Σε περίπτωση γνήσιας ετοιμότητας προς εργασία η οποία συντρέχει όταν κατά την σχετική σύμβαση υφίσταται πλήρης δέσμευση του ελεύθερου χρόνου του εργαζομένου και ο μισθωτός οφείλει να βρίσκεται σε ορισμένο τόπο για ορισμένο χρόνο διατηρώντας σε εγρήγορση τις σωματικές και πνευματικές δυνάμεις του στην διάθεση του εργοδότη, για να προσφέρει τις υπηρεσίες του μόλις παραστεί ανάγκη, θεωρείται ότι υπάρχει πλήρης απασχόληση, ανεξάρτητα αν θα παρουσιασθούν περιστατικά για την παροχή εργασίας. Η ετοιμότητα αυτή εξομοιώνεται εντελώς με την κανονική εργασία και επ' αυτής έχουν εφαρμογή όλες οι διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας και δη σε σχέση με τα ελάχιστα όρια αμοιβής και τις προσαυξήσεις για νυκτερινή εργασία, υπερεργασία, υπερωριακή απασχόληση, εργασία κατά τις νύκτες, Κυριακές και εορτές. Αντίθετα οι διατάξεις αυτές δεν εφαρμόζονται σε περιπτώσεις μη γνήσιας ή απλής ετοιμότητας προς εργασία κατά την οποία ο μισθωτός δεν έχει την υποχρέωση να διατηρεί σε εγρήγορση τις πνευματικές και σωματικές δυνάμεις του στην διάθεση του εργοδότη κάθε στιγμή, έχοντας την δυνατότητα να κοιμάται ή να βρίσκεται έξω από τον τόπο της εργασίας του. Η διάκριση αυτή μεταξύ της γνήσιας και απλής ετοιμότητας προς εργασία, αναφορικά με το θέμα της αμοιβής του μισθωτού δεν διαφοροποιείται με το Π.δ. 88/99. Α.Π. 1352/2009 Πρόεδρος: ο κ. Η. Γιαννακάκης Εισηγητής: η κ. Ειρήνη Αθανασίου Δικηγόροι: οι κ.κ. Δ. Γαλάνης - Β. Νασόπουλος