Κοινοποίηση διατάξεων και παροχή οδηγιών για τις τροποποιήσεις των Ρυθμίσεων των διατάξεων: α) των άρθρων 1-17 του ν. 4321/2015, β) του άρθρου 51 του ν. 4305/2014, γ) του άρθρου 43 του ν. 4174/2013 (Κ.Φ.Δ.) και δ) της υποπαραγράφου Α2 της παρ. Α του πρώτου άρθρου του ν. 4152/2013 Εγκ. Υπ. Οικονομικών ΠΟΛ 1226/09.10.2015 Με την παράγραφο Δ «Ρυθμίσεις θεμάτων αρμοδιότητας Υπουργείου Οικονομικών» του δεύτερου άρθρου του μέρους Β' του ν. 4336/2015 τροποποιήθηκαν οι εν θέματι διατάξεις περί ρυθμίσεων βεβαιωμένων οφειλών στη Φορολογική Διοίκηση στα κάτωθι: Α. Ρύθμιση «100 δόσεων» διατάξεων άρθρων 1-17 ν. 4321/2015. 1. Επιτόκιο Με την υποπερίπτωση α της περίπτωσης 15 της υποπαραγράφου Δ1 της Παραγράφου Δ του δεύτερου άρθρου του ν. 4336/2015 αντικαθίσταται/συμπληρώνεται η παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 4321/2015 αναφορικά με το επιτόκιο με το οποίο επιβαρύνονται οι υπαχθείσες στη ρύθμιση των ανωτέρω διατάξεων οφειλές. Αναλυτικότερα: Οι υπαχθείσες στη ρύθμιση οφειλές δεν επιβαρύνονται με προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής κατά Κ.Ε.Δ.Ε και κατά Κ.Φ.Δ. Ωστόσο, οφειλές που έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση επιβαρύνονται με τόκο του οποίου το επιτόκιο υπολογίζεται με βάση το ισχύον επιτόκιο αναφοράς για πράξεις αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, πλέον 5 εκατοστιαίων μονάδων ετησίως υπολογισμένο (ΕΚΤ + 5%). Το σχετικό επιτόκιο ΕΚΤ θα είναι αυτό, που έχει οριστεί και ισχύει την 15.10.2015. Σημειώνεται ότι η ανωτέρω νέα επιβάρυνση στη ρύθμιση των άρθρων 1-17 ν. 4321/2015 θα υπολογιστεί για την υπολειπόμενη ρυθμισμένη οφειλή την 15.10.2015, (ήτοι μετά την παρέλευση διμήνου από τη δημοσίευση του ν. 4336/2015). Κατ' εξαίρεση, βασικές συνολικές οφειλές μέχρι 5.000 που έχουν υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης του ν. 4321/2015, εξακολουθούν να μην επιβαρύνονται με προσαυξήσεις/τόκους εκπρόθεσμης καταβολής ή το ανωτέρω επιτόκιο, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α. ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο που δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα, β. η ακίνητη περιουσία του οφειλέτη, όπως προκύπτει από την τελευταία δήλωση περιουσιακής κατάστασης (Ε9), είναι αντικειμενικής αξίας μέχρι 150.000 ευρώ και γ. η υπαγόμενη στη ρύθμιση βασική οφειλή υπερβαίνει το 50% του δηλωθέντος ετήσιου εισοδήματος του οφειλέτη. Οι ανωτέρω προϋποθέσεις πρέπει να συντρέχουν μετά την παρέλευση διμήνου από τη δημοσίευση του ν. 4336/2015, ήτοι την 15.10.2015 και εξετάζονται όπως έχουν διαμορφωθεί την ανωτέρω ημερομηνία. 2. Απώλεια ρύθμισης Με την υποπερίπτωση δ της περίπτωσης 15 της υποπαραγράφου Δ1 της Παραγράφου Δ του δεύτερου άρθρου του ν. 4336/2015 προστίθεται εδάφιο δ στο άρθρο 8 του ν. 4321/2015, με το οποίο προστίθεται στους ήδη υφιστάμενους λόγους απώλειας, νέος λόγος απώλειας ρύθμισης. Ειδικότερα: Ορίζεται η υποχρέωση τακτοποίησης κατά νόμιμο τρόπο, από την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και μετά, των ληξιπρόθεσμων οφειλών, ατομικών καθώς και αυτών για τις οποίες υπάρχει ευθύνη καταβολής, οι οποίες έχουν βεβαιωθεί στη Φορολογική Διοίκηση εντός τριών (3) μηνών από την παρέλευση της νόμιμης προθεσμίας καταβολής της, προκειμένου να μην απολεσθεί η ρύθμιση. Αναλυτικότερα, σύμφωνα με το νέο λόγο απώλειας, η ρύθμιση απόλλυται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής σύμφωνα με τα στοιχεία βεβαίωσης, εάν ο οφειλέτης: α) δεν έχει εξοφλήσει το σύνολο των ληξιπροθέσμων μη ρυθμισμένων οφειλών του, β) δεν έχει υπαγάγει το σύνολο των ληξιπροθέσμων οφειλών του σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής και γ) δεν υφίσταται καθεστώς αναστολής είσπραξης για τις ανεξόφλητες, μη ρυθμισμένες ληξιπρόθεσμες οφειλές του ατομικές ή από συνυποχρέωση/ συνυπευθυνότητα. Για την ως άνω τακτοποίηση, παρέχεται στον οφειλέτη προθεσμία τριών (3) μηνών από την παρέλευση της νόμιμης προθεσμίας καταβολής των οφειλών ή από την έναρξη ισχύος του νόμου, ήτοι από 19.8.2015, λαμβανομένης υπόψη της ευνοϊκότερης για τον φορολογούμενο εκ των ανωτέρω προθεσμιών. Β. Ρύθμιση διατάξεων άρθρου 51 του ν. 4305/2014 (72 ή 100 δόσεων). 1. Απώλεια ρύθμισης Με την υποπερίπτωση α της περίπτωσης 14 της υποπαραγράφου Δ1 της Παραγράφου Δ του δεύτερου άρθρου του ν. 4336/2015, οι λέξεις «Η μη εμπρόθεσμη καταβολή δόσης έχει ως συνέπειες:» του πρώτου εδαφίου της παρ. 11 του άρθρου 51 του ν. 4305/2014 (Α' 237) αντικαθίστανται και προστίθεται στους ήδη υφιστάμενους λόγους απώλειας της ρύθμισης, νέος λόγος απώλειας. Ειδικότερα, ορίζεται η υποχρέωση, από την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και μετά, τακτοποίησης κατά νόμιμο τρόπο των ληξιπρόθεσμων οφειλών, ατομικών καθώς και αυτών για τις οποίες υπάρχει ευθύνη καταβολής, οι οποίες έχουν βεβαιωθεί στη Φορολογική Διοίκηση. Αναλυτικότερα, η ρύθμιση απόλλυται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής σύμφωνα με τα στοιχεία βεβαίωσης, εάν ο οφειλέτης: α. δεν έχει εξοφλήσει το σύνολο των ληξιπροθέσμων μη ρυθμισμένων οφειλών του, β. δεν έχει υπαγάγει το σύνολο των ληξιπροθέσμων οφειλών του σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής και γ. δεν υφίσταται καθεστώς αναστολής είσπραξης για τις ανεξόφλητες, μη ρυθμισμένες ληξιπρόθεσμες οφειλές του ατομικές ή από συνυποχρέωση/συνυπευθυνότητα. Επισήμανση: Για την ως άνω τακτοποίηση, παρέχεται στον οφειλέτη προθεσμία 30 ημερών, από την κοινοποίηση της ατομικής ειδοποίησης υπερημερίας, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 47 του ΚΦΔ και 7 του ΚΕΔΕ, που θα κοινοποιηθεί στον οφειλέτη από την ημερομηνία ισχύος του ν. 4336/2015, ήτοι από την 19.8.2015 και εφεξής και κατά τη κατά τη διάρκεια της ρύθμισης. 2. Μείωση της διάρκειας της ρύθμισης Με την υποπερίπτωση β της περίπτωσης 14 της υποπαραγράφου Δ1 της Παραγράφου Δ του δεύτερου άρθρου του ν. 4336/2015 προστίθεται εδάφιο δ στην παρ. 15 του άρθρου 51 του ν. 4305/2014 αναφορικά με την μείωση της διάρκειας της ρύθμισης. Ειδικότερα: Με τις ως άνω διατάξεις προστίθεται στα δικαιώματα του Δημόσιου, το δικαίωμα να μειώσει τη διάρκεια της χορηγηθείσας ρύθμισης, μετά τη συμμόρφωση του οφειλέτη στη ρύθμιση εφόσον οποτεδήποτε καθ' όλη τη διάρκεια της ρύθμισης διαπιστωθεί ότι ο οφειλέτης έχει τη δυνατότητα σύμφωνα με τα οικονομικά του δεδομένα, να πληρώνει την οφειλή του σε λιγότερες δόσεις από τις αρχικά χορηγηθείσες. Γ. Ρύθμιση διατάξεων άρθρου 43 Κ.Φ.Δ. 1. Επιτόκιο Με την υποπερίπτωση β της περίπτωσης 13 της υποπαραγράφου Δ1 της Παραγράφου Δ του δεύτερου άρθρου του ν. 4336/2015, προστίθεται στην παρ. 6 του άρθρου 43 του ν. 4174/2013 (Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας - Κ.Φ.Δ.), όπως ισχύει, εδάφιο περί του τόκου με τον οποίο επιβαρύνονται οι υπαχθείσες στη ρύθμιση οφειλές. Επισήμανση 1: Η υπαγωγή του φορολογούμενου σε πρόγραμμα ρύθμισης δεν τον απαλλάσσει από την υποχρέωση καταβολής τόκων επί των ρυθμιζόμενων οφειλών. Ως ποσοστό με το οποίο υπολογίζονται οι τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής, αντί των κατά Κ.Ε.Δ.Ε./Κ.Φ.Δ. τόκων ή προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής ορίζεται το ισχύον επιτόκιο αναφοράς για πράξεις αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής, πλέον πέντε τοις εκατό (5%), ετησίως υπολογισμένο. Επισήμανση 2: Για ισχύουσες ρυθμίσεις η ανωτέρω τροποποίηση στον υπολογισμό του τόκου της ρύθμισης του άρθρου 43 του ΚΦΔ θα υπολογιστεί για την υπολειπόμενη ρυθμισμένη οφειλή, μετά την παρέλευση διμήνου από τη δημοσίευση του ν. 4336/2015, ήτοι την 15.10.2015. Για τις νέες ρυθμίσεις, για τις οποίες η αίτηση υποβάλλεται μετά την 15.10.2015, το σχετικό επιτόκιο ΕΚΤ θα είναι αυτό, όπως έχει οριστεί κατά την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση. 2. Αναστολή προϋποθέσεων υπαγωγής Σύμφωνα με την περ. 13α της Υποπαραγράφου Δ1 της Παραγράφου Δ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015, αναστέλλεται για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών από τη δημοσίευση του ίδιου νόμου, η ισχύς της περίπτωσης γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 43 του ν. 4174/2013 ΦΕΚ 170Α' (Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας), όπως ισχύει, αναφορικά με τη βιωσιμότητα της ρύθμισης και την παροχή εγγυήσεων ή άλλου εμπράγματου βάρους για τη ρύθμιση οφειλών, όπου αυτό απαιτείται στο πλαίσιο των διατάξεων του άρθρου 43 του ως άνω νόμου. Εγγυήσεις, διασφαλίσεις ή εμπράγματες ασφάλειες, που τυχόν έχουν παρασχεθεί κατ' εφαρμογή των σχετικών διατάξεων εξακολουθούν να ισχύουν. Η αναστολή καταλαμβάνει και τις ήδη χορηγηθείσες ρυθμίσεις, ενώ με την επανέναρξη ισχύος των ανωτέρω διατάξεων (από 15.8.2017), η υποχρέωση προσκόμισης των ως άνω δικαιολογητικών και εγγυήσεων δεν καταλαμβάνει τις ήδη χορηγηθείσες ρυθμίσεις κατά τη διάρκεια της αναστολής. Δ. «Πάγια» Ρύθμιση διατάξεων υποπαραγράφου Α2 παρ. Α άρθρου πρώτου Ν. 4152/2013. 1. Επιτόκιο Με την υποπερίπτωση β' της περίπτωσης 10 της υποπαραγράφου Δ1 της Παραγράφου Δ του δεύτερου άρθρου του ν. 4336/2015, οι λέξεις «οκτώ εκατοστιαίων μονάδων» της περίπτωσης 3 της υποπαραγράφου Α.2 της παρ. Α' του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α' 107), αντικαθίστανται με τις λέξεις «πέντε (5) εκατοστιαίων μονάδων» αναφορικά με την προσαύξηση με την οποία επιβαρύνονται οι υπαχθείσες στη ρύθμιση των ανωτέρω διατάξεων οφειλές και ως εκ τούτου μειώνεται το επιτόκιο με το οποίο επιβαρύνονται οι υπαγόμενες στη ρύθμιση οφειλές. Αναλυτικότερα: Ως ποσοστό με το οποίο υπολογίζονται οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, με τις οποίες επιβαρύνεται από 01.01.2013 η βασική ληξιπρόθεσμη υπαχθείσα στη ρύθμιση οφειλή, αντί των προσαυξήσεων ή τόκων εκπρόθεσμης καταβολής κατά Κ.Ε.Δ.Ε και κατά Κ.Φ.Δ., ορίζεται το ισχύον επιτόκιο αναφοράς για πράξεις αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής, πλέον πέντε τοις εκατό (5%), ετησίως υπολογισμένο. Το ανωτέρω ποσοστό προσαυξήσεων παραμένει σταθερό καθ' όλη τη διάρκεια της ρύθμισης. Επισήμανση: Για το χρονικό διάστημα έως και την 14.10.2015 η προσαύξηση εκπρόθεσμης καταβολής συνεχίζει να υπολογίζεται με το ισχύον επιτόκιο αναφοράς για πράξεις αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής πλέον οκτώ τοις εκατό (8%), ετησίως υπολογισμένο. Μετά την ανωτέρω ημερομηνία και για τις ανεξόφλητες δόσεις υφιστάμενων ρυθμίσεων η σχετική προσαύξηση υπολογίζεται με το επιτόκιο ΕΚΤ, όπως έχει οριστεί και ισχύει την 15.10.2015 πλέον πέντε τοις εκατό (5%), ετησίως υπολογισμένο. Για τις νέες ρυθμίσεις που χορηγούνται μετά την ανωτέρω ημερομηνία το σχετικό επιτόκιο ΕΚΤ θα είναι αυτό, όπως έχει οριστεί κατά την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στην πάγια ρύθμιση. 2. Αναστολή προϋποθέσεων υπαγωγής Σύμφωνα με την περ. 10α της Υποπαραγράφου Δ1 της Παραγράφου Δ Ρυθμίσεις Θεμάτων Υπουργείου Οικονομικών του δεύτερου άρθρου του ν. 4336/2015, αναστέλλεται για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών από τη δημοσίευση του ίδιου νόμου, η ισχύς της υποπερίπτωσης γ' της περίπτωσης 6 της υποπαραγράφου Α.2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, όπως ισχύει, ως προς τις προϋποθέσεις πιστοποίησης από ανεξάρτητο εκτιμητή, παροχής εγγύησης ή διασφάλισης ή εμπράγματης ασφάλειας όπου αυτό απαιτείτο, καθώς και εν γένει η προϋπόθεση της βιωσιμότητας του διακανονισμού. Η αναστολή καταλαμβάνει και τις ήδη χορηγηθείσες ρυθμίσεις, ενώ με την επανέναρξη ισχύος των ανωτέρω διατάξεων (από 15.8.2017), η υποχρέωση προσκόμισης των ως άνω δικαιολογητικών και εγγυήσεων δεν καταλαμβάνει τις ήδη χορηγηθείσες ρυθμίσεις κατά τη διάρκεια της αναστολής. Εγγυήσεις, διασφαλίσεις ή εμπράγματες ασφάλειες, που τυχόν έχουν παρασχεθεί κατ' εφαρμογή των σχετικών διατάξεων εξακολουθούν να ισχύουν. Ε. Γενικές επισημάνσεις 1. Εκ παραδρομής μη καταβολή ποσοστού δόσης Για λόγους χρηστής διοίκησης και προστασίας της εύλογης εμπιστοσύνης του Διοικούμενου, απώλεια ρύθμισης δεν επέρχεται όταν ο φορολογούμενος εκ παραδρομής δεν έχει καταβάλει το ποσό επιβάρυνσης εκπρόθεσμης καταβολής δόσης ή εν γένει εξαιτίας ποσών μικρού ύψους που έχουν παραμείνει ανεξόφλητα από παραδρομή. Οι προϊστάμενοι των Δ.Ο.Υ./ Ελεγκτικών Κέντρων/ Ε.Μ.ΕΙΣ/ Τελωνείων, παρακαλούνται για τις ενέργειές τους σε τέτοιες περιπτώσεις, ώστε τα εκ παραδρομής μη καταβληθέντα ποσά να καλύπτονται από το φορολογούμενο, οι δε ρυθμίσεις να μην θεωρούνται απωλεσθείσες. 2. Λοιπά θέματα Κατά τα λοιπά και για το μέρος που δεν τροποποιούνται οι ως άνω νόμοι ν. 4152/2013, 4174/2013, 4305/2014 και 4321/2015, ισχύουν οι εγκύκλιοι ΠΟΛ. 1172/9.7.2013 (πάγια ρύθμιση), ΠΟΛ. 1189/1.8.2014 (ρύθμιση ΚΦΔ), ΠΟΛ. 1066/18.3.2015 (ρύθμιση άρθ. 51 ν. 4305/2014) και ΠΟΛ. 1117/10.6.2015 (ρύθμιση άρθρων 1-17 ν. 4321/2015) αντιστοίχως. ΣΤ. Διατάξεις Παρατίθενται οι κρίσιμες διατάξεις των περιπτώσεων 10, 13, 14, 15 της υποπαραγράφου Δ1 της παραγράφου Δ του δεύτερου άρθρου του ν. 4336/2015 (ΦΕΚ 94 Α): «10. α. Η ισχύς της υποπερίπτωσης γ' της περίπτωσης 6 της υποπαραγράφου Α.2 της παρ. Α' του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α' 107), όπως ισχύει, ως προς τις προϋποθέσεις πιστοποίησης από ανεξάρτητο εκτιμητή, παροχής εγγύησης ή διασφάλισης ή εμπράγματης ασφάλειας, καθώς και της βιωσιμότητας του διακανονισμού αναστέλλεται για χρονικό διάστημα δύο ετών από τη δημοσίευση του παρόντος. Η αναστολή καταλαμβάνει και τις ήδη χορηγηθείσες ρυθμίσεις. Εγγυήσεις, διασφαλίσεις ή εμπράγματες ασφάλειες που τυχόν έχουν παρασχεθεί κατ' εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων εξακολουθούν να ισχύουν. β. Οι λέξεις «οκτώ εκατοστιαίων μονάδων» της περίπτωσης 3 της υποπαραγράφου Α.2 της παρ. Α' του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α' 107), όπως ισχύει, αντικαθίστανται με τις λέξεις «πέντε (5) εκατοστιαίων μονάδων». γ. Η περίπτωση β' ισχύει μετά την παρέλευση διμήνου από τη δημοσίευση του παρόντος, για τις νέες ρυθμίσεις και για τις ανεξόφλητες δόσεις υφιστάμενων ρυθμίσεων. 13. α. Η ισχύς της περίπτωσης γ' της παρ. 2 του άρθρου 43 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, αναστέλλεται για χρονικό διάστημα δύο ετών από τη δημοσίευση του παρόντος. Η αναστολή καταλαμβάνει και τις ήδη χορηγηθείσες ρυθμίσεις. Εγγυήσεις ή εμπράγματα βάρη που τυχόν έχουν παρασχεθεί κατ' εφαρμογή της ανωτέρω υποπερίπτωσης γγ' εξακολουθούν να ισχύουν. β. Στην παρ. 6 του άρθρου 43 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Ο τόκος του προηγούμενου εδαφίου υπολογίζεται με βάση το ισχύον επιτόκιο αναφοράς για πράξεις αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, πλέον πέντε (5) εκατοστιαίων μονάδων, ετησίως υπολογισμένο.» γ. Η περίπτωση β' ισχύει μετά την παρέλευση διμήνου από τη δημοσίευση του παρόντος, για τις νέες ρυθμίσεις και για τις ανεξόφλητες δόσεις υφιστάμενων ρυθμίσεων. 14. α. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 11 του άρθρου 51 του ν. 4305/2014 (Α' 237) οι λέξεις «Η μη εμπρόθεσμη καταβολή δόσης έχει ως συνέπειες:» αντικαθίστανται ως εξής: «Η μη εμπρόθεσμη καταβολή δόσης, καθώς και η μη τακτοποίηση κατά νόμιμο τρόπο από τον οφειλέτη των ληξιπρόθεσμων οφειλών του, ατομικών καθώς και αυτές για τις οποίες έχει ευθύνη καταβολής, από την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και εντός της προθεσμίας που ορίζεται στις διατάξεις του άρθρου 47 του ν. 4174/2013 (Κ.ΦΓ.) και του άρθρου 7 του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Γ.Ε.), όπως ισχύουν, κατά περίπτωση, έχει ως συνέπειες:». β. Στην παρ. 15 του άρθρου 51 του ν. 4305/2014, όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο δ' ως εξής: «δ) Να μειώνει τη διάρκεια της ήδη χορηγηθείσας ρύθμισης εάν ο οφειλέτης έχει τη δυνατότητα σύμφωνα με τα οικονομικά του δεδομένα να πληρώνει την οφειλή του σε λιγότερες δόσεις από τις αρχικά χορηγηθείσες, οποτεδήποτε καθ' όλη τη διάρκεια της ρύθμισης.» 15. α. H παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 4321/2015, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής: «Βασικές οφειλές που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης των άρθρων 1-17 του παρόντος αντί των κατά ΚΕΓΕ και κατά Κ.Φ.Γ. τόκων και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής από την υπαγωγή τους σε ρύθμιση επιβαρύνονται με τόκο που υπολογίζεται με βάση το ισχύον επιτόκιο αναφοράς για πράξεις αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, πλέον πέντε (5) εκατοστιαίων μονάδων, ετησίως υπολογισμένο. Βασικές συνολικές οφειλές μέχρι 5.000 ευρώ που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης του παρόντος δεν επιβαρύνονται πλέον με προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις: αα. ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο που δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα, ββ. η ακίνητη περιουσία του οφειλέτη, όπως προκύπτει από τη δήλωση περιουσιακής κατάστασης (Ε9) είναι αντικειμενικής αξίας μέχρι 150.000 ευρώ και γγ. η υπαγόμενη στη ρύθμιση βασική οφειλή υπερβαίνει το 50% του δηλωθέντος ετήσιου εισοδήματος του οφειλέτη.» β. Στο άρθρο 12 του ν. 4321/2015 προστίθεται εδάφιο δ' ως εξής: «δ) δεν έχει τακτοποιήσει κατά νόμιμο τρόπο τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του, ατομικές, καθώς και αυτών για τις οποίες έχει ευθύνη καταβολής, από την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και εντός της προθεσμίας που ορίζεται στις διατάξεις του άρθρου 47 του ν. 4174/2013 (Κ.Φ.Γ.) και του άρθρου 7 του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Γ.Ε.), όπως ισχύουν κατά περίπτωση.» γ. Η περίπτωση α' ισχύει για τις ανεξόφλητες δόσεις ρύθμισης μετά την παρέλευση διμήνου από τη δημοσίευση του παρόντος. δ. Στο άρθρο 8 του ν. 4321/2015, όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο ως εξής: «δ) δεν έχει τακτοποιήσει κατά νόμιμο τρόπο τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του, ατομικές καθώς και αυτές για τις οποίες έχει ευθύνη καταβολής, από την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και μετά και το αργότερο εντός τριών (3) μηνών από την παρέλευση της νόμιμης προθεσμίας καταβολής τους.»