε.) προς δε και στους "Εκπροσώπους". Συνεπώς η υπεροχή της "πλέον αντιπροσωπευτικής συνδ. οργανώσεως έναντι των λοιπών, δεν θίγεται από τον Ν. 3850/10, πλην όμως ανάγκη να διευκρινισθεί ότι, το νομοθέτημα αυτό εισήγαγε νέο ειδικό τρόπο και διαδικασία εκλογής των μελών της "Επιτροπής" Ε.Υ.Α.Ε. και των "Εκπροσώπων" που θα πρέπει να προκύψουν από τη γενική συνέλευση των εργαζομένων, τουλάχιστον κατά την πρώτη φορά που θα εφαρμοσθεί το σύστημα προστασίας της υγείας και της ασφαλείας των εργαζομένων σε κάθε επιχείρηση. Η ιδιαιτερότητα επιλογής των μελών της Ε.Υ.Α.Ε. από τη γενική συνέλευση δικαιολογείται από το γεγονός ότι, τα επιλεγέντα μέλη, τόσο της "Επιτροπής" όσο και οι "Εκπρόσωποι" θα είναι βεβαρυμένα με καθήκοντα, αρμοδιότητες και υποχρεώσεις που θα πρέπει να συνάδουν με τα ειδικά θέματα της υγείας και της ασφάλειας του προσωπικού. Εξ ετέρου, η ιδιαιτερότητα των μελών αυτών εστιάζεται στο ότι θα πρέπει - μετά την εκλογή τους - να παρέχουν τις υπηρεσίες τους σε διαφορετικούς τομείς της επιχειρήσεως και τόπους απασχολήσεως. Συμπερασματικά λοιπόν καταλήγουμε ότι, την γενική συνέλευση των εργαζομένων (μη έχοντος πλέον αρμοδιότητα του Συμβουλίου Εργαζομένων) συγκαλεί η πλέον αντιπροσωπευτική συνδ. οργάνωση που δραστηριοποιείται στην επιχείρηση ή την εκμετάλλευση, η οποία και υποδεικνύει τους υποψηφίους για την Ε.Υ.Α.Ε. και τους "Εκπροσώπους" με την αναγραφή τους στο ψηφοδέλτιο με αλφαβητική σειρά. Η πρώτη αυτή γεν. συνέλευση, σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 2 του Ν.3850/2010 πρέπει να καλύπτει το 1/20 τουλάχιστον των εργαζομένων, ήτοι ποσοστό που δύναται και έχει την ευχέρεια να συγκεντρώσει μόνο η υπερέχουσα σε αριθμό μελών οργάνωση. Την προεδρία της γενικής συνελεύσεως αναλαμβάνουν οι τρεις πρώτοι που υπέγραψαν την πρόσκληση, ήτοι πρόσωπα που προέρχονται από την πλέον αντιπροσωπευτική συνδ. οργάνωση. Κάθε εργαζόμενος έχει δικαίωμα να ψηφίσει από το ψηφοδέλτιο τόσους υποψήφιους όσο ο αριθμός των μελών της Ε.Υ.Α.Ε. Οίκοθεν νοείται αλλά και προβλέπεται ότι εκλέγονται οι υποψήφιοι που συγκεντρώνουν τις περισσότερες ψήφους και σε περίπτωση ισοψηφίας, ακολουθεί κλήρωση. Οι επόμενοι σε αριθμό ψήφων αναδεικνύονται "αναπληρωματικά" μέλη. Τέλος για τον υπολογισμό του αριθμού των μελών της Ε.Υ.Α.Ε. λαμβάνεται υπόψη ο αριθμός των εργαζομένων στην επιχείρηση κατά τον χρόνο διεξαγωγής της εκλογής, η οποία (εκλογή) διεξάγεται από τριμελή "εφορευτική επιτροπή" που εκλέγεται και αυτή από την γενική συνέλευση. H κατά τον ανωτέρω τρόπο ανάδειξη των μελών της Ε.Υ.Α.Ε. και των "Εκπροσώπων" δεσμεύει και τα μέλη - εργαζομένους των "τρίτων" απλώς αντιπροσωπευτικών συνδ. οργανώσεων. 7. Υποχρέωση παροχής υπηρεσιών από τον τεχνικό ασφαλείας και τον ιατρό εργασίας Τα παραπάνω ζητήματα ρυθμίζονται με τις διατάξεις του άρθρου 8 του Ν. 3850/2010, σύμφωνα με τον οποίο οι επιχειρήσεις που απασχολούν λιγότερους από 50 εργαζόμενους υποχρεούνται στην πρόσληψη "τεχνικού ασφαλείας" και εφόσον η επιχείρηση απασχολεί μεγαλύτερο αριθμό των 50 ατόμων, υποχρεούται και στην πρόσληψη "ιατρού εργασίας". Υπόψη ότι, παραρτήματα, υποκαταστήματα, χωριστές εγκαταστάσεις ή αυτοτελείς εκμεταλλεύσεις εξαρτημένες από την κύρια επιχείρηση θεωρούνται "αυτοτελείς", εφόσον βέβαια απέχουν μεταξύ τους, ή από την κύρια επιχείρηση, ώστε να δυσχεραίνεται το έργο τόσο του τεχνικού ασφαλείας όσο και του ιατρού εργασίας (παρ. 3). Για την αποτελεσματικότητα των καθηκόντων των παραπάνω οργάνων ο οικείος εργοδότης πρέπει να διαθέτει προς αυτούς το αναγκαίο βοηθητικό προσωπικό τις εγκαταστάσεις τις απαραίτητες συσκευές και γενικά τα απαραίτητα μέσα, βεβαρυμένος με τις αντίστοιχες δαπάνες. Η παρακολούθηση μαθημάτων εκπαιδεύσεως και επιμορφώσεως του προσωπικού για τη διευκόλυνση του έργου των ως άνω οργάνων αποτελεί υποχρέωση του εργοδότου (παρ. 4 και 5). Παρέχεται η δυνατότης στον εργοδότη να αναθέσει τα καθήκοντα του "τεχνικού" και του ιατρού σε άτομα που απασχολούνται στην επιχείρηση, ή εκτός αυτής ή και σε τρίτους (ΕΞ.Υ.ΠΠ) (αρθρ. 9). Η ανάθεση "καθηκόντων" σε τρίτους που έχουν τα απαιτούμενα προσόντα και την υλικοτεχνική υποδομή, γνωστοποιείται εγκαίρως και στις Υπηρεσίες του ΣΕΠΕ. Ανάλογα με την κατάταξη των επιχειρήσεων σε κλάδους της οικονομικής δραστηριότητος τους (Α, Β και Γ) καθορίζονται και οι ώρες απασχολήσεως του "τεχνικού" και του "ιατρού" (άρθρ. 10). Με τις διατάξεις των άρθρων 11 και 12, 13, 14, 15, 16, 17, 18 καθορίζονται και τα απαιτούμενα προσόντα των παραπάνω οργάνων, ενώ με τις λοιπές διατάξεις του Ν. 3850/2010 προσδιορίζονται οι συμβουλευτικές αρμοδιότητες του τεχνικού ασφαλείας, ο τρόπος επιβλέψεως των συνθηκών εργασίας, προς δε και οι αντίστοιχες του ιατρού εργασίας και τέλος με το άρθρο 21, καθορίζεται και ο χρόνος απασχολήσεως των εν λόγω προσώπων. Τέλος, θα πρέπει να υπενθυμισθούν και οι διατάξεις των άρθρων 67 και 71 οι οποίες προβλέπουν την επιβολή διοικητικών και ποινικών κυρώσεων στους παραβάτες. Οι διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλονται από τα όργανα του ΣΕΠΕ με αιτιολογημένη πράξη τους, προβλέπουν χρηματικά πρόστιμα από 500 ευρώ έως 50.000 ή και προσωρινή διακοπή της λειτουργίας της επιχειρήσεως, ή τμημάτων αυτής. 8. Ποινικές και διοικητικές κυρώσεις Οι ποινικές κυρώσεις στους παραβάτες των παραπάνω υποχρεώσεων ασκούνται και επιβάλλονται στα πλαίσια του άρθρου 458 του Ποιν. Κώδικα, ή με κρατήσεις και φυλακίσεις μέχρι 2 έτη ανάλογα με το μέγεθος του αδικήματος, ιδίως όταν πρόκειται για παραβάσεις που αφορούν ανηλίκους. 9. Η εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 3850/2010 στις επιχειρήσεις που διαθέτουν δίκτυο υποκαταστημάτων σε όλη την χώρα Τέτοιες εταιρείες είναι συνήθως οι Τράπεζες οι οποίες εκτός των Κεντρικών Υπηρεσιών τους, διατηρούν καταστήματα, υποκαταστήματα και λοιπές εγκαταστάσεις σε όλη την χώρα. Ανάλογα με τις λειτουργικές και διαρθρωτικές ανάγκες τους, το εύρος δραστηριότητος και την κίνηση της αγοράς, οι επιχειρήσεις τέτοιου επιπέδου έχουν συστήσει περιφερειακές κεντρικές μονάδες, που καλύπτουν διοικητικά τις επί μέρους Υπηρεσίες (Γραφεία, καταστήματα κλπ.) συγκεκριμένων γεωγραφικών περιοχών της χώρας. Ενόψει της υφισταμένης ως άνω καταστάσεως και της προεκτεθείσης νομοθεσίας, η σύσταση των "Ε.Υ.Α.Ε." προς δε και της επιλογής των "Εκπροσώπων" γίνεται με βάση τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούνται σε κάθε Υπηρεσία ευρυτέρας ή μικροτέρας διοικητικής αρμοδιότητος. Σύμφωνα με το άρθρο 4 η σύσταση των "Ε.Υ.Α.Ε." γίνεται εφόσον στον συγκεκριμένο τομέα της επιχειρήσεως ή στις επιμέρους εγκαταστάσεις της Τραπέζης απασχολούνται περισσότεροι, των 50 ατόμων, ενώ σε Υπηρεσίες με αριθμό εργαζομένων 20 ατόμων ή και μικρότερο των 20, επιλέγονται οι "Εκπρόσωποι" για χρονικό διάστημα 2 ετών. Υπενθυμίζεται και πάλι ότι παραρτήματα, καταστήματα και χωριστές εγκαταστάσεις θεωρούνται ως "αυτοτελείς" εφόσον η απόσταση τους από την κεντρική (κύρια) επιχείρηση, ή την κεντρική περιφερειακή μονάδα της επιχειρήσεως ή αναλόγου μορφής εκμεταλλεύσεως δικαιολογεί την ιδιαίτερη σύστασή τους. Αν όχι τότε καλύπτονται από τις, κεντρικές συσταθείσες "Ε.Υ.Α.Ε.". Το ίδιο ισχύει και για τις "τρίτες" επιχειρήσεις που εξαρτώνται από την κύρια επιχείρηση. Προς αποφυγή επιλογής πολλαπλών "Εκπροσώπων" απομεμακρυσμένων Υπηρεσιών της κεντρικής επιχειρήσεως, σκόπιμη θεωρείται η σύσταση Ε.Υ.Α.Ε., (πλην της κεντρικής περιοχής των Αθηνών ή άλλης ευρύτερης περιοχής και στις "Περιφερειακές" Κεντρικές μονάδες τους που καλύπτουν διοικητικά μεγάλο ή μικρό αριθμό υποκαταστημάτων ή άλλων εγκαταστάσεων). Για τον αριθμό των μελών των Ε.Υ.Α.Ε., εφαρμογή έχουν οι διατάξεις του άρθρου 6. Ο αριθμός των μελών της Ε.Υ.Α.Ε. θα πρέπει να καθορίζεται ανάλογα με τον αριθμό εργαζομένων της Κεντρικής Υπηρεσίας της επιχειρήσεως και εκάστης των κεντρικών "περιφερειακών" μονάδων αυτής, με τον περιορισμό βέβαια ότι, δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το ανώτατο όριο των 7 μελών στην περίπτωση που η επιχείρηση απασχολεί μεγαλύτερο αριθμό των 2.000 ατόμων. Επισημαίνεται και πάλι, ότι, εφόσον η επιλογή τόσο των μελών της Ε.Υ.Α.Ε., όσο και των «Εκπροσώπων» στην επιχείρηση, γίνεται για πρώτη φορά τότε η επιλογή αυτή θα πρέπει να προκύψει ύστερα από σύγκληση της γενικής συνελεύσεως. Την σύγκληση αυτή θα πρέπει να προκαλέσει η πλέον αντιπροσωπευτική συνδικαλιστική οργάνωση που δραστηριοποιείται στον χώρος της επιχειρήσεως, η οποία (οργάνωση) θα προτείνει συγχρόνως και τους εκπροσώπους για την κατάληψη των θέσεων στις Ε.Υ.Α.Ε. και στους «Εκπροσώπους» του άρθρου 4 του Ν. 3850/2010. Οι απλώς αντιπροσωπευτικές συνδικαλιστικές οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στους ίδιους χώρους δεσμεύονται και αυτές από το εκλογικό αποτέλεσμα, το οποίο ειρήσθω έχει καθολική εφαρμογή στο σύνολο των εργαζομένων της επιχειρήσεως.