Αναλυτική παρουσίαση των εγγράφων και λοιπών στοιχείων τα οποία πρέπει να τίθενται στη διάθεση των ελεγκτικών οργάνων του Σ.ΕΠ.Ε. κατά τους επιτόπιους ελέγχους Ευάγγελος Θ. Θεοδωράς - Οικονομολόγος, Κοινωνικός Επιθεωρητής Εργασίας ΕΙΣΑΓΩΓΗ - ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ.(1) Το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.) σύμφωνα με τον ιδρυτικό του νόμο 2639/1998 έχει διττό ρόλο ήτοι αφενός ελεγκτικό και αφετέρου συμβουλευτικό. Κύριο έργο του Σ.ΕΠ.Ε. είναι, μεταξύ άλλων, η επίβλεψη και ο έλεγχος της εφαρμογής των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας καθώς και η έρευνα, παράλληλα και ανεξάρτητα από τους ασφαλιστικούς οργανισμούς, της ασφαλιστικής κάλυψης των εργαζόμενων.(2) Θα πρέπει μάλιστα να επισημανθεί ότι, η αρμοδιότητα ελέγχου εφαρμογής της εργατικής νομοθεσίας επεκτείνεται και στον δημόσιο τομέα για το προσωπικό που απασχολείται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου (σχετικό είναι το υπ' αριθμ. 4030/04.10.2006 έγγραφο της Διεύθυνσης Ορών Εργασίας του Υπουργείου Απασχόλησης & Κοινωνικής Προστασίας). Ο επιτόπιος έλεγχος(3) χωρίς αμφιβολία πρέπει να εμπεριέχει το στοιχείο του αιφνιδιασμού. Η άποψη αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι, σύμφωνα με το άρθρο 7 του ως άνω νόμου, το Σ.ΕΠ.Ε. έχει την νομική κάλυψη να εισέρχεται ελεύθερα στους χώρους εργασίας (πλην κατοικιών) χωρίς προηγούμενα να έχει ενημερωθεί ο εργοδότης οποιαδήποτε δε ώρα κατά τη διάρκεια της ημέρας ή της νύχτας. Επιπρόσθετα, τα έγγραφα και κάθε άλλου είδους στοιχείο που τηρεί ο εργοδότης, εφόσον σχετίζονται με τον έλεγχο, θα πρέπει να τίθενται στη διάθεση του Επιθεωρητή Εργασίας. Δηλαδή ο νομοθέτης, αρχικά τουλάχιστον, είχε την πρόθεση τα βιβλία, μητρώα και λοιπά έντυπα των οποίων η τήρηση επιβάλλεται από τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας να εξετάζονται επιτόπου από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα. Ενδεικτικά μπορούμε να αναφέρουμε τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 3 του Α.Ν. 539/1945, τις διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 2 του Ν.Δ. 515/1970, κ.λπ. Σταδιακά όμως παγιώθηκε μια πολιτική δυνάμει της οποίας οι Επιθεωρητές Εργασίας ζητούν από τους εργοδότες τα διάφορα δικαιολογητικά έγγραφα, που δεν επεδείχθησαν κατά τη διάρκεια του ελέγχου, να προσκομίζονται εκ των υστέρων στις οικείες Επιθεωρήσεις Εργασίας εντός της τασσόμενης από τον νόμο προθεσμίας (συνήθως εντός πέντε ημερολογιακών ημερών) σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από το άρθρο 6 του Ν. 2690/1999 σε συσχετισμό με τις διατάξεις του άρθρου 16 παρ. 1 του Ν. 2639/1998. Η παγιωμένη αυτή κατάσταση μπορεί να έχει διαφορετικές ερμηνείες με την έννοια ότι, ναι μεν εξυπηρετεί τους εργοδότες να συγκεντρώσουν μέσα σε εύλογο χρόνο τα απαραίτητα δικαιολογητικά έγγραφα συγχρόνως όμως ενδέχεται να εξασθενεί το στοιχείο του αιφνιδιασμού που προαναφέραμε άρα και η αποτελεσματικότητα του ιδίου του ελέγχου. Πρόθεση μας, μέσω της παρούσας μελέτης, είναι να αναπτύξουμε με αναλυτικό τρόπο τα σπουδαιότερα στοιχεία ελέγχου που εμπεριέχονται σε υφιστάμενες διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας και τα οποία κάθε συνεργάσιμος και συνεπής εργοδότης που αποσκοπεί στην αναβάθμιση των εργασιακών σχέσεων οφείλει να τηρεί και να θέτει άμεσα στα αρμόδια ελεγκτικά όργανα για την αποφυγή τυχόν διοικητικών και ποινικών κυρώσεων. Για διευκόλυνση του αναγνώστη, στη σελίδα 13 του παρόντος άρθρου υπάρχει ειδικός πίνακας στον οποίο παραθέτουμε συνοπτικά τα έγγραφα για τα οποία υφίσταται υποχρέωση θεώρησης στην οικεία Επιθεώρηση Εργασίας καθώς και για πόσο χρόνο οφείλουν να τα διατηρούν οι επιχειρήσεις στο αρχείο τους (βλέπε σχετικά και Δ.Ε.Ν. 2009, τεύχος 1549, σελίδα 1423). Ολοκληρώνοντας την ενότητα των εισαγωγικών παρατηρήσεων κρίνεται αναγκαίο να ξεκαθαρίσουμε ότι, τα εν λόγω στοιχεία ελέγχου εντάσσονται στην δράση των Κοινωνικών Επιθεωρητών Εργασίας για την εφαρμογή της γενικής εργατικής προστατευτικής νομοθεσίας γεγονός το οποίο συνεπάγεται ότι δεν σχετίζονται με την επιβολή της εφαρμογής της εργατικής νομοθεσίας για την υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας η οποία άλλωστε αποτελεί κυρία αρμοδιότητα των Τεχνικών και Υγειονομικών Επιθεωρητών. 1. ΥΠΟΒΟΛΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΚΑΙ ΩΡΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. Η υποχρέωση κάθε εργοδότη για υποβολή καταστάσεων προσωπικού και ωρών εργασίας στην κατά τόπον αρμόδια υπηρεσία του Σ.ΕΠ.Ε.(4) με το περιεχόμενο που καθορίζουν οι κείμενες διατάξεις(5) και η ανάρτηση τους σε εμφανές σημείο του τόπου εργασίας προκύπτει από το άρθρο 16 του Ν. 2874/2000 το οποίο ως γνωστόν αντικατέστησε το άρθρο 4 του Ν.Δ. 515/1970 καθώς και το άρθρο 13 του Ν.Δ. 1037/1971 (για το ζήτημα των καταστάσεων προσωπικού και ωρών εργασίας βλέπε το υπ' αριθμ. 120668/15.2.1988 έγγραφο του Υπουργείου Εργασίας "Θεώρηση πινάκων προσωπικού", τις υπ' αριθμ. 120832/2.4.1981 και 80015/2001 εγκυκλίους του Υπουργείου Εργασίας και τέλος την γνωμοδότηση 100/8.2.1984 του Νομικού Συμβούλου του Υπουργείου Εργασίας).(6) Δεν πρέπει ακόμα να λησμονούμε ότι, η παρ. 7 του ιδίου άρθρου του ιδίου νόμου διαλαμβάνει ότι, "Ο έλεγχος του πίνακα προσωπικού γίνεται σε κάθε στάδιο από την κατάθεση μέχρι τη διενέργεια επιθεωρήσεων στους χώρους εργασίας όπου ελέγχεται εξαντλητικά". Θα μπορούσε λοιπόν να ισχυρισθεί κανείς ότι, ο έλεγχος του πίνακα προσωπικού θεωρείται καταρχήν ως προληπτικός ενώ η άμεση επίδειξη του κατά τον επιτόπιο έλεγχο συμβάλλει στην ομαλή διεξαγωγή αυτού διότι ο επιθεωρητής εργασίας είναι σε θέση να συγκεντρώσει πολύτιμες πληροφορίες για τα χρονικά όρια, τις συνθήκες εργασίας και τους όρους αμοιβής των εργαζομένων δηλαδή πληροφορίες που σχετίζονται με την διασφάλιση θεμελιακών εργασιακών δικαιωμάτων. Στο σημείο αυτό θα θέλαμε να παρατηρήσουμε ότι, με βάση διαθέσιμα στοιχεία της έκθεσης πεπραγμένων του Σ.ΕΠ.Ε. για το έτος 2008 κατατέθηκαν πανελλαδικά 786.488 καταστάσεις. Ο αριθμός εργαζομένων που αναγράφονται σε αυτές είναι 2.442.573. Οι περιπτώσεις για τις οποίες ο εργοδότης οφείλει να καταθέτει πίνακα προσωπικού και ωρών εργασίας έχουν διατυπωθεί με σαφήνεια και δεν χωρούν παρερμηνείες ή αμφισβητήσεις. Με άλλα λόγια καθίσταται απολύτως εμφανές ότι, δεν προβλέπεται κατάθεση πίνακα προσωπικού όταν έχουμε αλλαγή της ειδικότητας του μισθωτού ή όταν η σύμβαση ορισμένου χρόνου μετατρέπεται σε αορίστου, όταν υπάρχει δανεισμός εργασίας ή ακόμα όταν αυξάνονται οι αποδοχές, κ.λπ. Συνεπώς, πίνακες προσωπικού κατατίθενται ούτως ή άλλως μία φορά το χρόνο κατά το χρονικό διάστημα από 15 Σεπτεμβρίου έως 15 Νοεμβρίου και σε δύο ακόμα περιπτώσεις. Πρώτον, όταν υπάρχει αλλαγή της νομικής εκπροσώπησης της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης ή σε περίπτωση πρόσληψης νέων εργαζομένων εντός δεκαπέντε ημερών (15) από της επελεύσεως της μεταβολής (άρθρο 16 παρ. 5 του Ν. 2874/2000). Δεύτερον, όταν υπάρχει αλλαγή του ωραρίου εργασίας ή της οργάνωσης του χρόνου εργασίας οπότε η κατάθεση πρέπει να γίνεται αυθημερόν (άρθρο 68 παρ. 5 του Ν. 3518/2006).(7) 2. ΕΙΔΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ - ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΟΥΣΙΩΔΩΝ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. Με δεδομένο ότι, οι καταστάσεις προσωπικού και ωρών εργασίας δεν περιλαμβάνουν όλους τους συμβατικούς όρους όπως την ημερομηνία έναρξης της σύμβασης, την χρονική της διάρκεια (ορισμένου ή αορίστου χρόνου), τον τόπο παροχής της εργασίας, το αντικείμενο της εργασίας του μισθωτού, κ.λπ. οι Επιθεωρητές Εργασίας ελέγχουν συνδυαστικά και άλλα στοιχεία ώστε να έχουν μια πληρέστερη εικόνα για τους ισχύοντες όρους και τις συνθήκες εργασίας. Ένα από αυτά τα στοιχεία είναι η γνωστοποίηση των ουσιωδών όρων της σύμβασης εργασίας ή με άλλα λόγια η υποχρέωση του εργοδότη για τη γραπτή ενημέρωση του εργαζόμενου των όρων που διέπουν τη σχέση εργασίας. Η υποχρέωση αυτή του εργοδότη καθιερώθηκε με το Π.Δ. 156/1994 με το οποίο εναρμονίστηκε η εθνική μας νομοθεσία με την οδηγία 91/533/Ε.Ο.Κ. του Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 14ης Οκτωβρίου 1991. Άλλα είδη συμβάσεων που συνδέονται με ειδικές μορφές απασχόλησης, όπως συμβάσεις έργου ή παροχής υπηρεσιών, μερικής απασχόλησης ή εκ περιτροπής εργασίας επίσης εξετάζονται ως προς το περιεχόμενο τους για την ύπαρξη τυχόν καταχρηστικών όρων που υπερβαίνουν τα όρια της καλής πίστης ή τα χρηστά ήθη (άρθρο 281 του Αστικού Κώδικα) καθώς και εάν έχουν γνωστοποιηθεί εμπρόθεσμα στην οικεία Επιθεώρηση Εργασίας δυνάμει των άρθρων 1 και 2 του Ν. 2639/1998. 3. ΒΙΒΛΙΟ ΑΔΕΙΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΚΑΝΟΝΙΚΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΤΩΝ ΜΙΣΘΩΤΩΝ. Ο έλεγχος και η εποπτεία σε ότι αφορά τη λήψη της άδειας αναψυχής των μισθωτών είναι μείζονος σημασίας δεδομένης της ανάλωσης των σωματικών και πνευματικών δυνάμεων του παραγωγικού δυναμικού στη διάρκεια κάθε ημερολογιακού έτους. Κατά συνέπεια, ο εθνικός νομοθέτης με την παρ. 3 του άρθρου 4 του Α.Ν. 539/1945 όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 6 του Ν. 3762/2009 εισήγαγε την υποχρέωση για κάθε εργοδότη να τηρεί ειδικό βιβλίο αδειών το οποίο δύναται να είναι και σε μορφή μηχανογραφημένων σελίδων με συγκεκριμένα όμως χαρακτηριστικά για πρακτικούς αλλά και ουσιαστικούς λόγους. Έτσι το ειδικό βιβλίο ή οι μηχανογραφημένες σελίδες πρέπει να φέρουν τα στοιχεία της επιχείρησης και να περιλαμβάνουν στήλες με το ονοματεπώνυμο των μισθωτών, την ειδικότητα, την ημερομηνία πρόσληψης, την προϋπηρεσία, τον αριθμό δικαιούμενων ημερών αδείας, την χρονολογία έναρξης και λήξης της χορηγηθείσας αδείας, τις αποδοχές αδείας, το επίδομα αδείας, παρατηρήσεις και την υπογραφή του μισθωτού. Είναι προφανές ότι, στο βιβλίο αδειών θα πρέπει να καταχωρείται μόνο η κανονική άδεια του προσωπικού, αδιάφορο αν αυτό απασχολείται σε εποχικές επιχειρήσεις ή όχι, καθώς και η τμηματική άδεια, (άρθρο 6 του Ν. 3144/2003), τουλάχιστον για το πρώτο και το δεύτερο ημερολογιακό έτος. Επιμέρους κατηγορίες αδειών που προβλέπονται από το εργατικό δίκαιο ή από συλλογικές συμβάσεις εργασίας όπως η γονική άδεια, η άδεια μητρότητας, η άδεια γάμου, κ.λπ δεν καταχωρούνται. Έχει εκφραστεί επίσης η άποψη ότι, δεν είναι απαραίτητη η εγγραφή στο βιβλίο αδειών όταν ο μισθωτός αποχωρήσει οικειοθελώς ή απολυθεί πριν λάβει την κανονική του άδεια οπότε και λαμβάνει τις αναλογούσες αποδοχές αδείας και το αναλογούν επίδομα αδείας (Δ.Ε.Ν. 2003, τεύχος 1415, σελίδα 1566). Αναφορικά με την θεώρηση του βιβλίου αδειών πρέπει να ειπωθεί ότι, το Συμβούλιο Επικρατείας αποφάνθηκε (Σ.Ε. 2245/1965) ότι, δεν υπάρχει κάποια ειδική διάταξη νόμου η οποία να την προβλέπει και επομένως δεν συνδέεται μαζί της κανένα έννομο αποτέλεσμα. Ακόμα και σε περίπτωση που ο Επιθεωρητής Εργασίας διορθώσει το βιβλίο αδειών για τον αριθμό των εργασίμων ημερών που ο μισθωτός δικαιούται να απουσιάσει η διόρθωση αυτή δεν δεσμεύει τα δικαστήρια αλλά αποτελεί μια προσωπική αντίληψη αναφορικά με την έννοια και την έκταση εφαρμογής του νόμου.(8) 4. ΥΠΕΡΩΡΙΑΚΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ ΥΠΕΡΩΡΙΩΝ. Σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 1 του Ν.Δ. 515/1970 υπερωριακή απασχόληση του προσωπικού επιτρέπεται αφού προηγουμένως επιδοθεί στην αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας έγγραφη αναγγελία η οποία σημειωτέον πρέπει να αναρτάται σε εμφανές μέρος του τόπου εργασίας. Βασικός όρος για την πραγματοποίηση της υπερωριακής απασχόλησης είναι ότι, τηρείται από τον εργοδότη (βιομηχανικές - βιοτεχνικές επιχειρήσεις) ειδικό βιβλίο υπερωριών σε μορφή ημερολογίου το οποίο πρέπει να θεωρείται υποχρεωτικά πριν τη χρησιμοποίηση του. Το συγκεκριμένο βιβλίο ελέγχεται σχολαστικά από τους Επιθεωρητές Εργασίας σε συνδυασμό με άλλα έγγραφα όπως τα εκκαθαριστικά σημειώματα, τις κάρτες ή το βιβλίο παρουσίας του προσωπικού, την έγγραφη αναγγελία περί υπερωριακής εργασίας και το σύνολο των πραγματοποιηθέντων ωρών στη διάρκεια του έτους. Υπενθυμίζεται ότι, στο βιβλίο υπερωριών θα πρέπει να αναγράφονται στις ειδικές στήλες εκείνες οι ώρες που υπερβαίνουν το νόμιμο ωράριο το οποίο μετά την εισαγωγή του άρθρου 1 του Ν. 3385/2005 έχει διαμορφωθεί πλέον σε 45 ώρες για το πενθήμερο και σε 48 ώρες για το εξαήμερο (υπερεργασία). Για να γίνουμε ακόμα πιο κατανοητοί ας εξετάσουμε μια κλασική περίπτωση όπως είναι η υπερωριακή απασχόληση στις τράπεζες. Από τις συνδυασμένες διατάξεις του άρθρου 18 του από 8.4.1932 Προεδρικού Διατάγματος και της παρ. 3 του άρθρου 7 του Α.Ν. 547/1937 προκύπτει ότι, το νόμιμο ωράριο του προσωπικού των τραπεζών είναι 42 ώρες την εβδομάδα.(9) Επομένως υπερωριακή απασχόληση για το ως άνω μνημονευόμενο προσωπικό αποτελεί η υπέρβαση των 42 ωρών εβδομαδιαίως διότι οι ώρες εργασίας από τις 40 έως τις 42 εβδομαδιαίως θεωρούνται υπερεργασία (για περισσότερα βλέπε και το υπ' αριθμ. 4764/7.7.2006 έγγραφο της Διεύθυνσης Ορών Εργασίας του Υπουργείου Απασχόλησης & Κοινωνικής Προστασίας). Λαμβάνοντας υπόψη τα όσα εκτέθηκαν ανωτέρω, στο βιβλίο υπερωριών θα καταχωρηθεί για παράδειγμα η 43η ώρα (έναρξη υπερωριακής απασχόλησης) για την πραγματοποίηση της οποίας βεβαίως απαιτείται άδεια από την αρμόδια αρχή. 5. ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΝΑΛΥΤΙΚΩΝ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΙΚΩΝ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΩΝ. Ο καθορισμός της αμοιβής εργασίας που δικαιούται ο εργαζόμενος ανεξάρτητα εάν αυτός καθορίζεται με ατομική συμφωνία, με συλλογική σύμβαση εργασίας, με διαιτητική ή υπουργική απόφαση αποτελεί ίσως τον σπουδαιότερο συμβατικό όρο. Συχνά δε αναφύονται ατομικές εργατικές διαφορές ως αποτέλεσμα των αμφισβητήσεων που εγείρονται από πλευράς μισθωτών ως προς το αν οι αποδοχές που δικαιούνται από τον εκάστοτε εργοδότη ως αντάλλαγμα για την παροχή των υπηρεσιών τους καλύπτουν όλο το φάσμα των πιθανών μορφών αμοιβής ή απολαβής. Με την διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 18 του Ν. 1082/1980(10) η οποία περιλήφθηκε αυτούσια στην παρ. 2 του άρθρου 20 του Ν. 1469/1984 ως προσθήκη στο τέλος της παρ. 9 του άρθρου 26 του Α.Ν. 1846/1951 θεσπίστηκε η υποχρέωση του εργοδότη, είτε πρόκειται για φυσικό είτε για νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, να χορηγεί κατά την εξόφληση των αποδοχών του προσωπικού εκκαθαριστικό σημείωμα ή ανάλυση μισθοδοσίας όταν υπάρχει μηχανογραφικό σύστημα στα οποία θα απεικονίζονται αναλυτικά οι πάσης φύσεως αποδοχές του προσωπικού ήτοι ο βασικός μισθός και τα επιμέρους επιδόματα όπως λόγου χάρη γάμου, τέκνων, προϋπηρεσίας, ανθυγιεινής εργασίας, κ.λπ. καθώς και οι σχετικές κρατήσεις που έγιναν σε αυτές. Από την υποχρέωση που μόλις αναφέραμε δεν προβλέπεται ρητά εξαίρεση ούτε για τους εργοδότες εκείνους που καταβάλλουν αποδοχές υπέρτερες των νομίμων. Επίσης το άρθρο 424 του Αστικού Κώδικα ορίζει ότι, "Ο οφειλέτης καταβάλλοντας έχει το δικαίωμα να απαιτήσει έγγραφη εξοφλητική απόδειξη και, αν εξοφλήσει ολοσχερώς, απόδοση του χρεωστικού εγγράφου. Από την απόδοση του χρεωστικού εγγράφου τεκμαίρεται η εξόφληση του χρέους". Από τα ανωτέρω συνάγεται, όπως άλλωστε αναφέρει και το υπ' αριθμ. 1422/23.4.1996 έγγραφο του Υπουργείου εργασίας, ότι βασικό μέλημα του νομοθέτη είναι "αφενός μεν η διαφάνεια σε θέματα αμοιβής της εργασίας και η αποφυγή αμφισβητήσεων ως προς το αν οι καταβαλλόμενες αποδοχές ανταποκρίνονται στις δικαιούμενες αξιώσεις του μισθωτού από την παροχή εργασίας, αφετέρου δε η δυσχερής απόδειξη των στοιχείων της απασχόλησης του σε περιπτώσεις μη ασφαλίσεως ή αντικανονικής ασφαλίσεως εκ μέρους του εργοδότου". Το ζήτημα των αποδείξεων πληρωμής έχει απασχολήσει όπως ήταν φυσικό και τη νομολογία των δικαστηρίων η οποία αποφάνθηκε ότι, οι εξοφλητικές αποδείξεις χαρακτηρίζονται ως αόριστες και δεν λαμβάνονται υπόψη όταν αυτές δεν είναι αναλυτικές και όταν δεν προσδιορίζονται οι αιτίες καταβολής τους (Α.Π. 1216/1983). Ο Ν. 1082/1980 δεν προέβλεπε αρχικά ποινικές κυρώσεις για τους παραβάτες εργοδότες. Για το λόγο αυτό περιελήφθηκε στην παρ. 2 του άρθρου 20 του Ν. 1469/1984, σαν προσθήκη στο τέλος της παρ. 9 του άρθρου 26 του Α.Ν. 1864/1951, διάταξη με την οποία προβλέπονται οι ποινές του άρθρου 54 του Α.Ν. 1846/1951 (άρθρο 458 του Ποινικού Κώδικα), το οποίο αντικαταστάθηκε με την παρ. 12 του άρθρου 1 του Ν. 2207/1994 (βλέπε σχετικά και το υπ' αριθμ. 121916/12.3.1987 έγγραφο του Υπουργείου Εργασίας).(11) Εν κατακλείδι, δυνάμει της παρ. 5 της υπ' αριθμ. 17253/1987 απόφασης του Υπουργού Εργασίας οι εργοδότες έχουν την υποχρέωση να χορηγούν εκκαθαριστικά σημειώματα μισθοδοσίας και στους εργαζόμενους που απασχολούνται σε οικοδομικές και συναφείς εργασίες (για περισσότερα βλέπε το υπ' αριθμ. 11595/18.10.2002 έγγραφο της Κεντρικής Υπηρεσίας του Σ.ΕΠ.Ε.). 6. ΒΙΒΛΙΑ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΔΕΛΤΙΩΝ ΣΕ ΤΕΧΝΙΚΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΑ ΕΡΓΑ. Οι Επιθεωρητές εργασίας διενεργούν συστηματικούς ελέγχους στα τεχνικά και οικοδομικά έργα όπου συχνά διαπιστώνεται έντονη παραβατικότητα που σχετίζεται με την παράνομη απασχόληση αλλοδαπών και την ανασφάλιστη εργασία. Λόγω όμως της φύσης της εργασίας δεν προβλέπεται η υποβολή πίνακα ωρών εργασίας και αναπαύσεως προσωπικού. Στη συγκεκριμένη περίπτωση με το άρθρο 33 παρ. 1 του Ν. 1836/1989 προβλέφθηκε η δυνατότητα για τήρηση βιβλίου ημερησίων δελτίων απασχολούμενου προσωπικού (Β.Η.Δ.Α.Π.), στο οποίο αναγράφονται οι απασχολούμενοι σε επιχειρήσεις και εργασίες οικοδομικών και τεχνικών έργων καθώς και σε άλλες επισκευαστικές επιχειρήσεις και εργασίες. Κατ' εξουσιοδότηση της διάταξης του άρθρου 33 του παραπάνω νομοθετήματος εκδόθηκε η απόφαση 1801/1989 του Υπουργού Εργασίας με την οποία καθορίστηκε ο τύπος του βιβλίου, τα στοιχεία που περιλαμβάνει, ο υπόχρεος για την τήρηση καθώς και άλλες ειδικότερες ρυθμίσεις. Το Β.Η.Δ.Α.Π. θεωρείται από την αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας.(12) 7. ΑΔΕΙΕΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ - ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ. Η παρ. γ του άρθρου 6 του Ν. 2639/1998 διαλαμβάνει ότι, το Σ.ΕΠ.Ε. έχει ως κύριο έργο "Την έρευνα, ανακάλυψη και δίωξη, παράλληλα και ανεξάρτητα από τις αστυνομικές αρχές, της παράνομης απασχόλησης". Επίσης η παρ. στ' του άρθρου 7 του ιδίου νόμου αναφέρει ρητά ότι, το Σ.ΕΠ.Ε. έχει τις εξής αρμοδιότητες "Να λαμβάνει άμεσα μέτρα, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, σε περίπτωση που διαπιστώσει παράνομη απασχόληση". Τέλος βάσει της παρ. 5 του άρθρου 89 του Ν. 3386/2005 "Οι Υπηρεσίες Αλλοδαπών και Μετανάστευσης του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και των Περιφερειών, οι αστυνομικές, λιμενικές, ή αερολιμενικές αρχές και οι υπηρεσίες ελέγχου του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας είναι αρμόδιες να παρακολουθούν την εφαρμογή του νόμου αυτού, να διενεργούν ελέγχους και να βεβαιώνουν τις παραβάσεις". Ως εκ τούτου, οι Επιθεωρητές Εργασίας αποδίδουν ιδιαίτερη βαρύτητα στην παράνομη απασχόληση αλλοδαπών. Εφόσον λοιπόν κατά τον έλεγχο διαπιστωθεί ότι παρέχουν τις υπηρεσίες τους αλλοδαποί οι οποίοι διαμένουν μεν νόμιμα αλλά δεν τηρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται από τον Ν. 3386/2005 σχετικά με την εργασίας τους, επιβάλλονται οι νόμιμες διοικητικές και ποινικές κυρώσεις (για περισσότερες πληροφορίες σε ότι αφορά την παράνομη απασχόληση αλλοδαπών βλέπε το υπ' αριθμ. 11737/305/17.3.2009 έγγραφο της Γενικής Διεύθυνσης Εργασίας του Υπουργείου Απασχόλησης & Κοινωνικής Προστασίας). 8. ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΕΡΓΑΣΙΑΣ.(13) Οι Επιθεωρητές Εργασίας κατά την διενέργεια ελέγχων σε επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις ή εργασίες εν γένει, δηλαδή του ιδιωτικού ή του δημοσίου τομέα, που απασχολούν προσωπικό άνω των εβδομήντα (70) προσώπων είναι υποχρεωμένοι να διαπιστώσουν εάν έχει καταρτιστεί και κυρωθεί εσωτερικός κανονισμός εργασίας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του Ν.Δ. 3789/1957 ο οποίος θα πρέπει να αναρτάται σε σημεία των εργασιακών χώρων που είναι εμφανή και προσιτά για τους μισθωτούς. Εφόσον κυρωθεί ο κανονισμός εργασίας αποτελεί συμπλήρωση της ατομικής σύμβασης εργασίας και αποκτά χαρακτήρα συμβατικό. Με την παρ. 3 του άρθρου 15 του Ν. 2639/1998 η αρμοδιότητα της υποβολής και κύρωσης εσωτερικών κανονισμών εργασίας εκχωρήθηκε στον Νομάρχη. Μεταγενέστερα με την παρ. 1 του άρθρου 15 του Ν. 2874/2000 επανήλθε η ανωτέρω αρμοδιότητα στο Σ.ΕΠ.Ε.(14) Ειδικότερα, οι εκάστοτε Διευθυντές των Περιφερειακών Διευθύνσεων Κοινωνικής Επιθεώρησης υπογράφουν τις αποφάσεις που αφορούν την κύρωση των κανονισμών εργασίας χωρίς όμως να έχουν την δυνατότητα να επεκτείνουν την υποχρέωση κατάρτισης και σε επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες που απασχολούν προσωπικό κάτω των εβδομήντα (70) και όχι κάτω των σαράντα (40) προσώπων (σχετικό με το θέμα είναι και το υπ' αριθμ. 31506/14.12.2004 έγγραφο της Κεντρικής Υπηρεσίας του Σ.ΕΠ.Ε.).(15) 9. ΘΕΩΡΗΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ ΔΡΟΜΟΛΟΓΙΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΦΟΡΤΗΓΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΑ ΚΑΙ ΤΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΛΕΩΦΟΡΕΙΑ. Ο κλάδος των χερσαίων μεταφορών και των συναφών με αυτόν δραστηριοτήτων παρουσιάζει κατά την άποψη μας έντονη παραβατικότητα η οποία εντοπίζεται κυρίως στα χρονικά όρια εργασίας (υπέρβαση των νόμιμων ωρών οδήγησης) και στις ημέρες εβδομαδιαίας ανάπαυσης (δεν χορηγούνται στους οδηγούς τα ρεπό). Σε όλη την ελληνική επικράτεια διεξάγονται εντατικά εξωτερικοί έλεγχοι, στα πλαίσια καταγγελιών ή προγραμματισμένων ελέγχων, σε φορτηγά αυτοκίνητα αλλά και τουριστικά λεωφορεία προκειμένου να διαπιστωθεί εάν εφαρμόζεται η ορθή τήρηση της εργατικής νομοθεσίας.(16) Σύμφωνα λοιπόν με τα προβλεπόμενα στην εθνική εργατική νομοθεσία και πιο συγκεκριμένα με την παρ. 1 του άρθρου 4 του Β.Δ. της 28.1/4.2.1938, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του Π.Δ. 882/1980 και με το άρθρο 1 του Π.Δ. 93/1986, ορίζεται ότι, "Οι ιδιοκτήτες των φορτηγών αυτοκινήτων του άρθρου 1 του παρόντος ή οι εκπρόσωποι τους υποχρεούνται να εφοδιάζουν τους οδηγούς με Βιβλίο Δρομολογίων, ο τύπος του οποίου καθώς και οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την τήρησή του καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας. Το Βιβλίο Δρομολογίων θεωρείται από την οικεία Επιθεώρηση Εργασίας και ο αριθμός των σελίδων του πρέπει να επαρκεί για απασχόληση τουλάχιστον τριών μηνών".(17) Ειδικά για τα τουριστικά λεωφορεία, ασχέτως εάν οδηγείται από τον ιδιοκτήτη ή από μισθωτό, θα πρέπει δυνάμει της παρ. 1 της υπ' αριθμ. 128/1986 ΑΥΕ να έχει θεωρηθεί Βιβλίο Δρομολογίων από το οικείο Τμήμα Κοινωνικής Επιθεώρησης. Εκτός από το Βιβλίο Δρομολογίων οι οδηγοί ή οι βοηθοί αυτών εφοδιάζονται και με θεωρημένο βιβλιάριο εργασίας (άρθρο 3 της υπ' αριθμ. 51266/1975 Απόφασης του Υπουργού Απασχόλησης) στο οποίο αναγράφονται το ονοματεπώνυμο των οδηγών, ο αριθμός Διπλώματος τους, ο αριθμός κυκλοφορίας των λεωφορείων και οι ημέρες εβδομαδιαίας ανάπαυσης τους. Επειδή ως γενική αρχή οι διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας ισχύουν στις συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας τεκμαίρεται ότι, όταν οι ιδιοκτήτες των τουριστικών λεωφορείων εργάζονται και ως εργοδότες στα δικά τους λεωφορεία δεν υποχρεούνται να τηρούν βιβλιάρια εργασίας για τον εαυτό τους. Για να έχει μια σχετική εικόνα ο αναγνώστης και όχι για λόγους στατιστικής ανάλυσης, κατά το έτος 2008, θεωρήθηκαν συνολικά 286.665 βιβλία δρομολογίων που αναλύονται ως εξής: 227.051 φορτηγών αυτοκινήτων, 40.036 αστικών και υπεραστικών λεωφορείων (Κ.Τ.Ε.Λ.) και 19.578 τουριστικών λεωφορείων (πηγή: έκθεση πεπραγμένων Σ.ΕΠ.Ε. έτους 2008). ΠΙΝΑΚΑΣ ΕΓΓΡΑΦΑ - ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΥΠΟΒΑΛΛΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΘΕΩΡΗΣΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΕΙΑ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. ΧΡΟΝΟΣ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗΣ ΤΟΥΣ ΣΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ. ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΘΕΩΡΗΣΗΣ ΧΡΟΝΟΣ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΕΓΓΡΑΦΟΥ ΑΠΟ Σ.ΕΠ.Ε. ΣΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΩΡΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. ΟΧΙ 10 έτη (άρθρο 2 παρ. 2 του Ν. 2556/1997). ΕΙΔΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ ΑΔΕΙΩΝ. ΟΧΙ 5 έτη (άρθρο 6 του Ν. 3762/2009). ΕΙΔΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ ΥΠΕΡΩΡΙΩΝ. ΝΑΙ Δεν υπάρχει ειδική διάταξη νόμου. Χρήσιμο ωστόσο είναι να φυλάσσεται στο αρχείο επί μια δεκαετία. Β.Η.Δ.Α.Π. ΓΙΑ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΑ ΕΡΓΑ. ΝΑΙ 2 έτη από το πέρας του έργου (άρθρο 2 της ΑΥΕ 1801/1989). ΒΙΒΛΙΑΡΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΑΝΗΛΙΚΟΥ. ΝΑΙ Τα βιβλιάρια εργασίας ισχύουν για τον αναγραφόμενο σε αυτά χρόνο και αναθεωρούνται κατ' έτος ή σε μικρότερα χρονικά διαστήματα (άρθρο 4 ΑΥΕ 1390/1989). ΒΙΒΛΙΑ ΔΡΟΜΟΛΟΓΙΩΝ & ΒΙΒΛΙΑΡΙΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (ΡΕΠΟ). ΝΑΙ 2 έτη (Π.Δ. 93/1986). ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΕΡΓΟΥ - ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ - ΜΕΡΙΚΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ Κ.ΛΠ. ΟΧΙ 2 έτη (άρθρο 7 του Ν. 3762/2009). ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. Δεν θεωρούνται αλλά υποβάλλονται για κύρωση (άρθρο 1 Ν.Δ. 3789/1957). Δεν υπάρχει ειδική διάταξη νόμου. ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΙΚΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ ΜΙΣΘΟΔΟΣΙΑΣ. ΟΧΙ Δεν υπάρχει ειδική διάταξη νόμου. Χρήσιμο ωστόσο είναι να φυλάσσονται στο αρχείο επί μια δεκαετία. (1) Οφείλω θερμές ευχαριστίες στον συνάδελφο μου και Προϊστάμενο του Τμήματος Κοινωνικής Επιθεώρησης Ζακύνθου Γρέκα Διονύσιο για τις χρήσιμες παρατηρήσεις και υποδείξεις του αναφορικά με την συγγραφή του άρθρου. (2) Για τον έλεγχο της κανονικής καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών, σε μια προσπάθεια να ληφθούν πρόσθετα μέτρα για την πάταξη της εισφοροδιαφυγής, η παρ. 1 του άρθρου 151 του Ν. 3655/2008 προέβλεψε την διεξαγωγή ελέγχων από μικτά κλιμάκια των Υπηρεσιών του Ι.Κ.Α.-ΕΤΑΜ (Ε.ΥΠ.Ε.Α.) και του Σ.ΕΠ.Ε. (Επιθεώρηση Εργασίας). (3) Η ελεγκτική δράση των Κοινωνικών Επιθεωρητών Εργασίας για το έτος 2008, η οποία δεν ταυτίζεται με τον επιτόπιο έλεγχο των επιχειρήσεων, αλλά συμπληρώνεται με τον έλεγχο των καταστάσεων προσωπικού και ωρών εργασίας που κατατίθενται καθώς επίσης και με τη διενέργεια εργατικών διαφορών ήταν σημαντική. Από επίσημα στοιχεία μπορεί κανείς να διαπιστώσει ότι, οι Κοινωνικοί Επιθεωρητές διενήργησαν 28.538 επιτόπιους ελέγχους (πηγή: έκθεση πεπραγμένων Σ.ΕΠ.Ε. έτους 2008). (4) Αναφορικά με το αντικείμενο για το ποια είναι αρμόδια Υπηρεσία του Σ.ΕΠ.Ε. για την υποβολή πινάκων προσωπικού η Διεύθυνση Ορών Εργασίας του Υπουργείου Εργασίας με το υπ' αριθμ. 35807/641/6.6.2008 έγγραφο της υποστηρίζει ότι, για τις ενιαίες επιχειρήσεις αρμόδιο είναι το ΤΚΕ της περιοχής όπου λειτουργεί η επιχείρηση. Περαιτέρω, για τις επιχειρήσεις, οι οποίες πέραν της έδρας τους διαθέτουν και υποκαταστήματα, για μεν τους εργαζόμενους της έδρας της επιχείρησης αρμόδιο είναι το ΤΚΕ της περιοχής της έδρας της, για τους εργαζόμενους δε των υποκαταστημάτων το ΤΚΕ της περιοχής όπου λειτουργεί το κάθε υποκατάστημα. Εν κατακλείδι, όταν εργαζόμενοι επιχειρήσεων προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε περιοχές εκτός της έδρας των επιχειρήσεων αυτών χωρίς να διαθέτουν υποκαταστήματα στις περιοχές αυτές, αρμόδιο είναι το ΤΚΕ της περιοχής της έδρας τους. (5) Σε έγγραφο ερώτημα που υποβλήθηκε στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα για το εάν συνάδει με τις διατάξεις του Ν. 2472/1997 "Για την Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα" η ανάρτηση σε χώρο της εργοδότριας επιχείρησης πίνακα, που περιέχει στοιχεία των εργαζομένων στην επιχείρηση αυτή, συμπεριλαμβανομένης της ηλικίας τους η Αρχή με το υπ' αριθμ. Γ/ΕΞ/1737-1/14.07.2009 έγγραφο της απάντησε καταφατικά με την αιτιολογία ότι, τα στοιχεία των εργαζομένων που αναφέρονται στη διάταξη του άρθρου 16 του Ν. 2874/2000 συνιστούν απλά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. (6) Υποχρέωση υποβολής πίνακα προσωπικού και ωρών εργασίας έχουν και οι Δημόσιες Υπηρεσίες, τα Ν.Π.Δ.Δ. καθώς και οι Ο.Τ.Α. για το προσωπικό που απασχολείται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου (έγγραφο 121143/1981 του Υπουργείου Εργασίας). (7) Για τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις ως γνωστό υπάρχει ειδική διάταξη που προβλέπει επιπλέον χρόνο ήτοι εντός 48 ωρών. (8) Βλέπε Κωνσταντίνο Δ. Μαρκόπουλο "Η ΑΔΕΙΑ ΤΩΝ ΜΙΣΘΩΤΩΝ", ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ, Δ' ΕΚΔΟΣΗ, ΑΘΗΝΑ 1985. (9) Το συμβατικό ωράριο εργασίας των τραπεζοϋπαλλήλων με το άρθρο 5 της από 22.05.2002 Σ.Σ.Ε. Τραπεζών - Ο.ΤΟ.Ε. καθιερώθηκε στις 37 ώρες εβδομαδιαίως. (10) Η εν λόγω διάταξη επαναρρυθμίστηκε με το άρθρο 5 του Ν. 3227/2004 το οποίο ορίζει ότι, "Στους εργαζόμενους που με βάση συμφωνία με τον εργοδότη αμείβονται με ενιαίο συνολικό μισθό (κατ' αποκοπήν μισθός) ο εργοδότης υποχρεούται να χορηγεί σημείωμα στο οποίο αναφέρονται ο ενιαίος συνολικός μισθός που έχει συμφωνηθεί και οι επ' αυτού κρατήσεις, καθώς και αναλυτικά οι αποδοχές τις οποίες θα εδικαιούντο να λάβουν εάν αμείβονταν με βάση κλαδική ή επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση και οι επί των ανωτέρω αποδοχών κρατήσεις". (11) Υπενθυμίζουμε ότι, ποινικές κυρώσεις για το συγκεκριμένο ζήτημα μπορούν να αναζητηθούν και μέσω του άρθρου 17 του Ν. 2639/1998. (12) Έχει υποστηριχθεί από τη θεωρία ότι, με την παρ. 9 του άρθρου 20 του Ν. 1976/1991 καταργήθηκε η υποχρέωση τήρησης του Β.Η.Δ.Α.Π. όμως το Υπουργείο Εργασίας με το υπ' αριθμ. 11073/23.10.2000 έγγραφο του είχε αντίθετη άποψη. (13) Μια ενδιαφέρουσα μελέτη για τον κανονισμό εργασίας έχει δημοσιευτεί στο Δ.Ε.Ν. 2006, τεύχος 1475, σελίδα 833 υπό Χ. Γ. Γκούτου, Καθηγητή του Εργατικού Δικαίου. (14) Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (ΝΣΚ) γνωμοδότησε (Αριθμός Γνωμοδότησης 254/2003) ομόφωνα ότι αρμόδιο όργανο, για την εκδίκαση εφέσεων κατά ποινών που επιβάλλονται στους εργαζόμενους με βάση κανονισμούς εργασίας, που έχουν κυρωθεί κατά τη διαδικασία του Ν.Δ. 3789/1957, και για την έκδοση της σχετικής απόφασης είναι η Επιτροπή Εργασίας του άρθρου 8 του Π.Δ. 369/1989 που λειτουργεί σα κάθε Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση. (15) Η δυνατότητα επέκτασης της υποχρέωσης κατάρτισης κανονισμού εργασίας και σε επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες που απασχολούν προσωπικό κάτω των εβδομήντα (70) και όχι κάτω των σαράντα (40) προσώπων δύναται να γίνει μετά από απόφαση του Υπουργού Εργασίας η οποία εκδίδεται μετά από γνωμοδότηση του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας (ΑΣΕ). Εν συνεχεία η εν λόγω απόφαση, κατ' εφαρμογή του άρθρου 1 του Ν.Δ. 3789/1957, δημοσιεύεται σε ΦΕΚ (Εφημερίδα της Κυβερνήσεως). (16) Προκειμένου περί φορτηγών αυτοκινήτων, τουριστικών λεωφορείων και γενικά μετακινούμενων οχημάτων που μετακινούνται εκτός της έδρας της επιχείρησης στην οποία ανήκουν, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους γνωμοδότησε (Αριθμός Γνωμοδότησης 487/2008) ότι, ο έλεγχος της τηρήσεως της εργατικής νομοθεσίας θα γίνει από το τοπικό Τμήμα Κοινωνικής Επιθεώρησης (ΤΚΕ), σε περίπτωση δε διαπιστώσεως παραβάσεως το Τμήμα αυτό θα πρέπει να διαβιβάσει το σχετικό δελτίο ελέγχου στο ΤΚΕ στην περιφέρεια του οποίου ευρίσκεται η έδρα της επιχείρησης για την ολοκλήρωση από αυτό της περαιτέρω σχετικής διαδικασίας. (17) Με την εισαγωγή της παρ. 8 του άρθρου 21 του Ν. 3144/2003 θεσπίστηκαν ειδικές περιπτώσεις οι οποίες εξαιρούνται από την υποχρέωση τήρησης βιβλίου δρομολογίων. Οι εξαιρέσεις αυτές αφορούν τα φορτηγά αυτοκίνητα και όχι τα τουριστικά λεωφορεία.