Παροχή πληροφοριών. Οικιακοί μισθωτοί. Εγγρ. Υπ. Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας 40578/898/2.1.2014 Α) Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 648, 663 ΑΚ, 3 παρ. 1β Β.Δ. 16/18.7.20, 1 παρ. 2 ΑΝ 539/45, άρθρου μόνου εδ. γ Β.Δ. 376/71 "περί επεκτάσεως του ΑΝ 539/45 επί του οικόσιτου και άλλου προσωπικού", 2 παρ. 1 δ Β.Δ. 748/66, 43 Ν. 1836/89, 8 παρ. 2 της από 26.2.75 ΕΓΣΣΕ, κυρωθείσης δια του Ν. 133/75 και 1 παρ. 1 Ν. 1876/90 προκύπτουν τα εξής: α) Οικιακοί μισθωτοί είναι εκείνοι που με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας παρέχουν στον εργοδότη τις υπηρεσίες τους κατά κύριο λόγο για την εξυπηρέτηση οικιακών ή προσωπικών αναγκών αυτού, των μελών της οικογενείας του ή τρίτων. Η δευτερεύουσα απασχόλησή τους σε εργασίες οι οποίες έχουν σχέση με το επάγγελμα του εργοδότη που ασκείται στην κατοικία του, δεν αναιρεί την ιδιότητά τους ως οικιακών μισθωτών. Όταν οι εργαζόμενοι αυτοί διαμένουν και διατρέφονται στην κατοικία του εργοδότη, χαρακτηρίζονται ως οικόσιτοι οικιακοί μισθωτοί. β) Επί των οικόσιτων οικιακών μισθωτών, λόγω της ιδιάζουσας φύσης των υπηρεσιών που παρέχουν και των ειδικών περιστάσεων υπό τις οποίες τις παρέχουν (εντός του οικιακού περιβάλλοντος, υπό συνθήκες σχέσης εμπιστοσύνης και ειδικής μέριμνας για το μισθωτό - άρθρο 663 ΑΚ), δεν εφαρμόζονται οι ειδικές διατάξεις για τα χρονικά όρια εργασίας των μισθωτών, την εργασία κατά τις Κυριακές, αργίες, νύχτα, ημέρες αναπαύσεως, για την υπερεργασία και τις υπερωρίες καθώς και οι διατάξεις για τις εκτός έδρας μετακινήσεις (Μον. Πρωτ. Αθηνών 720/12, Μον. Πρωτ. Αθηνών 294/11, Εφ. Αθηνών 5241/10, Μον. Πρωτ. Αθηνών 362/08, Α.Π. 1955/07, Α.Π. 1292/04, Εφ. Αθηνών 1349/04, Εφ. Αθηνών 7809/03, Α.Π. 964/98, Εφ. Αθηνών 2872/96, Μον. Πρωτ. Αθηνών 2165/96, Α.Π. 172/93). Β) Ισχύουν, όμως, και για τους οικιακούς μισθωτούς οι διατάξεις για την παροχή αδείας μετ' αποδοχών, ύστερα από την επέκταση των διατάξεων του ΑΝ 539/45 και στους οικιακούς, οικόσιτους μισθωτούς με το Β.Δ. 376/71 και το άρθρο 8 παρ. 2 της από 26.2.1975 ΕΓΣΣΕ. Περαιτέρω, κάθε εργαζόμενος, μαζί με την άδεια δικαιούται αποδοχές αδείας καθώς και επίδομα αδείας (άρθρο 3, παρ. 16 Ν. 4504/66 (ΦΕΚ 57/Α/14.3.1966)). Σημειώνεται ότι το δικαίωμα λήψης επιδόματος αδείας αποτελεί παρακολούθημα του δικαιώματος λήψης κανονικής αδείας. Δικαιούνται, επίσης, επιδόματα εορτών, σύμφωνα με το άρθρο 1 του Ν. 1082/80 και το άρθρο 4, παρ. 9 της ΚΥΑ, 19040/81 (ΦΕΚ 742/Β/9.12.1981), καθώς και αποζημιώσεως λόγω καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας, σύμφωνα με το άρθρο 43 του Ν. 1836/89. (Μον. Πρωτ. Αθηνών 720/12, Μον. Πρωτ. Αθηνών 294/11, Εφ. Αθηνών 5241/10, Α.Π. 1955/07, Α.Π. 1397/06, Εφ. Αθηνών 1349/04, Εφ. Αθηνών 7809/03, Εφ. Πειραιώς 667/01, Εφ. Αθηνών 2872/96). Γ) Οι όροι αμοιβής και εργασίας των οικιακών μισθωτών, πλην των οικόσιτων οικιακών μισθωτών, ρυθμίζονται από την ΕΓΣΣΕ, (άρθρο 1 παρ. 1 του Ν. 1876/90 "Ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και άλλες διατάξεις" (ΦΕΚ 27 Α), όπως ισχύει), σε συνδυασμό με τον καθορισμένο νόμιμο κατώτατο μισθό και ημερομίσθιο, όπως ορίζεται στην παρ. 3α. της Υποπαραγράφου ΙΑ.11 του Ν. 4093/12. Η αμοιβή, όμως, των οικόσιτων οικιακών μισθωτών δεν υπάγεται στα ανωτέρω κατώτατα όρια, αλλά εξαρτάται από την ατομική συμφωνία που αυτοί καταρτίζουν με τον εκάστοτε εργοδότη, ενώ σε περίπτωση που δεν υπάρχει τέτοια συμφωνία, οφείλεται ο "ειθισμένος μισθός". Εάν, επομένως, δεν υπάρχει συμφωνία για το ύψος του μισθού, ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλλει τον "ειθισμένο μισθό", δηλαδή εκείνον τον οποίο καταβάλλουν άλλοι εργοδότες για την παροχή ομοίων εργασιών ή υπηρεσιών σε άλλους εργαζομένους της ίδιας ηλικίας, οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες του ίδιου είδους, στον ίδιο τόπο και χρόνο και υπό τις αυτές συνθήκες (Μον. Πρωτ. Αθηνών 720/12, Μον. Πρωτ. Αθηνών 294/11, Εφ. Αθηνών 5241/10, Α.Π. 1123/07, Εφ. Ιωαν. 237/05, Α.Π. 1292/04, Εφ. Αθηνών 7809/03, Α.Π. 964/1998, Εφ. Θεσσ. 1714/98, Μον. Πρωτ. Αθηνών 2165/96, Εφ. Αθηνών 4793/91). Δ) Όπως αναφέρθηκε και στο σημείο Β του παρόντος, στους οικιακούς μισθωτούς έχουν επεκταθεί, με το άρθρο 43 του Ν. 1836/89, οι διατάξεις για την αποζημίωση απολύσεως.(1) Η καταγγελία της συμβάσεως εξαρτημένης εργασίας τους είναι έγκυρη εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 5 παρ. 3 του Ν. 3198/55, ήτοι εφόσον αυτή έχει γίνει εγγράφως, έχει καταβληθεί η οφειλόμενη αποζημίωση και έχει καταχωρηθεί η απασχόληση του απολυομένου στο τηρούμενο για το ΙΚΑ μισθολόγιο ή έχει ασφαλισθεί ο απολυόμενος (Μον. Πρωτ. Αθηνών 720/12, Μον. Πρωτ. Αθηνών 294/11, Εφ. Αθηνών 5241/10, Α.Π. 1397/06, Εφ. Αθηνών 1349/04, Εφ. Αθηνών 7809/03, Εφ. Αθηνών 5258/01, Εφ. Πειραιώς 667/01, Εφ. Αθηνών 2872/96). Αναφορικά με τον τρόπο υπολογισμού της αποζημιώσεως λόγω καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, σας επισημαίνουμε τα εξής: α) Το εδάφιο α της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του Ν. 3198/55 (ΦΕΚ 98/Α/23.4.1955), όπως ισχύει, ορίζει τα εξής: "Ο υπολογισμός της αποζημιώσεως, γίνεται βάσει των τακτικών αποδοχών του τελευταίου μηνός, υπό καθεστώς πλήρους απασχολήσεως". β) Το εδάφιο α της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του Ν. 2112/20 (ΦΕΚ 67/Α/18.3.1920), όπως ισχύει, διαλαμβάνει τα εξής: "Ως τακτικαί αποδοχαί υπαλλήλου θεωρούνται ο μισθός ως και πάσα άλλη παροχή, εφόσον δίδεται αντί μισθού, οίον παροχαί σε είδος, προμήθεια κ.λπ.". γ) Η παράγραφος 1 του άρθρου 1 του Β.Δ. 16/18 Ιουλίου 1920 "Περί επεκτάσεως του Ν. 2112 και επί των εργατών, τεχνιτών και υπηρετών" (ΦΕΚ 158/Α/18.7.1920) προβλέπει ότι: "Η εκ του Ν. 2112 υποχρέωσις καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας των ιδιωτικών υπαλλήλων ισχύει εφεξής και επί των πάσης κατηγορίας εργατών, τεχνιτών και υπηρετών". δ) Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι ως τακτικές αποδοχές θεωρούνται ο μισθός και κάθε άλλη επιπλέον του νομίμου ή συμπεφωνημένου μισθού σταθερώς και μονίμως, ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχομένης εργασίας χορηγούμενη παροχή του τελευταίου μηνός υπό καθεστώς πλήρους απασχολήσεως. Στις αποδοχές αυτές συνυπολογίζονται, λόγω της τακτικότητας της παροχής τους (θεωρούμενες δηλαδή και αυτές ως τακτικές αποδοχές), και η ποσοστιαία μηνιαία αναλογία των επιδομάτων εορτών και αδείας που προβλέπονται από την αριθμ. 19040/81 Κοινή Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και από την παρ. 16 του άρθρου 3 του Ν. 4504/66 αντίστοιχα, η οποία (αναλογία) τις προσαυξάνει κατά το 1/6 (Εφ. Λαρ. 753/07, Εφ. Αθ. 9370/05, Εφ. Αθ. 2392/05, Α.Π. 546/99, Α.Π. 72/98, Α.Π. 1023/80, Α.Π. 1142/79 κ.λπ.). Τέλος, με τις διατάξεις του άρθρου 74 του Ν. 4144/13 (ΦΕΚ 88 Α), με τις οποίες αντικαθίστανται τα άρθρα 20 και 21 του Ν. 3863/10 (ΦΕΚ 115 Α), όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους από την παρ. 8 του άρθρου 76 του Ν. 3996/11 (ΦΕΚ 170 Α), ρυθμίζονται τα θέματα αμοιβής και ασφάλισης του κατ' οίκον του εργοδότη απασχολούμενου προσωπικού που παρέχει εξαρτημένη εργασία ή υπηρεσίες, με τη διαδικασία έκδοσης και εξαργύρωσης της ειδικής επιταγής "Εργόσημο". Σχετική πληροφόρηση παρέχει και η αριθμ. 43 Εγκύκλιος του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, με αριθμ. πρωτ. Α21/449/63/11.7.2013 και ΑΔΑ: ΒΛ4Υ4691ΩΓ-ΖΧΤ.(2) Ευνόητο είναι ότι οι σχετικές ρυθμίσεις περί εργόσημου δεν καταργούν υφιστάμενες ρυθμίσεις της εργατικής νομοθεσίας.(3) (1) Ιδιαίτερο πίνακα αποζημίωσης προέβλεπε το Β.Δ. 16/18.7.20. (2) ΕΑΕΔ 2013 σελ. 872. (3) Πίνακες αποζημίωσης ΕΑΕΔ 2013 σελ. 321.