Μισθολόγιο Στρατιωτικών- Αντισυνταγματικότης διατάξεων ν. 4093/12 Η Ολομέλεια του ΣτΕ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 86 του ν. 4307/14 (ΕΑΕΔ 2015 σελ. 160) με τις οποίες αναπροσαρμόζονται οι τρέχουσες αποδοχές των εν ενεργεία στρατιωτικών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας για τον εξ' εξής χρόνο αντίκεινται προς την απορρέουσα εμμέσως από τις διατάξεις των άρθρων 45, 23 παρ. 2 και 29 παρ. 3 του Συντάγματος αρχή της ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχειρίσεως των στρατιωτικών, όπως το κανονιστικό της περιεχόμενο είχε επακριβώς προσδιορισθεί με τις αρχικώς εκδοθείσες αποφάσεις του Συμβουλίου Επικρατείας (2192-6/14). Η ακύρωση της Υ.Α. 2/88371/ΔΕΠ 17.11.2014 (ΕΑΕΔ 2015 σελ. 57) αφορά όλους, ανεξαιρέτως, τους απόστρατους στρατιωτικούς και όλους τους εν ενεργεία στρατιωτικούς των Ενόπλων δυνάμεων. ΣτΕ 258/2018 Ολομέλεια Πρόεδρος: Ο κ. Ν. Σακελλαρίου Εισηγητής: Ο κ. Π. Καρλής Δικηγόροι: Οι κ.κ. Εμμ. Ρωμαίος - Γ. Ανδρέου Με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση της υπ' αριθμ. οικ 2/88371/ΔΕΠ/17.11.2014 κοινής αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών, Εθνικής Άμυνας, Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και Ναυτιλίας και Αιγαίου (Β' 3093/18.11.2014), κατά το μέρος που, με αυτήν, καθορίσθηκε ο χρόνος και ο τρόπος καταβολής στα εν ενεργεία στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και τους απόστρατους στρατιωτικούς των μισθολογικών και συνταξιοδοτικών διαφορών που προέκυψαν από την αναδρομική, από 1.8.2012, αναπροσαρμογή των αποδοχών και των συντάξεών τους με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 86 του Ν. 4307/14 (Α' 246), κατόπιν των 2192-3/2014 ακυρωτικών αποφάσεων της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας. 3. Η υπόθεση εισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον της Ολομέλειας κατόπιν της από 19.1.2015 πράξεως του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, λόγω σπουδαιότητας, σύμφωνα με τα άρθρα 14 παρ. 2 εδαφ. α', 20 και 21 του Π. Δ/τος 18/1989 (Α' 8). 4. Με το από 24.3.2015 κοινό δικόγραφο του Κ.Κ. και λοιπών παρεμβαίνουν στη δίκη, κατ' επίκληση του άρθρου 1 παρ. 1 του Ν. 2479/97 (Α' 67), δύο χιλιάδες εννιακόσια δεκαπέντε (2915) φυσικά πρόσωπα, εν ενεργεία στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας και συνταξιούχοι των Ενόπλων αυτών Σωμάτων, επικαλούμενοι ότι έχουν ασκήσει ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αντιστοίχως, ένδικα βοηθήματα, στα οποία τίθεται το ίδιο νομικό ζήτημα. 5. Με τις 2192-3/2014 αποφάσεις της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας ακυρώθηκε η οικ 2/83408/0022/14.11.2012 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών (Β' 3017/14.11.2012), κατά το μέρος που αφορούσε την αναδρομική, από 1.8.2012 έως την εφαρμογή του Ν. 4093/12 (Α' 222), μείωση των αποδοχών των εν ενεργεία στρατιωτικών και των αποστράτων αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων, κατ' εφαρμογή των διατάξεων της υποπαραγράφου Γ1 του άρθρου πρώτου του ίδιου νόμου, συνεπεία της οποίας αυτοί υποχρεώθηκαν να επιστρέψουν αποδοχές και συντάξεις, που είχαν ήδη εισπράξει, ως αχρεωστήτως καταβληθείσες. Αντίστοιχες αποφάσεις της Ολομελείας εκδόθηκαν και για το ένστολο προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας (2194-5/2014) και του Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής (2196/2014). Μετά τη δημοσίευση των ακυρωτικών αποφάσεων, ορισμένοι από τους διαδίκους των σχετικών δικών άσκησαν, κατ' επίκληση των διατάξεων του Ν. 3068/02 (Α' 274) και του Π. Δ/τος 61/2004 (Α' 54), αιτήσεις για τη διαπίστωση της μη συμμορφώσεως της διοικήσεως προς τις αποφάσεις αυτές. Επί των αιτήσεων αυτών εκδόθηκαν τα 10-13/2014 πρακτικά του Τριμελούς Συμβουλίου Συμμορφώσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας, με τα οποία κρίθηκε ότι η διοίκηση δεν είχε συμμορφωθεί προς τις προμνησθείσες ακυρωτικές αποφάσεις και εκλήθη το καθ' ύλην αρμόδιο Υπουργείο Οικονομικών αφενός μεν να επιστρέψει τις αποδοχές και τις συντάξεις που τα μέλη των αιτουσών ενώσεων και ομοσπονδιών είχαν υποχρεωθεί να επιστρέψουν, ως αχρεωστήτως καταβληθείσες, συνεπεία της αναδρομικής εφαρμογής των αντισυνταγματικών διατάξεων του Ν. 4093/12 (1.8.2012 - 31.12.2012), αφετέρου δε να μεριμνήσει για τον τρόπο επιστροφής των χρηματικών ποσών που αντιστοιχούσαν στη διαφορά μεταξύ των αποδοχών και των συντάξεων που ελάμβαναν προ της εφαρμογής του τελευταίου αυτού νόμου και εκείνων που πράγματι τους κατεβλήθησαν μετά τις αντισυνταγματικές περικοπές. Για το μεταγενέστερο, εξάλλου, της δημοσιεύσεως των ακυρωτικών αποφάσεων χρονικό διάστημα, η Διοίκηση εκλήθη να θεωρήσει ως ισχύουσες τις προ του Ν. 4093/12 μισθολογικές και συνταξιοδοτικές διατάξεις και να καταβάλει στους στρατιωτικούς και τους υπηρετούντες στα Σώματα Ασφαλείας για τον εφεξής χρόνο τις αποδοχές και τις συντάξεις που δικαιούνταν βάσει των τελευταίων αυτών διατάξεων. Το Τριμελές Συμβούλιο έκρινε, περαιτέρω, ότι ο νομοθέτης και, κατ' εξουσιοδότηση αυτού, η κανονιστικώς δρώσα Διοίκηση διατηρούν την ευχέρεια να προβούν στην κατάρτιση νέου μισθολογίου για τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας επί τη βάσει των κριτηρίων που τέθηκαν με τις αποφάσεις της Ολομέλειας, στην περίπτωση, ωστόσο, αυτή, κατά τη διαμόρφωση του νέου μισθολογίου, οι αποδοχές των στρατιωτικών και των στελεχών των Σωμάτων Ασφαλείας δεν θα μπορούσαν να καθορισθούν σε επίπεδα αντίστοιχα και, κατά μείζονα λόγο, κατώτερα εκείνων που είχαν διαμορφωθεί κατ' εφαρμογήν των διατάξεων του Ν. 4093/12 που είχαν κριθεί αντισυνταγματικές. Μετά την έκδοση των πρακτικών του Τριμελούς Συμβουλίου και ενώ εκκρεμούσε η διαδικασία συμμορφώσεως της διοικήσεως, δημοσιεύθηκε ο Ν. 4307/14 (Α' 246/15.11.2014), στο άρθρο 86 του οποίου περιελήφθησαν ρυθμίσεις σχετικά με τη μισθολογική αποκατάσταση των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας. Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού καταργήθηκαν, αφ' ης ίσχυσαν, οι προμνησθείσες αντισυνταγματικές διατάξεις του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/12 (παρ. 1), αντικαταστάθηκαν εκ νέου, από 1.8.2012, τα άρθρα 50 παρ. 2 και 3 και 51 παρ. 3 - 8α και 10 του Ν. 3205/03 (Α' 297), αυξήθηκε ο βασικός μισθός του ανθυπολοχαγού και των αντιστοίχων βαθμών, καθορίσθηκαν νέοι συντελεστές προσδιορισμού βασικών μισθών και αναπροσαρμόσθηκαν τα διάφορα επιδόματα των στρατιωτικών και των στελεχών των Σωμάτων Ασφαλείας (παρ. 2). Κατ' εξουσιοδότηση, εξάλλου, της παραγράφου 3 του ίδιου άρθρου, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη κανονιστική πράξη (οικ. 2/88371/ΔΕΠ/14/17.11.2014, Β' 3093), με την οποία καθορίσθηκε ο χρόνος και ο τρόπος καταβολής στα εν ενεργεία στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας και τους συνταξιούχους των Σωμάτων αυτών των μισθολογικών και συνταξιοδοτικών διαφορών που προέκυψαν από την αναδρομική, από 1.8.2012, αναπροσαρμογή των αποδοχών και των συντάξεών τους, με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 86 του Ν. 4307/14. Μετά τις νομοθετικές αυτές εξελίξεις, το Τριμελές Συμβούλιο Συμμορφώσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας, επιλαμβανόμενο εκ νέου της υποθέσεως, εξέδωσε τις 18-21/2015 αποφάσεις, με τις οποίες έκρινε ότι η Διοίκηση εν μέρει μόνον συμμορφώθηκε προς τις ακυρωτικές αποφάσεις της Ολομελείας, για τον λόγο δε αυτό επέβαλε σε βάρος του Υπουργείου Οικονομικών την κατ' άρθρο 3 παρ. 3 του Ν. 3068/02 χρηματική κύρωση, το ύψος της οποίας προσδιόρισε, για κάθε αίτηση, στο ποσό των πενήντα χιλιάδων ευρώ. Το Συμβούλιο Συμμορφώσεως έκρινε, ειδικότερα, ότι οι νεότερες μισθολογικές ρυθμίσεις δεν συνιστούν πλήρη συμμόρφωση, ούτε κατά το μέρος που αφορά στην υποχρέωση της Διοικήσεως να καταβάλει στους στρατιωτικούς τις αποδοχές που υποχρεώθηκαν να επιστρέψουν ως αχρεωστήτως καταβληθείσες, λόγω των αναδρομικών μειώσεων που υπέστησαν κατ' εφαρμογήν του Ν. 4093/12, ούτε κατά το μέρος που αφορά στην υποχρέωση επιστροφής προς αυτούς των χρηματικών ποσών που αντιστοιχούν στη διαφορά μεταξύ των αποδοχών που ελάμβαναν προ της εφαρμογής του Ν. 4093/12 και των αποδοχών που πράγματι τους κατεβλήθησαν, μετά τις γενόμενες περικοπές, κατά το χρονικό διάστημα από της ενάρξεως ισχύος του Ν. 4093/12 και μέχρι της δημοσιεύσεως του Ν. 4307/14, καθόσον για αμφότερες τις περιπτώσεις προβλέφθηκε μερική μόνον, κατά το ήμισυ περίπου, επιστροφή των αντίστοιχων ποσών. Καθ' όσον αφορά, εντούτοις, τις μετά την έναρξη ισχύος του Ν. 4307/14 εφεξής καταβαλλόμενες αποδοχές των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας (μετά την 15.11.2014), το Τριμελές Συμβούλιο έκρινε ότι δεν μπορούσε να υπεισέλθει στο ζήτημα αν οι αποδοχές αυτές ήταν οι προσήκουσες, καθόσον το ζήτημα αυτό, συναπτόμενο με τη συνταγματικότητα των νεότερων νομοθετικών ρυθμίσεων, δεν μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο της διαδικασίας συμμορφώσεως. 6. Αιτήσεις ακυρώσεως των Ενώσεων Αποστράτων Αξιωματικών του Στρατού, του Ναυτικού και της Αεροπορίας και της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ενώσεων Στρατιωτικών (και των περιφερειακών ενώσεων στρατιωτικών Αττικής και Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης) κατά της προσβαλλομένης, με την υπό κρίση αίτηση, κοινής υπουργικής αποφάσεως έγιναν, αντιστοίχως, δεκτές με τις 1128 και 1125/2016 αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας. Κατά της αυτής υπουργικής αποφάσεως ασκήθηκαν αιτήσεις ακυρώσεως και από τις δευτεροβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις του προσωπικού του Λιμενικού Σώματος (Π.Ο.Ε.Π.Λ.Σ.) και των αστυνομικών υπαλλήλων και αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας (Π.Ο.ΑΣ.Υ. και Π.Ο.ΑΞΙ.Α.), οι οποίες έγιναν, αντιστοίχως, δεκτές με τις 1126 και 1127/2016 αποφάσεις του Δικαστηρίου. Με τις αποφάσεις αυτές ακυρώθηκε η ήδη προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση, καθ' ο μέρος αφορούσε τα μέλη των αιτουσών συνδικαλιστικών οργανώσεων και των ενώσεων αποστράτων, για τον λόγο ότι οι διατάξεις του άρθρου 86 του Ν. 4307/14, κατ' επίκληση των οποίων εκδόθηκε η πράξη αυτή, αντίκεινται στο άρθρο 95 παρ. 5 του Συντάγματος και στην, απορρέουσα από πλείονες συνταγματικές διατάξεις (άρθρα 45, 23 παρ. 2 και 29 παρ. 3 του Συντ.), αρχή της ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχειρίσεως των στρατιωτικών. Με τις αποφάσεις της Ολομέλειας έγιναν, ειδικότερα, δεκτά τα εξής: α) με τις διατάξεις του άρθρου 86 παρ. 2 του Ν. 4307/14 θεσπίσθηκε ιδιότυπο μισθολόγιο των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, προκειμένου η διοίκηση να συμμορφωθεί προς τις ακυρωτικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, β) οι αναπροσαρμοσμένες, με το μισθολόγιο αυτό, αποδοχές ήταν μεν ανώτερες εκείνων που ελάμβαναν τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας υπό την ισχύ του Ν. 4093/12, κυμαίνονταν, όμως, σε επίπεδα κατώτερα εκείνων που είχαν διαμορφωθεί πριν από την 1.8.2012, και γ) στο νέο μισθολόγιο προσδόθηκε αναδρομική ισχύς, η οποία ανατρέχει στον χρόνο ενάρξεως ισχύος των διατάξεων του Ν. 4093/12, οι οποίες είχαν, κατά τα ήδη εκτεθέντα, κριθεί αντισυνταγματικές, με συνέπεια οι νεότερες μισθολογικές ρυθμίσεις να αντικαθιστούν τις κριθείσες ως αντισυνταγματικές διατάξεις αναδρομικώς από 1.8.2012. Κατά την κρίση του Δικαστηρίου, η έκδοση της προσβαλλόμενης κανονιστικής αποφάσεως έγινε για τη ρύθμιση των ζητημάτων που συνδέονται με την αναδρομική ισχύ του νεότερου νόμου (Ν. 4307/14), η διαδικασία ψήφισης του οποίου άρχισε ικανό χρονικό διάστημα μετά την έναρξη της διαδικασίας συμμορφώσεως ενώπιον του αρμοδίου Τριμελούς Συμβουλίου του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατά την οποία υπεδείχθησαν στη διοίκηση οι υποχρεώσεις συμμορφώσεως που απέρρεαν από τις ακυρωτικές αποφάσεις. Κατ' εκτίμηση τούτων και λαμβάνοντας, περαιτέρω, υπόψη ότι, εφόσον ο νομοθέτης εκδήλωσε σαφώς την πρόθεση του να συμμορφωθεί προς τις αποφάσεις αυτές, αιτιολογώντας, μάλιστα, τις εισαχθείσες ρυθμίσεις διαφορετικά για το παρελθόν και διαφορετικά για τον εφεξής χρόνο, η Ολομέλεια κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι νεότερες νομοθετικές ρυθμίσεις ενέχουν δύο διακριτά, μεταξύ τους, κεφάλαια και, συγκεκριμένα, αφενός μεν το κεφάλαιο της αναδρομής, το οποίο αφορά στο χρονικό διάστημα από την έναρξη ισχύος του Ν. 4093/12 (1.8.2012) έως και τη δημοσίευση του Ν. 4307/14 (15.11.2014) και αφετέρου το κεφάλαιο που αφορά στο χρονικό διάστημα από της δημοσιεύσεως του νεότερου νόμου και εφεξής. Εκκινώντας από την αφετηρία αυτή, το Δικαστήριο έκρινε ότι, καθ' ο μέρος αφορά το παρελθόν, οι ρυθμίσεις του άρθρου 86 του Ν. 4307/14, οι οποίες εκλαμβάνουν τον χαρακτήρα επιστροφής σε κάθε ένα από τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας και τους συνταξιούχους των ενόπλων αυτών σωμάτων των χρηματικών ποσών που τους περιεκόπησαν παρανόμως με τις αντισυνταγματικές διατάξεις του Ν. 4093/12, συνιστούν πλημμελή συμμόρφωση προς τις ακυρωτικές αποφάσεις, καθόσον οι νεότερες αυτές διατάξεις προβλέπουν ότι τα αντίστοιχα ποσά θα τους καταβληθούν μόνον κατά το ήμισυ. Για τους λόγους αυτούς, εκρίθη ότι οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 86 του Ν. 4307/14, κατά το αναδρομικό αυτών μέρος, όπως, επίσης, και οι διατάξεις της απολύτως συναφούς διατάξεως της παραγράφου 3 του ίδιου άρθρου, κατ' επίκληση των οποίων εκδόθηκε η ήδη προσβαλλόμενη κοινή υπουργική απόφαση, αντίκεινται στο άρθρο 95 παρ. 5 του Συντάγματος, με το οποίο επιβάλλεται στη διοίκηση η υποχρέωση συμμορφώσεως προς τις ακυρωτικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας. Με τις ακυρωτικές αποφάσεις έγινε, περαιτέρω, δεκτό ότι, με τις διατάξεις του άρθρου 86 του Ν. 4307/14, ο νομοθέτης προέβη και σε αναπροσαρμογή για το μέλλον των τρεχουσών αποδοχών των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας για λόγους αμιγώς δημοσιονομικού χαρακτήρα, οι οποίοι, κατά την ειδικότερη εκτίμηση του νομοθέτη, καθιστούσαν προσωρινώς ανέφικτη την πλήρη μισθολογική αποκατάσταση των στρατιωτικών στα προ του αντισυνταγματικού Ν. 4093/12 επίπεδα. Οι λόγοι, εντούτοις, αυτοί, επαναλαμβανόμενοι ομοιόμορφα και κατά τις προηγούμενες μειώσεις, δεν μπορούσαν να καταστήσουν συνταγματικώς ανεκτές τις επίμαχες ρυθμίσεις, καθόσον το νεότερο μισθολόγιο παρουσιάζεται ως αποκλειστικό αποτέλεσμα των περιορισμένων δημοσιονομικών δυνατοτήτων της χώρας και της εξ αυτών προκαλούμενης αδυναμίας πλήρους αποκαταστάσεως του μισθολογίου των στρατιωτικών. Αναδεικνύεται, κατ' αυτόν τον τρόπο, ως κύριο κριτήριο η επιλογή του νομοθέτη οι νέες περικοπές να αντιστοιχούν στο ήμισυ των αρχικών περικοπών, γεγονός που, κατά την εκτίμηση της Ολομελείας, έχει ως συνέπεια το επιλεγέν κριτήριο να προσλαμβάνει, εξ αντανακλάσεως, έναν οιονεί μαθηματικό χαρακτήρα, συνδεόμενο αμέσως μεν με το ποσοστό της μισθολογικής αποκαταστάσεως των στρατιωτικών, εμμέσως δε και πάλι με τους σκοπούς της προγενέστερης αντισυνταγματικής ρυθμίσεως του Ν. 4093/12, την επίτευξη, δηλαδή, συγκεκριμένης μεσοσταθμικής μειώσεως του μισθολογικού κόστους του μισθοδοτούμενου, βάσει "ειδικών" μισθολογίων, προσωπικού. Δεν αποτέλεσε, αντιθέτως, το νέο μισθολόγιο των στρατιωτικών προϊόν πραγματικής εκ μέρους του νομοθέτη αξιολογήσεως, κατόπιν σταθμίσεως των κριτηρίων που ετέθησαν με τις ακυρωτικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, με αποτέλεσμα οι σχετικές ρυθμίσεις να μην πληρούν τις απαιτήσεις της αρχής της ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχείρισης των στρατιωτικών, ως αρχής που εγγυάται την αποτελεσματική εκπλήρωση της κρατικής αποστολής τους και ως αντιστάθμισμα για τις ιδιαίτερες συνθήκες εκτελέσεως των καθηκόντων τους. Δεν ελήφθησαν, ειδικότερα, υπόψη, κατά τη διαμόρφωση του νέου μισθολογίου, πέραν του, κατά τα ανωτέρω, αμιγώς ποσοτικού και, ως εκ τούτου, προδήλως απρόσφορου κριτηρίου, η σημασία της αποστολής των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας και οι ιδιαίτερες συνθήκες ασκήσεως των καθηκόντων των στελεχών τους, ούτε, άλλωστε, εκτιμήθηκε τεκμηριωμένα αν, και μετά τις νέες μειώσεις, οι αποδοχές των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας παραμένουν επαρκείς για την αντιμετώπιση του κόστους αξιοπρεπούς διαβίωσής τους και ανάλογες της αποστολής τους. Κατ' εκτίμηση τούτων, η Ολομέλεια κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 86 του Ν. 4307/14, με τις οποίες αναπροσαρμόζονται οι τρέχουσες αποδοχές των εν ενεργεία στρατιωτικών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας για τον εφεξής χρόνο αντίκεινται προς την απορρέουσα εμμέσως από τις διατάξεις των άρθρων 45, 23 παρ. 2 και 29 παρ. 3 του Συντάγματος αρχή της ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχειρίσεως των στρατιωτικών, όπως το κανονιστικό της περιεχόμενο είχε επακριβώς προσδιορισθεί με τις αρχικώς εκδοθείσες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (2192-6/2014). 7. Ήδη, με την υπό κρίση αίτηση, οι αιτούντες, οι είκοσι εννέα πρώτοι των οποίων (1ος έως 29ος του δικογράφου) είναι απόστρατοι αξιωματικοί και οι λοιποί, (30ος έως 35ος του δικογράφου), εν ενεργεία στελέχη των ενόπλων δυνάμεων, ζητούν, όπως προελέχθη, την ακύρωση της προσβαλλομένης κοινής υπουργικής αποφάσεως (οικ 2/88371/ΔΕΠ/17.11.2004), κατά το μέρος που αφορά τον καθορισμό του χρόνου και του τρόπου καταβολής στα εν ενεργεία στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και τους απόστρατους στρατιωτικούς των μισθολογικών και συνταξιοδοτικών διαφορών που προέκυψαν από την αναδρομική αναπροσαρμογή των αποδοχών και των συντάξεών τους με το άρθρο 86 παρ. 2 του Ν. 4307/14. 8. Με το άρθρο 1 του Ν. Δ/τος 1171/1972 (Α' 82) συστάθηκαν, ως νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τελούντα υπό την εποπτεία του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, οι Ενώσεις Αποστράτων Αξιωματικών του Στρατού, του Ναυτικού και της Αεροπορίας. Κατά τον νόμο αυτό, σκοπός των ενώσεων είναι, μεταξύ άλλων, "η επιμέλεια των συμφερόντων και η παρακολούθησις και διεκπεραίωσις των γενικών ζητημάτων των μελών αυτών" (άρθρο 2 παρ. 1 περ. γ'), ενώ μέλη των ενώσεων, κατά το άρθρο 3 του ως άνω Ν. Δ/τος, "καθίστανται υποχρεωτικώς οι εν αποστρατεία Αξιωματικοί και Ανθυπασπισταί των Κλάδων Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Χωροφυλακής και Λιμενικού, οι λαμβάνοντες μέρισμα εκ τινός των Μετοχικών Ταμείων των Ενόπλων Δυνάμεων". Εξάλλου, τα ζητήματα της συνδικαλιστικής εκπροσώπησης των εν ενεργεία στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων ρυθμίσθηκαν νομοθετικά το πρώτον με το άρθρο 50 του Ν. 4407/16 (Α' 134/27.6.2016), με το οποίο προστέθηκε νέο άρθρο 30Γ στον Ν. 1264/82 "για τον εκδημοκρατισμό του συνδικαλιστικού κινήματος και την κατοχύρωση των συνδικαλιστικών ελευθεριών των εργαζομένων" (Α' 79). Στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού προβλέπονται τα εξής: "1..... 4. Οι εν ενεργεία στρατιωτικοί επιτρέπεται να συστήσουν: α. Σε κάθε Περιφέρεια (ΟΤΑ) ή Περιφερειακή Ενότητα του Ν. 3852/10 (Α' 87), όπως ισχύει κάθε φορά, μια πρωτοβάθμια Περιφερειακή Ένωση εν ενεργεία Στρατιωτικών, με την επωνυμία: "Ένωση Στρατιωτικών Περιφέρειας ή Περιφερειακής Ενότητας....", στην οποία δύνανται να εγγραφούν οι υπηρετούντες στις Μονάδες, που εδρεύουν στα γεωγραφικά όρια της Περιφέρειας ή Περιφερειακής Ενότητας αυτής, εν ενεργεία στρατιωτικοί όλων των Κλάδων και βαθμών, ως και των Κοινών Σωμάτων, ανεξαρτήτως προέλευσης. β. Μία Πανελλήνια Ομοσπονδία των πρωτοβάθμιων Περιφερειακών Ενώσεων, ως δευτεροβάθμιο σωματείο, με την επωνυμία: "Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενώσεων Στρατιωτικών". 5. Κάθε εν ενεργεία στρατιωτικός δικαιούται να είναι μέλος μόνο του σωματείου της Περιφέρειας ή της Περιφερειακής Ενότητας στην οποία εδρεύει η Μονάδα όπου υπηρετεί, κατά τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου. Σε περίπτωση που υπηρετεί σε Μονάδα που εδρεύει σε Περιφέρεια ή Περιφερειακή Ενότητα, στην οποία δεν υφίσταται σωματείο, δύναται να εγγραφεί στο υφιστάμενο σωματείο που βρίσκεται στην εγγύτερη της Μονάδας Περιφέρεια ή Περιφερειακή Ενότητα... 11. Το ΥΠΕΘΑ και το ΓΕΕΘΑ οφείλουν να παραχωρήσουν κατάλληλο χώρο στην Πανελλήνια Ομοσπονδία, προκειμένου να λειτουργεί ως γνωμοδοτικό όργανο. 12..... 13. Η Πανελλήνια Ομοσπονδία, πέραν των οργάνων της .... οφείλει να συγκροτήσει Πειθαρχικό Συμβούλιο, ενώπιον του οποίου θα παραπέμπεται κάθε ένωση μέλος της που παραβιάζει τον παρόντα νόμο και το καταστατικό της Ομοσπονδίας .... 14. Τα πρωτοβάθμια σωματεία και το σωματείο με την επωνυμία: "Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενώσεων Στρατιωτικών", που έχουν ήδη συσταθεί, οφείλουν να προσαρμόσουν τα καταστατικά τους στις ρυθμίσεις των παραπάνω διατάξεων .... Μόνο τα νομικά πρόσωπα, που συνιστώνται και λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, μπορούν να εκπροσωπούν τα συμφέροντα των εν ενεργεία στρατιωτικών..". 9. Ενόψει του προβληθέντος λόγου ακυρώσεως περί αντισυνταγματικότητας των μισθολογικών ρυθμίσεων του άρθρου 86 του Ν. 4307/14, με τις προαναφερθείσες στη σκέψη 6 αιτήσεις ακυρώσεως των Ενώσεων Αποστράτων Αξιωματικών του Στρατού, του Ναυτικού και της Αεροπορίας και της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ενώσεων Στρατιωτικών κ.λπ., επ' ονόματι και για λογαριασμό αφενός μεν όλων των αποστράτων στρατιωτικών, οι οποίοι ως εκ της ιδιότητάς τους είναι αυτοδικαίως, εκ του νόμου, μέλη μιας εκ των ανωτέρω Ενώσεων, και αφετέρου όλων των ενεργεία στελεχών των ενόπλων δυνάμεων, υπέρ των επαγγελματικών συμφερόντων όλων ανεξαιρέτως ενεργεί η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενώσεων Στρατιωτικών ως εκ του θεσμικού της ρόλου (βλ. και άρθρο 2 του Καταστατικού της ΠΟΕΣ), η ακύρωση, με τις επί των αιτήσεων αυτών εκδοθείσες, αντιστοίχως, 1128 και 1125/2016 αποφάσεις της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας, της ήδη προσβαλλομένης κοινής υπουργικής αποφάσεως αφορά όλους, ανεξαιρέτως, τους απόστρατους στρατιωτικούς και όλους τους εν ενεργεία στρατιωτικούς των ενόπλων δυνάμεων. Ειδικότερα δε, με την 1125/2016 απόφαση της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας ακυρώθηκε η προσβαλλόμενη κοινή υπουργική απόφαση, για τον προεκτεθέντα λόγο περί αντισυνταγματικότητας του ειδικού μισθολογίου όχι μόνον ως προς τα εγγεγραμμένα, κατά τον χρόνο δημοσιεύσεως της δικαστικής αποφάσεως, μέλη της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ενώσεων Στρατιωτικών, αλλά ως προς όλους τους εν ενεργεία στρατιωτικούς, ως εν δυνάμει μέλη των πρωτοβάθμιων ενώσεων στρατιωτικών, όπως είχε συμβεί και με την αρχικώς εκδοθείσα 2193/2014 απόφαση της Ολομελείας, με την οποία είχαν κριθεί αντισυνταγματικές οι διατάξεις του Ν. 4093/12. Εξάλλου, η, σε συμμόρφωση προς τις ανωτέρω ακυρωτικές αποφάσεις, παρέμβαση του νομοθέτη στα ζητήματα του ειδικού μισθολογίου των στρατιωτικών, τα οποία, ως εκ της φύσεώς τους, μόνον ενιαία ρύθμιση επιδέχονται, θα έχει, κατ' ανάγκη, ως περιεχόμενο την αναμόρφωση του μισθολογίου όλων των εν ενεργεία στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και όχι μόνον των μελών των συλλογικών φορέων εκπροσωπήσεώς τους. Τούτο ισχύει και σε περίπτωση αδράνειας του νομοθέτη, οπότε, μετά την κήρυξη της αντισυνταγματικότητας του άρθρου 86 του Ν. 4307/14, αναβιώνουν οι προ του Ν. 4093/12 διατάξεις του Ν. 3205/03, με τις οποίες είχαν εισαχθεί, ενιαίως για όλες τις κατηγορίες στρατιωτικών, ειδικές μισθολογικές ρυθμίσεις. Εφόσον, συνεπώς, το ακυρωτικό αποτέλεσμα των ανωτέρω αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας καταλαμβάνει όλα τα ως άνω πρόσωπα, η προσβαλλόμενη πράξη πρέπει να θεωρηθεί ακυρωθείσα καθ΄ ό μέρος αφορά και τους αιτούντες, απόστρατους και εν ενεργεία στρατιωτικούς των ενόπλων δυνάμεων, ως προς τους οποίους η παρούσα ακυρωτική δίκη πρέπει να κηρυχθεί καταργημένη, κατά το άρθρο 32 παρ. 1 του Π. Δ/τος 18/1989 (8 Α'). 10. Κατόπιν της καταργήσεως της δίκης πρέπει να αποδοθεί το κατατεθέν παράβολο (βλ. άρθρο 36 παρ. 4 του Π. Δ/τος 18/1989 και ΣτΕ 82/2005 Ολ.), ενώ δεν πρέπει, να επιδικασθεί δικαστική δαπάνη, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 39 παρ. 2 του Π. Δ/τος 18/1989, εφόσον η, κατά τα ανωτέρω, ακύρωση της προσβαλλομένης υπουργικής αποφάσεως επήλθε προ της συζητήσεως της υπό κρίση αιτήσεως (πρβλ. ΣτΕ 1750/2016 Ολ.). Κατόπιν, εξάλλου, της καταργήσεως της δίκης, η, κατ' άρθρο 1 παρ. 1 του Ν. 2479/97, παρέμβαση του Κ.Κ. και λοιπών καθίσταται άνευ αντικειμένου (βλ. ΣτΕ 1750/2016 Ολ., 2217/1993, 1249-1250/2016 κ.ά.).